Ο λύκος – ακόμα κι αν κρύβεται τεχνηέντως κάτω από δέρμα προβάτου – παραμένει λύκος

Το παραμύθι για ”γαλήνια ύδατα” στο Αιγαίο με ”Ιφιγένεια” τα 12 μίλια
Η πολιτική της ελληνοτουρκικής προσέγγισης ή των ”ήρεμων” νερών καταλήγει σχεδόν πάντα στο ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα.
Γράφει η εκπαιδευτικός και συγγραφέας Κρινιώ Καλογερίδου

”Οι προσδοκίες αποτελούν ένα παρωθητικό εργαλείο για επίτευξη σκοπών και στόχων, καθώς επίσης και εργαλείο για παρακίνηση σε δράση”, λέει σ’ ένα βιβλίο της η γερμανικής καταγωγής καθηγήτρια Ψυχολογικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια Jutta Heckhausen.

Μόνο που οι προσδοκίες πρέπει κάποια στιγμή να καρποφορούν προς δικαίωση των προσπαθειών αυτών που τις κυοφορούν, γιατί – στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων – αποβαίνουν άκαρπες και αποκαρδιωτικές για τους Έλληνες, με αποτέλεσμα να ψαλιδίζονται οι επαναφορτιζόμενες κάθε φορά με νέα κίνητρα ελληνικές ελπίδες.

Επαναφορτιζόμενες μάταια μισό αιώνα τώρα, με αφορμή τη λύση του Κυπριακού και τα ”ήσυχα νερά” στο Αιγαίο. Μάταια γιατί καταλήγουν πάντα στα ίδια πενιχρά έως αποκαρδιωτικά αποτελέσματα είτε ο ελληνοτουρκικός διάλογος είναι ουσιαστικός είτε επιφανειακός.

Είτε γίνεται με όχημα τα μνημόνια, τις διερευνητικές επαφές και τις συναντήσεις για τα ΜΟΕ (Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης) είτε την επιστράτευση της ”ελληνοτουρκικής φιλίας”, η οποία εσωκλείει ζεϊμπέκικα, κουμπαριές και δηλώσεις αβροφροσύνης που τροχοδρομούν στη ”διπλωματία των σεισμών” και την… ”ανθρωποκεντρική πολιτική” μας.

Πολιτική που ξεκίνησε ως ελληνική αλληλεγγύη προς την σεισμόπληκτη Τουρκία – βλ. σεισμό του Izmit το 1999 με 18.373 νεκρούς και φονικούς σεισμούς στην νότια Τουρκία τον Φεβρουάριο του 2023 με 53.000 νεκρούς – και τείνει να καταλήξει, από τουρκικής πλευράς, σε πιέσεις προς την Ελλάδα για ”συνεκμετάλλευση” του Αιγαίου…

Με άλλα λόγια, η πολιτική της ελληνοτουρκικής προσέγγισης ή των ”ήρεμων” νερών καταλήγει σχεδόν πάντα στο ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα.
Αυτό που βλέπουμε και τώρα με την Τουρκία. Την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν, εν προκειμένω, η οποία ακυρώνει στην πράξη κάθε προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης δείχνοντας το πραγματικό πρόσωπό της όσα μνημόνια συνεργασίας και διακηρύξεις ”Περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας” αν υπογράψουμε μαζί της (βλ. ”Διακήρυξη Αθηνών [7/12/’23], την οποία ανέτρεψε ο Τούρκος Πρόεδρος από την επομένη της υπογραφής της…) αποδεικνύοντας ότι ο λύκος – ακόμα κι αν κρύβεται τεχνηέντως κάτω από δέρμα προβάτου – παραμένει λύκος.

Συνελόντι ειπείν, η Τουρκία – είτε παριστάνει τη ”διπλωμάτισσα”, για να διασκεδάσει τις ανησυχίες των Μεγάλων του ΝΑΤΟ (ΗΠΑ και ισχυρών της ΕΕ, πρωτίστως) είτε ενεργεί ως προβοκάτορας των Βαλκανίων – καταλήγει να έχει σαν πρώτο στόχο της τα όρια της ”Γαλάζιας Πατρίδας” της.

Όρια που θέλει να επεκτείνει προς δυσμάς (βάσει της αναθεωρητικής εξωτερικής πολιτικής της) σε βάρος της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας (Αιγαίο-Θράκη, ως και Θεσσαλονίκη ακόμα) και της εκπροσώπου του Ελληνισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, Κύπρου.

Αυτό έκανε ”χθες” (1988) ακυρώνοντας στην πράξη το Μνημόνιο Παπούλια-Γιλμάζ (ορόσημο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, που προέκυψε μετά την κρίση του ”Σισμίκ” το 1987), αυτό κάνει και σήμερα ανατρέποντας με παραβιάσεις, NAVTEX και anti- NAVTEX, κάθε προσπάθεια (από ελληνικής πλευράς) για εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και διασφάλιση μακροπρόθεσμης ειρήνης στην περιοχή μας.

Ουσιαστικά πάει στον βρόντο κάθε απόπειρα των εκάστοτε ελληνικών κυβερνήσεων να την επαναφέρουν στην τάξη με ήπιους τόνους, για να μην την εξοργίσουν (βλ. ”πολιτική του κατευνασμού” από το 1996 ως σήμερα). με αποτέλεσμα να έρχονται και να επανέρχονται στο προσκήνιο οι πάγιες προκλήσεις ης Άγκυρας και οι διεκδικήσεις της εναντίον της Ελλάδας.

Διεκδικήσεις που τις εμπλουτίζει κάθε τόσο με νέες, σε επίπεδο μυστικών ή φανερών διπλωματικών διεργασιών. Κι ας μη μας διαψεύδει ο πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρός του μιλώντας περί… φαντασιακής μυστικής διπλωματίας.

Κι αυτό γιατί, ευτυχώς για την αλήθεια, αυτή αποκαλύπτεται αργά ή γρήγορα. Αποκαλύπτεται από στόματα Τούρκων Αξιωματούχων με πρώτους τους Τούρκους ΥΠΕΞ (πρώην και νυν) – Τσαβούσογλου και Φιντάν – οι οποίοι μίλησαν και μιλούν για τα τεκταινόμενα ή τα σχεδιαζόμενα ξεσκεπάζοντας τις υπόγειες διαβουλεύσεις Ελλάδας-Τουρκίας, οι οποίες – στην ολότητά τους, σχεδόν – αποβαίνουν είτε άκαρπες είτε σε βάρος των εθνικών συμφερόντων μας.

Κι αυτό δε χρειάζεται να είσαι ”Αντώνης Σαμαράς”, για να το καταλάβεις. Άρα η… ευθιξία του Κυριάκου Μητσοτάκη μπροστά στις αλήθειες που εκστόμισε (αν και ήταν γνωστές στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ) ο (διαγραφείς τελικά απ’ τον ίδιο) πρώην πρωθυπουργός ήταν αδικαιολόγητη, στο σκέλος τουλάχιστον της ασκούμενης μυστικής διπλωματίας επί των ημερών του.

Και είναι αδικαιολόγητη, γιατί υπάρχουν ατράνταχτες αποδείξεις για δύο τουλάχιστον μυστικές συναντήσεις Ελλήνων-Τούρκων και Γερμανών (με θέμα την ελληνοτουρκική προσέγγιση) το 2020 και ’22 (βλ. μυστική τριμερής Βερολίνου και Βρυξελλών, αντίστοιχα, με εκπρόσωπο της ελληνικής πλευράς όχι τον τότε ΥΠΕΞ Νίκο Δένδια [που έμαθε τα νέα από τον Τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, χωρίς να δώσει διάσταση στο θέμα για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας], αλλά την διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Ελένη Σουρανή [2020] και τη διάδοχό της Άννα Μαρία Μπούρα [2022]).

Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, σημειωτέον, ρόλο διαμεσολαβητή είχε ο διπλωματικός σύμβουλος της Άνγκελα Μέρκελ Γιαν Χέκερ …, ενώ δίαυλος επικοινωνίας του Ταγίπ Ερντογάν – στη ”διπλωματική γέφυρα” μεταξύ Άγκυρας και Αθήνας – ήταν ο εκπρόσωπος της Τουρκικής Προεδρίας Ιμπραχίμ Καλίν, νυν επικεφαλής της MIT στην Τουρκία.

Αυτά είναι γνωστά στους δημοσιογράφους ανεξαίρετα και όχι μόνο. Ως εκ τούτου είναι απορίας άξιον, γιατί αυτοί που πήραν συνέντευξη απ’ τον πρωθυπουργό ή άκουσαν τον κυβερνητικό εκπρόσωπο και τον Άδωνι Γεωργιάδη να επαναλαμβάνουν ψευδόμενοι τον ισχυρισμό του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι δεν υπάρχει ”μυστική διπλωματία”, ΔΕΝ προέβαλαν ένσταση.

Δεν προέβαλαν ένσταση, αλλά το κάναμε εμείς για λογαριασμό τους ενθυμούμενοι τεκμηριωμένα δεδομένα τα οποία είχαν δυσάρεστα επακόλουθα (βλ. αποθράσυνση της Τουρκίας δια της παράνομης παραμονής επί τρίμηνο – έξω απ’ το Καστελόριζο – του τουρκικού ερευνητικού… Oruç Reis, κλιμάκωση αμφισβήτησης απ’ την ίδια της ελληνικότητας των νησιών του Αιγαίου με συνοδό την απαίτησή της για αποστρατιωτικοποίησή τους, μέχρι τα γεγονότα της Κάσου.

Σημειωτέον ότι ο κ. Γεραπετρίτης διέψευσε τελευταία τον Τούρκο ομόλογό του ΥΠΑΜ ότι το ιταλικό ”Ievoli Relume” πήρε άδεια απ’ την Άγκυρα τον περασμένο Αύγουστο για την ολοκλήρωση της πόντισης καλωδίων ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, αν και για τα όσα συνέβησαν μεταξύ Κάσου-Καρπάθου προ τριών μηνών ευθύνεται κάτι άλλο πρωτίστως.

Ευθύνεται η ημιτέλεια της ελληνοαιγυπτακής συμφωνίας του 2020 (υπό την πίεση της υπογραφής του τουρκολιβυκού μνημονίου στα τέλη του ’19), η οποία κατέστησε διεκδικήσιμη από τους Τούρκους στη Χάγη τη θαλάσσια ζώνη μεταξύ 28ου-32ου μεσημβρινού, όπου βρίσκονται η Ν. Ρόδος, το σύμπλεγμα της Μεγίστης (Καστελόριζο, Ρω, Στρογγύλη), η Κάσος, η Κάρπαθος και η Κρήτη.

Τα λάθη στην εξωτερική πολιτική, ασφαλώς, δύσκολα συγχωρούνται και πολύ σπάνια διορθώνονται. Για τον λόγο αυτό, καλό είναι να τα προλαβαίνουμε ή, τουλάχιστον, να αντιδρούμε με αυστηρότητα και όχι χλιαρά σ’ αυτούς που τα προκαλούν, για να μην αφήνουμε περιθώριο στον άλλον να τα επαναλάβει.

Να τα επαναλάβει αλλαζονικά και παραπλανητικά αποδίδοντας τις εθνικά ασύμφορες αντιδράσεις που προκάλεσε σε… αδικαιολόγητες, ”ακροδεξιές” επικρίσεις (βλ. σχετική δήλωση της Ντόρας Μπακογιάννη ”Αντιμετωπίζω μια ακροδεξιά επίθεση” στο Συμβούλιο της Ευρώπης, με αφορμή τη θετική της εισήγηση για είσοδο του ψευδοκράτους του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, πισώπλατη μαχαιριά σε Σερβία και Κύπρο, [Απρίλιος 2024]).

Η αδικαιολόγητα χλιαρή αντίδραση σε τέτοιες περιπτώσεις ή – πολύ περισσότερο – σε τουρκικές προκλήσεις, δεν έχει ευοίωνα αποτελέσματα, γιατί ο αντίπαλος (εντός ή εκτός εισαγωγικών) το εκλαμβάνει ως νίκη δική του και δειλία δική μας.

Το είδαμε πλείστες όσες φορές στο απώτερο και πρόσφατο παρελθόν. Το βλέπουμε και τώρα. Μας το θύμισε η ήπια αντίδραση της κυβέρνησης στις νέες προκλήσεις του Τούρκου ΥΠΑΜ Γιασάρ Γκιουλέρ, ο οποίος προέβη πρόσφατα σε εμπρηστικές δηλώσεις κατά της Ελλάδας υποστηρίζοντας προκλητικά την τουρκική ατζέντα σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας.

Υποστηρίζοντας ότι η χώρα μας – κατά παράβαση του Πρωτοκόλλου της Βέρνης μεταξύ των δύο χωρών το 1976 και του Διεθνούς Δικαίου – κάνει έρευνες στη δυνητική υφαλοκρηπίδα της Τουρκίας σε περιοχή του Αιγαίου.

Και, επιπρόσθετα, ότι ”η ανάπτυξη στρατιωτικών στοιχείων από τις ΗΠΑ στην Αλεξανδρούπολη επηρεάζει τις στρατηγικές ισορροπίες στην περιοχή”, ενώ επαναλαμβάνει την προκλητική τουρκική ατζέντα που βάζει στο παιχνίδι την Κάσο, καταλήγοντας να κατηγορεί Ελλάδα και Κύπρο για… ”μαξιμαλιστικές και παράνομες απαιτήσεις” στην Ανατολική Μεσόγειο.

Απάντηση σε αυτά τα εξοργιστικά δόθηκε – όπως αναμενόταν – με τη γνωστή, ”ψύχραιμη στάση” του πρώην ΥΠΕΞ και νυν ΥΠΕΘΑ Νίκου Δένδια, ο οποίος – αποφεύγοντας να απαντήσει επί της ουσίας (για ποιο λόγο, άραγε;) – απάντησε διπλωματικά περί προσήλωσης της Ελλάδας στο Διεθνές Δίκαιο και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, με βάση τη διεθνή σύμβαση UNCLOS (1982) και την παρατήρηση ότι ”Θέσεις οι οποίες αντίκεινται στο Διεθνές Δίκαιο δεν συμβάλλουν στην εμπέδωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και στη βελτίωση των διμερών σχέσεων”…

Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε στην ουσία, λες και δεν αντιλαμβάνονται οι υπεύθυνοι στα κρίσιμα υπουργεία (ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ) και το Μαξίμου ότι είναι εθνικά ασύμφορη τυχόν συμφωνία με την Τουρκία για ΑΟΖ-υφαλοκρηπίδα, με αποδοχή εκ μέρους μας της απεμπόλησης της δικαιωματικής επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.

Δεν αντιλαμβάνονται, δυστυχώς, ότι το παραμύθι της ελληνοτουρκικής προσέγγισης περί ”γαλήνιων υδάτων” στο Αιγαίο με αντάλλαγμα την απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων μας, δεν ενισχύει την αποτρεπτική ισχύ της χώρας μας. Αντίθετα την αποδυναμώνει, δεδομένου ότι μόνο με επέκταση των ΕΧΥ στα 12 νμ θα μπορέσουμε να μειώσουμε κατά το ήμισυ τις διεκδικήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο…