Οι μεγάλες εκστρατείες του Ιωάννη Τσιμισκή και το άγνωστο θαύμα της Παναγίας.

Ο Ιωάννης Α’ Κουρκουάς (Τσιμισκής), ήταν βασιλιάς-αυτοκράτορας επί επτά χρόνια. Κατέλαβε τον θρόνο μετά την άδικη-απάνθρωπη δολοφονία, του Αγίου Νικηφόρου Φωκά στις 11 Δεκεμβρίου 969.

Ορθοδοξία-γεωστρατηγική και ιστορία. Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος (Γεωστρατηγικός αναλυτής-Contact : [email protected]).

Ο Ιωάννης Τσιμισκής ήταν ένας από τους μεγαλύτερους αυτοκράτορες και στρατηγούς της Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ήταν ικανότατος ηγέτης με πολύπλευρες δυνατότητες φιλόπτωχος, ευγενής, δίκαιος, γενναίος και έλαβε φιλολαϊκά μέτρα.

Ενδεικτικό εiναι ότι όταν δεν πολεμούσε, έκανε παρέα και περιπάτους με τους λεπρούς της Βασιλεύουσας. Είχε μικρό ανάστημα αλλά οι ικανότητές του ήταν μεγάλες. Έβαζε τέσσερα άλογα στην σειρά, το ένα πίσω από το άλλο και με ένα άλμα βρισκόταν από το τελευταίο, έφτανε να ιππεύσει το πρώτο. Επίσης στην τοξοβολία εθεωρείτο ασυναγώνιστος, διότι μπορούσε να περάσει το βέλος του μέσα από δαχτυλίδια.

Ο Αυτοκρατορικός στρατός λάτρευε τον Ιωάννη, διότι πολεμούσε γενναία στην πρώτη γραμμή της κάθε μάχης-πολέμου. Η ταχύτητα του στην ιππασία και στο σπαθί ήταν παροιμιώδης. Κανένας δεν ήταν σε θέση να τον ανταγωνιστεί. Παντρεύτηκε μία από τις αδελφές του Ρωμανού Β’, την Θεοδώρα, μια γυναίκα θεοσεβή και ήπια το 971.

Ακόμη πάντρεψε την πριγκίπισσα Θεοφανώ με τον Γερμανό διάδοχο του θρόνου τον Όθωνα Γ’, για διπλωματικούς λόγους. Όπως έχω επισημάνει σε παλιότερες ιστορικές μου εργασίες είναι γεγονός ότι υπήρξε πολύ καλύτερος διπλωμάτης από τον θείο του και αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, καθώς διέγνωσε άμεσα τον γερμανικό κίνδυνο. Για αυτό και συμφώνησε στο αίτημα να παντρευτεί μια Ελληνίδα πριγκίπισσα, ο διάδοχος του Γερμανικού θρόνου ο Όθων.

ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ.
Μετά την ήττα και την αποχώρηση των Ρώσων, ο Αυτοκράτορας Τσιμισκής ξεκίνησε ακούραστος τις προετοιμασίες για την εκστρατεία στην Ασία. Επικεφαλής του των ανίκητων Ρωμαϊκών στρατευμάτων ξεκίνησε την άνοιξη του 974 μ.Χ. με προορισμό την Αρμενία, με στόχο τον έλεγχο της Μεσοποταμίας και της Μ. Ανατολής. Το καθεστώς στην Αρμενία ήταν ασταθές και ο αυτοκράτορας ήθελε να εξασφαλίσει τα νώτα του από τους ομοεθνείς του βασιλείς. Το μέγεθος του στρατού αλλά και η φήμη του ως πολεμιστή και άξιου στρατηγού του εξασφάλισαν την συμμαχία με τον βασιλιά Ασώτ της Αρμενίας.

Μετά την υπογραφή της συνθήκης, ο Τσιμισκής κατευθύνθηκε στην Μεσοποταμία αρκετά ανατολικότερα από τις συνήθεις διαδρομές υποτάξει το Χαλιφάτο της Βαγδάτης, που μαζί με τους Φατιμίδες της Αιγύπτου αποτελούσαν τις δύο μεγάλες δυνάμεις του μουσουλμανικού κόσμου. Εν τούτοις για άγνωστους λόγους ο Βασιλιάς δεν συνέχισε την προέλαση.

Την άνοιξη του 975 μ.Χ ο Ιωάννης Τσιμισκής είναι και πάλι επικεφαλής του στρατού για μια νέα εκστρατεία στην Μέση Ανατολή. Ο αυτοκράτορας εσε αυτή την εκστρατεία κινήθηκε προς την Συρία και την Παλαιστίνη.

Η εκστρατεία αυτή διήρκεσε από τον Απρίλιο μέχρι το Σεπτέμβριο του 975. Αυτή τη φορά ξεκίνησε από την Αντιόχεια, προελαύνοντας ακάθεκτος κατέλαβε την Απάμεια, την Εμεσαν, την Ηλιούπολη και προχώρησε μέχρι τη Δαμασκό, η οποία αναγνώρισε την κυριαρχία του και υποχρεώθηκε να καταβάλει φόρο υποτέλειας.

Στην συνέχεια ο Ελληνοαρμένιος Τσιμισκής εισέβαλε στην Παλαιστίνη, κατέλαβε την Τιβεριάδα, το όρος Θαβώρ, τη Ναζαρέτ και τη Βηθσάν. Η Αγία Πόλη Ιερουσαλήμ δεν βρισκόταν μακριά. Θα την κατελάμβανε αν δεν επειγόταν να αντιμετωπίσει τους Φατιμίδες που κατείχαν τα παράλια της Φοινίκης. Για αυτό επιστρέφει Βόρεια και με ταχύτατη κίνηση καταλαμβάνει την πρωτεύουσα των Σαρακηνών Καισαρεία της Παλαιστίνης, τη Σιδώνα, τη Βηρυτό, την Πτολεμάϊδα, τη Βύβλο, τις Βαλαναίες, τα Γάβαλα κ.λπ. Μόνο η οχυρωμένη Τρίπολη αντιστάθηκε σθεναρά. Το Σεπτέμβριο του 975 ο αυτοκράτορας επέστρεψε στην Αντιόχεια.

Η ορμή του Ρωμαϊκού στρατού με τον Αυτοκράτορα επικεφαλής ήταν ακαταμάχητη. Δαμασκός, Σιδώνα, Ιερουσαλήμ, όλες έπεσαν σχεδόν αμαχητί. Ολόκληρη η σημερινή Συρία, ο Λίβανος, η Ιορδανία, το Ισραήλ, η Παλαιστίνη αλλά και μέρος του Ιράκ ήταν πλέον υπό την εξουσία του Ρωμαϊκού κράτους.

Η τρίτη εκστρατεία του Ιωάννη Τσιμισκή όμως στην Ασία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ καθώς ο Αυτοκράτορας δολοφονήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 976 μ.Χ. Ο θάνατος του προκάλεσε μεγάλη ανακούφιση στους Φατιμίδες και στους Αββάσιδες.

ΤΟΥΣ ΓΝΗΣΙΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟΥΣ ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ ΜΟΝΟΝ ΟΙ ΑΡΙΣTOI.

Τα διαχρονικά αξιώματα του Ελληνικού έθνους.

Τον 8ο αιώνα π.Χ., η βασιλική εξουσία στην αρχαία Ελλάδα αποδυναμώνεται, επειδή πολλοί βασιλείς αδυνατούν να ανταποκριθούν στην αποστολή τους ως αρχηγών του στρατού, κατά την διάρκεια των πολέμων.

Η αδυναμία αυτή των βασιλέων οδήγησε στην κατάργηση της Βασιλείας. Στην αρχαία Ελλάδα (κατά διαστήματα) και στην Ελληνική-Ρωμαϊκή αυτοκρατορία μονίμως, κυβερνούσαν οι άριστοι, οι καλύτεροι.

Την ένδοξη Ελληνική-Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κυβέρνησαν επί αιώνες, οι πιο γενναίοι στρατηγοί και αυτοκράτορες, οι οποίοι πολεμούσαν καθημερινά στα πεδία των μαχών.

Εάν δεν πολεμούσε κάποιος πολύ ηρωικά, ώστε να διακριθεί περισσότερο από τους υπόλοιπους Έλληνες στρατιώτες και τους αξιωματικούς, δεν γινόταν ποτέ Στρατηγός, Δομέστικος των Σχολών και Αυτοκράτορας. Διαχρονικό ηθικό αξίωμα του Ελληνικού έθνους, ήταν από τα πανάρχαια χρόνια, ότι κυβερνήτες-βασιλείς γίνονται μόνον οι άριστοι.

Οι σπουδαιότεροι άνθρωποι όλων των εποχών στην ιστορία του πλανήτη, οι ήρωες Έλληνες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, υπολόγιζαν ως άνδρες και Έλληνες μόνον όσους πολεμούσαν. Όλους τους άνανδρους (θηλυπρεπείς) οι οποίοι δεν πολεμούσαν για την Ελλάδα τους σιχαινόταν και τους περιφρονούσαν.

Aνάμεσα στα εκατομμύρια των αξιωματικών του μεσαίωνα είναι και ο στρατηγός-αυτοκράτορας Ρωμανός ο Δ Διογένης, ο οποίος περιφρονούσε τους δειλούς που περίμεναν βοήθεια από τον Χριστό και δεν πολεμούσαν. Όποιος δεν πολεμούσε εκείνους τους αιώνες με το σπαθί στο χέρι δεν τον θεωρούσαν Έλληνα και άνδρα αλλά γυναίκα.

Δεν υπήρχε μεγαλύτερη ατίμωση και προσβολή για έναν γνήσιο Έλληνα άνδρα, από το να τον διώξουν από τον Ελληνικό-Ρωμαϊκό στρατό, για οποιαδήποτε αιτία. Αμέσως έχανε την κοινωνική του θέση και υπόσταση. Εκείνους τους αιώνες δεν υπήρχε μεγαλύτερη προσβολή από το να μην πολεμάς για την Ελληνική-Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, τον Κύριο Ιησού Χριστό καθώς και για την προστασία του άμαχου Ελληνικού πληθυσμού.

Για αυτούς τους λόγους ο πολύ σημαντικός-γενναίος στρατηγός, ο Νικηφόρος Ξιφίας, που με την πίστη και την φιλοπατρία του, κατακτήθηκε η νίκη, στην καθοριστική μάχη, με τους Βούλγαρους στο Κλειδί, επαναστάτησε ενάντια, στον Αυτοκράτορα Βασίλειο Β, διότι δεν τον επέλεξε, να πολεμήσει σε μια δευτερεύουσας σημασίας εκστρατεία. Μετά από τόσες δόξες και τιμές, πού αξιώθηκε να ζήσει, ο ΄Ήρωας Ξιφίας, πληγώθηκε και προσβλήθηκε πολύ βαριά, από την απόφαση, του Βουλγαροκτόνου, να μην τον επιλέξει να πολεμήσει.

Όλοι οι Έλληνες εκείνης της εποχής, ζούσαν και υπήρχαν, για να πολεμούν σε καθημερινή βάση, στα πεδία των μαχών, για την Ελλάδα, τον Χριστό, την ελευθερία και τον άμαχο πληθυσμό. Μέσα στην υπέρμετρη αγάπη του, για την πατρίδα, ο Νικηφόρος Ξιφίας, ξέχασε ότι πρέπει κάποιοι στρατηγοί, να παραμένουν πίσω, να φυλάνε, τον άμαχο πληθυσμό και τα σύνορα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ARISVINEWS

loading...