GEWKWN: ΘΑ ΜΕΙΝΕΤΕ ΑΝΑΥΔΟΙ. 

GEWKWN: ΠΡΟΣΟΧΗ, πάρτε μια βαθιά ανάσα, και αρχίστε το διάβασμα.

Ένας από τους ελάχιστους Ιεράρχες που δεν φοβάται να πει την ΑΛΗΘΕΙΑ είναι ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος. Διαβάστε τι αποκάλυψε σε ομιλίες του: 

“Καταρχάς οι ίδιοι οι Πατέρες μας διδάσκουν ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ, των διαφόρων φαινομένων και πραγμάτων της πνευματικής ζωής. Και μας λένε ότι, κοίταξε, έτσι… εκ των προτέρων και αβασάνιστα, δεν δεχόμαστε τίποτα. Τίποτα, ακόμα ξέρετε ούτε και τον Θεό. Δεν το δεχόμαστε αβασάνιστα. Τι, βλάκες είμαστε; Χαζοί είμαστε και θα δεχτώ έναν Θεό τον οποίον δεν μπορώ να τον ερευνήσω; Δεν μπορώ να τον εξετάσω; Ποιος είναι αυτός που θα μου αποδείξει ότι αυτός ο Θεός υπάρχει; Ότι αυτός ο Θεός είναι αληθής; Ποιος θα μπορεί να μου αποδείξει ότι όλα αυτά που λέει ο Χριστός είναι αλήθεια;

Και πώς μπορώ εγώ να αφιερώσω τον εαυτό μου σε μια ιδεολογία η οποία είναι αναπόδεικτος; Δεν μπορεί να αποδείξει τον εαυτό της.

Ωραία, λέει το Ευαγγέλιο ξέρω ‘γω κάμε αυτά τα πράγματα και άμα θα πεθάνεις θα πας στον Παράδεισο. Ε; 

Και ποια η απόδειξη; Και αν δεν πάω; Να ‘ρθω ύστερα πίσω να πω συγγνώμη, πήγα, δεν έχει τίποτε, ήρθα πίσω και συνεχίζω με τη ζωή μας. Δεν έχει τέτοια πράγματα. Ε… επήγες, ετέλειωσες. Δεν έχει να ξαναεπιστρέψεις πίσω. Τι γίνεται; 

Δηλαδή κάμνομε πράγματα τα οποία θα τα δούμε μετά το θάνατό μας; Είναι μεταφυσικό φαινόμενο η πίστης μας; Είναι κάτι που θα γίνει μεταφυσικά; Το ίδιο το Ευαγγέλιο μας είπε να πιστεύομε και να μην ερευνούμε και να περιμένομε κάποια στιγμή όταν θα πεθάνομε να δούμε αν είναι αληθινά αυτά τα πράγματα; 

Καταλαβαίνετε παιδιά ότι αν ήταν έτσι η θεωρία του Ευαγγελίου, ε νομίζω μόνο ΑΦΕΛΕΙΣ άνθρωποι θα το ακολουθούσαν…..είναι ανοησία να ακολουθάς κάτι το οποίο δεν μπορεί να σου δώσει μια απόδειξη. Νομίζω ότι όλοι μας, όταν πιστεύομε σε κάτι θέλομε να δούμε κάτι το χειροπιαστό, κάτι το αποδεδειγμένο.

Και έρχεται η ίδια η Εκκλησία να μας σπρώξει σε αυτή την έρευνα και να σου πει ότι κοίταξε, ΟΦΕΙΛΕΙΣ να ερευνήσεις. Οφείλεις να ερευνήσεις, και σου δείχνει και τον τρόπο που θα ερευνήσεις και τα όργανα με τα οποία θα ερευνήσεις για να δεις. Και μάλιστα, τρόπον τινά, είναι μομφή στον άνθρωπο ο οποίος λόγω νωθρότητας δεν θέλει να ερευνήσει, δεν τον ενδιαφέρει ας πούμε να ερευνήσει.

Λένε οι Πατέρες ότι, κοίταξε, βασική αρχή του Ορθοδόξου ανθρώπου είναι το εξής πράγμα. Μην παραδέχεσαι τίποτα, μην απορρίπτεις τίποτα, αλλά «πάντα δὲ δοκιμάζετε, τὸ καλὸν κατέχετε». Όταν λέγει δοκιμάζετε, δεν εννοεί να γευτείς δηλαδή έτσι; Δεν είναι αυτό το δοκιμάζω που το λέμε εμείς τώρα, αλλά να το εξετάσεις, αυτό σημαίνει δοκιμάσεις, να το εξετάσεις. Δεν δέχεσαι τίποτα, εκ των προτέρων, τίποτα, ούτε και το Ευαγγέλιο ακόμα δεν πρέπει να το δεχτείς εκ των προτέρων. Τίποτα, μην το δεχτείς, μην το απορρίψεις όμως, αλλά να το εξετάσεις. Αυτή είναι η Ορθόδοξος στάσης έναντι οποιουδήποτε φαινομένου και γεγονότος και διδασκαλίας. Να το εξετάσομε. 

Ο Απόστολος Παύλος δεν εδιδάχθηκε από άνθρωπον το Ευαγγέλιο. Το λέγει ο ίδιος. Εγώ «[1] … οὐκ ἀπ’ ἀνθρώπων» παρέλαβα το Ευαγγέλιο, αλλά ο ίδιος ο Θεός του το δίδαξε, ο Χριστός. Δηλαδή σκεφτείτε πνευματική κατάσταση στην οποία ευρίσκετο τέτοια, που εδιδάχθηκε όλα όσα έμαθε και ήξερε, από τον ίδιο τον Χριστό, κατευθείαν. Παρόλα ταύτα όμως, και παρόλα την εμπειρία που είχε του Χριστού, και παρόλα ότι εγίνοντο σημεία δια των χειρών του, θαύματα, και ήταν ο Θεός μαζί του χειροπιαστά, εντούτοις όμως ο Απόστολος Παύλος δεν εστάθηκε μόνο στη δική του κρίση, αλλά «[17] … ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα», πήγα στα Ιεροσόλυμα, να βρω τον Πέτρο να του πω όλα αυτά τα οποία είδα και έμαθα και άκουσα και έπαθα, για να δω, άραγε όλα αυτά έτσι είναι; « … μήπως εἰς κενὸν [τρέχω ἢ] ἔδραμον». Μήπως τρέχω ας πούμε έτσι στο κενό.

Δηλαδή τι έκαμε ο Απόστολος Παύλος; Σε όλη αυτή την εμπειρία που είχε, ούτε την εδέχθη απόλυτα, ούτε την απέρριψε, ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΕ. Και μετά τι κάτι άλλο σοβαρό έκαμε; Έβαλε και ένα ερωτηματικό δίπλα από τη δική του εμπειρία. Αφού η βάση της πνευματικής ζωής είναι η ταπείνωσης, έτσι, ο ταπεινός άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να πιστεύει απόλυτα ότι αυτό που λέω εγώ αυτό είναι το σωστό. 

Η δε ζωή των Αγίων παιδιά, ακόμα και στις εμπειρίες που είχαν από τον Θεό, έτσι, και σε αυτές τις εμπειρίες που είχαν από τον Θεό, έβαζαν πάντοτε ένα ερωτηματικό. Ένα ερωτηματικό το οποίον ήταν το ερωτηματικό της ανθρωπίνης φύσεως. Αυτό που είπα και την προηγούμενη φορά και έτσι το έχω μες τα αυτιά μου αυτό το πράγμα – ο παπά Εφραίμ στα Κατουνάκια, αυτός ο μεγάλος Γέροντας, ο οποίος είχε φτάσει τόσα μεγάλα μέτρα αρετής και αγιότητος και χαρισμάτων του Θεού, δεν έκαμνε τίποτα αυτός χωρίς να λάβει την πληροφορία από τον Θεό κατευθείαν. Τίποτα δεν έκαμνε. Δηλαδή και την παραμικρή κίνηση στη ζωή του να έκαμνε, προηγουμένως έπρεπε να λάβει την πληροφορία από τον Θεό. Ακόμα και σε αυτά ο ίδιος πάντοτε έλεγε, άνθρωπος είμαι, δεν ξέρω αν πορεύομαι ορθά, μπορεί να κάνω λάθος.

Θυμάμαι μια φορά που ήταν… είχε μια εμπειρία έτσι θανάτου ας πούμε, όπως έτσι στα τελευταία του και ε… επέτρεψε ο Θεός κάποια στιγμή και είχε έτσι μια εμπειρία μεγάλη του γεγονός του θανάτου, και τέλος πάντων βρισκόμουν εκεί, πήγα εκεί, και έλεγε ο γέροντας ας πούμε ότι, είδα τον θάνατο, με πλησίασε ο θάνατος, και πληροφορήθηκα το γεγονός του θανάτου, τι γίνεται όταν πεθαίνει ο άνθρωπος, και πως βιώνει ο άνθρωπος τον θάνατο. Και έπεσα σε θρήνον μεγάλο για τη ζωή μου. Του λέω και εγώ, καλά γέροντα, εφοβήθηκες τον θάνατο; Έχεις 70 χρόνια στα Κατουνάκια, 70 χρόνια στην έρημο, ασκητής, 42 χρόνια υποτακτικός σ’ έναν σκληρό δύσκολο γέροντα ας πούμε με τόσες εμπειρίες από τον Θεό και φοβήθηκες τον θάνατο; Δεν είσαι σίγουρος ότι τρόπο τινά ας πούμε θα… θα σωθείς ξέρω ‘γω, θα πάεις στη Βασιλεία του Θεού;

Λέει, κοίταξε παιδί μου. Στη ζωή μου έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά δεν ξέρω, άνθρωπος είμαι, άραγε αυτό που έκανα ήταν το ορθό; Ήταν το ευάρεστο μπροστά στον Θεό; Εγώ έκαμα ό,τι μπορούσα, αλλά ο Θεός γνωρίζει αν είναι έτσι ή είναι αλλιώς. 

Αν διαβάσετε το Γεροντικό, θα δείτε φοβερά πράγματα ελευθερίας. Επήγαινε ο άλλος σ’ ένα γέροντα, και λέει, κοίταξε, θα μείνω εδώ να γίνω υποτακτικός σου. Όπως θέλεις του λέει. Πέρασαν μέρες πέρασαν μήνες και δεν του έλεγε τι να κάμνει. Λέει, καλά αββά, ήρθα εδώ να με διδάξεις, δεν θα μου πεις μια μέρα, εσύ κάμε τούτο πράγμα; Λέει, τέκνον, εάν θέλεις να γίνεις ασκητής, ό,τι με βλέπεις να κάμνω κάμνε, μην περιμένεις από μένα να σε διατάξω. Δεν έχει… δεν επεμβαίνω στην ελευθερία σου. Δηλαδή, μια άνεση τέτοια, απέναντι στον άλλο άνθρωπο που καμιά φορά έφτανε και τα όρια ας πούμε της απόλυτης να πει κανείς έτσι… με την καλή έννοια όχι με την κακή έννοια, με την καλή έννοια αδιαφορίας. Άφες τον άλλον άνθρωπο μέσα στον χώρο της ελευθερίας του. Και αν σου επιτρέψει να του πεις κάτι, πες το. Πες το αλλά ποτέ μην πλήξεις τη συνείδηση του άλλου ανθρώπου. Ποτέ μην παραβιάσεις τη συνείδηση του άλλου.

Ακόμα και στον τρόπο της λατρείας μας με τον Θεό. Ξέρετε παιδιά ότι εις τη Θεία Λειτουργία, κατ’ ακρίβεια δεν επιτρέπεται να γονατίζομε. Τώρα επικράτησε βέβαια τελευταίον αιώνα και γονατίζουν οι πιστοί Χριστιανοί εις την ώρα του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων, στα «τα σα εκ των σων» όπως λέμε. Όμως, η παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι αυτή. Οι Πατέρες λένε ότι όρθιοι προσφέρομε τη λατρεία μας εις τον Θεό. Όρθιοι, κατ’ ενώπιον του Θεού. Δεν γονατίζομε, δεν σκύβομε μέχρι το έδαφος. Εμείς όρθιοι προσφέρομε τη λατρεία εις τον Θεό. Και ένα-δυο φορές- τι λέει η Εκκλησία; «Τα κεφαλάς ημών το κύριο κλείνομαι», απλώς για να δοθεί μία ευχή ευλογίας εις τους ανθρώπους. Ουδέποτε καθαγιάζομε τα Τίμια Δώρα γονατιστοί, ποτέ.

 Ομιλία Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανάσιου (απομαγνητοφώνηση)

 GEWKWN