«Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ δημοκρατικό κόμμα»;

Η κάμψη παραδοσιακών διαύλων επικοινωνίας του Τύπου (που αγγίζει τα όρια της παρακμής) έδωσε χρόνο και χώρο τα τελευταία χρόνια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου συντελείται κοινωνική αλληλεπίδραση με συνακόλουθη την μετατραπή τους σταδιακά σε βασικό μέσο διάδρασης και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των χρηστών τους.

Γράφει η

Κρινιώ Καλογερίδου

Μιας καθημερινότητας η οποία, σε σχολιαστικό επίπεδο, αξιοποιεί την ελευθερία του λόγου σε θέματα πολιτικής επικαιρότητας, με υπερβάσεις ενίοτε οι οποίες κινούνται σε πλαίσιο αθυροστομίας που… ”τσακίζεται στα λόγια”.

Σε αντίθεση με τους αθυρόστομους των ΜΚΔ οι οποίοι προσφέρουν αποδεικτικό υλικό προϊούσας παρακμής λόγω φανατισμού και απαιδευσίας με τις παρεμβάσεις τους σε κοινωνικά, ιστορικά και πολιτικά θέματα, οι πολιτικοί ”τσακίζονται στην πράξη” αποθεώνοντας ή διεμβολίζοντας τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη της ανάλογα με τα κομματικά τους συμφέροντα αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα εθνικά.

Σ’ αυτό το τελευταίο αντιδρά (αντανακλαστικά σχεδόν) ένα ”ειδικό” κοινό, εθνικά ευαισθητοποιημένων και προβληματισμένων σχολιαστών οι οποίοι μετατρέπουν σελίδες του facebook σε… συνεδριακούς ιστοχώρους συζήτησης στρογγυλής τραπέζης!

Συζήτησης που αρχίζει και τελειώνει με την πολιτική και τους πολιτικούς, που υπαρακοντίζουν με τα έργα και τις ημέρες τους ακόμα και θέματα μείζονος εθνικής σημασίας …

– Προσάραξε τουρκικό εμπορικό στην Τήλο. Δεν δέχτηκε βοήθεια από το λιμενικό και το βοήθησε άλλο τουρκικό μέσα μέσα στα χωρικά μας ύδατα!!! Πώς έγινε δεκτό από μας αυτό; Τι θυμίζει; Κι εμείς ασχολούμαστε με τον Παππά…, έγραφε αγανακτισμένη μια φίλη-σχολιάστρια της σελίδας μου κάτω από ανάρτηση άρθρου με θέμα την καταδίκη απ’ το Ειδικό Δικαστήριο του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά.

Καταδίκη αναμενόμενη για πολλούς λόγω της βαρύτητας του αδικήματος του πρώην υπουργού Επικρατείας και, στη συνέχεια, υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης το 2016 (”παράβαση καθήκοντος λόγω εμπλοκής του στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών”, πράξη για την οποία παραπέμφθηκε από τη Βουλή το 2021 και από το Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου στο Ειδικό Δικαστήριο το ’22).

Παράβαση καθήκοντος την οποία θεώρησε προφανώς πλημμέλημα η εισαγγελέας της δίκης Όλγα Σμυρλή, για να φτάσει να προτείνει πριν απ’ τα μέσα του τρέχοντα μήνα την απαλλαγή του ίδιου και του επιχειρηματία Χρήστου Καλογρίτσα, κατηγορούμενου ως συνεργού στο αδίκημα του πρώην υπουργού.

Και τώρα, για να επανέλθω στη φίλη-σχολιάστρια, τίθεται το μεγάλο ερώτημα με βάση το σχόλιό της: Είναι όντως μικρό και ασήμαντο θέμα αυτό της καταδίκης Παππά, για να μας απασχολεί στον παρόντα χρόνο και να μας κάνει να παραμερίζουμε εθνικές ευθύνες που απορρέουν απ’ την (”απαθή”, ενδεχομένως) στάση της κυβέρνησης στο προηγηθέν συμβάν με το τουρκικό φορτηγό το οποίο προσάραξε στη δυτική Τήλο;

Στάση που της ξύπνησε προφανώς δυσάρεστες μνήμες, γιατί παραπέμπει συνειρμικά στην ανοχή και αδράνεια που επιδείξαμε το τρίμηνο Αυγούστου-Οκτωβρίου του ’20 επιτρέποντας στο τουρκικό Oruç Reis να φτάσει 7 μίλια απ’ το Καστελόριζο και να κάνει έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα…

Ωστόσο, υπάρχει μια λεπτομέρεια που αναδεικνύει την υπόθεση Παππά το ίδιο σημαντική με εθνικό θέμα. Κι αυτό γιατί η στάση του κόμματός του (της Αξιωματικής αντιπολίτευσης που διεκδικεί επάνοδο στην εξουσία) προβληματίζει, καθώς δίνει περιοδικά δείγματα μη δημοκρατικότητας.

Επίκαιρο παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη απόφαση του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα να εντάξει τον καταδικασθέντα βουλευτή του στα ψηφοδέλτια του κόμματός του χαρακτηρίζονας την καταδίκη του (δύο χρόνια φυλάκιση με τριετή αναστολή) αποτέλεσμα πολιτικής δίωξης και όχι αμερόληπτης απόφασης της δικαιοσύνης.

Το γεγονός αυτό καταδίκασε μέχρι και η ”real Αριστερά” (ΚΚΕ) ξεκαθαρίζοντας το αδιαμφισβήτητο της πολιτικής ευθύνης του κ. Παππά, γιατί ”διατήρησε και ενίσχυσε τον έλεγχο των ΜΜΕ από τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα που απορρέουν από σχέσεις διαπλοκής όλων διαχρονικά των κυβερνήσεων”.

Κατήγγειλε μάλιστα ως θρασεία και υποκριτική τη δήλωση Τσίπρα ότι ”πολιτικοί οφείλουν να διώκονται από τον φυσικό τους δικαστή κι όχι από τις εκάστοτε κυβερνητικές πλειοψηφίες”, αφού ”ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ – μαζί με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ – που στην πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση απέρριψε, όπως κάνει συνήθως, την πρόταση του ΚΚΕ για πλήρη κατάργηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, ώστε οι υπουργοί να διώκονται όπως όλοι οι πολίτες και αυτή η δίωξη να μην εξαρτάται απ’ την εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία…”.

Ο Περισσός έχει δίκιο, παρεμπιπτόντως, γιατί — αν υιοθετηθεί από τη Βουλή η πρότασή του για την ”πλήρη κατάργηση του άρθρου 86 του Συντάγματος, ώστε οι υπουργοί να διώκονται όπως όλοι οι πολίτες” — θα έχει κάνει αυτή η Κοινοβουλευτική Δημοκρατία μας ένα γενναίο βήμα για την κάθαρση του πολιτικού βίου της χώρας. Κάθαρση η οποία προϋποθέτει, παράλληλα, την πάταξη της διαπλοκής της εκάστοτε εξουσίας με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και τα ΜΜΕ της χώρας….

Για να επανέλθουμε όμως στο έλλειμμα δημοκρατικότητας του ΣΥΡΙΖΑ και του αρχηγού του (παρά τα περί του αντιθέτου πομπωδώς λεγόμενα (βλ. δήλωση Γ. Τσίπρα στο One Channel: Δεν υπάρχει πιο δημοκρατικό κόμμα στην Ελλάδα από τον ΣΥΡΙΖΑ, 28-7-17) και διαφημιζόμενα από τα οικεία του Μέσα (βλ. Αυγή: ”ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Η Δημοκρατία αντεπιτίθεται”, 5-2-’23), δεν έχουμε παρά να κάνουμε ”κατάδυση” στον βυθό των σχετικών αναμνήσεων αλιεύοντας τρία ενδεικτικά παραδείγματα (πέραν αυτού με τον Νίκο Παππά) από το σύγχρονο, το πρόσφατο σχετικά παρελθόν και την τρέχουσα επικαιρότητα.

Τεκμήριο αντιδημοκρατικότητας στο σύγχρονο (προ επταετίας) παρελθόν αποτελεί η ανεκδοτολογικού χαρακτήρα στάση του Αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα απέναντι στους συνέδρους της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός του (2ο συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ, 16-17 Οκτωβρίου 2016) οι οποίοι — αν και είχαν καταψηφίσει την πρότασή του — μετά από παρέμβαση του ίδιου (”Δεν ξέρω αν έχετε καταλάβει τι ψηφίσατε, αλλά είστε ενάντια στην εισήγησή μου”) την υπερψήφισαν αποδεχόμενοι στην ποσόστωση του 25% των μελών της νέας Κεντρικής Επιτροπής να μην προσμετρώνται οι βουλευτές, αλλά μόνο όσοι έχουν κυβερνητική θέση…
Τεκμήριο αντιδημοκρατικότητας στο πρόσφατο σχετικά παρελθόν — από… ”ρηξικέλευθο” βουλευτή, αυτήν τη φορά, του ΣΥΡΙΖΑ (τον Παύλο Πολάκη) — είναι οι δηλώσεις του για ανάγκη δημιουργίας δεύτερης σχολής δικαστών και εθελουσίας εξόδου τους απ’ το Δικαστικό Σώμα προς ανανέωσή του (Ιανουάριος 2022).
Ας σημειωθεί εδώ ότι οι ομαδικές ”εκκαθαρίσεις” Θεσμών του Κράτους Δικαίου και της Ελευθεροτυπίας, που είχε προτείνει τότε ο πρώην Αναπληρωτής υπουργός Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν συνιστούν μόνο αυθαίρετη παρέμβαση εκπροσώπου της Εκτελεστικής εξουσίας στον δεύτερο πυλώνα της δημοκρατίας, τη δικαιοσύνη, αλλά και αφορμή για να καλλιεργηθεί πρόσφορο έδαφος προς ανάπτυξη νέου κύματος βίας από ελεύθερα τυχόν μέλη της τρομοκρατίας.
Τεκμήριο αντιδημοκρατικότητας του πρώην πλέον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ με στόχο τη δικαιοσύνη είναι η νέα ανάρτησή του στο twitter περί ύπαρξης ”βαθέος κράτους”. Κράτους στο οποίο εμπλέκονται (και διαπλέκονται, συνακόλουθα) δημοσιογράφοι, μέλη του δικαστικού σώματος [”οι 13 που καταδίκασαν τον Παππά, των οποίων γνωρίζει τα ονόματα και διαθέτει φωτογραφικό υλικό γι’ αυτούς (πράγμα που παραπέμπει ευθέως σε αφισοκολλήσεις επικηρυγμένων)”], μέλη της διοίκησης της ΑΑΔΕ και τραπεζικά στελέχη της χώρας”).

Σημειωτέον ότι ο Παύλος Πολλάκις τέθηκε — την ώρα που γράφεται το άρθρο — εκτός ψηφοδελτίων (αλλά όχι εκτός κόμματος) από τον πρόεδρό του Αλέξη Τσίπρα, για την χοληφόρα ανάρτησή του. Καθαιρέθηκε, επίσης, από τομεάρχης διαφάνειας και παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Δεοντολογίας.

Η ανάρτησή του, αναμφισβήτητα, έχει δυναμική εξελικτική. Μέσω αυτής διαμηνύει, ουσιαστικά, ότι ”Αν δεν καθαρίσουμε από αυτούς, δεν θα είναι αλλιώς”, ο.ε.δ ”δεν θα ησυχάσουμε, ως… ΣΥΡΙΖΑ”. Κι αυτό προκάλεσε ήδη δικαστικό σεισμό, πέραν του πολιτικού:

Προκάλεσε την έκδοση αυστηρής ανακοίνωση εκ μέρους της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και τη διαταγή διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών της Αθήνας Αντώνη Ελευθεριάνο με την κατηγορία δύο τουλάχιστον αδικημάτων κατά του Π. Πολάκη: αυτό της διέγερσης πολιτών στη διάπραξη εγκλημάτων και της βίας κατά δικαστικών λειτουργών .

Έτσι επιβεβαιώνονται με τον πιο αδιάψευστο τρόπο τα λόγια του φίλα προσκείμενου στην Κουμουνδούρου δημοσιογράφου Γ. Λακόπουλου (”Ανοιχτό Παράθυρο”) ότι: ”Στις κάλπες οι πολίτες ψηφίζουν για Πρωθυπουργό και κυβέρνηση να κυβερνήσει αποτελεσματικά τον τόπο, έχοντας και ως κριτήριο — από όσα βλέπουν — και ποιοι θα είναι υπουργοί του”.

Οι υπουργοί και οι Αρχηγοί όμως των ”κομμάτων του κοινοβουλευτικού τόξου”, με πρώτα αυτά που είναι στην εξουσία ή διεκδικούν να επανέλθουν σ’ αυτήν, πρέπει να σέβονται και όχι να απειλούν τη δικαιοσύνη, Χωρίς σεβασμό σε αυτήν, δεν νοείται δημοκρατία και, ως εκ τούτου, τα κόμματα που την καθυβρίζουν και την αμφισβητούν δεν λέγονται δημοκρατικά…

loading...