Τι έτρωγαν στη Θήρα το 1600 π.Χ.

Αναρωτιέμαι: πώς ήταν η ευχή “καλή όρεξη” στα Αρχαία Ελληνικά;

Αν ξέρει κανείς από εσάς τους σπουδαγμένους (φίλες και φίλους) πολύ θα με υποχρεώνατε εάν με πληροφορούσατε. Έψαξα αλλά δεν το βρήκα.

Για να σας δώσω μάλιστα το καλό παράδειγμα, θα σας αναμεταδώσω ένα απόσπασμα από την παλιά ομιλία μου σχετικά με το Χιούμορ στην Αρχαία Ελλάδα, και συγκεκριμένως τι έλεγαν και τι έκαναν όταν τα κουτσόπιναν και ερχόντουσαν στο τσακίρ κέφι:

—“”Πάντως τα συμπόσια δεν ήταν πάντοτε τόσο σοβαρά όπως περιγράφονται π.χ. στο «Συμπόσιον» του Πλάτωνος. Τις περισσότερες φορές, ιδίως στους «εράνους»(κάτι ανάλογο με τον δικό μας ρεφενέ), επικρατούσε ιδιαίτερη ευθυμία, οπότε πύκνωναν τα τσουγκρίσματα και τα «ευοί-ευάν» δηλαδή τα εβίβα, φώναζαν «ες κόρακας ο Χάρων», ή «εκάς του Άδου» δηλαδή «να πεθάνει ο θάνατος» και«ξορκισμένος ο Άδης», τραγουδούσαν με τη συνοδεία αυλητρίδων και χόρευαν«κυκλίους χορούς», είτε πηδηχτούς («περιχορεύοντες τους πηδηκτούς βαλλισμούς») είτε συρτούς («την των συρτών πάτριονόρχησιν») και συνόδευαν τον ρυθμό «συρίζοντες και κροτούντες τον λιχανόνδάκτυλον»(οι γνωστές μας στράκες). Έπαιζαν μάλιστα διάφορα παιχνίδια συναναστροφών όπως «νύξ ή ημέρα» δηλ. κορώνα-γράμματα, «αρτιάζειν», δηλ. μονά-ζυγά, «βέμβικα» δηλ, σβούρα, και «πεντελίθους» δηλ. πεντόβολα. Δεν δίσταζαν ακόμη και να «περικλείουν τους οφθαλμούς διά ταινίας» και να παίζουν «την χαλκήνμυίαν», δηλαδή την τυφλόμυγα, ή το «λάθρα παίειν», το κρυφό χτύπημα, το γνωστό μας «μπίζζζ».

Όταν τελείωνε το συμπόσιον έφευγαν κατά παρέες και έκαναν καντάδες τραγουδώντας είτε επιτυχημένα χορικά από Κωμωδίες ή Τραγωδίες, όπως το «Έρως ανίκατεμάχαν», είτε λιανοτράγουδα όπως «γενοίμαναιετόςυψιπέταις» δηλαδή «νάμουν αητός να πέταγα ψηλά» ή το άλλο «έρωτος οδός οφθαλμός εστίν. Απ’ οφθαλμοίοβολάων έλκος ολισθαίνει και επί φρένας ανδρός οδεύει και εδρεύει» δηλαδή «ο έρωτας από τα μάτια πιάνεται, στα χείλη κατεβαίνει, κι από τα χείλη στην καρδιά φυτρώνει και θεριεύει». Εάν μάλιστα γνώριζαν ότι το ίδιο βράδυ γινόταν συμπόσιο και σε κάποιο άλλο σπίτι, έκαναν αυτό που λέμε «ντου», «εισόρμων επί τους συνδαιτημόνας ελελεύανακράζοντες», όπου «ελελεύ» είναι το ανάλογο της σύγχρονης πολεμικής κραυγής «αέρα». Και εάν όλα αυτά τα καμώματα σας φαίνονται γνωστά, καλόν είναι να συνειδητοποιήσετε ότι στην πραγματικότητα απέχουμε από αυτούς περίπου 80-85 γενεές μόνον, και πολλά πράγματα δεν άλλαξαν, όπως αποδεικνύεται και από τα γνωμικά, τα περισσότερα των οποίων λέγονται και σήμερα πιστοποιώντας την ίδια νοοτροπία…

Αλλά ας ακούσουμε τι έχει να μας πει ο αρχαιολόγος σχετικά με τα εδέσματα των Σαντορινιών.

Ο αρχαιολόγος Χρίστος Ντούμας αφήνει για λίγο στην άκρη τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στο Ακρωτήρι της Θήρας και μας μιλά για τις νοστιμιές που απολάμβαναν οι πρόγονοί μας 3.500 χρόνια πριν σε μια ομολογουμένως απολαυστική κουβέντα.

Ο καθηγητής και ανασκαφέας του Ακρωτηρίου της Θήρας μετά το Σπύρο Μαρινάτο κ. Χρ. Ντούμας,  μας «ξεναγεί» στις βρώσιμες πρώτες ύλες που φύλαγαν στις κουζίνες τους οι κάτοικοι της προϊστορικής Σαντορίνης: πρώτες ύλες που τόσο καλά διατήρησε η τέφρα του ηφαιστείου…

«Βρήκαμε πολλά κατάλοιπα καρπών, μέσα σε δοχεία που φυλάσσονταν στα σπίτια.

Καθώς έπεσε η τέφρα απανθρακώθηκαν και έτσι διατηρήθηκαν», εξηγεί ο Χρ. Ντούμας.

«Οι καρποί αυτοί ήταν προϊόντα καλλιεργειών -γι’ αυτό και έχουμε γνώσεις για τις καλλιέργειες εκείνης της εποχής. Βρήκαμε φάβα, φακές, κριθάρι-, σε ένα μάλιστα πιθάρι γεμάτο τέφρα βρήκαμε αποτυπώματα αμύγδαλων. Εντοπίσαμε επίσης πολλά κουκούτσια ελιών θρυμματισμένα, άρα μιλάμε για παραγωγή λαδιού. Βρήκαμε και ένα πιθάρι με σαλιγκάρια, αν και τα συγκεκριμένα ήταν εισαγωγής! Επρόκειτο για κρητικά σαλιγκάρια».
Βρήκαν όμως και πάρα πολλούς σπόρους από σύκα: «Αυτή ήταν η ζάχαρή τους. Και βέβαια, το σύκο ήταν το καθαρτικό τους!»
– Βρήκατε και υπολείμματα ψαριού;
«Μέσα σε πιθάρια εντοπίσαμε αποξηραμένα ψάρια και κόκαλα ψαριών. Μάλιστα, καθώς σκάβαμε σε βαθιά στρώματα, για τα θεμέλια των στύλων του στεγάστρου, βρήκαμε γάρον (garum κατά τους Ρωμαίους). Πρόκειται για μια πάστα από ψάρι, λιχουδιά για τους Ρωμαίους.
Η αριστοκρατία απολάμβανε το καλύτερο μέρος του ψαριού, ενώ η “πλέμπα” και ο στρατός χρησιμοποιούσαν τα κεφάλια, τις ουρές, τα πτερύγια. Βρήκαμε ένα τέτοιο πιθαράκι και επρόκειτο για σημαντική ανακάλυψη μιας και απέδειξε ότι 1.500 χρόνια πριν τους Ρωμαίους, το έφτιαχναν στη Θήρα. Είναι βέβαια χαρακτηριστικό ενός λαού που ζει με και από τη θάλασσα…»

– Κρέας έτρωγαν;

«Βρήκαμε άφθονα κόκαλα από αιγοπρόβατα (που αποτελεί βασικό είδος κτηνοτροφίας και σήμερα στα νησιά), ελάχιστα βοοειδή (στα νησιά δεν μπορούν να εκθρέψουν μεγάλα ζώα) και πολύ λίγο κυνήγι (κουνέλια, αποδημητικά πουλιά).Βρήκαμε όμως πάρα πολλά κατάλοιπα από αχινούς, αχιβάδες, κυδώνια και άλλα παρεμφερή θαλασσινά».

– Έχουμε ιδέα πώς τα μαγείρευαν όλα αυτά;

«Ξέρουμε πως είχαν τριποδικές χύτρες -που σημαίνει ότι, αν μη τι άλλο, έβραζαν. Γιαχνί πάντως δεν νομίζω πως έφτιαχναν, αφού δεν είχαν ντομάτες. Σήμερα μπορεί να μιλάμε για τα περίφημα σαντορινιά ντοματάκια, όμως οι ντομάτες μάς ήρθαν από την Αμερική! Βρήκαμε επίσης ταψιά και φορητά τριποδικά φουρνάκια: φωτιά από πάνω, φωτιά από κάτω και ταψάκι με καπάκι και πορτούλα. Ενα είδος γάστρας με πόδια».

– Τι σας εξέπληξε πιο πολύ από αυτά που ανακαλύψατε;

«Οι Κρατευτές: πάνω τους έψηναν σουβλάκια. Είχαν εγκοπές αλλά και τρυπούλες για να κυκλοφορεί ο αέρας και να μην σβήνουν τα κάρβουνα. Ηταν πολύ εργονομικοί. Στην άκρη τους είχαν το σχήμα κεφαλής κριαριού. Και εξασφάλιζαν και ένα υγιεινό ψήσιμο, αφού το λίπος έπεφτε».

– Δηλαδή, το σουβλάκι είναι δικό μας έδεσμα… Κι όμως, κάποιοι σήμερα νομίζουν ακόμα πως είναι τουρκικής προέλευσης.

«Το σουβλάκι κατάγεται από το Αιγαίο. Οι Τούρκοι ήρθαν το 1453 μ.Χ. Κάποτε είχα μια κουβέντα με ένα διαπρεπή Τούρκο αρχαιολόγο, τον ελληνιστή Εκρέμ Ακουργκάλ. Και του έλεγα ότι έχουμε δανειστεί κι εμείς πολλά από την τουρκική κουζίνα. Φέρνοντάς του ως παράδειγμα τον κεφτέ. Και μου λέει: “Είστε αφελής. Οι Τούρκοι όταν ήλθαν εδώ ήταν νομάδες. Δεν είχαν κουζίνα. Απλώς υιοθέτησαν τη βυζαντινή κουζίνα. Ας μην κοροϊδευόμαστε: η λέξη “κεφτές” δεν είναι τούρκικη. Είναι η βυζαντινή λέξη “κοπτόν κρέας…”.

Και πράγματι, θυμάμαι ακόμα τη μαμά μου και τη γιαγιά μου να κόβουν γρήγορα και σταυρωτά το κρέας με δύο κοφτερά μαχαίρια κάνοντας το κιμά!».

– Οι ανασκαφές του Ακρωτηρίου αποτελούν τα παλαιότερα τεκμήρια για το τι έτρωγαν οι Έλληνες;

«Όχι. Υπάρχουν σκόρπια ευρήματα και από τη νεολιθική εποχή (5η και 4η χιλιετία π.Χ.) σε Θεσσαλία, Μακεδονία, Θράκη. Όμως στο Ακρωτήρι, χάρη στο ηφαίστειο, πρώτη φορά βρέθηκαν τόσο πολλά μαζεμένα – και τόσο καλά διατηρημένα.

Σκεφθείτε πως στις λάβες της Σαντορίνης υπάρχουν εγκλείσματα φυτών όπως τα φοινικόδεντρα ή οι ελιές που χρονολογούνται 60.000 χρόνια πριν από σήμερα.

Και αποκαλύπτουν ένα κλίμα που δεν διαφέρει από το σημερινό.

Στα πρώιμα ιστορικά χρόνια, την 5η, 4η ή 3η χιλιετία π.Χ., ο άνθρωποι άρχισαν να καλλιεργούν την ίδια αυτή άγρια χλωρίδα».

Η περίφημη μεσογειακή διατροφή έχει πολύ μακρινές ρίζες τελικά..

Πηγή: http://orthodox-hellas.blogspot.com/2015/06/1600.html

Κώστας Μπιζάνος

loading...