Οι φάροι………το άσβεστο φως που καθοδηγεί…….
Πολλοί φάροι εγκαταλείφθηκαν καταρρέοντας με τα σημάδια του χρόνου εμφανή, παίρνοντας και την ιστορία τους μαζί τους.
Τον παλιό καιρό, τότε που οι φάροι δεν ήταν αυτόματοι, οι φαροφύλακες έμεναν ξάγρυπνοι μέσα στη σκοτεινιά και την απόλυτη μοναξιά για να ανέβουν στον κλωβό κάθε φορά που ο γκαζοντενεκές έκανε το σαματά του μόλις το βαρίδι έφτανε στη γη. Εκεί, στον κλωβό, έπρεπε να γίνει το κούρντισμα, να μαζευτεί το συρματόσκοινο, να κάνει τη γύρα του το φως και να συνεχίσει έτσι βοηθώντας τα πλοία να φτάσουν στο λιμάνι ασφαλή!
Για εμάς το φως κάθε φάρου είναι ίδιο μέσα στη νύχτα.
Όμως για τους ναυτικούς κάθε φάρος έχει διαφορετικό, ξεχωριστό τρόπο να φωτίζει………
Σήμερα κάθε φάρος έχει το δικό του προσωπικό φωτισμό, κάτι σαν κώδικα Μορς που αποτελείται από εναλλασσόμενους σύντομους ή παρατεταμένους φωτισμούς με λευκό ή κόκκινο φως.
Από τους 1431 φάρους της πατρίδας μας, οι 57 είναι επιτηρούμενοι ενώ οι 143 είναι φωτοσημαντήρες.
Αν και η Υπηρεσία Φάρων προσπαθεί να τους συντηρήσει, εν τούτοις πολλοί έχουν υποστεί μεγάλες φθορές εξαιτίας ……………της έλλειψης κονδυλίων–χρόνια νόσος της χώρας μας–γι αυτό και εγκαταλείπονται σταδιακά.
Σε πολλά κράτη οι φάροι τους έγιναν μουσεία, ή τους πήραν ιδιώτες και έγιναν ξενοδοχεία……….
Οι φρουροί της θάλασσας, οι ”άγιοι” των ναυτικών όπως ονομάζονταν, χάνονται σιγά σιγά στη λησμονιά και μόνο η καταγραφή της ιστορίας του καθενός θα τους κρατήσει στη μνήμη, ως άσβεστο φως που καθοδηγεί……
Μια βόλτα στους φάρους της Ελληνικής Γης είναι συναρπαστική. Και όταν η βόλτα γίνεται με το σκοτάδι, νιώθεις ακριβώς τι σημαίνει ο φάρος για τους ναυτικούς και κατανοείς γιατί χρησιμοποιούμε τη λέξη ”φάρος” όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση στο φως που λάμπει μέσα στο σκοτάδι………
Οι φάροι στη χώρα μας είναι πολλοί μια και οι ακτογραμμές της έχουν μήκος 15.000 χλμ., είναι 2,14 φορές μεγαλύτερο από αυτό της Ιταλίας και ισοδυναμεί με τα 6/10 του μήκους των ακτών της Αφρικής.
Το ελληνικό φαρικό δίκτυο θεωρείται από τα μεγαλύτερα, τα πυκνότερα και τα πιο οργανωμένα στον κόσμο.
Λέγεται ότι ο πρώτος φάρος του ελεύθερου ελληνικού κράτους άναψε στην Αίγινα το 1827, όταν ο Καποδίστριας την είχε ορίσει πρωτεύουσα του κράτους μας. Παρόμοιες πληροφορίες μας λένε ότι οι δύο επόμενοι φάροι με δαπάνη ιδιωτών άναψαν στις Σπέτσες και στη Τζιά.
Καταγεγραμμένος επίσημα ως πρώτος φάρος είναι αυτός στο Γαϊδουρονήσι της Σύρου που χτίστηκε το 1834, μια και η Ερμούπολη ήταν τότε το εμπορικότερο λιμάνι της χώρας.
Βέβαια από το 1822 είχε ανάψει ο φάρος της Κέρκυρας αλλά τότε, το νησί ανήκε στη Βρετανία…
Σιγά σιγά χτίζονταν φάροι που φώτιζαν τα ελληνικά παράλια.
Μετά τους Βαλκανικού πολέμους το φαρικό δίκτυο ήταν αξιόλογο.
Η αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μας βρήκε με 400 φάρους ενώ το τέλος του με………..28, από τους οποίους οι 19 επιτηρούμενοι.
Σήμερα πάντως ….το σύνολο των φάρων στη χώρα μας ανέρχεται σε 1.431.
Από την αρχαιότητα, ο φωτισμός των ακτών ήταν ένα πολύπλοκο πρόβλημα.
Η πρώτη σκέψη των προγόνων μας ήταν να ανάβουν φωτιές μεγάλες στις ακτές, ώστε να τις βλέπουν τα πλοία. Το ξύλο ή το λίπος των ζώων ήταν η καύσιμη ύλη τους. Όμως οι βροχές και οι δυνατοί άνεμοι δεν άφηναν καμιά φωτιά ”ζωντανή”, όσο δυνατή και αν ήταν.
Χρειάστηκε ένα κάλυμμα για τη φωτιά………Όταν ανακαλύφθηκε το γυαλί, αιώνες μετά, γυάλινη ήταν η προστασία της φωτιάς αλλά ο καπνός θόλωνε το τζάμι και το φως δεν φαινόταν καθαρά ή καθόλου.
Για πολλούς αιώνες οι φάροι φώτιζαν αμυδρά σαν κεράκι που από μακριά μόνο τα εκπαιδευμένα ναυτικά μάτια μπορούσαν να διακρίνουν.
Φυτικά λάδια και ιχθυέλαια ήταν η καύσιμη ύλη των φάρων μέχρι το 18ο αι. Το πρόβλημα λύθηκε με την εφεύρεση του Φρενέλ, με τη λυχνία Φρενέλ κατασκευασμένη από το Γάλλο φυσικό Αγκουστίν Φρενέλ.
Η συνέχεια είναι γνωστή: το πετρέλαιο έρχεται να φωτίσει τους φάρους, μετά η ασετιλίνη και φυσικά ο ηλεκτρισμός! Σήμερα χρησιμοποιείται κατά κόρον η ηλιακή ενέργεια στους περισσότερους φάρους όχι μόνο της χώρας μας αλλά του κόσμου όλου.
Όμως η τεχνολογία έφερε και το τέλος της εποχής των φάρων! Το GPS ή DGPS, βρίσκεται σε κάθε πλοίο δίνοντας πληροφορίες στους ναυτικούς όχι μόνο για τις ακτές αλλά και για το βάθος της θάλασσας και για την κατάσταση του βυθού.