ΕΦΥΓΕ Η ΛΑΤΡΕΜΕΝΗ ΜΟΥ ΘΕΟΝΥΜΦΗ.

Του Πάνου Καλουδά – Δημοσιογράφου. – 

Έγινε κι αυτό, δυστυχώς. Και μόλις το έμαθα, εδώ στη Θεσσαλονίκη που βρίσκομαι για δουλειά. Έφυγε από τη ζωή, ένα πολύ αγαπημένο μου πρόσωπο. Ενας πολύ δικός μου άνθρωπος. Η γερόντισσα Θεονύμφη. Ο πιο Άγιος άνθρωπος που γνώρισα στη ζωή μου. Έφυγε; Την έφυγαν; Ο Θεός και αυτοί οι σατανάδες το γνωρίζουν αυτό. Τι να πω; Δεν το κρύβω είμαι ταραγμένος. Τη γερόντισσα τη γνωρίζω πολλά πολλά χρονια. Πολύ πριν χάσει την Κωνσταντίνα της. Τη 18χρονη κόρη της, που σκοτώθηκε πριν 43 χρόνια από ένα φορτηγό, στην Αγία Μαρίνα. Αναγκάζοντας την πονεμένη πια μάνα, να αφήσει τα κοινά. Να αφήσει τα πλούτη, τη δόξα, την κοινωνική ζωή και να αφιερωθεί στον Κύριο. Την γνωρίζω από τότε που την τραγουδούσε όλη η Ελλάδα. Κι έτρεχε πίσω της, για ένα αυτόγραφο. Από τότε που με το πραγματικό της όνομα, το Μαίρη Αλεξόπουλου, ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη τραγουδίστρια της χώρας. Η Μαίρη, ο Γιάννης Πουλόπουλος και ο Βοσκόπουλος. Οι τρεις πιο ακριβοπληρωμένοι τραγουδιστές μας, εκείνη την εποχή. Η Μαίρη την περίοδο εκείνη, παντρεύτηκε τον γνωστό βιομήχανο υφασμάτων, τον Ναθαναήλ, όπου απόκτησε και τις δύο της κόρες. Και φυσικά από τη δουλειά της, απόκτησε και μια τεράστια περιουσία. Αμύθητη πραγματικά. Που αργότερα πια, μετά το κακό που τη βρήκε, τη δώρισε όλη, στον Ιερό της σκοπό.Υπήρξε και σύντροφος του γνωστού θεατρικού επιχειρηματία, Αλεξάνδρου Παρίση. Σημερινού δημάρχου της Κεφαλονιάς. Όπου μαζί του διατηρούσε μέχρι το θάνατο της, μία πολύ καλή φιλία. Μόλις έφθασε τότε, στην έπαυλη της, στο Κορωπί, το κακό μαντάτο για το παιδί της, έστρεψε το κεφάλι της ψηλά. Και ρώτησε με σπαραγμό: – Γιατί; Γιατί σε μένα Θεέ μου; Γιατί;” Και πριν πάρει απάντηση, πήρε την οριστική και αμετάκλητη απόφαση της. Άφησε την λαμπρή καριέρα, τον πλούτο, τη δοξα, τη χλιδή και αφοσιώθηκε στην υπηρεσία του Κυρίου. Την έπαυλη την μετέτρεψε σε ησυχαστήρι. Φόρεσε από τότε για πάντα τα μαύρα. Και με αυτά έφυγε. Έχτισε μέσα, στο μπροστινό μέρος του κτήματος, μια τεράστια εκκλησία, ένα μεγάλο αρχονταρίκι, ξενώνες. Και ένα σωρό άλλες βοηθητικές εγκαταστάσεις. Σε ένα κτήμα 14-15 στρεμμάτων. Έκανε και έξω από το Μαρμάρι στη Νότια Εύβοια, ένα ίδιο σε έκταση και σε αξία ησυχαστήριο. Ε, αυτό ήταν. Με το που ήρθε στην Μητρόπολη Μεσογαίας, ο νέος εκκλησιαστικός της προιστάμενος, άρχισε το μαρτύριο της. Όπως η ίδια έλεγε σε όλους. “Επωφθαλμιούν την περιουσία μου. Θέλουν να μου πάρουν το βιός μου αυτό, που το έχω αφιερώσει στον Κύριο. Κι όχι σε αυτούς.” Μου έλεγε. “Θέλουν να με σκοτώσουν για να μου τα πάρουν. Αυτά που με τόσο κόπο, έχω φτιάξει. Μου το δήλωσε ο Μητροπολίτης. Πως του αρέσει ο μικρός επίγειος μου παράδεισος και θέλει να του τον γράψω. Ακούς; Θέλει να του τον γράψω.”…”Υπερβολές της έλεγα. Αφού έχεις στην Πάργα το άλλο σου παιδί. Την κόρη σου τα εγγόνια σου.. Πως να στο πάρει;” Κι όμως η Θεονύμφη κάτι ήξερε. Το έψαξα κι εγώ κι είδα πως υπήρχε στο ιερατικό καταστατικό, ένας όρος που έλεγε πως αν το ακίνητο μετατραπεί σε ησυχαστήριο, περιέρχεται αυτομάτως στην Μητρόπολη. Οι εν Χριστώ απάτες των εν Χριστώ;;; ιερωμένων. Μάλιστα για τον λόγο αυτό έγινε και μια δίκη, στον ανώτερο βαθμό. Που όμως την ειδοποίηση για να παραστεί η γερόντισσα, ποτέ της δεν την έλαβε. Αφού κάποιοι φρόντισαν γι αυτό. Κι έτσι η δική έγινε ερήμην της. Φοβόταν. Φοβόταν πολύ για τη ζωή της. Έννοιωθε μεγάλη ανασφάλεια. Έτρεμε κι έκλαιγε. Με έπαιρνε κάθε μέρα δύο και τρία τηλέφωνα. Για να μου εκφράσει τους φόβους της. Και φυσικά πολύ συχνά πήγαινα. Και δύο και τρείς φορές την εβδομάδα. Καθόμασταν και τα λεγαμε. Προσπαθούσα να της απαλείψω τις φοβίες της. Έχω γράψει για το θέμα αυτό, δεκάδες φορές. Και πάντα έβλεπα με χαρά, την ανταπόκριση, την συμπαράσταση του κόσμου. Που την αγαπούσε γιατί πραγματικά ήταν Αγία. Βοηθούσε κόσμο. Τη μπουκιά έβγαζε από το στόμα της για να την προσφέρει. Πηγαίναμε πολύ συχνά και με τον μαέστρο τον Κώστα Ξενάκη, που νέα, είχε πει και τραγούδια του. Στο φεστιβάλ της Βαρκελώνης και σε άλλα. Και με την Αναστασία πηγαίναμε πολύ συχνά που την αγαπούσε πολύ. Τελευταία ο μητροπολίτης, της έστειλε δύο τρεις μοναχές. Τάχα για να τη βοηθούν. Όμως όπως μας έλεγε σε όλους η γερόντισσα, μάλλον ως παρατηρητές ήταν εκεί κι όχι ως συμπαραστάτριες. Γιατί δεν είχαν και καμιά ισχυρή θρησκευτική συνείδηση, κατά την γερόντισσα. Πριν λίγους μήνες είχα πάει με την καλή μου φίλη τη Μάρα Γραμμένου και την μητέρα της, που ήθελαν να γνωρίσουν αυτή την Αγία γυναίκα. Μου έλεγε και ξανάλεγε η Θεονύμφη για τη Μάρα. “Πόσο όμορφο κορίτσι είναι η φίλη σου. Τι πρόσωπο ουράνιο είναι αυτό. Τι ευλογία έχει πάνω του αυτό το κορίτσι με τη γαλήνη και τη λάμψη που είναι στεφανομένο”. Έτσι αντιμετόπιζε η Θεονύμφη όλους τους ανθρώπους. Με αυτή την αγάπη και τη δοτικότητα. Και για την Αναστασία μιλούσε με αγάπη και τρυφερότητα. Έφυγε λοιπόν. Το πως; Θα το επαναλάβω. Αυτοί και ο Θεός ξέρουν το πώς. Η Γερόντισσα παθολογικά θέματα δεν είχε. Πέρα απο τα αρθρητικά που κάπως υπέφερε, ήταν πολύ γερός άνθρωπος. Αυτή έφερνε βόλτα και τα 14 στρέμματα του κήπου.Με την τσάμπα, το φτυάρι και το κλαδευτήρι στο χέρι. Το ίδιο και τα 750 τετραγωνικά του σπιτιού της, του ησυχαστηρίου της. Μόλις που είχε πατήσει τα 80 της χρονια. Μα ήταν πολύ γερός άνθρωπος. Οι τρεις προ-τελευταίες φωτογραφίες που αναρτώ, είναι από την τελευταία μου επίσκεψη. Δείτε πια, πόσο καταβεβλημένη και φοβισμένη είναι. Έτρεμε απο τον φόβο και την ανασφάλεια της. Ήταν ήδη εκεί, οι… επικουρικές μοναχές. Που κάν δεν της μιλούσαν όπως μου ελεγε. Εκινούντο μέσα στην περιουσία της, περιφρονώντας την. Μου έλεγε. Φοβόνταν η άμοιρη. Φοβόταν πολύ. Όλοι το ξέρουνε. Όλοι οι επισκέπτες της Μονής είχαν εικόνα. Τους έλεγε τον πόνο της. Εγώ δε, όπως είπα, δεκάδες κείμενα έχω αναρτήσει με τους προβληματισμούς της, τις φοβίες της και τις καταγγελίες της. Μόλις πριν λίγο το έμαθα, εδώ στην Θεσσαλονίκη που είμαι, από φίλους. Από ανάρτηση του Φίλιππου, από ενημέρωση της Αναστασίας, της Νάνση Αναστασίου, της Μάρας, του Απόστολου, του φίλου μου του Βλάση… Και πολλών ακόμα, που τηλεφωνικά μου δίνουν την είδηση και την συντριβή τους. Ελπίζω με εντολή εισαγγελέα να γίνει νεκροψία. Γιατί αλλιώς, η ανησυχία μου θα επιβεβαιωθεί ακόμα περισσότερο. Ας είναι καλά η καημένη εκεί που πήγε. Τη δικαιούται την καλή θέση. Πανω απο τη μισή της ζωή, 43 ολόκληρα χρόνια της ζωής της, για τη θέση αυτή εργάζεται.
Α ρε Θεονύμφη. Κάτι ήξερες καημένη μου, για το τέλος σου. Πως θα ήταν τραγικό. Κάτι γνώριζες αγάπη μου. Αναπαύσου. Τουλαχιστον γλύτωσες από την κακία των ανθρώπων. Και δη των ρασοφορεμένων.

loading...