Ένα όμορφο, αρχαίο κινέζικο παραμύθι διηγείται μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία για τον Ήλιο
Κάποτε, στον ουρανό υπήρχαν δέκα ήλιοι. Ήταν τα δέκα παιδιά του Di Jun, του θεού των ανατολικών ουρανίων. Κάθε πρωί, ο καθένας τους σκαρφάλωνε σ’ ένα άρμα που το έσερνε ένας δράκος και ίππευαν στους ουρανούς, φέρνοντας το φως σε κάθε γωνιά του κόσμου. Με αυτόν τον τρόπο, το ποσοστό ηλιακής ενέργειας που δεχόταν η γη καταμοιραζόταν ισότιμα, και διαχωρίζονταν οι διαφορετικές εποχές του έτους. Κάποια μέρα, θέλοντας για μία φορά να δουλέψουν όλοι μαζί, πήραν την απόφαση να εμφανιστούν την ίδια στιγμή, στο ίδιο μέρος, με τα άρματά τους. Η θεά Γη τους μίσησε γι’ αυτό, γιατί άρχισε να καίγεται και να καταστρέφεται. Τα ποτάμια στέρεψαν, ενώ οι άνθρωποι και τα ζώα αποδυναμώθηκαν από την τόση ζέστη και σαν να μην έφταναν αυτά, όταν τους έγινε παρατήρηση, οι δέκα ήλιοι την αγνόησαν, περνώντας οι ίδιοι πολύ καλά για να νοιαστούν. Δεν άκουσαν ούτε τον πατέρα τους, όταν προσπάθησε να τους συνετίσει, με αποτέλεσμα εκείνος, προκειμένου να σώσει τον κόσμο, να στείλει τον Θεϊκό Τοξότη, Yi, να τους βρει, δίνοντάς του ένα μαγικό τόξο. Ο Yi πέταξε στο ψηλότερο βουνό που μπορούσε να βρει, και ξεκίνησε να τοξεύει τους ήλιους, ο καθένας από τους οποίους, στο άγγιγμα κάθε βέλους, εκρήγνυνταν και μεταμορφώνονταν σε πουλιά. Άφησε μονάχα έναν στο τέλος της μέρας, ο οποίος, μόλις βγήκε στον ουρανό την επομένη, έκλαψε για να χαμένα αδέλφια του, και τα δάκριά του γέμισαν ξανά τα ποτάμια και τις λίμνες, κι έκαναν να ανθίσουν και να καρποφορήσουν ξανά τα φυτά. Αυτός ο ήλιος υποτίθεται πως είναι ο ίδιος που βλέπουμε μέχρι σήμερα.