200 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Η διάσπαση σε Ρουμελιώτες και Μοραΐτες και η πανωλεθρία στo Κρεμμύδι (7Απρ1825 )

Γράφει : Ο Γιώργος Γκορέζης*

Ο Σουλτάνος Μαχμούτ έβλεπε με δυσάρεστη έκπληξη τις αλλεπάλληλες αποτυχίες των στρατηγών του στην προσπάθεια να καταπνίξουν την ελληνική επανάσταση τόσο στη Ρούμελη όσο και στο Μοριά. Αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από το πασά της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλυ, που αν και ήταν υποτακτικός του σουλτάνου, είχε εξελιχθεί σε ισχυρό τοπάρχη, με ηγεμονικές εξουσίες, χωριστά οικονομικά, και δικές του αξιόλογες πολεμικές δυνάμεις. Ο σουλτάνος του πρότεινε τη γενική αρχηγία του αγώνα κατά των Ελλήνων.

Ο Μωχάμετ Άλυ είδε τη μεγάλη ευκαιρία και άρχισε να καταστρώνει τα σχέδια του για την εκστρατεία στην Ελλάδα. Αρχηγός της εκστρατείας θα ανελάμβανε ο θετός γιός του Ιμπραήμ, που είχε γεννηθεί στη Καβάλα από Έλληνες γονείς. Ο Αιγυπτιακός στόλος, αφού θα εξουδετέρωνε κάθε ναυτική επαναστατική δράση στο Αιγαίο, θα αποβίβαζε στρατό στο Μοριά, και αφού τον χτένιζε κυριολεκτικά, θα ενώνονταν με τη στρατιά του Κιουταχή στις βόρειες ακτές της Πελοποννήσου. Μετά την οριστική υποταγή της Ελλάδος θα εκτελούνταν η συμφωνία του με το Σουλτάνο Μαχμούτ , βάσει της οποίας ο πληθυσμός του Μοριά θα μεταφερόταν στην Αίγυπτο και ο τόπος θα αποικιζόταν από Αιγυπτίους φελάχους.

Το σχέδιο στηρίχθηκε στην κινητοποίηση μεγάλων στρατιωτικών και ναυτικών δυνάμεων. Την κατάστρωση του σχεδίου ανέλαβαν Γάλλοι και Αυστριακοί επιτελείς, που είχαν πείρα των Ναπολεόντειων πολέμων, αλλά και ειδικότητα στην αντιμετώπιση εσωτερικών λαϊκών εξεγέρσεων. Η πείρα της Ισπανίας, της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας στον καταρτισμό των σχεδίων έπρεπε να χρησιμοποιηθεί.

Ο στόχος του τουρκικού στόλου είχε προδιαγραφεί από το σχέδιο πολεμικής δράσης των ξένων επιτελών. Τρείς στόλοι αξιόμαχοι, ο τουρκικός, ο αιγυπτιακός και ο τυνησιακός ( που είχαν ανάμεσα στους αξιωματικούς τους Άγγλους, Γάλλους, Ιταλούς, Ολανδούς, Ισπανούς και Πορτογάλους οργανωτές ), θα έπαιρναν μέρος στις επιχειρήσεις. Ο αιγυπτιακός στόλος, πρωτοπόρος τεχνικά, διέθετε και δύο ατμοκίνητες φρεγάτες, πρόσφατα ναυπηγημένες στην Αγγλία.

Ο Αιγυπτιακός στόλος, με πενήντα έξι πολεμικά σκάφη και τριακόσια μεταγωγικά, ξεκίνησε από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου τον Ιούλιο του 1824. Το στρατό που βρισκόταν στα πλοία αποτελούσαν δέκα πέντε χιλιάδες Άραβες και φελάχοι. Υπολογιζόταν πως όταν ολοκληρωνόταν η συνεχιζόμενη στρατολογία και εκγύμναση στην Αίγυπτο, ο αιγυπτιακός στρατός θα μπορούσε να φτάσει τις ενενήντα χιλιάδες, η πιο πολυάριθμη και πιο άρτια οργανωμένη δύναμη που παρέταξε ποτέ η τουρκική αυτοκρατορία. Ο επιτελάρχης της Σουλεϊμάν μπέης ήταν συνταγματάρχης του γαλλικού στρατού, ονομαζόταν Σέβ και είχε χρηματίσει υπασπιστής του στρατάρχη Νέυ.

Ο ελληνικός στόλος ξανοίχτηκε στο πέλαγος για να αντιμετωπίσει το τρομερό αυτό αντίπαλο. Όλες οι δόξες του ναυτικού, οι ναύαρχοι Σαχτούρης, Μιαούλης, Αποστόλης και οι πυρπολητές Κανάρης, Παπανικολής, Πιπίνος, Ματρόζος, Βατικιώτης και άλλοι μπήκαν στα καράβια και τα μπουρλότα τους για να αναμετρηθούν με τον αιγυπτιακό στόλο και του κόψουν το δρόμο για το Μοριά. Χτυπήθηκαν μαζί του στις 24 και 29 Αυγούστου ανάμεσα στη Κώ και την Αλικαρνασσό και του προξένησαν σημαντικές ζημιές. Τίναξαν στον αέρα δύο αιγυπτιακά πολεμικά και αιχμαλώτισαν πέντε μεταγωγικά. Αλλά και τα ελληνικά πλοία έπαθαν ζημιές και χρειάζονταν επισκευές, τα δε μπουρλότα είχαν εξαντληθεί. Έτσι ο ελληνικός στόλος ξαναγύρισε στις βάσεις του και ο Ιμπραήμ συνέχισε το ταξίδι του προς την Κρήτη. Στις αρχές του Φλεβάρη του 1825 συμπλήρωσε τις προετοιμασίες του στη Κρήτη και ξεκίνησε για το Μοριά, που ήταν και ο αντικειμενικός του σκοπός.

Η ελληνική κυβέρνηση ήταν απασχολημένη με τις δάφνες που αποκόμισε από τον εμφύλιο πόλεμο και δεν έκανε τίποτε για να δυσκολέψει την αποβίβαση των αιγυπτιακών δυνάμεων. Ο Ιμπραήμ κατόρθωσε να μπει ανενόχλητος στο λιμάνι της Μεθώνης και να αποβιβάσει τέσσερις χιλιάδες πεζούς και εξακόσιους ιππείς. Αμέσως κατόπιν τα αιγυπτιακά πλοία έφυγαν για τη Σούδα και στις 5 του Μάρτη ξαναγύρισαν, φέρνοντας ακόμα επτά χιλιάδες πεζούς και τετρακόσιους ιππείς. Αν κατά τη στιγμή της απόβασης οι ελληνικές δυνάμεις τον χτυπούσαν είναι βέβαιο πως θα τον εξόντωναν, δεδομένου ότι οι άνδρες του εξουθενωμένοι από το θαλασσινό ταξίδι και την τρικυμία, επί μέρες έμεναν ξαπλωμένοι και άρρωστοι στην ακτή, ανίκανοι να διεξάγουν επιχειρήσεις.

Εκείνη την κρίσιμη στιγμή οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της επανάστασης ήταν διαλυμένες κυριολεκτικά και σε εντελώς αναξιόμαχη κατάσταση. Οι ηγέτες του επαναστατικού στρατού ήταν στη φυλακή ( Κολοκοτρώνης ) ή διώκονταν ( Νικηταράς ). Ο Καραϊσκάκης ήταν παραμερισμένος, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος δολοφονημένος, και οι άλλοι απογοητευμένοι. Οι Ρουμελιώτες στρατηγοί που στήριζαν τη κυβέρνηση είχαν την ψυχολογία στρατού κατοχής του Μοριά.

Μπροστά στη θανάσιμη τουρκοαιγυπτιακή απειλή, που διαγράφεται από βορρά και από νοτιοδυτικά εναντίον της επανάστασης, ολόκληρο το έθνος αισθάνεται αγωνία και αναζητεί την κρίσιμη εκείνη στιγμή τους φυσικούς του στρατιωτικούς ηγέτες, που βρίσκονται στη φυλακή ή σε κυβερνητική δυσμένεια. Ακούγονται φωνές όλο και πιο πολλές να απελευθερωθεί ο Κολοκοτρώνης και να αναλάβει την ηγεσία του αγώνα. Ο ίδιος ο γέρος από τη φυλακή του στην Ύδρα στέλλει μήνυμα στην κυβέρνηση και ζητεί να αφεθεί ελεύθερος να πολεμήσει τον εχθρό, αλλά η κυβέρνηση δεν ενδίδει.

Ο πρόεδρος της ελληνικής κυβερνήσεως Γεώργιος Κουντουριώτης, που είχε συγκεντρώσει στα χέρια του την αρχιστρατηγία με ειδικό θέσπισμα του βουλευτικού και του εκτελεστικού, απεφάσισε να εκστρατεύσει κατά του Ιμπραήμ. Σαν να μην έφτανε το ότι ο γενικός αρχηγός της εκστρατείας δεν είχε ιδέα από πόλεμο της στεριάς, διόρισε αρχιστράτηγο τον υδραίο πλοίαρχο Κυριάκο Σκούρτη, τίμιο και ικανό ναυτικό, αλλά εντελώς ξένο προς τα στρατιωτικά, και τον οποίο, όπως ήταν φυσικό, δεν ανέχονταν οι τόσο έμπειροι και ικανοί στρατηγοί που έθεσε υπό την αρχηγία του. Μόλις τόμαθε ο Κολοκοτρώνης στη φυλακή του σχολίασε πικρόχολα το γεγονός λέγοντας : « Τώρα που διορίστηκε ο κυρ Γιώργης Κουντουριώτης αρχιστράτηγος και ο Σκούρτης στρατηγός δεν μένει παρά να διοριστώ κι εγώ… ναύαρχος και όλοι μαζί να τσακίσουμε τον Ιμπραήμ ».

Τα κυριότερα ελληνικά σώματα που είχαν σταλεί για να αντιμετωπίσουν τους αιγυπτίους ήταν του Καραϊσκάκη, του Δράκου, του Κώστα Μπότσαρη και του Τζαβέλα. Με διαταγή του Σκούρτη παρατάχθηκαν στο Κρεμμύδι. Μόνο ο Καρατάσος διαφώνησε, επειδή έκρινε τη θέση αυτή ακατάλληλη, και τοποθετήθηκε με τους Μακεδόνες του στο Σχοινόλακα. Εξάλλου, στη κωμόπολη Χώρα της Τριφυλίας είχε σχηματιστεί εφεδρική δύναμη με αρκετές δυνάμεις από Αρκαδινούς. Διατάχθηκε να τους ενισχύσει ο Πλαπούτας, για να προλάβει ενδεχόμενη προέλαση των αιγυπτίων προς το εσωτερικό του Μοριά. Δόθηκε ακόμα εντολή στο Μακρυγιάννη, που βρισκόταν στην Αρκαδία, να ενισχύσει το Σώμα του με ντόπιους στρατιώτες και να κατεβεί στο Νεόκαστρο.

Ο Ιμπραήμ έστειλε πρώτα ένα Τάγμα κατά του Καρατάσου στο Σχοινόλακα. Οι εμπειροπόλεμοι Μακεδόνες κατόρθωσαν να αποκρούσουν τους αιγυπτίους, που αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης εκατό όπλα, τα οποία συγκέντρωσε ο Καρατάσος και τα έστειλε στη Τριπολιτσά.

Στις 6 Απρίλη συγκροτήθηκε στο Νεόκαστρο πολεμικό συμβούλιο με τη συμμετοχή του Μαυροκορδάτου, με εντολή του προέδρου. Αποφασίστηκε να σχηματιστεί παράταξη σε σχήμα ημικυκλίου. Το αριστερό της, που στηριζόταν στους λόφους του Κρεμμυδιού, θα υποστηριζόταν από τον Χατζηχρήστο, και το δεξιό από τον Καραϊσκάκη και το Τζαβέλα. Το κέντρο, που βρισκόταν στο βάθος της κοιλάδας, έπιασε ο Σκούρτης και ο Παναγ. Ζαφειρόπουλος με χίλιους Υδραίους, Σπετσιώτες, Κρανιδιώτες και Αγιοπετρίτες.

Την Αυγή της επομένης 7 Απρ 1825 ο Ιμπραήμ όρμησε με μεγάλες δυνάμεις εναντίον των ελληνικών θέσεων στο Κρεμμύδι, όπου είχαν ταχθεί περί τους 3250 άνδρες. Οι Έλληνες είχαν ταχθεί σε σχήμα ημικυκλίου : Στο άκρο αριστερό, στους λόφους γύρω από το χωριό, ο Κ. Μπότσαρης και ο Χατζηχρήστος. Στο δεξιό μέρος, στο χωριό, ο Κίτσος Τζαβέλας και ο Καραϊσκάκης. Και στο κέντρο, σε μια μικρή κοιλάδα, ο Σκούρτης. Όλοι είχαν οχυρωθεί σε ταμπούρια, εκτός από τους άνδρες του Σκούρτη, επειδή ο αρχηγός τους έλεγε ότι ταμπούρια ήταν τα σπαθιά τους. Η αμυαλωσύνη αυτή του άπειρου για χερσαίες επιχειρήσεις ναυτικού ήταν και μοιραία για την εξέλιξη της μάχης. Ο στρατηγικός Ιμπραήμ έριξε όλο το βάρος των επιθέσεων στο αδύναμο της διάταξης, τους άνδρες του Σκούρτη, που διασπάστηκε. Αποτέλεσμα ο Μπότσαρης να υπερφαλαγγιστεί και λίγο έλειψε να πιαστεί αιχμάλωτος. Ο Κίτσος Τζαβέλας αναγκάζεται να ανοίξει δρόμο μέσα από τις γραμμές του εχθρικού ιππικού. Οι Έλληνες άφησαν στο πεδίο της μάχης 600 νεκρούς.

Μετά την πανωλεθρία στο Κρεμμύδι καμία κίνηση δεν εκδηλώθηκε κατά του Ιμπραήμ, που συνέχισε να αλωνίζει το Μοριά ανενόχλητος, σκορπίζοντας στο πέρασμα του τη καταστροφή και την ερήμωση. Οι Έλληνες, αφού έχασαν σημαντικό μέρος από τη δύναμη τους, απόμειναν με κουρελιασμένο το ηθικό, και απέδιδαν την ήττα τους στην έλλειψη κατάλληλης στρατηγικής ηγεσίας. Η εσωτερική διάσπαση, τα προσωπικά πάθη και οι μνησικακίες που είχαν αναπτυχθεί ανάμεσα στους Μοραΐτες και τους Ρουμελιώτες τους έκαναν να υποβλέπονται και να διακρίνουν παντού ανύπαρκτες δολοπλοκίες και προδοσίες.

Στο μεταξύ ο Ιμπραήμ αποφασίζει να ξεκαθαρίσει το νησί Σφακτηρία, που υπερασπίζονταν χίλιοι περίπου μαχητές και αποτελούσε κίνδυνο για τα νώτα του προγεφυρώματος του μέσα στον κόλπο του Ναυαρίνου. Η σύγκρουση ήταν σκληρή. Από τους χίλιους μαχητές σκοτώθηκαν 350 και ανάμεσα τους ο γέρο-Αναγνωσταράς, παλιός κλέφτης του Μοριά και υπουργός του Πολέμου, ο Τσαμαδός, ο Σαχίνης και ο Ιταλός φιλέλληνας κόμης Σαντόρε Σανταρόζα. Καμιά πεντακοσαριά γλίτωσαν με το καράβι του Τσαμαδού και οι υπόλοιποι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Μετά από αυτό, η φρουρά του Παλαιού Ναυαρίνου, 785 μαχητές, παραδόθηκε στον Ιμπραήμ.

Μετά τη συνθηκολόγηση του Παλαιού Ναυαρίνου ( Παλιόκαστρου ) ο Ιμπραήμ αρχίζει επίθεση κατά του Νέου Ναυαρίνου ( Νεοκάστρου ) με εντατικές βολές πυροβολικού. « Οι αρχηγοί της πατρίδας μας έκαναν σίγρι από τη ράχη – γράφει ο Μακρυγιάννης, ένας από τους υπερασπιστές του. Τόσες δυνάμεις μας έβλεπαν με τα κιάλια αδιάφοροι, σαν να μην είμαστε αδελφοί τους. Μας βλέπανε και άκουγαν το θρήνο των κανονιών όπου πετσοκοβόμαστε ». Μετά μακριά πολιορκία και αφού εξαντλήθηκαν τροφές και πολεμοφόδια η φρουρά του Νεοκάστρου αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει στις 11 Μάη 1825. Ο Ιμπραήμ πλάτυνε και στερέωσε οριστικά το προγεφύρωμα του στη Μεσσηνία, ενώ η κυβέρνηση πανικόβλητη, μαζί με το γενικό Αρχιστράτηγο Κουντουριώτη, φεύγει για να κρυφτεί στην Ύδρα. Ο αιγυπτιακός κίνδυνος για την επανάσταση προδιαγράφεται θανάσιμος.-

*Ο Γιώργος Γκορέζης, είναι Υποστράτηγος ε.α., συγγραφέας, αρθρογράφος, ιστορικός ερευνητής.

e-mail : [email protected]

Web : ggore.wordpress.com

loading...