Τα πρόβατα και ο τσοπάνος

Ένα κοπάδι πρόβατα στο απότομο ανηφόρι

Κι ένας τσοπάνος μ’ ένα χρυσαφένιο πανωφόρι

Τα οδηγεί, κρατάει μια γκλίτσα και τα βόσκει

Κι ολόγυρα σκορπούν ανάλαφροι μόσκοι.

Έχει παχύ μουστάκι και πολύ άγρια μορφή

Κάθε πρόβατο πρέπει σ’ αυτόν να πειθαρχεί

Κι αν κάποιο του κεφαλιού του τολμήσει να κάνει

Τρώει μια γερή γκλιτσιά και δεν το ξανακάνει.

Έχει μάτια αιμοβόρα και κοιλιά χορτασμένη

Και τον πόνο των προβάτων δεν τον νοιώθει

Η καρδιά του από κατάμαυρη πέτρα καμωμένη

Που μες στα χοντρόπετσα στήθια του σφηνώθη.

Και μια μέρα θεοσκότεινη και συννεφιασμένη

Ο τσοπάνος αποφασίζει να τα πάει στο σφαγείο

Μα κανένα αθώο πρόβατο δεν το καταλαβαίνει

Κι έτσι καταλήγουν στα τσιγκέλια στο ψυγείο.

ΚΑΡΔΕΡΙΝΗΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ

ΠΟΙΗΤΗΣ

loading...