Το να κατάγεσαι από τον Πειραιά, σημαίνει:

Να σιχτιρίζεις όταν πρέπει να «ανέβεις» Αθήνα.

Να απορείς πώς χάνονται οι ξένοι όταν έρχονται στον Πειραιά αφού όποιον δρόμο και να πάρεις καταλήγεις σε θάλασσα.

Να μην καταλαβαίνεις την κόντρα μεταξύ Αθηναίων και Θεσσαλονικιών, κι όταν πάνε να σε μπλέξουν να λες «Εγώ δεν είμαι από την Αθήνα, είμαι από τον Πειραιά».

Να σε ξυπνάει τα καλοκαίρια η φωνή από τη ντουντούκα που επαναλαμβάνει: «Ο Νίκος, ο γλύκας, καρπούζια με το μαχαίρι».

Να σου έχουν «χτίσει» ολόκληρη συλλογή από λαμπάδες/κασκόλ/λούτρινα/μπλούζες/σημαιάκια/φανέλες του Ολυμπιακού. Κι ας τους βγήκες κόρη κι όχι γιος.

Να είναι Σαββατόβραδο, 3 τα ξημερώματα κι εσύ μεθυσμένος, να μπαίνεις στο φίσκα 040 από το Σύνταγμα με προορισμό το τέρμα.

Να μην καταλαβαίνεις γιατί όλοι μιλούν για τη Μαβίλη, όταν υπάρχουν τα Ιμαλάια.

Να κάνεις μια βόλτα στην Πειραϊκή και ξαφνικά όλα να είναι καλύτερα.

Να ξέρεις πού θα πετύχεις ποιον. Και βασικά πού θα τον αποφύγεις.

Να μπαίνεις κρυφά ένα βράδυ σε μια βάρκα στο Πασαλιμάνι ελπίζοντας ότι δεν σας έχει δει κανείς.

Να κάθεσαι στις πάνω πάνω θέσεις στο Βεάκειο, και το μάτι σου να φεύγει από την παράσταση και να χαζεύεις τη θέα.

Να ταυτίζεσαι με όλα τα τραγούδια που έχουν γραφτεί για τον Πειραιά. Με όλα.

Να ζεις στην πόλη που δημάρχους βγάζει ο Ολυμπιακός.

Να έχεις μάθει ποδήλατο πίσω από το ΣΕΦ.

Να έχεις γίνει αστέρι στο παρκάρισμα γιατί τα στενά μας είναι τα πιο στενά.

Να χαιρετιέσαι με το γείτονα στο απέναντι μπαλκόνι, ώρες ώρες να σου σπάνε τα νεύρα τα παιδιά που παίζουν κάτω στο δρόμο, στο ψιλικατζίδικο να σε ξέρουν με το μικρό σου όνομα, να λες πέντε καλημέρες όποτε βγαίνεις από το σπίτι. Να ζεις ακόμα σε γειτονιά.

Να περνάς το πρωί από την Τρούμπα και να βλέπεις τους κοστουμάτους που πάνε στα δικαστήρια και το βράδυ τα κουτσαβάκια να γλιστράνε στα μπαρ για κονσομασιόν.

Να έχεις σίγουρα έναν φίλο ιστιοπλόο ή πολίστα.

Να μπερδεύεσαι ακόμα με τις μονοδρομήσεις και να βρίζεις κάνοντας κύκλους.

Να περπατάτε από την Πειραϊκή προς το Πασαλιμάνι κι όταν φτάνετε στο ύψος της Ζέας να ρωτάς «από κάτω ή από πάνω;» Και η απάντηση να είναι «από κάτω».

Να ανακαλύπτεις τα στέκια της Αθήνας ως πρωτοετής φοιτητής πια, λες κι έχεις έρθει κι εσύ από την επαρχία.

Να απορείς πως μπορούν να ζουν σαν τα ποντίκια χωρίς να βλέπουν θάλασσα οι Αθηναίοι.

Να βρίζεις όλη μέρα τον Πειραιά αλλά να κάνεις καβγά όταν πάει κάποιος να στον θίξει.

Να είσαι σχεδόν σίγουρος ότι το μετρό του Πειραιά θα γίνει το επόμενο ανέκδοτο μετά από αυτό της Θεσσαλονίκης.

Να έχεις ακούσει μυθικούς καβγάδες ανάμεσα σε γιαγιάδες και παππούδες μέσα στο 906.

Να ανακαλύπτεις συνεχώς πόσο μικρός είναι ο κόσμος και να αναφωνείς «ένα χωριό είναι ο Πειραιάς».

Να χάνεις το τρίποντο επειδή σου πήρε ο αέρας την μπάλα στον Πορφύρα ή το Φοίνικα. Μα καλά ποιος σκέφτηκε να χτίσει μπασκέτες πάνω στα βράχια;

Να έχεις λιώσει το τάβλι στην Πασαρέλα.

Να έχεις πάει στο Σταυρό μετά από ερωτική απογοήτευση.

Να έχεις παίξει στις κούνιες του Διρό πριν κλείσουν.

Να αγαπάς τα συνοικιακά σινεμά όπως το ΣΙΝΕΑΚ.

Να έκανες το πρώτο σου strike στον Προφήτη Ηλία.

Να πετυχαίνεις τις γιαγιάδες που είναι ντυμένες με την παραδοσιακή στολή της Καρπάθου κάθε Σάββατο μεσημέρι στη λαϊκή της Καλλίπολης.

Να μην υπάρχει καλύτερο φαστφουντάδικο από το American House.

Να περνάς μια περίοδο στη ζωή σου που να γκρινιάζεις ότι δεν έχει τίποτα ο Πειραιάς και μετά από λίγο να μην ξεκολλάς.

Να μην μπορείς να εξηγήσεις πώς οι Πειραιώτισσες είναι μαγκάκια και αντράκια και συνάμα απίστευτα θηλυκές.

Να πίνεις μπύρα περιπτέρου σε ένα πεζούλι με θέα τις βάρκες και να μην συγκρίνεται ούτε με το πιο ψαγμένο κοκτέιλ στο Χίλτον.

Να λες εγώ δε θα φύγω ποτέ από εδώ, κι ακόμα όταν το κάνεις, να ξέρεις ότι μια μέρα θα επιστρέψεις.

loading...