Ο Γιωργάκης ζήτησε από τη δασκάλα να βγει για λίγο από την τάξη.. Δεν πήγε στην τουαλέτα ή να πιει λίγο νερό..

 …πήγε στην άκρη της μάντρας του σχολείου. Ακούμπησε τη πλατούλα του στον τοίχο, ένωσε τα χεράκια του πάνω στα γόνατα..έκρυψε το πρόσωπό του ..λίγα καυτά δάκρυα κύλισαν πάνω στα αδύνατα ποδαράκια του.
Σήμερα ήταν η μέρα που μοίραζαν οι δασκάλες λίγα ζευγάρια παπούτσια, προσφορά κάποιας εταιρείας, να τα δώσουν στα φτωχότερα παιδιά.
“Γιωργάκη” είχε φωνάξει η κυρία Κατερίνα, η δασκάλα. “Έλα, να πάρεις ένα ζευγάρι. Αυτά που φοράς παρατήρησα από καιρό έχουν τρύπες από κάτω.. έλα” του είπε με χαμόγελο.
Τα βλέμματα όλων σχεδόν των παιδιών στράφηκαν στα παλιά παπούτσια του Γιωργάκη…ένα ζευγάρι που απέκτησε όταν δεν έκαναν πλέον στο μεγαλύτερο αδελφό του. Βγαίνοντας από την τάξη τα έβγαλε γρήγορα..τα κράτησε για λίγο σαν να μην ήθελε να τα αποχωριστεί..μετά τα άφησε απαλά στο καλάθι των σκουπιδιών..
“Σας ευχαριστώ πολύ”, είχε πει στη δασκάλα, “δεν τα χρειάζομαι, έχω και άλλα στο σπίτι”..είπε, και ας μην είχε τίποτα άλλο να φορέσει.
Έτσι ξυπόλητος πήρε το δρόμο για την επιστροφή στο σπίτι…με τα πόδια παγωμένα πέρασε όπως πάντα μπροστά από το εκκλησάκι της Αγίας Άννας.
Κοντοστάθηκε. Χωρίς να ξέρει γιατί έσκυψε το κεφαλάκι του,
“Οι γονείς μου είναι πολύ φτωχοί, με δυσκολία καταφέρνουν να έχουμε κάτι να φάμε..Σε παρακαλώ βοήθησέ μας..” είπε ο Γιωργάκης και συνέχισε το δρόμο για το σπίτι.
Φτάνοντας στον κεντρικό δρόμο και έτοιμος να περάσει απέναντι τα μάτια του έπεσαν σε ένα καφέ πορτοφόλι. Δύσκολα το διέκρινες ανάμεσα στα πεσμένα φύλλα του φθινοπώρου. Το σήκωσε με περιέργεια. Τα ματάκια του άνοιξαν διάπλατα! Ένα σωρό χαρτονομίσματα ήταν μέσα εκεί στιβαγμένα!
Χωρίς δεύτερη σκέψη κοίταξε γύρω του.
Τρεις ηλικιωμένοι που ήταν κοντά τούς ρώτησε με αγωνία αν έχασαν κάτι..και οι τρεις ψάχτηκαν αλλά δεν τους έλειπε τίποτα.
Με αποφασιστικότητα έσφιξε το πολύτιμο πορτοφόλι στο χεράκι του και ξεκίνησε για το αστυνομικό τμήμα που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι τους. Σε όλη τη διαδρομή στριφογύριζαν όλα αυτά που τους έλεγαν πάντα οι γονείς του,
“Ο,τι και αν συμβεί στη ζωή σας να μη χάσετε ποτέ την καλοσύνη, την ανθρωπιά και την εντιμότητα. Να έχετε Πίστη, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα τα εκτιμήσουν”.
Έφτασε λαχανιασμένος στο αστυνομικό τμήμα,
“Τι έχεις μικρέ μου, γιατί τρέχεις;” τον ρώτησε ο αξιωματικός υπηρεσίας.
“Βρήκα αυτό! Βρήκα αυτό!” είπε με ένταση ο Γιωργάκης προτείνοντας το καφέ πορτοφόλι.
Ο αξιωματικός το άνοιξε και έριξε μια ματιά μέσα. Σήκωσε τα μάτια του και κοίταξε τον μικρό Γιωργάκη.
“Δε μού λες, πριν το φέρεις εδώ το άνοιξες να δεις τι έχει μέσα;”
“Ναι κύριε, αλλά σας ορκίζομαι, δεν πήρα τίποτα, ούτε καν τα άγγιξα..
Μπορεί σε εκείνον που ανήκει να έχει περισσότερη ανάγκη από μένα..μπορεί να έχει παιδάκια που δεν έχουν τίποτα να φάνε..” είπε ο Γιωργάκης και έσκυψε το κεφαλάκι του θεωρώντας ότι ο αστυνομικός δεν θα τον πιστέψει..
Ο αξιωματικός μόλις τώρα πρόσεξε ότι ο μικρός ήταν ξυπόλητος.
“Πού είναι τα παπούτσια σου παιδί μου;”
Ο Γιωργάκης ανασήκωσε φευγαλέα τα μάτια του και έσκυψε ξανά το κεφάλι.
Ποιες λίγες λέξεις άλλωστε θα μπορούσαν να περιγράψουν έστω και ελάχιστα την εικόνα μιας οικογένειας στην ανέχεια..
“Κάθισε” του είπε ο αστυνομικός
μπαίνοντας στο γραφείο. “Θα τα πούμε σε λίγο”. Η καρδιά του Γιωργάκη σφίχτηκε, φοβήθηκε ότι κάτι κακό θα του πει..
Σε λίγα λεπτά ο αξιωματικός βγήκε με ένα ελαφρύ χαμόγελο στα χείλη του.
“Λοιπόν μικρέ, που ακόμα δεν ξέρω το όνομά σου, σήμερα είναι η τυχερή σου μέρα! Μόλις επικοινώνησα με τον ιδιοκτήτη του πορτοφολιού…του εξήγησα και μου ζήτησε να σε ευχαριστήσω γιατί έχει πολύ σημαντικά στοιχεία μέσα στο πορτοφόλι. Με παρακάλεσε επίσης να σού δώσω τα μισά χρήματα από όσα βρίσκονται μέσα!”
Τα ματάκια του μικρού ορθάνοιχτα τώρα βούρκωσαν..τα δάκρυα έσταζαν ζεστά, μάταια προσπαθούσε να τα συγκρατήσει..
Πήρε τα χρήματα που του έδωσε ο αξιωματικός και τα έβαλε με τρεμάμενα χέρια στην τσέπη του ξεθωριασμένου παντελονιού του.
“Γιωργάκη με φωνάζουν κύριε” ψέλλισε βγαίνοντας από το γραφείο.
Σχεδόν τρέχοντας ξεκίνησε για το σπίτι. Είχε άλλωστε αργήσει και η οικογένειά του θα ανησυχούσε..
Τώρα πλέον ήταν σίγουρος για την αξία όλων αυτών που τους δίδασκαν οι γονείς του…μα πιο πολύ ήταν σίγουρος ότι η Αγία Άννα είχε ακούσει την παράκληση για βοήθεια που είχε ζητήσει μέσα από τα βάθη της ψυχής του..
Θανάσης Αυγερινός

loading...