Υπήρχε πληθυντικός ευγενείας στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα;
Ο κόσμος μας θα φαινόταν πολύ παράξενα διαφορετικός σε έναν αρχαίο Έλληνα, το ίδιο όμως και ο τρόπος με τον οποίο μιλάμε. Ένα από τα σημεία στα οποία θα “στεκόταν”, είναι αναμφίβολα ο πληθυντικός ευγενείας!
Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τον ενικό αριθμό για΄να μιλήσουν για ένα πράγμα, τον δυϊκό αριθμό για να μιλήσουν για δύο πράγματα που από τη φύση τους ήταν ζευγάρι (π.χ. τὼ ὀφθαλμὼ) ή που απλά ήταν δύο (π.χ. τὼ Διοσκούρω) και τον πληθυντικό αριθμό για να μιλήσουν για ένα πλήθος πραγμάτων.
Στις προσωπικές αντωνυμίες της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, οι οποίες εντάσσονται στα πτωτικά, δεν συναντούμε τον πληθυντικό ευγενείας που υπάρχει στη δική μας γλώσσα σήμερα.
Και πραγματικά, δεν προκαλεί καμία εντύπωση στον σημερινό αναγνώστη ο ενικός αριθμός των αρχαίων κειμένων. Δεν μας φαίνεται περίεργο, για παράδειγμα, που διαβάζουμε από τον Διογένη τον Λαέρτιο, ότι ο Μέγας Αλέξανδρος απευθυνόταν σε έναν μεγάλο σε ηλικία φιλόσοφο, τον Διογένη τον Κυνικό, στον ενικό αριθμό αλλά και ο ίδιος του απαντούσε επίσης στον ενικό παρά το γεγονός ότι απέναντί του είχε έναν βασιλιά!
Επίσης, στα αρχαία κείμενα παρατηρούμε ότι οι διάφορες προσφωνήσεις κατευθύνονται σε πολλά άτομα και όχι σε ένα. Δεν βλέπουμε κείμενα στα οποία προηγείται η προσφώνηση “κύριε” και το όνομα κάποιου, αλλά το γενικό και αόριστο “κύριοι” (δικαστές για παράδειγμα).
Επιπροσθέτως, συναντούμε σπάνια τη λέξη “συγγνώμη” (οι αρχαίοι έλεγαν συγκεκριμένα: “συγγνώμην ἔχε”) ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι χρησιμοποιούσαν αρκετά την προστακτική. Αυτό σημαίνει πως ήταν αγενείς; Φυσικά και όχι! Απλώς οι σχέσεις τους διέπονταν από απλότητα και η κοινωνία τους ήταν με διαφορετικό τρόπο δομημένη απ’ ότι η δική μας.
Στην αρχαία ελληνική γλώσσα υπήρχαν, λοιπόν, μόνο Τ-τύποι (ανεπίσημοι) και όχι V-τύποι (επίσημοι), όροι που χρησιμοποιούνται στη γλωσσολογία και συγκεκριμένα στην κοινωνιογλωσσολογία η οποία εξετάζει την επίδραση της κοινωνίας στη γλώσσα.
Οι ονομασίες τους προέρχονται από τα αρχικά γράμματα των τύπων Τu «εσύ» και Vos «εσείς» τής λατινικής γλώσσας. Έλεγαν, λοιπόν, οι αρχαίοι σύ στον ενικό και ὑμεῖς στον πληθυντικό, χωρίς να υπάρχει καμία διάκριση: τιμητική ή μη οικεία.
Oι Τ-τύποι είναι αυτοί που χρησιμοποιούνται για φίλους, συγγενείς και παιδιά, ενώ οι V-τύποι χρησιμοποιούνται για ηλικιωμένους, ξένους ή σε περιβάλλοντα όπως είναι η δουλειά, το πανεπιστήμιο και άλλα. Έχουν καθιερωθεί καθώς δηλώνουν τον τρόπο με τον οποίο δείχνει κανείς σεβασμό που δεν έχει να κάνει μόνο με την ηλικία αλλά και με την ιδιότητα.
Αντικατοπτρίζει, στην ουσία, την πολυπλοκότητα των σχέσεων, τη δομής της κοινωνίας μας αλλά φανερώνει και τη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους.
Το φαινόμενο αυτό, που αποτελεί μια καθαρά κοινωνική κατασκευή, συναντάται σε πολλές γλώσσες, όπως για παράδειγμα στην ισπανική, στη γερμανική, στη γαλλική, στη ρωσική και σε άλλες, εκεί όμως που τηρούνται αυστηρά οι τύποι και παρατηρείται πραγματικά μεγάλη χρήση τίτλων ευγενείας είναι στην ιαπωνική γλώσσα.
Από την άλλη πλευρά, δεν χρησιμοποιείται σε άλλες γλώσσες και σε ορισμένες δεν βρίσκεται πια σε χρήση. Ένα τέτοιο παράδειγμα γλώσσας είναι η σουηδική, που με το Du-reformen στα τέλη της δεκαετίας του ’60, καταργήθηκε ο πληθυντικός ευγενείας, όπως και διάφοροι τίτλοι ευγενείας (π.χ τα “κύριε”, “κυρία”) σε μια προσπάθεια οικοδόμησης μιας περισσότερο ισότιμης κοινωνίας.
Αυτή η διάκριση υπήρχε και καταργήθηκε και στην αγγλική γλώσσα: σε σαιξπηρικά κείμενα συναντούμε το “thou” με το οποίο απευθυνόταν κανείς σε οικείο πρόσωπο και το “you” που ήταν πιο επίσημο. Τελικά το πρώτο περιέπεσε σε αχρηστία περίπου στα μέσα του 17ου αιώνα.
Για άλλους, τούτος ο πληθυντικός θεωρείται καθωσπρεπισμός και τονίζει μέσω της γλώσσας τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες και διαφορές που υπάρχουν στις σχέσεις μας, καθώς μπορούμε να είμαστε ευγενικοί με πολλούς άλλους τρόπους είτε μέσα από τη γλώσσα είτε μέσα από τη στάση και το ύφος μας, ενώ σε άλλους ανθρώπους αρέσει να κρατούν τους τύπους, όπως και κάποια απόσταση με ορισμένα από τα πρόσωπα με τα οποία συνδιαλέγονται, ορίζοντας με αυτόν τον τρόπο το είδος των σχέσεων μεταξύ τους.
Όπως και να ‘χει, είναι γεγονός ότι επιλέγοντας κανείς την ευγένεια παραβιάζει τη λογική και τις αισθήσεις: έχουμε μπροστά μας ένα άτομο και μιλάμε σαν να απευθυνόμαστε σε δύο. Προτιμητέο ή μη, είναι σίγουρα κάτι που πέρασε στις διάφορες γλώσσες σε ένα μεταγενέστερο στάδιο και είχε να κάνει καθαρά με εξωτερικούς παράγοντες και κοινωνικές αλλαγές.