Είμαστε μόνο στην αρχή του πετρελαϊκού πολέμου

 

Σε εφαρμογή από χθες η απόφαση της Ε.Ε. για το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού αργού

Μιχάλης Ψύλος • 

«To ευρωπαϊκό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο θα προκαλέσει αύξηση των τιμών στην αντλία; », είναι το ερώτημα που θέτει η γαλλική Le Figaro και που αναμφίβολα απασχολεί άμεσα  τους Ευρωπαίους πολίτες. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, η Ρωσία ήταν, το 2021, από τους τιτάνες της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου. Καλύπτοντας περίπου το «14% της παγκόσμιας προσφοράς ». Η Μόσχα εξήγαγε καθημερινά, 4,7 εκατομμύρια βαρέλια αργού στον κόσμο- σχεδόν τα μισά, κάπου 2,4 εκατομμύρια βαρέλια, στην Ευρώπη. Το πετρέλαιο αντιπροσώπευε επίσης περίπου το 37% των συνολικών εσόδων της Μόσχας, από εξαγωγές.

Από χθες, τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ σταμάτησαν τις αγορές ρωσικού πετρελαίου Urals, δια της θαλάσσης, καθώς οι Βρυξέλλες ελπίζουν ότι έτσι θα ενισχύσουν σημαντικά το οπλοστάσιο των κυρώσεων και θα πλήξουν τα πολεμικά σχέδια του Πούτιν στην Ουκρανία. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περίπου το 94% του ρωσικού αργού που προορίζεται για την Ευρώπη, θα αποκλειστεί και θα συνεχίσει να ρέει μόνο μέσω αγωγών στην Ουγγαρία και τη Βουλγαρία. Ταυτόχρονα, με το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου στα 60 δολάρια το βαρέλι, επιτρέπεται η μεταφορά ρωσικού πετρελαίου σε τρίτες χώρες με ευρωπαϊκά δεξαμενόπλοια, μόνο εάν το φορτίο  θα αγοράζεται κάτω από αυτό το ανώτατο όριο τιμής.  Στη συνέχεια, στις 5 Φεβρουαρίου του 2023, θα σταματήσουν να εξάγονται στην Ευρώπη τα ρωσικά προϊόντων διύλισης πετρελαίου.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ υποστήριξε πάντως ότι τα μέτρα αυτά δεν θα επηρεάσουν τη στρατιωτική δράση κατά της Ουκρανίας. «Η Μόσχα και η ρωσική οικονομία έχουν τις απαραίτητες δυνατότητες για να ανταποκριθούν πλήρως στις ανάγκες και τις απαιτήσεις της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης», ισχυρίστηκε  ο Πεσκόφ.

Αύξηση των τιμών

Για τους Ευρωπαίους προκύπτουν δύο βασικά ερωτήματα: Πρώτον, θα πρέπει να φοβόμαστε τις δυσκολίες εφοδιασμού, ή ακόμη και τις ελλείψεις σε πετρέλαιο και καύσιμα, όταν κλείσει η ρωσική κάνουλα; Και δεύτερον, η απόφαση αυτή θα εκτινάξει τις τιμές στα ύψη; Ο πραγματικός αντίκτυπος του ευρωπαϊκού εμπάργκο και του ανώτατου ορίου τιμών δεν είναι ακόμη σαφής. Η Μόσχα επανέλαβε δεν σκοπεύει να πουλήσει τον μαύρο χρυσό της σε όποια χώρα υιοθετήσει το πλαφόν των 60 δολαρίων.  Η επιλογή των Ευρωπαίων να επιβάλουν πλαφόν 60 και όχι 30 δολαρίων, που ζητούσαν η Ουκρανία και η Πολωνία, θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στην ρωσική οικονομία:

Η τιμή του ρωσικού αργού Urals είχε  διαμορφωθεί στα 69,45 δολάρια την Παρασκευή, μόλις 1% χαμηλότερη από την τιμή του πριν από ένα χρόνο. Ωστόσο, η Μόσχα διαπραγματεύεται ήδη το πετρέλαιό της σε μειωμένη τιμή με τους μη Ευρωπαίους πελάτες της: Μεταξύ 48 και 50 δολάρια το βαρέλι, σύμφωνα με την Argus Media, μια εταιρεία που ειδικεύεται στις τιμές των εμπορευμάτων.

Οι έμποροι αναμένουν μείωση των εξαγωγών ρωσικού πετρελαίου τους επόμενους μήνες και το μέγεθος της μείωσης πιθανότατα θα καθορίσει πώς θα πάνε οι τιμές του μαύρου χρυσού, το 2023.

«Δεν ξέρουμε αν το ανώτατο όριο τιμής θα αποτρέψει την αναστάτωση στην αγορά ή αν η Μόσχα έχει κάτι ακόμα πιο δύσκολο στα σκαριά», σημειώνει η Χελίμα Κροφτ, διευθύντρια στρατηγικής εμπορευμάτων στην RBC Capital Markets. «Ο φόβος είναι ότι μια υποχώρηση των τιμών θα μπορούσε να ωθήσει τη Σαουδική Αραβία να παρέμβει με νέα μείωση της παραγωγής πετρελαίου για να στηρίξει τις τιμές, καταφέρνοντας έτσι ένα σοβαρό πλήγμα στις ελπίδες για χαμηλότερο πληθωρισμό σε πολλές οικονομίες το επόμενο έτος».

Ο Αυστριακός ειδικός στον τομέα της ενέργειας Βάλτερ Μπολτς αναμένει ότι το εμπάργκο πετρελαίου κατά της Ρωσίας θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές έως και 20%, για μερικές εβδομάδες. «Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι θα έχουμε υψηλότερες τιμές για ορισμένα προϊόντα όπως το ντίζελ, η βενζίνη και το πετρέλαιο θέρμανσης για έναν έως δύο μήνες», τονίζει ο Μπολτς. «Πιθανώς, είμαστε μόνο στην αρχή ενός οικονομικού πολέμου στον τομέα του πετρελαίου» λέει ο Γερμανός αναλυτής Ντέμιαν φον Οστεν.

Κίνα και Ινδία

Ο βαθμός στον οποίο το εμπάργκο θα επηρεάσει τη ρωσική οικονομία θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αν η Ρωσία μπορεί να βρει αγοραστές που θα καλύψουν τις ζημιές από το ευρωπαϊκό εμπάργκο.

Προς το παρόν, η Ρωσία έχει αντισταθμίσει  το χαμένο μερίδιο αγοράς στην Ευρώπη πουλώντας το αργό της με  μεγάλη έκπτωση στην Κίνα και την Ινδία. Το Νέο Δελχί ενώ αγόραζε μόλις 100.000 βαρέλια την ημέρα τον Ιανουάριο, εισήγαγε 10 φορές περισσότερα τον Οκτώβριο. Από την πλευρά της, η Κίνα αύξησε επίσης τις εισαγωγές ρωσικού αργού  από 1,6 εκατομμύρια βαρέλια σε 1,9 εκατομμύρια την ημέρα, τον Οκτώβριο. Και με την επικείμενη χαλάρωση των αυστηρών μέτρων για τον Covid, το Πεκίνο θα αυξήσει κατά πολύ τις εισαγωγές φθηνότερου ρωσικού αργού. Η Κίνα έχει ήδη ανακοινώσει ότι δεν θα συμμετάσχει στο ανώτατο όριο τιμών.

Τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια θα πρέπει να βρουν μια εναλλακτική λύση για να συνεχίσουν να λειτουργούν. Θα μπορέσουν να το κάνουν, εισάγοντας πετρέλαιο από τον Κόλπο και τις αφρικανικές χώρες; Η τελικά οι Ευρωπαίοι θα τρέχουν να αγοράσουν ρωσικό αργό από …μεσάζοντες;

Ρωσικό πετρέλαιο από… Τουρκία

Την Τουρκία για παράδειγμα. Υπάρχουν υποψίες ότι ο Ερντογάν έχει ήδη δημιουργήσει μια «κυκλική διαδρομή» για τη μεταφορά ρωσικού αργού σε ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά και οι ιδιωτικοί μεσάζοντες μπορεί να μπουν στον πειρασμό να το κάνουν. Το Freightwaves, ένα ναυτιλιακό ειδησεογραφικό πρακτορείο, επικαλείται μια έκθεση του ναυτιλιακού εμπόρου BRS, η οποία αναφέρει ότι «υπάρχουν σήμερα 1.027 δεξαμενόπλοια σε έναν «στόλο φάντασμα» που λειτουργεί για τη μεταφορά πετρελαίου από τη Βενεζουέλα, το Ιράν και τη Ρωσία». Περισσότερα από τα μισά τάνκερ (503) είναι υψηλής χωρητικότητας, μερικά από τα οποία έχουν πουληθεί από την εισβολή στην Ουκρανία σε μικρές ναυτιλιακές εταιρείες, «οι οποίες βλέπουν μια μεγάλη οικονομική ευκαιρία να εκμεταλλευτούν την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ρωσία».

Ναυτεμπορική

loading...