Τι Απέγινε ο Μυθικός Θησαυρός του Αλή Πασά

Το 1931, πολύς θόρυβος εγέρθηκε σχετικά με τη θρυλούμενη ανακάλυψη των περίφημων θησαυρών του Αλή Πασά. Το πράγμα, όσο κι αν φαινόταν απίστευτο εκ πρώτης όψεως, ενείχε εν τούτοις μεγάλη σοβαρότητα για κάποιον που είχε μελετήσει Ιστορία.

Διότι ο Αλή Πασάς υπήρξε από τους λιγοστούς πλουσιότατους άντρες της εποχής του. Άλλωστε, χάρη στην οικονομική ευρωστία του, απέκτησε και τη γνωστή ισχύ και παντοδυναμία του. Πληροφορίες σχετικά με τον μυθικό του πλούτο παίρνουμε από το πολύτιμο βιβλίο του Σπυρίδωνα Αραβαντινού, με τον τίτλο «Ιστορία Αλή Πασά του Τεπελενλή», που είχε εκδοθεί το 1895.

Ο Σπυρίδων Αραβαντινός, στο εν λόγω πόνημά του, πραγματευόταν σε ειδικό κεφάλαιο τον πλούτο του Αλή Πασά. Στην αρχή, ανέφερε ότι η αναβίβαση της περιουσίας του σε 500 εκατομμύρια γρόσια ήταν μάλλον υπερβολική, αλλά δεν ήταν μόνο τα χρήματα που διέθετε.

«Μόνο στα Ιωάννινα και πέριξ της πόλης, εκτός των παλατιών, του φρουρίου και των Λιθαριτσίων, επτά άλλα παλάτια είχε αναγείρει ο Αλή Πασάς, μέσα στα οποία η ευμάρεια, η αφθονία και η πολυτέλεια αντανακλούσαν στα βαρύτιμα έπιπλα και στα ολόχρυσα και αστραποβόλα αργυρά σκεύη.

Η φήμη για τον μέγιστο πλούτο του Αλή Πασά ήταν παντού διαδεδομένη. Η κατάπληξη των Οθωμανών μεγιστάνων της Κωνσταντινούπολης ήταν έκδηλη, μα πιο έκδηλη ακόμη ήταν η αγανάκτηση του Σουλτάνου. Όταν, λοιπόν, ο Σουλτάνος έμαθε ότι το ποσό της δημευμένης περιουσίας του αποστάτη Αλή Πασά ανερχόταν σε 45 εκατομμύρια, αλλά εκείνος είχε αποστείλει στην Πύλη μόλις το ένα τέταρτο του ποσού αυτού, ο Σουλτάνος είχε πραγματικά εξαγριωθεί εναντίον του».

Εάν κάποιος ήθελε να υπολογίσει τα εισοδήματα από το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, θα έχανε τον λογαριασμό. Κάποιοι, οι πιο μετριοπαθείς, την εκτιμούσαν γύρω στις 200.000, αλλά οι λιγότερο μετριοπαθείς την υπολόγιζαν γύρω στα 10-12 εκατομμύρια φράγκα. Τη μερίδα του λέοντος, ο Αλή Πασάς την είχε αποκτήσει από τις δημεύσεις, τις αρπαγές και τις καταναγκαστικές εισφορές των υπόδουλων, αλλά και από τα ανεκτίμητα δώρα των υπηκόων του. Έτσι, η χρηματική του περιουσία είχε ξεπεράσει τα 72 εκατομμύρια γρόσια, ενώ τα τιμαλφή του αποκτήματα άγγιζαν τουλάχιστον τα 50 εκατομμύρια.

Επίσης, μέσα στο θησαυροφυλάκιό του φυλάσσονταν και τα εξής πολύτιμα αντικείμενα, ανάμεσα σε πλήθος άλλων:

Σπάθη αδαμαντοκόλλητη, στολισμένη με την Παναγία και τον Ιησού Χριστό, αξίας 55.000 γροσίων κι ένα διαμάντι, που ανήκε στον Βασιλιά της Σουηδίας, το οποίο είχε αγοραστεί για 36.000 ολλανδικά φλουριά και η αξία του είχε εκτιμηθεί σε 500.000 γρόσια.

Ευλόγως, λοιπόν, εγείρεται το ερώτημα: τι απέγινε ο μυθικός αυτός θησαυρός του Αλή Πασά;

Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του το δαπάνησε κατά το μακρό διάστημα της πολιορκίας και κατά τις πολύμηνες προετοιμασίες της. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η κυρίως πολιορκία, η οποία άρχισε τον Αύγουστο του 1820, παρατάθηκε μέχρι τον Ιανουάριο του 1822, δηλαδή 17 συνεχείς μήνες. Καθ’ όλον αυτόν τον καιρό, είχαν στειρεύσει όλες οι πολυπληθείς πλουτοφόρες πηγές, που κατέληγαν στα ταμεία του. Επίσης, οι πολεμικές ετοιμασίες ενός τεράστιου στρατού, ανερχόμενου σε περίπου 32.000 άντρες, είχαν αφαιμάξει οικονομικά τον Αλή Πασά, που πολλοί υπολογίζουν ότι του κόστισαν γύρω στα 9 εκατομμύρια γρόσια.

Μα, τι απέγινε ο υπόλοιπος θησαυρός;

Μέρος 2ο:

Ο Σπυρίδων Αραβαντινός ήταν Έλληνας πολιτικός του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε το 1843 στα Ιωάννινα και υπήρξε εξαιρετικά μορφωμένος. Πήγε σχολείο στην περίφημη Ζωσιμαία Σχολή και εν συνεχεία, σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου και αναγορεύτηκε αριστούχος Διδάκτωρ. Έφτασε μέχρι τη θέση του Αρεοπαγίτη και διατέλεσε κατόπιν Υπουργός Δικαιοσύνης. Ανάμεσα σε άλλα, φιλοπόνησε και την «Ιστορία Αλή Πασά του Τεπελενλή».

Στο βιβλίο του αυτό, έγραφε σχετικά με τον θησαυρό του Αλή Πασά:

«Όσα ελέχθησαν και γράφηκαν περί αμύθητων θησαυρών του Αλή Πασά και περί αποκρύψεώς τους πριν και μετά την πολιορκία των Ιωαννίνων, που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1820 από τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β’, μέσα σε υπόγειες κρύπτες, είναι ίσως απλές μυθοπλασίες και αποκυήματα μιας ζωηρής ανατολίτικης φαντασίας.

Έγιναν πολλές μάταιες απόπειρες για την ανεύρεσή τους. Μάλιστα, στην Ιταλία είχε καταρτιστεί μια ολόκληρη εταιρία τυχοδιωκτών, που τα μέλη της ισχυρίζονταν ότι είχαν αντλήσει την έγκυρη πληροφόρησή τους, όπως τουλάχιστον διέδιδαν, από την ίδια την Κυρα-Βασιλική, η οποία ήταν η λατρευτή και στερνή σύζυγος του Αλή Πασά.

Οι Ιταλοί ενήργησαν άμεσα, ώστε να λάβουν τη σχετική άδεια από την Οθωμανική Κυβέρνηση, προκειμένου να ψάξουν να βρουν τους θρυλούμενους θησαυρούς. Αφού, λοιπόν, εργάστηκαν επιμελώς και για πολλές ημέρες, ανασκάπτοντας την περιοχή γύρω από το φρούριο των Ιωαννίνων, είδαν μετά θλίψεως ότι ήταν…άνθρακες ο θησαυρός».

Βέβαια, είναι γνωστό ότι ο Αλή Πασάς, το «Λιοντάρι των Ιωαννίνων» όπως τον αποκαλούσαν, συνήθιζε να κατασκευάζει, κατά την ανέγερση των παλατιών του, υπόγειες κρύπτες, για να αποταμιεύει εκεί προχείρως τους θησαυρούς και τα τιμαλφή του. Απόδειξη αυτού, εκτός των άλλων, ήταν ότι το 1818 στο Τεπελένι είχαν συμβεί τα εξής:

«Το εκεί παλάτι του είχε χτυπηθεί από κεραυνό και παραδόθηκε στις φλόγες. Τότε, αμέσως μετέβη ο ίδιος στην περιοχή και επέβλεψε προσωπικά την εκσκαφή των ερειπίων, ώστε να ανασυρθεί αλώβητος ο θησαυρός του, που βρισκόταν στα υπόγεια του παλατιού. Πήρε τον θησαυρό, λοιπόν, ο οποίος υπολογιζόταν σε 15 εκατομμύρια γρόσια και τον μετέφερε στα Ιωάννινα».

Ο Θανάσης Βάγιας, ο αφοσιωμένος αυτός υπηρέτης του Αλή Πασά και τυφλό του όργανο, όταν επέστρεψε το 1834 στα Ιωάννινα, ανακοίνωσε σε φίλο του ότι στην Κυρα-Βασιλική ήταν απολύτως γνωστή η θέση δύο κρυπτών στην πόλη. Σε αυτές τις κρύπτες, ο Θανάσης Βάγιας ισχυριζόταν ότι ο Αλή είχε εναποθέσει ένα μέρος των θησαυρών του και ότι η Κυρα-Βασιλική είχε γνωστοποιήσει την ύπαρξή τους στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, στον Ιωάννη Καποδίστρια. Μάλιστα, κατά τα λεγόμενα του Βάγια, η Κυρα-Βασιλική είχε υποσχεθεί στον Καποδίστρια να του υποδείξει την ακριβή τους θέση μετά την Εθνική Αποκατάσταση της ηπειρωτικής χώρας.

Φυσικά, η αποκάλυψη αυτή της Βασιλικής Κονταξή μόνο στον Κυβερνήτη και προ πάντων, ο δυσεκπλήρωτος όρος που είχε θέσει, ίσως συνιστούν από μόνα τους φαντασιοπληξίες και απλές εικασίες.

Πάντως, η περιουσία του Αλή, σε μετρητά και πολύτιμα είδη, την εποχή του θανάτου του αποτελούνταν μόνο από τα φανερά αντικείμενα που βρέθηκαν και κατασχέθηκαν από τον Χουρσίτ Πασά.

Όσον αφορά στην ακίνητη περιουσία του Αλή Πασά, ήταν κυριολεκτικά κολοσσιαία και πρωτοφανής. Ο Σπυρίδων Αραβαντινός στο βιβλίο του είχε παραθέσει έναν πλήρη ονομαστικό κατάλογο των τσιφλικιών του κατά περιφέρειες, ο οποίος καταλάμβανε 9 ολόκληρες σελίδες!

Γενικά, στην περιφέρεια της Άρτας είχε 78 τσιφλίκια, στα Ιωάννινα 118, στην Κόνιτσα 11, στο Δέλβινο 38, στην Τζαμουριά 65, στην Αυλώνα 106, στα Τρίκαλα 93, στη Λάρισα 106, στα Φάρσαλα 17 και σε διάφορες άλλες περιφέρειες γύρω στα 150. Έτσι, το ετήσιο εισόδημα του Αλή από τα τσιφλίκια του αναγόταν σε 10 ή 12 εκατομμύρια γρόσια την εποχή εκείνη, ενώ τεράστιο ήταν και το εισόδημά του από την κτηνοτροφία.

Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι ο συνολικός πλούτος του Αλή Πασά ήταν μέγας και μυθώδης. Κατά πόσο, όμως, είναι δυνατόν να έχουν διασωθεί ως τις μέρες μας οι κρυμμένοι του θησαυροί, ανυπολόγιστης αξίας, δεν μπορεί κανείς να αποφανθεί με ακρίβεια.

πηγές:
Εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 07/05/1931…
Εφημερίδα «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», στις 08/05/1931…

loading...