Η υπέροχη ιστορία του Αγίου Γεράσιμου του Ιορδανίτου

Σε τέτοια πνευματικά ύψη είχε φτάσει ο Άγιος Γεράσιμος, ώστε κ αυτά τα άγρια θηρία ακόμη τον σέβονταν, του υπάκουαν κ τον υπηρετούσαν. Η μεγάλη χάρη που του είχε δώσει ο Θεός φαίνεται κ από την ιστορία του Αγίου με το λιοντάρι.
Ο Άγιος εικονίζεται πάντοτε με ένα λιοντάρι. Γιατί άραγε ; Αυτό το άγριο λιοντάρι έζησε κοντά στον Όσιο Γεράσιμο κ τον υπηρετούσε με θαυμαστό τρόπο, όσο καιρό ζούσε. Αλλά κ όταν κοιμήθηκε ο Άγιος τον ακολούθησε με παράδοξο τρόπο, αφού πέθανε πάνω στον τάφο του από υπερβολική λύπη.
Κάποια μέρα, ενώ ο Άγιος περπατούσε στην όχθη του ποταμού Ιορδάνη, συναντήθηκε με ένα λιοντάρι. Μόλις το θηρίο τον αντίκρισε, άρχισε να βρυχάται με παρακλητικό τρόπο κ να ανασηκώνει με δυσκολία το ένα του πόδι. Τι είχε συμβεί ;
Ένα μυτερό κομμάτι καλαμιού του είχε μπηχθεί στο πόδι με αποτέλεσμα αυτό να πρησθεί, να γεμίσει πύο κ να μην μπορεί να περπατήσει από τους πόνους.
Όταν ο γέροντας είδε τη δύσκολη θέση στην οποία βρισκόταν το λιοντάρι, το λυπήθηκε. Αφού το πλησίασε, κάθισε σε μια πέτρα, πήρε το πόδι του λιονταριού κ το εξέτασε προσεκτικά. Το έσχισε με ένα σουγιά, έβγαλε το καλάμι με πολλά υγρά κ πύο κ καθάρισε καλά την πληγή. Μετά την έδεσε καλά με ένα πανί κ έδιωξε το λιοντάρι. Αυτό όμως δεν έφευγε. Αφού θεραπεύτηκε, έμεινε κοντά στον Άγιο, δεν τον άφησε ποτέ πια, ημέρεψε σαν πρόβατο κ τον ακολουθούσε σαν γνήσιος μαθητής του. Ο γέροντας θαύμαζε τη μεγάλη ευγνωμοσύνη του θηρίου, που πολύ σπάνια τη συναντάς στους ανθρώπους.
Από τότε ο γέροντας έτρεφε το λιοντάρι, δίνοντας του ψωμί κ βρεγμένα όσπρια.
Στη Λαύρα, δλδ. στις σπηλιές, υπήρχε ένα γαϊδούρι που έφερνε νερό από τον ποταμό Ιορδάνη για τις ανάγκες των ασκητών. Ο Άγιος ανέθεσε τη φύλαξη αυτού του ζώου στο λιοντάρι. Ήταν υπεύθυνο να το βόσκει κοντά στον ποταμό κ να το προσέχει κατά τη διαδρομή του. Ο γέροντας εμπιστεύθηκε στο θηρίο το γαϊδούρι, όπως σε μικρό βοσκό ένα πρόβατο. Το λιοντάρι έκανε αυτή την υπηρεσία για αρκετό χρονικό διάστημα. Άλλοτε ακολουθούσε το γαϊδούρι, περιτριγυρίζοντας το προστατευτικά σαν σκύλος, άλλοτε καθόταν κοντά του ή πρόσεχε τους γύρω δρόμους, όταν εκείνο έβοσκε. Όσοι το έβλεπαν απορούσαν, σταυροκοπιόνταν κ θαύμαζαν για το παράξενο αυτό θέαμα. Κάποτε το λιοντάρι κ το γαϊδούρι χώρισαν για λίγη ώρα. Αυτό έγινε είτε γιατί το λιοντάρι αποκοιμήθηκε είτε διότι απομακρύνθηκε για λίγο, για να βρει τροφή.
Κάποιοι Άραβες έμποροι καμηλιέρηδες που περνούσαν από εκεί βρήκαν το γαϊδούρι μονάχο του κ το έκλεψαν. Όταν το λιοντάρι αναζήτησε παντού το “φίλο του” κ δεν τον βρήκε, γύρισε στη Λαύρα σκυθρωπό κ λυπημένο.
Ο Όσιος, μόλις είδε το λιοντάρι μόνο του κ σ’ αυτή την κατάσταση, υποψιάστηκε ότι θα έφαγε το γαϊδούρι κ με ύφος γεμάτο σοβαρότητα του είπε :
Τι συμβαίνει λιοντάρι ; Έφαγες το γαϊδούρι ; Φαίνεται λοιπόν ότι ξαναγύρισες στην προηγούμενη σου φύση, αν και δοκίμασες να μεταμορφωθείς σε πρόβατο κ ν’ αποκτήσεις την ιδιότητα τον σκύλου. Αλλά η φύση νίκησε. Θυμήθηκες την προηγούμενη υπερηφάνεια κ τη βασιλική σου κυριαρχία πάνω στα άλλα ζώα, εσύ ο φονιάς κ πεθύμησες πάλι να είσαι αρχηγός. Αλλά εγώ θα σε ταπεινώσω κ θα γκρεμίσω τον εγωισμό σου. Να είσαι λοιπόν, όχι λιοντάρι, όπως πεθύμησες, αλλά γάιδαρος κουβαλητής.
Πραγματικά το λιοντάρι γίνεται τώρα γαϊδούρι. Ο Όσιος το διατάζει με απλότητα να αναλάβει την υπηρεσία του γαϊδάρου. Φορτωμένο τις στάμνες να μεταφέρει το νερό στους μοναχούς από τον ποταμό. Υποτάσσεται στον Άγιο κ εκτελεί την εργασία του γαϊδάρου, όπως ακριβώς κ προηγουμένως συμπεριφερόταν πρώτα σαν αρνί κ μετά σαν έμπιστος σκύλος.
Από τότε που κλέψανε το γαϊδουράκι πέρασε αρκετός καιρός. Το λιοντάρι εκτελούσε τη νέα του υπηρεσία ευχάριστα, ακούραστα κ πρόθυμα.
Μερικοί αναφέρουν κ το παρακάτω περιστατικό : Κάποτε ένας στρατιωτικός πήγε να δει το γέροντα. Είδε το λιοντάρι να μεταφέρει νερό κ έμεινε έκπληκτος από το παράξενο αυτό θαύμα. Τότε έδωσε στον Άγιο τρία χρυσά νομίσματα – τόση ήταν τότε η τιμή ενός γαϊδάρου – κ απάλλαξε το λιοντάρι από τη δύσκολη δουλειά.
Μια μέρα οι Άραβες έμποροι, που είχαν κλέψει το γαϊδούρι, περνούσαν κ πάλι από τον ίδιο δρόμο, κοντά στην όχθη του Ιορδάνη, έχοντας μαζί τους κ το κλεμμένο ζώο. Το λιοντάρι βρισκόταν την ώρα εκείνη σ’ αυτό το ίδιο μέρος, για να μεταφέρει νερό. Είδε το γαϊδουράκι, το αναγνώρισε κ αφήνοντας την ιδιότητα του γαϊδάρου, παρουσιάζεται σαν λιοντάρι κ αρχίζει να βρυχάται κ να στρέφεται εναντίον των εμπόρων. Αυτοί φοβήθηκαν κ το έβαλαν στα πόδια, αφήνοντας μόνα τους τα ζώα.
Το λιοντάρι έπιασε με τα δόντια του το σχοινί κ τράβηξε μαζί με το γαϊδουράκι κ όλες τις καμήλες κατά το μοναστήρι. Όταν έφτασαν στο μοναστήρι το λιοντάρι οδήγησε όλα τα ζώα έξω από το κελί του Οσίου, γεμάτο χαρά. Ήταν πολύ χαρούμενο, έκανε διάφορα πηδήματα κ κινήσεις κ φαινόταν σαν ένας γενναίος στρατιώτης που έρχεται από τον πόλεμο φορτωμένος με λάφυρα.
Όταν ο γέροντας είδε το πρωτοφανές αυτό θέαμα, χαμογέλασε, κατάλαβε ότι άδικα κατηγόρησε το λιοντάρι, το απάλλαξε από τη δύσκολη δουλειά του κ του έδωσε κ όνομα. Το ονόμασε λοιπόν ΙΟΡΔΑΝΗ.
Αυτό είναι ένα άλλο σημάδι της μεγάλης χάρης που πήρε από το Θεό ο Άγιος μας.
Έδινε ονόματα στα άγρια θηρία κ στα άλλα ζώα, συνομιλούσε μαζί τους, ήταν ήμερα μαζί του κ του υπάκουαν, όπως στον Αδάμ, πριν από το προπατορικό αμάρτημα.
Μερικοί αναφέρουν ότι ο Άγιος ελευθέρωσε τελείως το λιοντάρι κ αυτό έκλινε το κεφάλι, αποχαιρέτισε τον Άγιο κ χάθηκε στην απέραντη έρημο.
Όμως μια φορά τη βδομάδα ερχόταν στη Λαύρα κ τον προσκυνούσε. Άλλοι λένε ότι ο Ιορδάνης έμεινε με το Γέροντα πέντε χρόνια κι άλλοι ότι δεν τον αποχωρίστηκε ποτέ. Άλλοι πάλι αναφέρουν ότι γύριζε μέσα κι έξω από τη Λαύρα για άλλα τρία χρόνια, μέχρι που κοιμήθηκε ο Άγιος.
Στο μεταξύ, οι έμποροι, αφού ξεφοβήθηκαν κ θαύμασαν, βλέποντας το λιοντάρι να τραβάει το γαϊδούρι από το σχοινί, ακολούθησαν από μακριά το θηρίο με τη συνοδεία του. Έφτασαν και αυτοί στη Λαύρα κ παρακολούθησαν όσα έγιναν. Ένιωσαν μεγάλη ντροπή για την κακή τους πράξη, γονάτισαν κ έπεσαν μπρούμυτα
στα πόδια του Αγίου κ τον παρακάλεσαν να τους συγχωρέσει. Ζήτησαν την Ευχή και την Ευλογία του και του πρόσφεραν πολλά δώρα, μερικά από τα οποία είχαν μεγάλη αξία. Ο Άγιος δέχτηκε μερικά από τα δώρα των εμπόρων, τους έδωσε χρήσιμες συμβουλές κ ορισμένα δώρα από το μοναστήρι. Τους ευχήθηκε και τους έστειλε στα σπίτια τους, μαζί με τις καμήλες κ τα εμπορεύματα τους. Εκείνοι έφυγαν, ευχαριστώντας τον Άγιο. Από τότε έρχονταν συχνά στο μοναστήρι κ έφερναν μαζί τους πολλά δώρα.
Όταν ο Άγιος κοιμήθηκε ο Ιορδάνης έτυχε να μην είναι στη Λαύρα. Μετά από λίγες μέρες ήρθε κ ζητούσε να βρει το γέροντα κ να τον προσκυνήσει. Μάταια όμως. Ο μεγάλος ευεργέτης του δε φαινόταν πουθενά. Μόλις ο Άγιος Σαββάτιος, ο μαθητής του Αγίου Γερασίμου, είδε το λιοντάρι να ψάχνει
του είπε :
– ΙΟΡΔΑΝΗ, ο γέροντας μας, μας άφησε ορφανούς κι έφυγε κ πήγε στους Ουρανούς, κοντά στον Κύριο. Αλλά πάρε τροφή και φάγε. Το λιοντάρι όμως δεν ήθελε να φάει.
Εξακολουθούσε να κοιτάζει ανήσυχα εδώ κι
εκεί. Ήθελε να δει τον Άγιο κ βρυχόταν
δυνατά, χωρίς να σιωπά ούτε για μια στιγμή. Μάταια ο Άγιος Σαββάτιος κ οι άλλοι μοναχοί το χάιδευαν στη ράχη κ του έλεγαν να φάει κ να ησυχάσει. Όσο προσπαθούσαν να τον παρηγορήσουν με λόγια, τόσο δυνατότερα φώναζε. Οι μοναχοί συγκινήθηκαν κ δάκρυσαν, βλέποντας τη μεγάλη λύπη που ένιωθε το λιοντάρι, επειδή δεν έβλεπε τον Άγιο Γέροντα.
Ο Άγιος Σαββάτιος με νοήματα προσπαθούσε να του δώσει να καταλάβει ότι ο Άγιος πέθανε. Αυτό όμως συνέχιζε να βρυχάται λυπημένο και αγανακτισμένο. Στο τέλος ο γέροντας του είπε :
– Έλα μαζί μου κ θα δεις τον τάφο του. Αφού τα είπε αυτά άρχισε να προχωρεί κι ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ τον ακολουθούσε. Όταν έφτασαν κ οι δυο στον τάφο του Αγίου σταμάτησαν.
Ο Άγιος Σαββάτιος τότε είπε :
– Εδώ είναι θαμμένος, ΙΟΡΔΑΝΗ, ο γέροντας Γεράσιμος.
Στάθηκε ο Άγιος Σαββάτιος κοντά στον τάφο του Αγίου Γερασίμου, δάκρυσε κ έβαλε μετάνοια.
Όταν τον είδε το λιοντάρι, έκαμε κι αυτό μετάνοια. Μετά έπεσε πάνω στον τάφο του Αγίου, κτυπούσε το κεφάλι του κ βρυχήθηκε δυνατά.
Από τον πολύ πόνο που ένιωσε, επειδή έχασε τον Άγιο, ψόφησε αμέσως. Τόσο πολύ αγαπούσε τον Άγιο Γεράσιμο.
Αυτό το θαυμαστό γεγονός έγινε όχι γιατί το λιοντάρι είχε λογική ψυχή.
ΕΓΙΝΕ ΓΙΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΔΟΞΑΣΕΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΥΤΟΝ ΑΓΙΟ Κ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ.🌹🌹

loading...