Λειψυδρία στην Αττική: Η κατάρα του Ποσειδώνα, η επικήρυξη των ακρίδων και η κρήνη που βάφτισε το Ψυχικό
Μία διαχρονική απειλή
Οι δύο Δημήτριοι της αθηναϊκής ιστορίας, Σκουζές και Γέροντας, ιδιαίτερα δραστήριοι σε έρευνα, καταγραφή και προσφορά κατά το πρώτο μισό του 20ού αι., περιγράφουν με ακρίβεια και ολίγη γλαφυρότητα τις ευτράπελες εικόνες μιας καθημερινής του έτους 1899 μπροστά στις δημόσιες βρύσες της Αθήνας. Τις νοικοκυρές που τσακώνονται για το πολύτιμο αγαθό, το οποίο η φύση ουδέποτε χάρισε απλόχερα στην ελληνική πρωτεύουσα κι ας έβριθε αυτή κάποτε ρεμάτων και πηγών.
«… Ο αγών των Αθηναίων δια την εξασφάλισιν και της ελάχιστης ποσότητος νερού συνεχίζεται διαρκής και αδιάκοπος. Στις βρύσες οι ουρές, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι ατελείωτες. Καυγάδες και ξεμαλλιάσματα γίνονται μεταξύ των γυναικών, στις οποίες πέφτει το κύριο βάρος της προμηθείας του νερού. Το αστυνομικόν δελτίον συχνά αναφέρει τραυματισμούς, πολλές φορές και σοβαρούς ακόμη, μεταξύ των «υδροπλήκτων» δια την εξασφάλισιν του ολίγου νερού. Η αθηναϊκή βρύση χύνει κι αυτή ένα δάκρυ, κάθε δώδεκα ή και περισσότερες ώρες, ένα δάκρυ πόνου δια τους διψασμένους κατοίκους της ιστορικής πόλεως […] Η λέξις νερό έχει καταντήσει σχεδόν συνώνυμη της λέξεως «πείνα» και πολλές φορές οι διαδηλωταί, κατά τις παραμονές των δημοτικών εκλογών, το ρίχνουν σαν κύριο σύνθημα…»
Η απειλή της λειψυδρίας που φάνηκε να ελέγχεται το 1929 με τη αποπεράτωση της τεχνητής λίμνης του Μαραθώνα, να ελαχιστοποιείται το 1958 με τη συνδρομή της Υλίκης, αλλά να υπενθυμίζει -ίσαμε σήμερα- την παρουσία της, ήταν οικεία από την εποχή των αρχαίων προγόνων! Εκείνοι, μάλιστα, απέδιδαν την έλλειψη νερού στην οργή του Ποσειδώνα, που πυροδοτήθηκε όταν οι Αθηναίοι τον απέκλεισαν στον διαγωνισμό με τη θεά Αθηνά για την προστασία της πόλης.
Σύμφωνα με τον μύθο, πολιούχος της Αθήνας θα γινόταν ο θεός που θα προσέφερε στην πόλη το πιο ακριβό αγαθό. Χτύπησε με την τρίαινά του ο Ποσειδώνας τον βράχο της Ακροπόλεως και ξεπήδησε νερό. Χτύπησε κι η Αθηνά με το δόρυ της τον βράχο και ξεπήδησε η ελιά. Ακριβή η ελιά για την βρώση των ανθρώπων, πολυτιμότερο όμως αγαθό το νερό. Μόνο που το νερό από την πηγή του Ποσειδώνα ήταν θαλασσινό και δεν προσφερόταν για πόση. Έτσι, η Αθηνά αναδείχθηκε πανηγυρικά νικήτρια και στέφθηκε προστάτιδα της Αθήνας. Έκτοτε, λέει ο μύθος, ο ηττημένος Ποσειδώνας αποφάσισε να τιμωρήσει την πόλη με στέρηση νερού.
Το άγαλμα της βροχής στην Ακρόπολη
«Θύμα» του Ποσειδώνα ή όχι, οι αρχαίες μαρτυρίες πιστοποιούν ότι από την Αττική με τις κάποτε ζυγισμένες αναλογίες σε ανάγλυφο και πεδιάδα έλειψαν τα μεγάλα ποτάμια και οι πηγές της δεν χάριζαν πλούτο του πολύτιμου αγαθού ανάλογο με τον άφθονο αριθμό τους. Για «ξηρά και ουκ εύυδρον πόλιν» κάνει λόγο στα κείμενα του ο Ηρακλείδης, αναφερόμενος στην και τότε (5ος αι. π.Χ.) πολυπληθή Αττική της οποίας οι κάτοικοι υπολογίζονταν σε 350.000! Στις δικές του καταγραφές ο Παυσανίας, ο περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ., αναφέρει πως οι Αθηναίοι είχαν τοποθετήσει στην Ακρόπολη το άγαλμα της Γης, που ικέτευε τον Δία να ρίξει βροχή διότι υπέφεραν από μακροχρόνια λειψυδρία!
Οι αρχαίοι κάτοικοι του άστεως γνωρίζοντας ασφαλώς πόσο ζωτικής σημασίας ήταν η υδροδότηση όρισαν διά νόμου τις προϋποθέσεις κατανάλωσης του νερού και επέβαλαν αυστηρές κυρώσεις σ’ εκείνους που δεν τις τηρούσαν. Ο «επιμελητής των υδραυλικών» ήταν όργανο θεσμοθετημένο από την πολιτεία να επιβλέπει την εφαρμογή των σχετικών νόμων.
Οι Αθηναίοι προμηθεύονταν νερό από πηγάδια, αρκετά από τα οποία, άλλωστε, έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη του σύγχρονου πολιτισμού. Ο νομοθέτης Σόλων έδινε στον πολίτη το δικαίωμα να παίρνει νερό από το δημόσιο φρέαρ με την προϋπόθεση ότι κατοικούσε μέσα σε συγκεκριμένο χώρο του άστεως («εντός ιππικού», δηλαδή σε μέσα σε έκταση τεσσάρων σταδίων, μαρτυρά ο Πλούταρχος). Αν κατοικούσε εκτός, ήταν υποχρεωμένος να σκάψει το δικό του πηγάδι. Αλλά και πάλι, στην περίπτωση αποτυχίας ο νόμος δεν τον άφηνε απροστάτευτο. Προέβλεπε πως αν έσκαβε σε βάθος δέκα οργιών και δεν έβρισκε νερό, είχε δικαίωμα να αντλεί από το πηγάδι του γείτονά του ποσότητα 12 χοών (εννέα οκάδων) ημερησίως.
Οι μακρινοί πρόγονοι κατασκεύαζαν και «ομβροδέκτες» (δεξαμενές συλλογής βρόχινου νερού), χωρητικότητας 300-1.500 κυβικών μέτρων, ενώ οι ανασκαφές στην αρχαία αγορά έφεραν στο φως και αγωγούς του 6ου και του 5ου αι. π.Χ. (!) από τους οποίους διοχετεύετο νερό στην πόλη. Για το πότισμα των αγρών και των περιβολιών τους προσέβλεπαν στα νερά του Κηφισού και του Ιλισού, που δεν ήταν άφθονα, αλλά φαίνεται πως ήταν αρκετά για να κρατούν την αθηναϊκή πεδιάδα γόνιμη και παραγωγική, «ώστε να μπορή να διαθρέψει μεγαλύτερον ακόμη πληθυσμόν», όπως αναφέρει ο Ξενοφών. Μικρότερα ποτάμια, όπως ο Ηριδανός και μερικά ρυάκια, που τα φυσικά φαινόμενα μετέτρεπαν ενίοτε σε χειμάρρους, όπως ο Σκίρος ή ο Κυκλόβορος, δεν αποτελούσαν «υπολογίσιμη» δύναμη για την υδροδότηση της Αθήνας.
Ήταν τότε και μία άλλη πηγή. Στην Καισαριανή. Για θαυματουργές ιδιότητές της κάνουν λόγο οι μαρτυρίες. Πράγματι, η πηγή δεν μνημονεύεται για την πλούσια προσφορά της σε νερό, αλλά ως «αγίασμα», επειδή βοηθούσε τις στέρφες γυναίκες να συλλάβουν (λέγεται ότι η φήμη των νερών της συγκεκριμένης πηγής διέτρεξε τους αιώνες και έφτασε ίσαμε τ’ αφτιά της βασίλισσας Αμαλίας, η οποία προσπαθούσε διακαώς να αποκτήσει παιδί. Άλλα ούτε το νερό της Καισαριανής έκανε το θαύμα).
Κρήνες περιορισμένης αποδοτικότητας, όπως η Πάνοπος ή η Κλεψύδρα, ανακούφιζαν τους περαστικούς τα καλοκαίρια.
Το Αδριάνειο Υδραγωγείο
Έχουν παρέλθει περιπετειώδεις αιώνες αγωνίας και παρακλήσεως στους θεούς να χαρίσουν στην Αθήνα το πολύτιμο αγαθό της φύσης. Ώσπου την περίοδο της ρωμαϊκής πια κατάκτησης, ο αυτοκράτορας Αδριανός, φανατικός ελληνολάτρης, σχεδιάζει για την Αττική και υλοποιεί σειρά έργων χρηστικότητας, καλλωπισμού και πνευματικής καλλιέργειας. Ανάμεσά τους το υδραγωγείο, που θα πάρει το όνομά του. Θα περισυλλέγει τα διαθέσιμα νερά του λεκανοπεδίου και θα τα διοχετεύει στην πόλη. Ο αγωγός θα κατασκευαστεί από οπτοπλίνθους (τούβλα), θα έχει μήκος 25 χλμ. και οι διαστάσεις του θα φτάνουν τα 1,60Χ0,80. Θα ξεκινά από τη δεξαμενή στους πρόποδες του Λυκαβηττού, θα κατευθύνεται δυτικά προς τους Αμπελόκηπους κι από κει θα ακολουθεί τη διαδρομή της σημερινής λεωφόρου Κηφισίας, θα διασχίζει το Χαλάνδρι, το Ηράκλειο και τις Κουκουβάουνες (Μεταμόρφωση), θα περνά από τη θέση Μονομάτι και τον Σχοινιά του Μενιδίου. Εκεί θα διακλαδώνεται με το ένα σκέλος του να καταλήγει στη Δεκελείας και το άλλο στο μετόχι της Αγίας Τριάδας της Πάρνηθας. Μικρότεροι αγωγοί συνδεδεμένοι με τον κεντρικό θα διοχετεύουν το νερό σε παράπλευρους συνοικισμούς και αγροτόπους. Το Αδριάνειο Υδραγωγείο θα περιλαμβάνει δεξαμενές, όπου το νερό, βρόχινο ή προερχόμενο από ρέματα και ποτάμια, θα καθαρίζεται από τη λάσπη και τα βλαβερά στοιχεία. Ο Αδριανός συλλαμβάνει την ιδέα του υδραγωγείου, βοηθούμενος από πλειάδα ειδικών το σχεδιάζει σε κάθε λεπτομέρεια και εγκαινιάζει την έναρξη των εργασιών το 134 μ.Χ.. Ωστόσο, δεν ευτυχεί να το δει ολοκληρωμένο. Το έργο αποπερατώνεται επί του διαδόχου γιου του, Αντωνίνου του Ευσεβούς, και παραδίδεται σε χρήση του 140 μ.Χ..
Το υδραγωγείο είναι βαθιά ανάσα για την Αθήνα, που έως πρότινος μετρούσε το νερό με το σταγονόμετρο. Η παύση της λειτουργίας του, ωστόσο, χάνεται στον χρόνο. Το σίγουρο είναι πως κάποια στιγμή, επί Βυζαντινών πλέον, σταματά η συντήρησή του και παραδίδεται στη λήθη. Μία αναφορά στην «άνομβρη γη» μιας παραμελημένης Αθήνας συναντούμε τον 12ο αι. σε κείμενο του μητροπολίτη Μιχαήλ Ακομινάτου.
Στην πορεία των δεκαετιών δεν θα είναι λίγες οι φορές, που τοπικοί άρχοντες θα στραφούν σε αυτό και θα προσπαθήσουν να το «αναστήσουν», τις περισσότερες φορές με βραχύχρονη επιτυχία. Είκοσι κοντά αιώνες από την εποχή της λειτουργίας του, αρκετά σημάδια του «ζουν» για να θυμίζουν τη μεγαλειώδη προσφορά του στους μακρινούς προγόνους. Τμήματά του θα έρθουν στο φως με τα έργα του μετρό, ενώ η επιγραφή, που ήταν τοποθετημένη στο μέτωπο της δεξαμενής στην αφετηρία του υδραγωγείου, σήμερα «αναπαύεται» περιφρονημένη σε κάποια γωνιά του Εθνικού Κήπου. Γράφει: «Αυτοκράτωρ Καίσαρ Αίλιος Αδριανός Αντωνίνος Αύγουστος, ευσεβής ύπατος, υδραγωγείον εν νέαις Αθήναις, αρξάμενον υπό του θείου πατρός, επέρανεν και αφιέρωσεν».
Η κρήνη που «βάφτισε» το Ψυχικό
Η μακρά περίοδος του οθωμανικού ζυγού θα ανοίξει για την Αθήνα έναν νέο οδυνηρό κύκλο λειψυδρίας. Οι κατακτητές, βλέπεις, ουδόλως ενδιαφέρονται για την ευζωία των κατακτημένων ή τουλάχιστον ενδιαφέρονται έως εκεί απ’ όπου ξεκινούν τα δικά τους οικονομικά οφέλη.
Ήδη, από τα προηγούμενα χρόνια της παρακμής, οι άνθρωποι της πόλης έχουν φυλλορροήσει στο εξωτερικό ή στην ύπαιθρο, όπου προσδοκούν να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη. Τώρα πια η Αθήνα δεν μετρά περισσότερους από 20.000 κατοίκους. «Τα λαμπρά υδραγωγεία τα υπό του αυτοκράτορος Αδριανού συντελεσθέντα, δι ων εισέρρεεν ύδωρ επαρκές προς άρδευσιν παμπληθών κήπων και εις ανάγκας τετρακοσίων χιλιάδων κατοίκων της Αττικής, βριθούσης λουτρών καθημερινής χρήσεως, είχον κι αυτά εντελώς καταστραφή και εστερούντο αι Αθήναι ποσίμου ύδατος» περιγράφει ο χρονικογράφος των αρχών του 19ου αι. Θ. Ν. Φιλαδελφεύς.
Ώσπου, το 1506, με πρωτοβουλία ενός Τούρκου τσιφλικά, ονόματι Αλή Αγάς, και με κοινοτική δαπάνη δημιουργείται ένα υδραγωγείο, μικρότερο του Αδριάνειου, αλλά μάλλον από δική του διακλάδωση, καθώς επίσης και μία κρήνη, που φέρει τον τίτλο «Αγά βρύση». Αυτό είναι και το μόνο κοινωφελές έργο που καταγράφουν τα κιτάπια της εποχής και συνδέεται με την παροχή νερού, του αγαθού που δεν γνωρίζει κατακτητές και κατακτημένους…
Ο βασικός τροφοδότης της πόλης, εκτός βέβαια από τη βροχή, είναι τα νερά του Ιλισού, που διοχετεύονται στο νέο υδραγωγείο και ικανοποιούν στοιχειωδώς τις ανάγκες του πληθυσμού. Ο Παναγής Σκουζές, εμπνευστής του Δήμου Αθηναίων και ιδρυτής της πρώτης αθηναϊκής τράπεζας, στο «Χρονικό της σκλαβωμένης Αθήνας» κάνει λόγο και για ακόμη ένα υδραγωγείο, το οποίο σε κατασκευή και χρήση συνδέει αποκλειστικά με τον τύραννο τοποτηρητή της πόλης Χασεκή, κάτοχο μεγάλης έκτασης, που απέκτησε εκβιάζοντας τους ιδιοκτήτες γης: «Έφερεν (ο Χασεκής) το νερό, της Λυκότρυπας ονομαζόμενο […] και το φέρνει εμπρός εις τον μύλο Σκουντούπη και παίρνει τον κατή, τους αγιάννηδες και κοτζαμπάσηδες και το μετρά έμπροσθεν αυτών. Και το ρίχνει εις το μυλαύλακον και το λαμβάνει κάτω εις τον μύλο του Τζιλιώνη. Όσον έβαλε τόσον και επήρε […] Από εκεί έφτιασεν υδραγωγείον και το επήγεν εις το περιβόλιό του… Αλλά δια να γενεί αυτό το κοντίτο (υδραγωγείο) τόσο πλατύ και τόσο διάστημα, τι επέρασεν ο κόσμος, αγγαρείες και τα λοιπά!»
Μετά την απελευθέρωση, το υδραγωγείο του Χασεκή μετονομάζεται σε «υδραγωγείο του βοτανικού κήπου». Είναι η εποχή που το νερό συνοδεύει τα τάματα. Οι κρήνες κατασκευάζονται από το υστέρημα εκείνου που προσεύχεται για τη γιατρειά του αρρώστου του. Είναι πηγάδια που διανοίγονται με ιδιωτικά έξοδα σε δημόσιο χώρο και προσφέρουν το αγαθό τους επ’ ονόματι του δωρητή.
Ο ακαδημαϊκός Δημήτριος Καμπούρογλου(ς), ιστοριοδίφης και χρονικογράφος της εποχής, παραθέτει σημείωμα της λόγιας μητέρας του, Μαριάννας Σωτηριανού-Γέροντα, όπου αναφέρεται: «Προ της μεγάλης επαναστάσεως το νερό το είχαν για μεγάλο ψυχικό, να κάνουν βρύσαις ν’ ανοίγουν πηγάδια κ.λπ. Όταν ασθενούσε κανείς κι έκανε τάξιμο, αμέσως το εκτελούσε και έβαζε το όνομά του […] το περισσό νερό έτρεχε σε αμπολή (αυλάκι για άρδευση) και πότιζαν τα γειτονικά περιβόλια».
Ο απόγονος του Παναγή Σκουζέ, Δημήτριος, στο δικό του συγγραφικό κατάστιχο, πληροφορεί πως η συνοικία της Αθήνας «Ψυχικό» πήρε το όνομά της από μία τέτοια κρήνη, που παρήγγειλε στην περιοχή για ψυχικό η οσία Φιλοθέη της γνωστής αθηναϊκής οικογένειας Μπενιζέλου.
Τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας κι αφού πια έχει εμπεδωθεί στους Οθωμανούς το ζήτημα της περιορισμένης διάθεσης νερού, το οποίο μάλιστα προέρχεται κυρίως από τους δύο ποταμούς της Αθήνας, συστήνεται μικτή επιτροπή (Ελλήνων και Τούρκων) λελογισμένης κατανάλωσης νερού με διορισμένο επιτηρητή τον «Ποταμάρχη», που νομιμοποιείται να επιβάλει αυστηρές ποινές εκεί όπου δεν υπάρχει συμμόρφωση.
Στα χρόνια του Οθωνα: Βρείτε νερό, επικηρύξτε τις ακρίδες!
Το 1834, αφού ο απελευθερωτικός αγώνας έχει αφήσει την Αθήνα στεγνή και καθημαγμένη, πλην όμως απελευθερωμένη από τον βαρύ οθωμανικό ζυγό και προσαρτημένη σε βασιλική αυλή, το διάταγμα της 18ης Σεπτεμβρίου ανακηρύσσει την πόλη πρωτεύουσα του ελληνικού βασιλείου και τη βάζει σε πορεία αναδημιουργίας. Περιφέρεια και εξωτερικό ενισχύουν τον πληθυσμό της με ανθρώπους, που αναζητούν νέες ευκαιρίες στην καινούργια πρωτεύουσα. Το θέμα της υδροδότησης επανέρχεται δριμύτερο. Μη υπαρχόντων διαθέσιμων πόρων, η Δημογεροντία απλώνει το χέρι στους πολίτες, ώστε να συγκεντρωθεί το ποσό που απαιτείται για την αποκατάσταση του υδρευτικού και αρδευτικού δικτύου της Αττικής. Ο έρανος αποδίδει τόσα όσα αρκούν για την επισκευή ορισμένου τμήματος των υδραγωγείων και ολίγων κρηνών διάσπαρτων στην πόλη. Ασφαλώς, πρόκειται για βρύσες που προορίζονται πρωτίστως για την εξυπηρέτηση εκείνων που έβαλαν βαθύτερα το χέρι στην τσέπη…
Οι δημογέροντες ζητούν επίμονα δάνειο από την κεντρική διοίκηση. Αποτυγχάνουν. Καταφέρνουν, ωστόσο, να τους παραχωρηθεί το δικαίωμα να πωλούν το νερό σε όσους ζητούν παροχέτευση από τον κεντρικό αγωγό ώστε να απολαμβάνουν το αγαθό στα σπίτια τους και τα έσοδα να καταλήγουν στο κοινοτικό ταμείο. Η δαπάνη για την παροχέτευση υπολογίζεται σε 200 δραχμές. Το δε αντίτιμο της κατανάλωσης του αγαθού ορίζεται σε 30 δραχμές το δράμι για συγκεκριμένη ποσότητα του αγαθού και 18 δραχμές για κάθε επιπλέον δράμι.
Το 1835 στις πρώτες δημοτικές εκλογές της Αθήνας αναδεικνύεται ο γιατρός Ανάργυρος Πετράκης και αμέσως σηκώνει τα μανίκια… «Η σκόνη εκάλυπτεν τους καλοκαιρινούς ιδίως μήνες όλην την πόλιν και η έλλειψις του νερού εγίνετο τότε πιο αισθητή. Αλλά το ολίγον εκείνο νερό, που με τόσους αγώνες και με πενιχρά μέσα είχεν κατωρθώσει η Δημογεροντία να προμηθεύση στας Αθήνας, δεν ήταν από υγιεινής απόψεως σε καλήν κατάστασιν» διηγείται ο Δημήτριος Γέροντας. Ο Πετράκης σχεδιάζει σειρά έργων για την εξυγίανση της πόλης με προτεραιότητα στην επισκευή των παλιών υδραγωγείων και στον καθαρισμό των αυλάκων που διοχετεύουν τα λιμνάζοντα νερά μακριά από τον οικιστικό ιστό. Πριν, ωστόσο, προλάβει να ξεκινήσει τις δράσεις, τον Ιούνιο του χρόνου της εκλογής του, ενσκήπτει επιδημία, «κατ΄ άλλους “γαστροχολερική” και κατ΄ άλλους “ελώδης πυρετός”» που οδηγεί στον θάνατο 235 Αθηναίους δημότες! Ο Τύπος αποδίδει την τραγωδία στο μολυσμένο νερό και τις ακαθαρσίες, που διατρέχουν τους δρόμους της πόλης και ρίχνει το ανάθεμα στη δημοτική Αρχή. Ο Πετράκης «πέφτει» πριν προλάβει να υλοποιήσει όσα σχεδίασε. Ευτυχώς για τους δημότες, τον διαδέχεται ο Δημήτριος Καλλιφρονάς, ο οποίος όχι μόνον πραγματοποιεί ό,τι σχεδίασε ο προκάτοχός του, αλλά επιπλέον ρίχνει στο φλέγον ζήτημα της προβληματικής υδροδότησης της πόλης ένα ποσό μαμούθ του δημοτικού προϋπολογισμού: 120.000 δρχ! Τα πόσιμα ύδατα είναι πηγαία, καλής ποιότητος, υπάρχουν δε και φρέατα πολλά, εξ ων ολίγα καλής ποιότητος, θα καταγράφει ο ιατρικός στατιστικός πίνακας του έτους 1838. Οι προσπάθειες του Καλλιφρονά φέρνουν αποτέλεσμα ως προς την ποιότητα. Η ποσότητα παραμένει πεδίο αχαρτογράφητο…
Τώρα πια η φροντίδα των τοπικών αρχόντων επικεντρώνεται στον εντοπισμό πηγών, που θα εμπλουτίσουν τη διαθέσιμη ποσότητα. Η ιδέα για διάνοιξη αρτεσιανών πηγών αποτυγχάνει. Μία προσπάθεια της βασίλισσας Αμαλίας να διανοιχθούν -με δικά της έξοδα- γεωτρήσεις σε βάθος 72 μέτρων δεν φέρνει αποτέλεσμα. Το καλοκαίρι του 1843 ξημερώνει για την Αθήνα ιδιαίτερα οδυνηρό. Οι βροχές του χειμώνα δεν ενίσχυσαν επαρκώς τον Κηφισό και τον Ιλισό, οι υψηλές θερμοκρασίες εξατμίζουν το πολύτιμο αγαθό από τα επιφανειακά φρέατα και συν τοις άλλοις ενσκήπτει επιδρομή ακρίδων! Αγροί, κήποι, αμπελώνες μετατρέπονται σε μεζέ για τα καταστροφικά έντομα. Οι τοπικές Αρχές δεν έχουν παρά να ζητήσουν τη συνδρομή των πολιτών και μάλιστα με το αζημίωτο! Οι ακρίδες επικηρύσσονται! Για κάθε νεκρή ακρίδα, ο Αθηναίος θα αμείβεται με 20 λεπτά! Οι πολίτες βγαίνουν στο κυνήγι και θανατώνουν περί τις 50.000! Αλλά το νερό εξακολουθεί να ρέει λιγοστό.
Οι πολίτες τα βάζουν τώρα με την Αμαλία, που διακόπτει την υδροδότηση για το πότισμα του κήπου της. Τόσο ο Πετράκης ως εκ νέου δήμαρχος όσο και ο Μπενιζέλος που τον διαδέχεται στο αξίωμα καταφεύγουν σε ημίμετρα, αδυνατώντας να βρουν οριστική λύση στο πρόβλημα. Ζητούν δάνεια για συντήρηση τμημάτων του υπάρχοντος δικτύου, για διάνοιξη γεωτρήσεων, για για για… Θλίψη.
Το 1854 προστίθεται στα ζοφερά έτη της ιστορίας του λεκανοπέδιου. Λειψυδρία, χολέρα και αποκλεισμός. Ο πληθυσμός της Αθήνας αποδεκατίζεται. Το λιμάνι, ο Πειραιάς, παραμένει αποκλεισμένο από τον αγγλο-γαλλικό στόλο. Ληστές λυμαίνονται την Αττική.
Οι δαιμόνιοι νερουλάδες και ο Σπύρος Λούης
Όσο η έλλειψη νερού εξακολουθεί να αποτελεί το βασικότερο πρόβλημα της πόλης, οι μάστιγες διαδέχονται η μία την άλλη. Ακρίδες, επιδημίες και κάποτε… υδρονομείς! Είναι οι περίφημοι «νεροκράτες», υπάλληλοι του δήμου -αξιοσημείωτη εκλογική δύναμη- που εντέλλονται να διανέμουν συνετά και δίκαια το υπάρχον αγαθό. Εκείνοι, ωστόσο, έχουν ανακαλύψει στο νερό την κότα με τα χρυσά αβγά. Χρηματίζονται και πλουτίζουν προτάσσοντας στη διανομή και στην ποσότητα όποιον κάνει την καλύτερη προσφορά! Το 1865 η κατάσταση με τους υδρονομείς έχει φτάσει στο μη περαιτέρω και ο δήμαρχος Εμμανουήλ Κουτσικάρης τούς «ξηλώνει» όλους. Δεν ξαναεκλέγεται…
Ανάσα στον δήμο δίνει ο Παναγής Κυριακός. Η διπλή θητεία του στον δημαρχιακό θώκο (1870-74 και 1874-79) εκτιμάται ως από τις πολυτιμότερες για την Αθήνα. Εξασφαλίζει τους πόρους για τη διενέργεια έργων που θα βελτιώσουν την ύδρευση. Καθαρίζει το Αδριάνειο Υδραγωγείο ίσαμε το Χαλάνδρι, επισκευάζει και προφυλάσσει με πλέγματα τα φρέατα ώστε να αποτρέψει τη ρίψη λίθων και χώματος στο εσωτερικό του αγωγού και κατασκευάζει νέες δεξαμενές για τον καθαρισμό του νερού. Οι εργασίες είναι έντονες και αδιάκοπες.
«Η έρευνα των υδραγωγείων των Αθηνών απήτει πάντοτε ένεκα παρεμβαλλομένων δυσχερειών και χρόνον μακρόν και δαπάνας μεγάλας, δεδομένου ότι κατά το πλείστον των, αι έρευναι αύται ήτο αδύνατον να επιχειρηθούν άνευ ανασκαφών» περιγράφει σε έκθεσή του, το 1877, προς το υπουργείο Εσωτερικών ο αρχιτέκτονας Ερνέστος Τσίλλερ, του οποίου η δημιουργική δραστηριότητα στην Αθήνα αυτήν την εποχή είναι εντυπωσιακή.
Εκτός από το υδραγωγείο, ο Κυριακός επισκευάζει τις κοινόχρηστες βρύσες της πόλης, κατασκευάζει άλλες και καταβρέχει συχνά τους δρόμους για να ελαχιστοποιήσει τη σκόνη, που πνίγει την Αθήνα. Ως προς αυτό το τελευταίο, δεν μένει ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. «Όταν λείψει η ομίχλη από το Λονδίνον, τότε θα εκλείψει και εξ Αθηνών ο κονιορτός» δηλώνει.
Αλλά και πάλι… Όλα αυτά τα έργα έχουν βελτιώσει την ποιότητα του νερού, ωστόσο, η πίεση με την οποία αυτό φτάνει στις βρύσες είναι χαμηλή και η υδροδότηση της πόλης εξακολουθεί να αξιολογείται ως ανεπαρκής. Μελετώντας το πρόβλημα και συνοψίζοντας τη διάγνωσή του, ο μεταλλειολόγος και υδρολόγος Ανδρέας Κορδέλλας συνοψίζει στον Κυριακό τα αίτια του προβλήματος: 1. Το έδαφος της πόλης παρουσιάζει ανωμαλίες 2. Ο τρόπος διανομής του νερού είναι ελαττωματικός 3. Οι πολίτες ολιγωρούν ως προς τη διαχείριση του αγαθού.
Τον Κυριακό διαδέχεται ο Δημήτριος Σούτσος, ο οποίος συνεχίζει με ζήλο το έργο των υποδομών υδροδότησης, κατασκευάζει ακόμη μία δεξαμενή συλλογής νερού, επεκτείνει το δίκτυο και σε περιοχές έξω από την Αττική και πολλά άλλα, που όμως δεν λύνουν το ζήτημα της ανεπάρκειας, οπότε για πρώτη, πλέον, φορά ο δήμος στρέφεται συστηματικά στην αναζήτηση νέων πηγών. Προτάσεις δημάρχων και επίδοξων δημάρχων πέφτουν σωρηδόν στο τραπέζι, ενώ μηχανικοί εξετάζουν το ενδεχόμενο να διοχετεύσουν τα νερά της λίμνης Στυμφαλίας από τα ορεινά της Κορινθίας. Οι πολίτες αντιμετωπίζουν το θέμα με επιφυλακτικότητα. Ο Σουρής βρίσκει ευκαιρία…
«Του Δήμου το ταμείον με λίρα θα γεμίσει και όλα του τα χρέη με μιας θα εξοφλήση κι εκεί που ήσαν πέντε τα έσοδα του Δήμου, θα πάνε δεκαπέντε και είκοσι… ψυχή μου!
Από νερά και βρύσες κατακλυσμός θα είναι και θάλασσα θα γίνουν οι προσφιλείς Αθήναι»
Η παρατεταμένη λειψυδρία το καλοκαίρι του 1889, επί δημαρχίας Τιμολέοντος Φιλήμωνος, δεν έχει προηγούμενο. Ακόμα και η βροχή έχει ξεχάσει την πόλη. Οι νοικοκυρές ξημεροβραδιάζονται μπροστά στις δημόσιες βρύσες, που δίνουν το νερό με το σταγονόμετρο. Η ατμόσφαιρα πνίγεται στη σκόνη και οι δρόμοι, ιδίως αυτοί που περιβάλλουν την αγορά ζώων και πουλερικών, ζέχνουν από τα ρέοντα αίματα των σφαχτών. Η προσοχή όλων είναι στραμμένη στις αστικές πυρκαγιές. Είναι τόσος πολύς ο χρόνος που χρειάζεται για να γεμίσει ένα βυτίο, που είναι εύκολο «μία φλόγα να αποτεφρώσει μία κατοικία». Ο Αθηναιογράφος Βασίλης Αττικός καταγράφει ως χαρακτηριστικό δείγμα της επικίνδυνης λειψυδρίας της εποχής την αποτέφρωση εν ριπή οφθαλμού της τριώροφης κατοικίας Μελά στην οδό Αιόλου, διότι οι προσπάθειες να κατασταλή η φωτιά με τενεκέδες νερού απέβη άκαρπος!
Για κάποιον λόγο, που δεν θα συνδεθεί ποτέ επίσημα με τη βασανιστική έλλειψη νερού, αυτό το καλοκαίρι μετρά εντυπωσιακό αριθμό αυτοκτονιών! Ο Σουρής με τον «Ρωμηό» του ξαναχτυπά προσπαθώντας να διασκεδάσει τον πόνο των Αθηναίων…
«Ναι, θα πνιγώ στη θάλασσα δια να με φαν τα ψάρια, και η κοιλιά μου τούμπανο από νερό θα γίνη, θέλω να πιω πολύ νερό και όλος να φουσκώσω, γιατί κι οι βρύσες στέρεψαν και όλα τα πηγάδια. Κι ο κόσμος παραλύσσαξε σε τούτο τον καιρό και στου Φιλήμωνος τ΄ αυτιά φωνάζουν για νερό».
Αυτήν την εποχή γεννιέται ένα επικερδές επάγγελμα. Ο νερουλάς. Δαπανά τον χρόνο του συγκεντρώνοντας νερό από δημόσιες κρήνες και πηγάδια του Αμαρουσίου, που έχει και τη φήμη και τη χάρη του δροσερού και καθαρού. «Κρύο, κρύο, μπούζι και γλυκό σαν το καρπούζι» διαφημίζουν το εμπόρευμά τους οι νερουλάδες, οργώνοντας οι περισσότεροι τις γειτονιές πεζή. Ολίγοι διαθέτουν την πολυτέλεια μιας σούστας. Ο Σπύρος Λούης ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Όταν θα διακριθεί στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 1896, και ερωτηθεί τι επιθυμεί για βραβείο, εκείνος θα απαντήσει με λαχτάρα: Μία σούστα!
Οι χρόνοι φεύγουν ο ένας μετά τον άλλο και μόνο η δραματική κατάσταση της υδροδότησης παραμένει το υπ’ αριθμ. 1 πρόβλημα της πόλης! Το γύρισμα του αιώνα βρίσκει δήμαρχο τον Σπύρο Μερκούρη, ο οποίος από τη μία βλέπει την Αθήνα να καλλωπίζεται οικιστικά με επιβλητικά δημόσια μέγαρα και όμορφα αρχοντικά και από την άλλη να εξακολουθεί να στερείται το πολυτιμότερο αγαθό της φύσης. Τα πρωτοσέλιδα του Τύπου βρίθουν ειδήσεων διόλου κολακευτικών… «Χθες εις την παρά την Βάθην δημοτικήν κρήνην συνήφθη αιματηρά συμπλοκή μεταξύ δύο ομάδων γυναικών, αίτινες διεξεδίκουν δικαιώματα προτεραιότητος περί την υδροληψίαν. Κατά την συμπλοκήν ταύτην ετραυματίσθη με τενεκέν εις την κεφαλήν η Ελένη Κ. μάλλον σοβαρώς και η Αδριανή Β. δια στάμνας εις τον βραχίονα, μάλλον ελαφρώς. Πάντως κατά την συμπλοκήν ταύτην περί την δημοτικήν κρήνην έρρευσεν χθες περισσότερον αίμα παρά ύδωρ»!
Ο Μερκούρης προχωρεί σε εργασίες αποκατάστασης και καθαρισμού των υδραγωγείων της πόλης και σε μισθώσεις νερών από ιδιωτικές γεωτρήσεις γνωστών οικογενειών της Αθήνας, όπως οι Βεζανή, οι Κασσαβέτη, οι Κυπριάδη, οι Ασπρογέρακα, οι Σφακιανάκη.
Με το πρόγραμμα του Μερκούρη, η διαθέσιμη ποσότητα πράγματι αυξάνεται, αλλά καθώς οι ανάγκες μεγαλώνουν, κυρίως μετά το δράμα της Μικρασίας και τον ερχομό των προσφύγων, ο εφιάλτης της λειψυδρίας ανακάμπτει.
Σωτήριον για την Αθήνα αποδεικνύεται το έτος 1925. Στις 4 Απριλίου, η 4η Εθνική Συνέλευση κυρώνει σύμβαση με την αμερικανική εταιρεία «John Marks & Sons-Ulen & Company» και την Τράπεζα Αθηνών «δια την χρηματοδότησιν, μελέτην και κατασκευήν των νέων και οριστικών (σσ. εκτιμούσαν τότε) έργων υδρεύσεως». Η σύμβαση προβλέπει δεξαμενή αποθηκεύσεως νερού (τεχνητή λίμνη), σήραγγα, αγωγό μήκους 21.519 μέτρων, σύγχρονες εγκαταστάσεις καθαρισμού του νερού και εντέλει δίκτυο διανομής «στις πόλεις των Αθηνών, του Πειραιώς και των Φαλήρων».
Ως τοποθεσία κατασκευής της τεχνητής λίμνης έχει προκριθεί ο Μαραθώνας, όπου θα υψωθεί φράγμα που θα αποθηκεύει το διαθέσιμο νερό μέσα στις φυσικές κοιλάδες των ρεμάτων Χάραδρος και Βαρνάβας. Η χωρητικότητα της λίμνης υπολογίζεται σε 41.000.000 κυβικά, ποσότητα που κρίνεται επαρκής για τις ανάγκες του υπάρχοντος πληθυσμού. Μετά την αποπεράτωση του συνόλου των έργων, η αμερικανική εταιρεία παραδίδει τη σκυτάλη εκμετάλλευσης στον «Αν. Ελληνικήν Εταιρείαν Υδάτων». Τον Ιούνιο του 1931 η Αθήνα υδροδοτείται πλέον από τον Μαραθώνα, αλλά η αύξηση του πληθυσμού τα επόμενα χρόνια στο λεκανοπέδιο χαρακτηρίζεται από τους ειδικούς «καταπληκτική». Επιπλέον, όλα τα νέα σπίτια είναι εφοδιασμένα από πλήρεις λουτρικές εγκαταστάσεις. Οι υδρολήπτες από 68.282 το 1932 φτάνουν τους 110.679 το 1938! Η στάθμη της λίμνης του Μαραθώνα, ειδικά το καλοκαίρι, πέφτει δραματικά. Η Εταιρεία Υδάτων παίρνει σαφή εντολή από την κεντρική κυβέρνηση: Βρείτε κι άλλη πηγή νερού! Στα άμεσα σχέδια της Εταιρείας συμπεριλαμβάνονται έργα για τη διοχέτευση των νερών της Σουβάλας, την αξιοποίηση του χειμάρρου στο Κακοσάλεσι, ακόμα και την άντληση από τις πηγές του Παρνασσού.
Ο ζόφος του πολέμου και τα δραματικά χρόνια της Κατοχής φρενάρουν τα πάντα. Οι κατακτητές, εκτός από το ψωμί, παίρνουν και το νερό. Στις 27 Απριλίου του 1941 η λίμνη του Μαραθώνα μετρά απόθεμα 36.677.000 κυβικών. Τον Ιανουάριο του 1945 το απόθεμα του νερού είναι μόλις 9.929.000 κυβικά!
Πολλές λιτανείες για βροχή, μέτρα περιοριστικά της κατανάλωσης, ακόμα και ο περίφημος «βροχοποιός» που κλήθηκε από την Αμερική, δηλαδή το αεροπλάνο, που βομβαρδίζει τα σύννεφα, δεν προσφέρουν παρά εμβαλωματικές λύσεις για τον πληθυσμού του λεκανοπεδίου, που στο μεταξύ αγγίζει τους ένα εκατομ. ανθρώπους!
Ανακούφιση θα έρθει στα μισά του αιώνα. Λέγεται Υλίκη. Είναι η πλούσια και ανεξάντλητη λίμνη της Βοιωτίας, της οποίας το νερό υπερβαίνει τα 450 εκατομ. κυβικά ετησίως! Το έργο εγκαινιάζεται στις 3 Οκτωβρίου του 1954 και τέσσερα χρόνια μετά, τον Σεπτέμβριο του 1958, ξεκινά η διοχέτευση των νερών της λίμνης σ’ εκείνη του Μαραθώνα. Η Αθήνα έχει σωθεί. Επί του παρόντος… Στη δεκαετία του ’70 γεννιέται και πάλι η ανάγκη ενός νέου ταμιευτήρα για την Αττική. Αυτήν τη φορά, τη λύση θα δώσει ο ποταμός Μόρνος. Αλλά και πάλι…
Στα χρόνια που έρχονται, η αύξηση του πληθυσμού στο λεκανοπέδιο θα σημειώνει διαρκή άνοδο και το νερό δεν θα επαρκεί για τις ανάγκες του. Ακόμα και στο γύρισμα του αιώνα, η ελληνική πρωτεύουσα θα αποδεικνύει πως κάποτε ο… Ποσειδώνας έκανε καλή δουλειά…
Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΠΗΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ
– Παυσανίου Αττικά, Ελλάδος Περιήγησις, «Ιστορία της πόλεως των Αθηνών κατά τους μέσους αιώνας» – μετάφραση Σπ. Λάμπρου (Αθήνα 1904)
– Έκθεσις του Δημάρχου Αθηναίων επί των λογαριασμών της εν γένει δημοτ. Διαχειρίσεως του έτους 1877 (Ψηφιακό Αποθετήριο Ακαδημίας Αθηνών)
– Το χρονικό της υδρεύσεως των Αθηνών, Δ. Σκουζέ / Δ. Γέροντα (Αθήνα 1963)
– Ιστορία των Αθηναίων, Δ. Καμπούρογλου (ΠΑΛΜΟΣ, Αθήνα 1995)
– ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΩΜΕΝΗΣ ΑΘΗΝΑΣ, στα χρόνια της τυραννίας του Χατζαλή, Π. Σκουζέ / παλιό και νέο χειρόγραφο επιμελημένο και αποκαταστημένο από τον Γ. Βαλέτα (Αθήνα 1948)
– Εύθυμες εικόνες της παληάς Αθήνας (50 διηγήματα), Β. Αττικού (Αθήνα 1961)
– Ιστορία των Αθηνών επί Τουρκοκρατίας, Θ. Ν. Φιλαδελφέως (Γ. Μπαρτ – Κ. Ελευθερουδάκης, Αθήνα 1902)
– Αρχείο εφημερίδων Τ. Α. Μανιατέα