Η επιτυχημένη επιστροφή στις αγορές μειώνει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδος

Η σημαντική αποκλιμάκωση στο κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτή αποτυπώνεται στα επιτόκια με τα οποία πλέον αντλεί κεφάλαια από τις αγορές η Ελλάδα, έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Το γεγονός αυτό, δηλαδή ότι το Δημόσιο θα έχει σε βάθος χρόνου μικρότερες ανάγκες χρηματοδότησης για την εξυπηρέτηση του χρέους του, σε σχέση με αυτές που ανέμεναν οι θεσμοί πριν ένα χρόνο, αυτόματα σημαίνει ότι οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα μπορούν να αλλάξουν.

Αρκεί να αναφέρουμε ότι σήμερα το μέσο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου για τα έτη 2022 – 2042 διαμορφώνεται στο 3,62%, επίπεδα αισθητά χαμηλότερα από εκείνα που εκτιμούσαν οι θεσμοί προ έτους. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως οι θεσμοί έχουν συντάξει την ανάλυσή τους με την παραδοχή πως το μέσο επιτόκιο αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους το διάστημα 2023-2060 θα είναι στο 5,2%.

Μια παράθεση των δεδομένων αρκεί για να καταδειχθεί η διαφορά. Η απόδοση του τριετούς ελληνικού ομολόγου είναι σήμερα κατά 241 μονάδες βάσης χαμηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Η απόδοση του πενταετούς ελληνικού ομολόγου είναι σήμερα κατά 239 μονάδες βάσης χαμηλότερη σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή. Η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου είναι σήμερα κατά 163 μονάδες βάσης χαμηλότερη σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.

Δεδομένου ότι διαφαίνεται πως το χρέος το οποίο θα εκδίδει η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα έχει κόστος αισθητά πιο μικρό από εκείνο που έχει ενσωματωθεί στο υφιστάμενο βασικό σενάριο της ανάλυσης βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας μας θα είναι ανάλογα μικρότερες.

Σήμερα το βασικό σενάριο των θεσμών δείχνει ότι το χρέος παραμένει σε καθοδική πορεία, αν και παραμένει σε ποσοστό πάνω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2048. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα κυμαίνονται γύρω στο 10% του ΑΕΠ έως το 2032 και θα παραμείνουν περίπου στο 17% του ΑΕΠ στο τέλος του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων (2060).

Οι θεσμοί θα αναθεωρήσουν το Σεπτέμβριο την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και αναμένεται να ενσωματώσουν σε αυτή τα χαμηλότερα επίπεδα δανεισμού του Δημοσίου. Αυτόματα αυτή η εξέλιξη θα οδηγήσει σε πιο μικρές ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες. Απομένει να καταδειχθεί εάν θα οδηγήσει και σε μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα.

loading...