Ο Άγιος της υπομονής

Άγιος Νεκτάριος Μητροπολίτης Πενταπόλεως Αιγύπτου.

Ο Άγιος της υπομονής, διότι έδειξε τεράστια υπομονή στον πόλεμο που δέχθηκε μέσα από τον χώρο της εκκλησίας, με μεγάλες και τρομερές συκοφαντίες που τον ανάγκασαν να φύγει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ερχόμενος στην Ελλάδα να δεχθεί τον ίδιο πόλεμο, συκοφαντούμενος πάλι από τους κόλπους της εκκλησίας.

 

Ημερομηνία εορτής 9 Νοεμβρίου

Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στη Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφαλά. Ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος. Από μικρό παιδί η ευσεβής γιαγιά του, του έμαθε τον 50ο Ψαλμό, το «ελέησόν με ο Θεός»· και όπως λέει χαρακτηριστικά ο Συναξαριστής του βίου του, όταν έφθανε στο σημείο του Ψαλμού «διδάξω ανόμους τας οδούς Σου» το επαναλάμβανε μόνος του πολλές φορές. Από μικρός έφτιαχνε τεχνητούς άμβωνες και μιλούσε για το Χριστό στα παιδιά της ηλικίας του.

Αφού τελείωσε το δημοτικό και το σχολαρχείο στην πατρίδα του, με την ευχή των γονέων του, παίρνει την απόφαση να ξενιτευθεί στην Κωνσταντινούπολη, καθώς η οικογένειά του αδυνατούσε να συντηρήσει όλα τα μέλη της, και η γενέτειρά του δεν είχε σχολείο μέσης εκπαίδευσης. Ήταν μόλις 14 ετών.

Εκεί εργάστηκε ως υπάλληλος σε έναν έμπορο καπνών που δεν τον πλήρωνε όπως έπρεπε, έτσι είχε μείνει με τρύπια παπούτσια και άθλια ενδύματα. Αλλά είχε πολλή πίστη στο Θεό και η προσευχή του ήταν η μόνη παρηγοριά. Όταν παρατήρησε ότι ο εργοδότης του έγραφε επιστολές και έπαιρνε απαντήσεις, ο Αναστάσιος με το παιδιάστικο μυαλό και την άδολη καρδιά του, θέλησε να γράψει και αυτός μια επιστολή, γιατί είχε πολλά να πει. Αλλά σε ποιον θα την έγραφε; Δεν γνώριζε κανένα και δεν θα μπορούσε να γράψει στη μητέρα του γιατί δεν ήθελε να την στενοχωρήσει. Και όμως αισθανόταν μεγάλη την ανάγκη να γράψει, ήθελε να γράψει για τις συνθήκες της εργασίας του και ότι χρειαζόταν χρήματα για να αγοράσει παπούτσια και ενδύματα. Η ελπίδα που είχε στο Θεό δεν τον εγκατέλειπε ποτέ και έτσι σκέφτηκε να γράψει μια επιστολή με παραλήπτη το Χριστό, να του αφηγηθεί τα προβλήματά του.

Στη συνέχεια εργάσθηκε ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου, από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ. χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο (σημερινό Λιθί).

Το 1876 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860 – 1877 μ.Χ.), και ανέλαβε τη Γραμματεία της Μητροπόλεως.

Το 1881 μ.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ’ (1870 – 1899 μ.Χ.), σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885 μ.Χ. Έπειτα, ο ίδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τον χειροτόνησε το 1886 μ.Χ. πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και διετέλεσε πατριαρχικός επίτροπος στο Κάϊρο της Αιγύπτου.

Στις 15 Ιανουαρίου 1889 μ.Χ., χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν καταπληκτική και ένεκα αυτού ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας. Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων (αισχρών συκοφαντιών), προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα (1889 μ.Χ.).

Διετέλεσε Ιεροκήρυκας (Ευβοίας) (1891 – 1893 μ.Χ.), Φθιώτιδος και Φωκίδας (1893 – 1894 μ.Χ.) και διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 – 1904 μ.Χ.).

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου (1899 μ.Χ.), ο Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε.

Στα κηρύγματα Του, πλήθος λαού μαζευόταν, για να «ρουφήξει» το νέκταρ των Ιερών λόγων του.

Το 1904 μ.Χ. ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μ.Χ., μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή.

Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος. Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις.

Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 μ.Χ. κατά το ισχύον το έτος εκείνο Πάτριο Ημερολόγιο (Παλαιό), 22 Νοεμβρίου κατά το ισχύον σήμερα λεγόμενο Νέο Ημερολόγιο (Παπικό) με προσθήκη διαφοράς τότε 14 ημερών.

Τόση δε ήταν η αγιότητά του, ώστε επετέλεσε πολλά θαύματα, πριν αλλά και μετά τον θάνατο του. Ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στην Αίγινα.

Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1953 μ.Χ. και στις 20 Απριλίου του 1961 μ.Χ. με Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διακηρύχτηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Το χρονικό των πρώτων ωρών μετά την εκδημία Του και τα πρώτα Θαυμαστά σημεία!

Τα θαύματα του Αγίου Νεκταρίου είναι πολλά. Τόμοι ολόκληροι έχουν γραφτεί για αυτά. Ωστόσο, σύμφωνα με τον βίο του Αγίου Νεκταρίου, το πρώτο θαύμα έγινε μέσα στο Αρεταίειο νοσοκομείο. Ο Άγιος Νεκτάριος, ο οποίος ήταν λαοφιλής ποιμενάρχης, ταξίδεψε το 1920 από την Αίγινα, μαζί με δύο μοναχές και έναν ακόμα, τον Κωστή Σακκόπουλο, και εισήχθη στο Αρεταίειο νοσοκομείο, όπου διαγνώστηκε με καρκίνο του προστάτη. Δύο μήνες μετά, ο Άγιος Νεκτάριος εκοιμήθη, σε ηλικία 74 ετών.

Ήταν βράδυ της Κυριακής 8 Νοεμβρίου 1920, γύρω στις 10.30′, Ο Άγιος Νεκτάριος παρέδωσε το πνεύμα Στόν Πλάστη Του και το σεπτό Του σκήνωμα στους πιστούς, προς Αγιασμό.

Τότε καταγράφηκε το πρώτο Θαύμα αμέσως μετά την Οσιακή Κοίμησή Του.

Οι νοσοκόμες και η Μοναχή Ευφημία, ετοίμαζαν για την ταφή το Τίμιο και Μυροβόλο από εκείνη την ώρα Λείψανο και απόθεσαν την φανέλα Του στο διπλανό κρεβάτι, όπου νοσηλευόταν ένας 40χρονος που είχε μείνει παράλυτος των κάτω άκρων, έπειτα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Το πρώτο Θαύμα ήταν γεγονός! Εκείνος σηκώθηκε και περπάτησε!

«Σηκώθηκα, περπατάω!», ανέκραξε δυνατά, «Θεέ μου, έγινα καλά! Τι έχει αυτή η φανέλα;». Το νεκρό σώμα μοσχομύριζε. Η γερόντισσα πήρε τη φανέλα, την έβαλε ένα κουβάρι στο ράσο της. Τα χέρια της έτρεμαν. Απόρησαν οι γιατροί, απόρησε και το προσωπικό του νοσοκομείου όταν έμαθαν πως ο φτωχός ρασοφόρος από την Aίγινα είχε διατελέσει γενικός διευθυντής στη Ριζάρειο και δεσπότης.

Μία από τις νοσοκόμες ήταν και η Στάσα Καλοκάγαθου της οποίας ο σύζυγος έπασχε από ανίατη ασθένεια. Η Στάσα λοιπόν, σκούπισε μ’ ένα βαμβάκι λίγο Μύρο από το μέτωπο Του Αγίου και επάλειψε με αυτό τον ασθενή άντρα της, ο οποίος ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΚΕ ΑΜΕΣΩΣ! Μάλιστα ο ίδιος παρευρέθηκε στην νεκρώσιμη ακολουθία του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα!

Επίσης, σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του τότε φοιτητή ιατρικής Καραπλή πού ασκούνταν στο Αρεταίειο Νοσοκομείο, μετά την εκδημία τού Αγίου, οι γάζες πού είχαν χρησιμοποιηθεί ΕΥΩΔΙΑΖΑΝ και γι’ αυτό δεν τίς πέταξαν, αλλά τίς έθαψαν.

Από της κοιμήσεώς Του το κρεβάτι του Αγίου δεν δόθηκε, επί έξι μήνες, σέ κανένα ασθενή.

Σήμερα ο θάλαμος νοσηλείας του Αγίου έχει χωρισθεί σέ μικρά δωμάτια, ο χώρος όπου ήταν το κρεβάτι Του, βρίσκεται στο δωμάτιο 2 και στη νοτιοδυτική του γωνία του θαλάμου, κοντά στο παράθυρο. Ένα Εικοναστάσι, ψηλότερα, με διαρκώς Αναμμένο τό καντήλι, υπενθυμίζει τον τόπο της τελευτής του μεγάλου αυτού Αγίου.

Όταν μικραίνει η αγκαλιά των αχάριστων, τότε γίνεται τεράστια η αγκαλιά του Θεού.

Το μεσημέρι της επόμενης ημέρας, όταν έφτασε η νεκροφόρα με το σώμα του Αγίου Νεκταρίου στον Πειραιά από το Αρεταίειο Νοσοκομείο στο οποίο τέλειωσε την επίγειο ζωή Του με προορισμό την Αίγινα, κυριολεκτικά ο οδηγός «ξεφόρτωσε» το φέρετρο στα σκαλιά του Ναού της Αγίας Τριάδος. Βιαζόταν…. είχε άλλες σημαντικότερες μεγαλοπρεπείς τελετές να διεκπεραιώσει. Δεν είχε καιρό να ασχοληθεί περαιτέρω με τον φτωχό και κυνηγημένο ηγούμενο της Αίγινας.

Μα ούτε οι Ιερείς του Ναού είχαν χρόνο να έλθουν να διαβάσουν ένα στοιχειώδες Τρισάγιο.

Ούτε και αυτός ο νεωκόρος δεν άνοιξε την εκκλησία να φιλοξενηθεί για λίγο μέσα ώσπου να έρθει το καραβάκι να παραλάβει την σορό. Άφησαν το φέρετρο έξω παρατημένο στην άκρη της εξώπορτας όπως όμορφα διηγείται ο Σώτος Χονδρόπουλος:

«Καθώς το έφεραν σιμά στα σκαλοπάτια του Ναού για να πάρουν τουλάχιστον μια φωτογραφία στην πόλη και στο χώρο που τόσο είχε κηρύξει κι αγαπήσει, κι άνοιξαν το καπάκι, μούδιασαν, τα έχασαν… Παρατήρησαν κάτι το ασυνήθιστο, το καταπληκτικό. Από την ήρεμη και γαλήνια μορφή έσταζε κάτι σαν ιδρώτας που μοσκομύριζε… Θεέ και Κύριε!»

Ο Κώστας ο Σακκόπουλος σαστισμένος έτρεξε κι αγόρασε από το περίπτερο ένα πακέτο μπαμπάκι και σκούπισε σιγά σιγά και απαλά από το πρόσωπο τον μοσκομύριστο ιδρώτα.

Μερικοί τότε έπεσαν επάνω του, του άρπαξαν τις τούφες το μπαμπάκι, το έφερναν ευλαβικά στο μέτωπό τους, άλλοι το έκρυβαν στις τσέπες τους, άλλοι το παράχωναν στο στήθος”.

Η αναγνώρισή του ως «Αγίου» και η καθυστερημένη επί 37 έτη «συγγνώμη».

Η Ελληνική κοινωνία βιώνει θαυμαστά σημεία του Επισκόπου Αιγίνης μετά τον βιολογικό θάνατό Του και οι εφημερίδες εκφράζουν την απαίτηση του πιστού λαού περί Αγιοκατατάξεως του Αγίου Νεκταρίου.

Έτσι στις 20/4/1961 με απόφαση της Πατριαρχικής Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου ο Μητροπολίτης Πενταπόλεως Νεκτάριος συγκαταριθμείται μεταξύ των Αγίων και των Οσίων της Εκκλησίας. Έκτοτε πολλοί ανά τον κόσμο ναοί αφιερώνονται στον Άγιο, πλήθη δε πιστών συρρέουν στην Αίγινα να προσκυνήσουν τα λείψανα και τον τάφο του Αγίου και να επισκεφθούν το κελί του. Πολλά ζευγάρια δίνουν σε παιδιά τους, αγόρια και κορίτσια, το όνομα του Αγίου.

Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας από το οποίο είχε κατηγορηθεί και εκδιωχθεί ο Άγιος, απεκατέστησε το όνομα και την φήμη Του, δια ακυρώσεως και εξαφανίσεως της ποινής η οποία του είχε επιβληθεί! Η 15η Ιανουαρίου σημείο «σταθμός». Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας επί Πατριαρχίας του μακαριστού Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Πέτρου, λαμβάνει την απόφαση να ζητήσει τη συγνώμη από τον Άγιο Νεκτάριο την ημέρα της 15ης Ιανουαρίου του 1998.

Αργότερα ο μετέπειτα Πατριάρχης Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής κ. Θεόδωρος περιγράφει ότι το Πατριαρχείο δεν γνώριζε μία φοβερή λεπτομέρεια, πως την ίδια ακριβώς ημερομηνία συνέβησαν και άλλα τρία θαυμαστά γεγονότα στον βίο του Αγίου, στις 15 Ιανουαρίου έλαβε το θείο Βάπτισμα, στις 15 Ιανουαρίου του 1877 χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο και στις 15 Ιανουαρίου του 1889 έλαβε την Αρχιερωσύνη και έγινε Επίσκοπος διά χειρών του Πατριάρχου Σωφρονίου!

Τις πρεσβείες του Αγίου Νεκταρίου να έχουμε.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’.

Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ, ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπὰς τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι.

Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυματώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

loading...