ΔΙΕΦΘΑΡΜΕΝΟ ΚΡΑΤΟΣ: Φορόλογηση ευρωβουλευτών- Μόνο 5 πλήρωναν φόρο για τις αποζημιώσεις
Το ΣτΕ έκρινε ότι απαιτείται ειδική νομοθετική ρύθμιση και θεωρεί ότι δεν πρέπει να θεωρείται ως εισόδημα από μισθωτή εργασία.
Από τους 21 Έλληνες ευρωβουλευτές μόνον οι 5 κατέβαλλαν φόρο για τα εισοδήματα που είχαν από τις αμοιβές τους για τη δράση τους στο Ευρωκοινοβούλιο. Οι υπόλοιποι θεωρούσαν ότι η απόφαση της ΑΑΔΕ δεν είναι σύννομη και δεν κατέβαλαν τον φόρο που τους καταλόγιζε το ελληνικό κράτος.
Ποιοι είναι οι πέντε ευρωβουλευτές που πλήρωναν φόρο
Όπως είπε πρόσφατα στον ΣΚΑΙ, ο αντιπρόεδρος της Βουλής Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, ένας εκ των πέντε είναι ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κ. Νίκος Ανδρουλάκης και κάλεσε τα κόμματα να πουν ποιοί είναι εκείνοι που δεν κατέβαλλαν τους φόρους. Πληροφορίες αναφέρουν ότι μεταξύ των ευρωβουλευτών που κατέβαλλαν τους φόρους είναι η κ. Μαρία Σπυράκη και τρεις τα ονόματα των οποίων ακόμη δεν είναι γνωστά, αφού οι ίδιοι και τα κόμματά τους δεν έχουν τοποθετηθεί.
Ακόμη και μεταξύ τους οι ευρωβουλευτές δεν γνωρίζουν ποιος πλήρωνε και ποιος δεν πλήρωνε τους φόρους.
Το ενδιαφέρον είναι ότι κανένα κόμμα δεν εξέδωσε ανακοίνωση ή δεν ανέλαβε πρωτοβουλία για να επιλυθεί το ζήτημα, με εξαίρεση τη δημόσια αναφορά του κ. Κωνσταντινόπουλου.
Η ΑΑΔΕ καταλόγιζε φόρο και συνεισφορά στο επίδομα αλληλεγγύης αλλά οι ευρωβουλευτές στην πλειοψηφία τους δεν κατέβαλλαν τους φόρους. Η φορολόγηση, σύμφωνα με πληροφορίες, εκτείνεται και σε ευρωβουλευτές που είχαν εκλεγεί και στην προηγούμενη θητεία.
Το παράδοξο είναι ότι οι έλληνες βουλευτές καταβάλλουν φόρο από το 2016 σύμφωνα με νομοθετική ρύθμιση ενώ για τους ευρωβουλευτές δεν ήλθε από καμία κυβέρνηση ανάλογη ρύθμιση στη Βουλή.
Το ιστορικό για τη φορολόγηση των ευρωβουλευτών
Έτσι, το ΣτΕ μετά από προσφυγή του πρώην ευρωβουλευτή Νότη Μαριά αποφάσισε ότι δεν μπορούν να παρακρατηθούν φόροι χωρίς νομοθετική ρύθμιση.
Μεταξύ άλλων ουσιαστικά αναφέρει πως «η αποζημίωση των ευρωβουλευτών δεν μπορεί να φορολογηθεί ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με κανονιστική πράξη του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων».
Το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε ως μη νόμιμη την σχετική απόφαση καταλογισμού φόρου στους ευρωβουλευτές από την ΑΑΔΕ καθώς όπως αποφάνθηκε πρέπει να έχει ψηφιστεί από τη Βουλή ειδική νομοθετική ρύθμιση.
Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με γνωμοδότησή του το 2021 (70/2021) είχε αποφανθεί ότι η αποζημίωση στους ευρωβουλευτές από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλοδαπής προέλευσης και υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης και εναντίον αυτής της γνωμοδότησης είχε προσφύγει στο ΣτΕ ο κ. Μαριάς.
Ο κ. Μαριάς είχε κληθεί με βάσει την απόφαση του Νομικού Συμβουλίου να υποβάλει εκπρόθεσμη τροποποιητική δήλωση για τα ποσά των αποζημιώσεων -αποδοχών των φορολογικών ετών 2016-2021.
Ο πρώην ευρωβουλευτής προσέφυγε στο ΣτΕ υποστηρίζοντας ότι η απόφαση της ΑΑΔΕ αποτελεί ψευδοερμηνευτική εγκύκλιο και επιβάλλει φορολογικό βάρος, χωρίς να υπάρχει ειδική νομοθετική διάταξη και χωρίς να έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Έτσι, το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 431/2023 απόφασή του έκανε δεκτή την προσφυγή του πρώην ευρωβουλευτή.
Η απόφαση του ΣτΕ για τη φορολόγηση των ευρωβουλευτών
Σύμφωνα με την απόφαση «ο Ευρωβουλευτής δεν συνδέεται με την Ευρωπαϊκή Ένωση με σχέση εξαρτημένης εργασίας, αλλά αποτελεί μέλος θεσμικού οργάνου αυτής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η αποζημίωση του Ευρωβουλευτή δεν έχει το χαρακτήρα μισθού, ούτε εισοδήματος από άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, από το 2009 και εφεξής βαρύνει τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και υπόκειται, καταρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 της απόφασης 2005/684/ΕΚ, σε φόρο υπέρ της Ένωσης.
Αναλυτικότερα, μεταξύ των άλλων, αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ ότι «προκειμένου, ο Έλληνας νομοθέτης να υπαγάγει την αποζημίωση αυτή σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης με βάση την εθνική νομοθεσία, ασκώντας την κατ’ άρθρο 12 παρ. 3 της απόφασης 2005/684/ΕΚ ευχέρεια που του παρέχεται, πρέπει, σύμφωνα με τις αρχές της νομιμότητας και βεβαιότητας του φόρου, αλλά και της σαφήνειας και προβλέψιμης εφαρμογής των εκάστοτε θεσπιζόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων, όπως ιδίως εκείνων με τις οποίες επιβάλλονται φόροι, τέλη, εισφορές κ.λπ., τηρώντας, παράλληλα, την επιταγή του άρθρου 78 παρ. 2 του Συντάγματος να θεσπίσει νέα, σαφή, ειδική διάταξη τυπικού νόμου, εντασσόμενη στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με την οποία είτε θα υπαγάγει την εν λόγω αποζημίωση (και τη μεταβατική) ευθέως στις διατάξεις περί φορολόγησης μισθωτών υπηρεσιών είτε εμμέσως θεωρώντας αυτήν κατά πλάσμα δικαίου ως εισόδημα από μισθωτή υπηρεσία».
Το ΣτΕ έκρινε ότι η αποζημίωση του Έλληνα ευρωβουλευτή δεν υπόκειται ούτε στην ειδική εισφορά αλληλεγγύης των φυσικών προσώπων.
Έτσι, οι 5 ευρωβουλευτές που κατέβαλλαν τους φόρους θα πρέπει να λάβουν πίσω τα χρήματα και εντόκως ενώ θα πρέπει να αποσαφηνιστεί εάν θα έλθει ειδική ρύθμιση στη Βουλή η οποία θα ισχύσει για το μέλλον.
Το πολιτικό ζήτημα
Πολιτικά και με δεδομένο ότι οι ευρωβουλευτές εκλέγονται με σταυρό και επειδή οι ευρωεκλογές θα γίνουν σε σχεδόν ένα χρόνο (Μάιος 2024), οι πολίτες οφείλουν να ενημερωθούν ποιοι εκπρόσωποί τους ήταν ασυνεπείς, έστω και εάν εκ των υστέρων η απόφαση επιβολής φόρου κρίθηκε μη σύννομη.
Πάντως, ορισμένες πληροφορίες, αναφέρουν πως υπάρχουν σκέψεις στα κόμματα οι επόμενες ευρωεκλογές να γίνουν και πάλι με λίστα ώστε να αποφεύγονται υποψήφιοι «σταρ» που δεν παράγουν έργο.
Στη ΝΔ ευρωβουλευτές που έχουν ήδη δύο θητείες έχουν λάβει μηνύματα από το Μαξίμου ότι δεν θα είναι και πάλι υποψήφιοι και διαμαρτύρονται καθώς θεωρούν ότι η απόφαση είναι ισοπεδωτική αφού δεν κρίνονται με το έργο τους.