ΤΑ ΑΓΙΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

του Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου* 

 

Τη Μ. Πέμπτη το βράδυ, γύρω στις 10, και μετά το δείπνο, ο Ιησούς και οι μαθητές του κατευθύνθηκαν στον κήπο της Γεθσημανή (σημαίνει Ελαιοτριβείο), στους πρόποδες του λόφου των Ελαιών. Όσο εκείνος προσευχόταν, και λόγω της μεγάλης Του αγωνίας (γνώριζε τι θα του συμβεί), σταγόνες ιδρώτα και αίματος έπεφταν στο έδαφος, γεγονός που επαληθεύεται σήμερα από την ιατρική επιστήμη και αποδεικνύει για άλλη μια φορά την αλήθεια των Ευαγγελίων. Οι μαθητές Του δεν μπόρεσαν να μείνουν άγρυπνοι και να τον συνδράμουν. Ο Ιησούς και ο Ιούδας ήσαν οι μόνοι άγρυπνοι και σε εγρήγορση, ο πρώτος θετικά, ο δεύτερος ύπουλα και αρνητικά. Το αίτημα του Ιησού προς τον Θεό Πατέρα Του ήταν να μην πιεί το άδικο ποτήρι του μαρτυρίου, αφού είναι ο μόνος αθώος της υπόθεσης για χάρη των ανθρώπων. Πλην όμως, δέχεται στη συνέχεια της προσευχής Του να το πιεί, αφού γι’ αυτό ήρθε στον κόσμο, για να τηρήσει το θέλημα του Θεού. Δεν δειλιάζει παρακαλώντας τον Πατέρα του, αλλά και ως τέλειος άνθρωπος αντιδρά στο θάνατο, αφού ο άνθρωπος πλάσθηκε εξ αρχής για τη ζωή και ο θάνατος εισέβαλε λαθραία και ύπουλα στη δημιουργία του Θεού, με την απομάκρυνση των πρώτων ανθρώπων από Αυτόν. Οι μαθητές του στη συνέχεια θα νικηθούν από τον πειρασμό, όπως τους είπε, διότι χωρίς αγρυπνία και προσευχή δεν μπορεί να προκόψει αγιοπνευματικά ο άνθρωπος (ο πειρασμός των μαθητών ήταν να αμφιβάλουν για τη θεότητα του Ιησού, όταν τον είδαν να παραδίδεται και να υποφέρει, αδύναμος αυτός, σε χέρια ανόμων). Ο Ιούδας με φίλημα προδίδει ακολούθως τον Διδάσκαλό του. Βγήκε έτσι αληθινή η προφητεία του Ψλμ. 40,10 που έλεγε: «Εκείνος που έτρωγε τον άρτο μαζί μου, έστρεψε την πτέρνα του εναντίον μου».

Συνέλαβαν τότε τον Ιησού και τον έδεσαν, ενώ οι μαθητές του τον εγκατέλειψαν και έφυγαν. Οι στρατιώτες και οι Ιουδαίοι φρουροί έφεραν τον Ιησού στον πανίσχυρο αρχιερέα Άννα, πεθερό του Καϊάφα, ο οποίος είχε εκείνη τη χρονιά το αξίωμα του αρχιερέα. Ο αρχιερέας έκανε ερωτήσεις στον Ιησού για το πού βρίσκονταν οι μαθητές Του και τι δίδασκε ο ίδιος. Ο Χριστός απέφυγε έξυπνα να αποκαλύψει τους μαθητές του, απαντώντας: «Ρώτησε όλους όσους με άκουσαν, αφού κρυφά δεν δίδαξα ποτέ». Η μόνη κατηγορία κατά του Ιησού στη διάρκεια της δίκης-παρωδίας ήταν αυτή που ακούστηκε από δύο ψευδομάρτυρες: Τον ακούσαμε, είπαν, να λέει: «Μπορώ να γκρεμίσω τον Ναό του Θεού και να τον ξαναχτίσω μέσα σε τρεις ημέρες» (Μτθ. 26,61). Ο Χριστός βέβαια εννοούσε το σώμα του, που θα έμενε στον τάφο τρεις μόνο ημέρες, ενώ μετά θα ανασταινόταν. Όσο διαρκούσε η δίκη, ο Ιησούς σιωπούσε και δεν υπερασπιζόταν τον εαυτόν του. Γνώριζε πως η απόφαση είχε ήδη από καιρό παρθεί. Όταν όμως ο αρχιερέας τον εξόρκισε στο όνομα του Θεού να πει αν είναι ο μεσσίας (έκανε τη ερώτηση επίτηδες για να τον κατηγορήσουν για βλασφημία), ο Χριστός δημόσια ομολόγησε ότι πράγματι ήταν. Τότε ο αρχιερέας έσκισε τα ρούχα του, κρίθηκε ο Χριστός ένοχος θανάτου, ενώ τον έφτυναν και τον χτυπούσαν. Ο Πέτρος που καθόταν έξω στην αυλή, τον αρνήθηκε τρεις φορές μπροστά σε υπηρέτες. Όταν λάλησε αμέσως μετά ο πετεινός, θυμήθηκε τα λόγια του Ιησού: «Πριν λαλήσει ο πετεινός, θα αρνηθείς τρεις φορές πως με ξέρεις» (Ματθ. 26,75). Έφυγε τότε και έκλαψε πικρά. Ο Πέτρος είχε πρωτύτερα ιδιαίτερα υπερηφανευθεί και υποσχέθηκε ότι δεν θα εγκατέλειπε ποτέ τον Χριστό, ακόμα κι αν όλοι οι άλλοι έχαναν την εμπιστοσύνη τους σ’ Εκείνον. Οι υπόλοιποι μαθητές προτίμησαν τον ασφαλή δρόμο της σιωπής, που έχει καταδικάσει πολλούς ανθρώπους στην ιστορία.

Μετά τις ιουδαϊκές αρχές αναλαμβάνουν οι Ρωμαίοι, αφού μόνο αυτοί μπορούσαν να θανατώσουν άνθρωπο. Ο Σωτήρας οδηγήθηκε στον Πιλάτο. Ο Ρωμαίος Επίτροπος, αφού άκουσε τις κατηγορίες των Ιουδαίων, ότι δήθεν ξεσηκώνει το λαό να μην πληρώνει φόρο και ότι ισχυρίζεται πως είναι βασιλιάς, διαπίστωσε την αθωότητα του Ιησού και -παρά την προειδοποίηση της γυναίκας του ότι αποκαλύφθηκε στο όνειρό της πως ήταν αθώο θύμα- τον καταδίκασε τελικά από δειλία σε σταυρικό θάνατο, αφού οι αρχιερείς τον κατηγόρησαν πως δεν είναι φίλος του αυτοκράτορα, και αφού είναι αλήθεια ότι προσπάθησε να παζαρέψει με το λαό την απελευθέρωση του Ιησού αντί του Βαραββά, ενός επαναστάτη μάλλον ζηλωτή εναντίον της Ρώμης. Ο Ρωμαίος Επίτροπος έβαλε πάνω από την αλήθεια το συμφέρον του, αλλά και ο Ιησούς τού ξεκαθάρισε ότι η βασιλεία Του δεν είναι απ’ αυτόν τον κόσμο και ότι θα κατακτήσει τον κόσμο με όπλο την αλήθεια. Όταν είδε λοιπόν ο Πιλάτος πως δεν πετυχαίνει τίποτα, και ανάμεσα στις κραυγές του όχλου που φώναζε «θάνατος, θάνατος, σταύρωσέ τον», πήρε νερό και ένιψε τα χέρια του μπροστά στο πλήθος, λέγοντας: «Εγώ είμαι αθώος για το αίμα αυτού του δικαίου. το κρίμα πάνω σας». Νόμισε πως με το πλύσιμο των χεριών του θα μετέφερε την ενοχή μόνο στους Ιουδαίους. Ο Θεός όμως κρίνει όχι μόνο από τις εξωτερικές πράξεις, αλλά κατεβαίνοντας στα βάθη των καρδιών.

Αμέσως μετά ο Πιλάτος έδωσε εντολή να μαστιγώσουν τον Ιησού και τον παρέδωσε να σταυρωθεί (Μτθ. 27,24-26). Κατά τη σταύρωση του Ιησού εκπληρώθηκαν και πολλές προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης: Ο Δαβίδ π.χ. αναφωνεί: «Σκίσανε τα χέρια και τα πόδια μου. Μπορούν να μετρηθούν όλα τα κόκαλά μου» (Ψλμ. 21,17-18) και ακόμη: «Τα ρούχα μου μοιράζουν μεταξύ τους και ρίχνουν κλήρο για το χιτώνα μου» (21,9). Ο Ησαΐας ενημερώνει: «Αυτός φέρει πάνω του τις δικές μας αμαρτίες και για μας υποφέρει» (53,4). Ο Ιερεμίας αναφέρει για τον Μεσσία ότι «Ως αρνίο άκακο θα οδηγηθεί στη θυσία» (11,19). Αλλά και ο Πλάτωνας, στην Πολιτεία του, περιγράφει κάποιον Δίκαιο με τα παρακάτω λόγια: «Πρέπει ν’ απογυμνωθεί από όλα, εκτός από τη δικαιοσύνη… Χωρίς καθόλου ν’ αδικεί, θα θεωρείται ότι είναι ο μεγαλύτερος άδικος, ώστε να δοκιμαστεί η δικαιοσύνη του…. Θα μείνει, όμως, σταθερός μέχρι το θάνατό του, θεωρούμενος άδικος σ’ όλη του τη ζωή, αν και είναι δίκαιος… Θα μαστιγωθεί, θα βασανιστεί, και πεθαίνοντας, αφού υποστεί όλα τα κακά, θα καρφωθεί πάνω σε ξύλο» (Πλατ. Πολιτεία Β’). Ο απόστολος Παύλος διδάσκει ότι ο Χριστός «Μάς εξαγόρασε από την κατάρα του νόμου, με το να γίνει για χάρη μας ο ίδιος κατάρα» (Γαλ. 3,13). Πράγματι, ο Σωτήρας έκανε σε μας μια πνευματική μετάγγιση αίματος και η ανθρωπότητα από ετοιμοθάνατη που ήταν αναζωογονήθηκε. Σώθηκε μάλιστα από την απερίγραπτη απιστία, διαφθορά και κακία.

Έκτοτε, ο Σταυρός του Κυρίου έγινε η ανώτερη λυτρωτική θυσία στη ιστορία και ο Γολγοθάς η υψηλότερη ιερή κορυφή. Ο Χριστός με τον Σταυρό του ένωσε Ουρανό και γη, γκρέμισε το μεσότοιχο του φραγμού και έσκισε το χειρόγραφο της έχθρας μεταξύ Θεού και ανθρώπων, που είχε ξεκινήσει μέσα στην Εδέμ. Ως μέγιστος ειρηνοποιός, και όπως άλλωστε συμβολίζει ο σταυρός με ενωμένο το κάθετο με το οριζόντιο σκέλος του, συμφιλίωσε όχι μόνο Θεό και άνθρωπο, αλλά και τους ανθρώπους μεταξύ τους και τότε μόνο ο πιστός θεωρείται ολοκληρωμένος άνθρωπος, αν, και στο βαθμό που ακολουθεί το παράδειγμα του μοναδικού Θεανθρώπου της ιστορίας. Μόνο στον Ιησού εκπληρώθηκαν τέλεια τα λόγια Του ενόσω ζούσε, ότι δηλαδή «Κανείς δεν αφαιρεί τη ζωή μου, αλλά εγώ οικειοθελώς την θυσιάζω» (Ιω. 10,18). Η νεκρανάσταση πολλών ανθρώπων, που έγινε αμέσως μετά το θάνατό Του, επισημαίνει την αρχή αναστάσεως όλων και ο σεισμός, κατά τον οποίον πίστεψε και ο επιβλέπων εκατόνταρχος Λογγίνος, ήταν τα φανερά σημεία δοξασμού και νίκης του Ιησού.

Τελικά, αν και ο θάνατος πολλών ανθρώπων είναι το τέλος τους, ο θάνατος του Ιησού σηματοδότησε την έναρξη του ένδοξου επί της γης έργου Του, μέσω της Εκκλησίας Του, που είναι το σώμα Του παρατεινόμενο στους αιώνες (άγιος Αυγουστίνος).

 

ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:

  1. Δημ. Τριανταφύλλου- Ανδρ. Αργυρόπουλου, «Ο Ιησούς και ο καινούριος κόσμος του Θεού», εκδ. Πατάκη, 2004
  2. Νικολάου Νευράκη, «Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού», Αθ. 1989
  3. Νικολάου Σωτηρόπουλου, «Το Ευαγγέλιο του Ματθαίου», εκδ. ‘Ο Σταυρός’, Αθ. 1981
  4. Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, www.imsyrou.gr/index.php/keimena-tou-m-xouli-theologou/3433-simbolopisteos
  5. Σάββα Αγουρίδη – Σωκράτη Νίκα, «Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού», ΟΕΔΒ, 1993

Εικόνα: από pixabay

 

loading...