ΤΙ ΘΑ ΣΥΜΒΕΙ ΣΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ; (Ματθ. 25, 31-46)

του Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου*
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (ΤΕΛΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ)
Ο Κύριος Ιησούς, στο πολύ σημαντικό αυτό κυριακάτικο ευαγγελικό ανάγνωσμα, που αφορά στην εσχατολογική Κρίση του κόσμου, διδάσκει τα εξής:
Όταν (επαν)έλθει ο Υιός του Ανθρώπου (Δανιήλιος όρος που αναφέρεται στον Μεσσία) -εδώ ο Ιησούς Χριστός ως ένδοξος πλέον Κριτής- και όλοι οι άγγελοι μαζί του, σε χρόνο που δεν γνωρίζει κανείς, τότε θα καθίσει πάνω στο θρόνο της δόξας του. Και όλα τα έθνη θα συναχθούν μπροστά του, καθώς θα τους ξεχωρίσει μεταξύ τους όπως ακριβώς ο βοσκός ξεχωρίζει τα πρόβατα από τις κατσίκες. Και θα στήσει αφενός τα πρόβατα από τα δεξιά του (ευνοϊκή θέση), αφετέρου τα ερίφια από τα αριστερά του (υποτιμητική θέση). Όπως ο βοσκός γνωρίζει καλά πόσα και ποια πρόβατα έχει και πόσα και ποια είναι τα ερίφιά του, έτσι και ο αρχιποιμένας των ανθρωπίνων καρδιών, Ιησούς, γνωρίζει απόλυτα ποιοι είναι οι άγιοι και μετανοημένοι πιστοί και ποιοι είναι οι αμετανόητοι και άδικοι άνθρωποι.
Τότε θα πει σ’ αυτούς που είναι από τα δεξιά του: “Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε την ετοιμασμένη για σας Βασιλεία από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου. Γιατί πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε να πιώ, ήμουν ξένος και με περιμαζέψατε, γυμνός και με ντύσατε, ασθένησα και με επισκεφτήκατε, ήμουν σε φυλακή και ήρθατε προς εμένα”. Τότε θα του αποκριθούν οι δίκαιοι λέγοντας: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε, ή να διψάς και σου δώσαμε να πιείς; Και πότε σε είδαμε ξένο και σε περιμαζέψαμε, ή γυμνό και σε ντύσαμε; Πότε σε είδαμε να είσαι ασθενής ή σε φυλακή και ήρθαμε προς εσένα”; Θα τους αποκριθεί τότε ο Βασιλιάς: “Αλήθεια σας λέω, εφόσον το κάνατε σ’ έναν από αυτούς τους αδελφούς μου τους ασήμαντους, σ’ εμένα το κάνατε”. Ταυτίζει δηλαδή ο Χριστός τον εαυτό Του με κάθε πονεμένο, αναγκεμένο, αναξιοπαθούντα και αδύναμο άνθρωπο, τους οποίους μάλιστα ελαχίστους στη ζωή αυτή ονομάζει αδελφούς Του.
Τότε θα πει και σ’ αυτούς που θα είναι από τα αριστερά του: “Φύγετε από εμένα οι καταραμένοι, στη φωτιά την αιώνια, την ετοιμασμένη για το Διάβολο και τους αγγέλους του. Γιατί πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιώ, ήμουν ξένος και δεν με περιμαζέψατε, γυμνός και δεν με ντύσατε, ασθενής και σε φυλακή και δεν μ’ επισκεφτήκατε”. Τότε θα αποκριθούν και αυτοί λέγοντας: “Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς ή ξένο ή γυμνό ή ασθενή ή σε φυλακή και δεν σε διακονήσαμε”; Θα απαντήσει σ’ αυτούς λέγοντας: “Αλήθεια σας λέω, εφόσον δεν το κάνατε σ’ έναν από αυτούς τους ασήμαντους, ούτε σ’ εμένα το κάνατε”. Ανακοινώνει ο Κριτής στους άδικους ότι στην ουσία αυτοκαταδικάζονται στην αιώνια κόλαση (που είναι το μαρτύριο της μη κοινωνίας με το Θεό, της στέρησης της αγάπης Του), διότι δεν έντυσαν, δεν τάισαν, δεν πότισαν, δεν περιποιήθηκαν, δεν επισκέφθηκαν τον ίδιο τον Θεό, με την έννοια πως καθόλου δεν βοήθησαν όσους βρίσκονταν σε ανάγκη, αλλά παρέμειναν υποκριτές και άρρωστα θρησκευόμενοι άνθρωποι, νομίζοντας πως έχουν τον Θεό στο τσεπάκι τους, ίσως γιατί θεωρούσαν και θεωρούν κάποιοι τους εαυτούς τους ως εκλεκτούς και γιατί τελούν συχνά τις θρησκευτικές τους υποχρεώσεις.
Το σημαντικό της παραβολής είναι επίσης πως η Τελική Κρίση των ανθρώπων θα γίνει με το σώμα τους, αφού άλλωστε η αιώνια ζωή θα είναι ψυχοσωματική και όχι μόνο ψυχική. Σε κάθε θεία Λειτουργία εξάλλου, το Σύμβολο της Πίστεως αναφέρει: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Ανάσταση με τα δικά μας και πάλι σώματα, που θα είναι όμως πνευματικά και άφθαρτα και δεν θα υπόκεινται πλέον στην βιολογία τους. Η αναμονή για την μέλλουσα δικαιοσύνη του Θεού δεν μπορεί να βιώνεται ως απραξία, αλλά ως ενεργητική παρουσία στα δρώμενα του κόσμου. Όποιος δεν αγαπά έμπρακτα τον συνάνθρωπό του (τον οποίον άλλωστε βλέπει) δεν μπορεί να ισχυρίζεται ότι αγαπά τον Θεό (τον οποίον εξάλλου δεν βλέπει), επισημαίνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Και ο εξαίσιος Παύλος, στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του, μας νουθετεί λέγοντας πως και τα σπουδαιότερα χαρίσματά μας είναι άχρηστα χωρίς την αγάπη.
«Και θα πάνε αυτοί (οι άδικοι), καταλήγει ο Χριστός, σε κόλαση αιώνια, ενώ οι δίκαιοι σε ζωή αιώνια». Αυτά όλα μπορούν να συμβούν στον καθένα ανά πάσα στιγμή, είτε με τη μορφή του προσωπικού θανάτου-κοίμηση είτε ως τελική Κρίση όλης της ανθρωπότητας στη Δευτέρα Παρουσία Του. Απαιτείται λοιπόν συνεχής πνευματική επαγρύπνηση και μετάνοια. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν καταδικάζει αλλά και δεν σώζει νομικά ο Θεός, αλλά τόσο ο παράδεισος, που είναι η θέα του ακτίστου θείου φωτός, όσο και η κόλαση (η άσβεστη πνευματική φωτιά), προκύπτουν από τη διαφορετική στάση και θέληση των ανθρώπων απέναντι στο Θεό και στους άλλους. Δεν κολάζει δηλαδή ο ίδιος ο Θεός, αλλά ο καθένας από εμάς αγιάζεται ή κολάζεται ανάλογα με την αποδοχή ή άρνηση της αγάπης, του ζωογόνου φωτός του Χριστού, το σπάσιμο ή όχι του εγωιστικού κάστρου που μας διακατέχει, της κοινωνίας των προσώπων, για τα οποία ο άνθρωπος είναι κατασκευασμένος εξ αρχής.
Τέλος, τα δικά μας έργα μάς κρίνουν, όπως προείπαμε, και όχι κάποιος, δήθεν τύραννος Θεός. Ο παράδεισος και η κόλαση διαμορφώνονται από αυτή τη ζωή και ένεκα της δικής μας βούλησης. Με τον ίδιο τρόπο που η κληματόβεργα (οι πιστοί), αν αποκοπεί από το κλήμα (τον Χριστό), χάνει την ικμάδα της και τους χυμούς της ζωής, ξεραίνεται και οι βέργες αυτές ρίχνονται στη φωτιά. Ενώ όσοι μένουν ενωμένοι με το Αμπέλι, την άκτιστη Χάρη του Κυρίου, δίνουν άφθονο καρπό στην παρούσα ζωή, αλλά και θα φωτοβολούν, ενωμένοι μαζί Του, στο ανέσπερο φως της θείας Βασιλείας κατά την μέλλουσα ζωή.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:
1. «Κυριακοδρόμιο», εκδ. Άρτος Ζωής, Αθ. 2011.
2. «Λόγος και ύπαρξη», Κων/νου Γρηγοριάδη, έκδ. β΄, τ. α΄, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Αθήνα.
3. «Ορθόδοξα μηνύματα», Σταύρου Φωτίου, εκδ. Γρηγόρης, Αθ. 2000.
6. «Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον», Π.Ν. Τρεμπέλα, εκδ. Ο Σωτήρ, 1989
Εικόνα: από pixabay