Πλησιάζει ο καιρός της Αποκαλύψεως, της κρυμμένης και χαμένης ιστορίας.


GEWKWN – 

Πλησιάζει ο καιρός της Αποκαλύψεως όλης της επιμελώς κρυμμένης και χαμένης ιστορίας. Ήδη έρχονται στην επιφάνεια γνώσεις που ξενίζουν, γιατί έφθασε ο καιρός να μάθουμε την αλήθεια, αλλά και γιατί πρέπει να προετοιμαστεί ο Έλληνας να μεγαλουργήσει και να μεταλαμπαδεύσει την Ορθοδοξία και το πνεύμα του Ελληνισμού, σε όλο τον κόσμο για άλλη μια φορά…

ΚΕΙΜΕΝΟ Αρ. 1 

Α) ΠΗΓΗ : Παν. Ι. Μπούμης δρ Θεολογίας Αναπληρωτής καθητητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

‘’Άλλο Θεία, και άλλο Θεόπνευστα. Δεν είναι όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής και Θεία και Θεόπνευστα. Ούτε είναι όλα τα «Σεβάσμια» βιβλία «Θεία». Εμείς οι Χριστιανοί έχουμε λεπτές διακρίσεις στις εκφράσεις μας, κάτι που ο Προτεσταντισμός δεν αντιλαμβάνεται, και νομίζει ότι όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής είναι Θεόπνευστα. Όμως η Αγία Γραφή δεν περιλαμβάνει μόνο Θεόπνευστα βιβλία.

Τα βιβλία της Αγίας Γραφής, αποκαλούνται στις κανονιστικές πηγές είτε ως Θεία, είτε ως Θεόπνευστα, είτε ως Κανονικά, είτε ως Αναγνωστέα, είτε ως Ωφέλιμα, είτε ως Σεβάσμια, είτε ως Κανονιζόμενα. Και οι χαρακτηρισμοί αυτοί δεν είναι τυχαίοι. Υπάρχουν διαφορές και δεν ανήκουν όλα σε όλες τις κατηγορίες. Στην Εκκλησία του Χριστού ακριβολογούμε, και κάνουμε λεπτές διακρίσεις, και όχι τον χονδροειδή διαχωρισμό σε Κανονικά και σε δήθεν «δευτεροκανονικά».

Συνοψίζοντας, να πω ότι: Η Αγία Γραφή περιέχει βιβλία (όπως τα τρία των Μακκαβαίων), που είναι απλώς Σεβάσμια, όχι όμως Θεόπνευστα ή Θεία ή Κανονικά. Περιέχει βιβλία (όπως της Ιουδήθ και του Τωβίτ), τα οποία είναι Κανονικά, όχι όμως Θεόπνευστα ή Θεία. Και περιέχει και βιβλία Θεία, (όπως η Σοφία Σολομώντος), που δεν είναι όμως Θεόπνευστα.

Θείο είναι το βιβλίο που γράφτηκε με την επιστασία του Αγίου Πνεύματος, πιθανόν και από ανθρώπινη σοφία. Τα Θεία είναι και αλάθητα σε θέματα σωτηρίας, αλλά δεν είναι κατ’ ανάγκην Θεόπνευστα.

Θεόπνευστο είναι το βιβλίο που περιέχει ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ του Αγίου Πνεύματος. Είναι επίσης Θείο και αλάθητο ως προς την αποκάλυψη φυσικά, σε θέματα σωτηρίας……..  οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί οφείλουμε να έχουμε συνέπεια και ακολουθία στην πίστη μας. Αυτό επιβάλλει η αναζήτηση και εδραίωση της αληθείας. Η διάκριση του Θείου από το ανθρώπινο στοιχείο, η διάκριση του απόλυτου ή αυθεντικού από το σχετικό, και του ασφαλούς από το επισφαλές, έχει απόλυτη προτεραιότητα και ύψιστη σπουδαιότητα για τη διδασκαλία και την αποστολή της Εκκλησίας. Για την κατοχύρωση της Ορθής πίστης, και κατ’ επέκτασιν της ορθής πράξης. Και αυτό ισχύει και για τα βιβλία της Αγίας Γραφής, και όχι μόνο για τις λοιπές Παραδόσεις της Εκκλησίας.

 

Έχουμε λοιπόν καθήκον απέναντι στον Θεό και στην αλήθεια, να μην επαναλαμβάνουμε την χονδροειδή γενίκευση της Θεοπνευστίας που κάνει ο Προτεσταντισμός (σε όσα βιβλία δέχεται ότι είναι της Αγίας Γραφής) αδιάκριτα. Αλλά πρέπει να διευκρινίσουμε και να διακρίνουμε, μεταξύ Θεοπνεύστων, Θείων, και βιβλίων ανθρώπινης σοφίας. Διαφορετικά, εκλαμβάνοντας μη Θεόπνευστα ή μη Θεία βιβλία μεταξύ των βιβλίων της Αγίας Γραφής, κινδυνεύουμε να απολυτοποιήσουμε τη διδασκαλία τους, και να οδηγηθούμε σε Ισλαμίζουσες ή Προτεσταντίζουσες καταστάσεις.

Σεβάσμιο είναι το βιβλίο που οφείλουν οι Χριστιανοί να σέβονται.

Αναγνωστέο είναι αυτό που μπορεί να διαβάζεται.

Αναγινωσκόμενο στην Εκκλησία είναι αυτό που μπορεί να διαβάζεται στην Εκκλησία.

Αναγινωσκόμενο από τους προσερχομένους είναι το χρήσιμο για τους νεοκατήχητους.

Κανονικό είναι αυτό που ανήκει στον κανόνα.

Κανονιζόμενα είναι αυτά που αν και ανήκουν στον κανόνα, ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί η επιλογή τους οριστικά ώστε να έχει κλείσει ο κανόνας.

Έγκριτος κανόνας, είναι ο άξιος αποδοχής.

Άγιο είναι ένα βιβλίο απλώς ωφέλιμο, όχι όμως κατ’ ανάγκην αλάθητο ή Θείο ή Θεόπνευστο. Είναι δηλαδή βοηθητικά βιβλία, αλλά όμως δεν μπορούμε μόνο πάνω σε αυτά να στηρίξουμε δογματικές ή κανονικές αλήθειες.

ακόμα και στην ίδια την Αγία Γραφή, υπάρχουν συγγράμματα, που όχι μόνο Θεόπνευστα δεν είναι, αλλά ούτε καν θεία, (όπως υπάρχουν και Θεόπνευστα συγγράμματα που δεν ανήκουν στην Αγία Γραφή). Η ίδια η Αγία Γραφή, είναι ένα “κράμα” βιβλίων, διαφόρων “ποιοτήτων” και χαρακτηριστικών. Και είναι υπεραπλούστευση η φράση που χρησιμοποιούμε: “Θεόπνευστη Αγία Γραφή”. Την αποκαλούμε έτσι, όχι επειδή είναι Θεόπνευστη ολόκληρη, αλλά επειδή περιέχει βιβλία με Θεία αποκάλυψη………Αυτό είναι εμφανές στον προηγούμενο πίνακα, όπου μπορείτε να δείτε, ότι από τα 76 βιβλία της Αγίας Γραφής, μόνο τα 73 είναι Θεία, και από αυτά τα 73 βιβλία της, μόνο τα 68 είναι Θεόπνευστα. Δηλαδή, έχουμε 3 βιβλία που δεν είναι Θεόπνευστα, και 6 βιβλία που δεν είναι καν Θεία.

 

Β) ΠΗΓΗ: π. Ι. Ρωμανίδη

«Η θεοπνευστία συνίσταται στο ότι στην Αγία Γραφή περιγράφονται εμπειρίες θεουμένων ανθρώπων, οι οποίες γίνονται κατανοητές από θεουμένους ανθρώπους. Αλλά η Αγία Γραφή δεν περιγράφει μόνο την ζωή θεουμένων ανθρώπων. Περιγράφει και τις εμπειρίες καταραμένων ανθρώπων, παλιανθρώπων κ.ο.κ. Έτσι, υπάρχουν πολλά πράγματα στην Αγία Γραφή.

Η Αγία Γραφή δεν είναι θεόπνευστη, με την έννοια ότι την έχει γράψει ο Θεός. Δεν υπάρχει τέτοια θεοπνευστία, όπως πιστεύουν οι Μουσουλμάνοι για το Κοράνιο και οι Φράγκοι για την Αγία Γραφή στην Δύση. Δεν υπάρχει τέτοια θεοπνευστία. Δηλαδή, η κατά γράμμα θεοπνευστία ποτέ δεν έγινε αποδεκτή από κανέναν Ορθόδοξο όσο συντηρητικός και αν ήταν. Δεν υπάρχει τέτοια θεοπνευστία σε μας…… Σχετικά με τον συγγραφέα των ιστορικών βιβλίων…… Τι είδους θεοπνευστία ήταν;

Απάντηση: Σε ορισμένα δεν ξέρουμε ποιος τα έγραψε. Μπορεί να ήταν ιστορικά ντοκουμέντα που εφυλάσσοντο στον Ναό των Εβραίων, τα οποία μετά κάποιος τα συνέταξε. Δεν υπάρχει αυτό το θέμα της θεοπνευστίας. Η ίδια η περιγραφή θέλει θεοπνευστία σε αυτήν την περίπτωση, περιγράφεται η θεοπνευστία ενός συγκεκριμένου ανθρώπου. Και αυτά τα ντοκουμέντα, κυρίως, έχουν συγκεντρωθή στην Παλαιά Διαθήκη.

Μέσα στην Αγία Γραφή υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν αποτελούν μέρος της πίστεως. Να πούμε ότι υπάρχει ένας εκβιασμός μιας κοπέλας στην Παλαιά Διαθήκη και αυτό είναι θέμα πίστεως; Τι σχέση έχει αυτό με το δόγμα, με την θέωση, τον φωτισμό; Αυτό είναι αμαρτία, είναι κάτι παράνομο. Αυτό το κομμάτι είναι θεόπνευστο;

Μετά υπάρχει κοσμολογία της Παλαιάς Διαθήκης. Όταν η Παλαιά Διαθήκη μιλάη για το στερέωμα, αυτή είναι Βαβυλωνιακή κοσμολογία. Εκείνα τα χρόνια οι λαοί της Μέσης Ανατολής βλέπανε ότι ανοίγουν ένα πηγάδι, βρίσκουν νερό κάτω, βλέπουν ότι από τον ουρανό πέφτει βροχή και γίνονται κατακλυσμοί πολλές φορές. Και, αν διάβασης τους ψαλμούς προσεκτικά, θα δης ότι υπάρχουν αποθήκες επάνω στον ουρανό και ανοίγεις την πόρτα σαν το ντουζ δηλαδή και πέφτει νερό. Οπότε, φαντάσθηκαν την δημιουργία ότι στην αρχή υπήρχε ο Θεός, εδημιούργησε το στερέωμα και υπήρχε η γη εν μέσω των υδάτων κλπ. Και μετά ανήρτησε το στερέωμα, ώστε να βαστάση τα νερά από πάνω και έχουμε την γη να βαστάη κάτω το νερό και εμείς είμαστε στην μέση και ζούμε μεταξύ των υδάτων. Αυτή είναι η κοσμολογία της Παλαιάς Διαθήκης. Τι σχέση έχει αυτό με την πραγματικότητα; Οπότε, αν πούμε ότι η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη κατά γράμμα, αυτό είναι πλέον βλακεία. Όποιοι τα προωθούσαν αυτά τα παλιά χρόνια, κάτι μεγάλοι της «απολογητικής», είναι σκέτη βλακεία.

αυτά τα πράγματα που λέγαν οι Εβραίοι, ας πούμε, πέντε χιλιάδες εξήντα χρόνια από κτίσεως κόσμου είναι σαχλαμάρες. Διότι, αν πάρουμε την Παλαιά Διαθήκη, ο κόσμος, ολόκληρο το σύμπαν, είναι περίπου έξι χιλιάδων ετών.

Οπότε, φαίνεται σαφώς ότι η χρονολογία που δίδει η Αγία Γραφή δεν ανταποκρίνεται με την πραγματικότητα κλπ. Και κάθονται ακόμα απολογητές και προσπαθούν να πουν ότι η Αγία Γραφή τα περιγράφει όλα κατά τρόπο θαυμάσιο, χωρίς κανένα λάθος κ.ο.κ.».

 

Τού Ιερεμία Φούντα Μητροπολίτου, Επίκουρου Καθηγητή τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών:

Μετά την βαβυλώνιο αιχμαλωσία ο Ιουδαϊκός λαός ευρέθη μεταξύ λαών που ομιλούσαν την Αραμαϊκή γλώσσα και έτσι σιγά-σιγά ελησμόνησε την μητρική του Εβραϊκή. Γι’ αυτό στην Συναγωγή δεν κατανοούσε τις αναγινωσκόμενες στην Εβραϊκή γλώσσα βιβλικές περικοπές και έτσι υπήρξε ανάγκη να μεταφραστούν αυτές στην Αραμαϊκή. Οι μεταφράσεις αυτές της Παλαιάς Διαθήκης από το Εβραϊκό κείμενο στην Αραμαϊκή λέγονται «Ταρκουμείμ».

Το ίδιο πάλι με την επικράτηση του ελληνισμού στον χώρο της Ανατολής από τον 4ο π. Χ. αι, οι Ιουδαίοι της διασποράς (οι εκτός της Παλαιστίνης), και μάλιστα οι Ιουδαίοι που έμειναν στην Αίγυπτο, λησμόνησαν όχι μόνο την μητρική τους Εβραϊκή, αλλά και αυτή την ομιλούμενη απ’ αυτούς Αραμαϊκή, γιατί μιλούσαν πλέον όλοι την Ελληνική. Έτσι υπήρξε πάλι ανάγκη να μεταφραστεί η ιερή τους Βίβλος στην Ελληνική γλώσσα για να τους είναι καταληπτή. Αρχικά εγίνοντο ελληνικές μεταγραφές, εγίνετο δηλαδή αναπαραγωγή του Ελληνικού κειμένου με Ελληνικά γράμματα. Αργότερα κατά τον 3ο αι, με την ανάδειξη της Αλεξάνδρειας σε ελληνιστικό πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο εγινε η μετάφρασή του στην Ελληνική, την λεγομένη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο’)

Όλο αυτό το μεταφραστικό έργο άρχισε από την μετάφραση της Πεντατεύχου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου κατά το πρώτο ήμισυ του 3ου αι. π. Χ. και σε διάστημα 200 διακοσίων περίπου ετών επεκτάθηκε και στα άλλα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης……. χαρακτηρίζεται η Μετάφραση αυτή στην σύνταξή της από σημιτισμούς και αραμαϊσμούς……..

Για την εκτίμηση της Μεταφράσεως των Ο΄ πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι αυτή έγινε από νεκρή σημιτική γλώσσα και μάλιστα από κείμενο με σύμφωνα μόνο……

Είναι όμως αλήθεια ότι το κείμενο των Ο’, λόγω της ευρείας εξαπλώσεως του, αντεγράφετο συνεχώς και όπως ήταν φυσικό εγίνοντο λάθη από τους αντιγραφείς, αλλά και θα εγίνοντο και σκόπιμες επεμβάσεις στο κείμενο. Γι’ αυτό και στην αρχαία Εκκλησία έγιναν προσπάθειες για να απαλλάξουν την Μετάφραση των Ο΄ από ακούσια λάθη ή και από εκούσιες επεμβάσεις για να την επαναφέρουν έτσι στο αρχέτυπο κείμενό της, Τέτοιο έργο ανέλαβε κατά πρώτον ο μεγάλος θεολόγος και εκκλησιαστικός συγγραφέας, γνώστης της Εβραϊκής, ο Ωριγένης ο Αλεξανδρεύς (185-254) και εμφάνισε ένα ογκώδες και θαυμαστό για την εποχή του κριτικό έργο αναθεώρησης του κειμένου των Ο’. Όμως το μεγάλο σχέδιο του να συμμορφώσει το κείμενο των Ο΄ προς το σύγχρονο του Εβραϊκό κείμενο δεν πέτυχε. Η Εκκλησία παρέμεινε πιστή στην προωριγένεια έκδοση του κειμένου των Ο΄ (την λεγομένη «κοινή»), αναγνωρίζοντας όμως την προσφορά του Ωριγένους στην βιβλική κριτική έρευνα.

Είναι όμως αλήθεια ότι ενώ οι Ο΄ βασίζονται σε αρχαιότερα Εβραϊκά πρότυπα, όμως αποκλίνουν απ’ αυτά λόγω αντιγραφικών λαθών και λόγω άλλης ερμηνείας που δίνουν αυτοί, γιατί είπαμε ότι οι Ο΄ δεν είναι απλοί μεταφραστές, αλλά ερμηνευτές.

Διεθνές Συνέδριο «Αριστοτέλης και Χριστιανισμός»

Η έννοια της αριστοτελικής μεσότητας π.χ. συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη τόσο της θεολογικής όσο και της ηθικής δυναμικής της ευαγγελικής αλήθειας σε σημείο μάλιστα που η μεσότητα να θεωρείται από την πατερική παράδοση η πεμπτουσία του χριστιανικού ήθους.

Η συνάντηση Χριστιανισμού και Αριστοτέλη ήταν αναπόφευκτη ιδιαίτερα μετά τη διδασκαλία του φιλοσόφου και μάρτυρα Ιουστίνου για τον σπερματικό λόγο. Σύμφωνα με τη διδασκαλία αυτή οι αλήθειες που διατυπώθηκαν από τους προ Χριστού φιλοσόφους είναι κατ’ ουσίαν προϊόν της

φωτιστικής επενέργειας του Θείου Λόγου… Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής Απόστολου Β. Νικολαΐδη

Μεταξὺ τῶν κολοσσῶν τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος εἶναι καὶ ὁ πατέρας τῶν πολιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν ἐπιστημῶν, ὁ πανεπιστήμονας Ἀριστοτέλης. Ἐὰν ὁ Σωκράτης εἶναι ὁ θεμελιωτὴς τῆς ἠθικῆς συνείδησης καὶ ὁ ἀπαράμιλλος ὁριοθέτης μεταξὺ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἐὰν ἡ ἰδεοκρατία τοῦ Πλάτωνα καταυγάζει μὲ ἕνα φῶς ὑπερκόσμιο ὁλόκληρη τὴ διανόηση τῆς οἰκουμένης, ὅμως ὁ Ἀριστοτέλης εἶναι ὁ ὥριμος φιλόσοφος, ὁ προσγειωμένος, ὁ πραγματικός, ὁ ἱδρυτὴς τῶν νεότερων μεθόδων τῆς σκέψης καὶ τῆς ἔρευνας. Οἱ Ἕλληνες πρῶτοι ἔδωσαν τὶς λέξεις «ἔννοια» (ὁ Σωκράτης), «ἰδέα» (ὁ Πλάτων), πολιτικὴ ἐπιστήμη (ὁ Ἀριστοτέλης), τὶς λέξεις-κλειδιά, ὅπως «μέθοδος», «λογική», «σύστημα», μὲ τὶς ὁποῖες ἀνοίγεται ὁ δρόμος γιὰ κάθε πρόοδο στὸν πνευματικὸ πολιτισμό. Χωρὶς τὸ σύστημα, τὸ θεώρημα, τὴ μέθοδο, τὴν ἰδέα, τὴν ἔννοια, τί θὰ ἦταν σήμερα ὁ κόσμος; Ὁ Ἀριστοτέλης ὑπῆρξε πνεῦμα ἀξιοθαύμαστο γιὰ τὸ πολυμερὲς τῆς ἐνασχόλησής του, παρέσχε στὴ φιλοσοφικὴ σκέψη καθολικότητα ἄγνωστη μέχρι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ γενικὰ ὁλοκλήρωσε τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Τὸ ὅλο ἔργο τοῦ Ἀριστοτέλη ἀποτελεῖ ἀληθινὴ ἐγκυκλοπαίδεια ὅλων τῶν γνώσεων τῆς ἐποχῆς του. Εἶναι ἕνα σύμπαν τοῦ συνόλου ἐπιστητοῦ στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο …Α/ Καθηγητὴ Θωμᾶ Ἀντ. Ἰωαννίδη Προέδρου τοῦ Τμήματος Θεολογίας

Οι άνδρες της Εκκλησιαστικής μας παραδόσεως διαβάζουν την αριστοτελική φιλοσοφίαν (εκ των πηγών και των Υπομνημάτων) ως και πάσαν φιλοσοφίαν ως θύραθεν σοφίαν, κειμένην εκτός του εκκλησιαστικού αυλίου (…..) και την θεωρούν καρπόν και δώρον φυσικόν.

loading...