Ληξουριώτισσα: Κουπόνια, από τα παλαιά…

Η υπόθεση «κουπόνια» είναι άλλο ένα από τα καυτά θέματα του καλοκαιριού, που ξεμύτισε μέσα από ένα ολόκληρο μέτωπο άλλων φλεγόντων, κυριολεκτικά και μη… θεμάτων!

Σε μια φτιαχτή συγκυρία, όπου οι πλανητικοί «διαχειριστές» μας ετοιμάζονται να μας σερβίρουν, συν τις άλλοις, και μια επισιτιστική κρίση, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε καταλάβει, πλέον, ότι η Ελλάδα ζούσε και «αναπτυσσότανε» στην σφαίρα της εικονικής και σπασμωδικής ευημερίας, τουλάχιστον από τότε που ένας [σιωνιστής] Σημίτης, φανερά «έκοψε τα ποδάρια» της εγχώριας παραγωγής` η Ελλάδα ζούσε, δηλαδή, σε μια κατάσταση εκκολαπτόμενης φτώχιας, με δανεικά και με αυταπάτες` ζούσε ήδη με… δελτίο! Και αυτό, σε μια εποχή όπου η αφθονία ήταν δεδομένη στις χώρες του «πρώτου κόσμου», επιδιωκόμενη στις χώρες του «δευτέρου» και άπιαστο όνειρο, στις χώρες του «τρίτου κόσμου»… Και αυτό, σε μια Ελλάδα όπου κάποιοι αστοί και τα απανταχού κομματόσκυλα, ακόμα γλεντάνε και πληθύνονται με δανεικά και υποσχέσεις, θεωρώντας πως τα τεκμήρια της ακραίας ανέχειας ανήκουν μόνο στα… μουσεία! Όμως, εκείνοι ακριβώς που αισθάνονται σαν να αιωρούνται με μπαλόνι στα σύννεφα είναι εκείνοι που θα ζητήσουν ευθύνες για τους νεκρούς και τραυματίες, δεξιά και αριστερά (sic!), πλην, βεβαίως, εαυτών και αν επιζήσουν όταν σκάσει η… φούσκα!

Να, λοιπόν, πως ήρθε πάλι η ώρα όπου, στο πάλκο της ιστορίας, ο «σκηνοθέτης» του κόσμου τούτου ετοιμάζεται να εμφανίζει το φάσμα της ακραίας πείνας. Πλησιάζει η στιγμή που τα κουπόνια των υπεραγορών (supermarkets) – τα οποία το αγοραστικό κοινό, με ενθουσιασμό αποδεχόταν, υπό μορφήν προνομίων, ένεκα της «πίστης» τους στο συγκεκριμένο κατάστημα και συνάμα μιας διαρκούς προσαρμοστικής αδράνειας στο χαρτζιλίκωμα -, θα σου χαρίζουν, αντί του πλεονάσματος, το μίνιμουμ για την καθημερινή επιβίωση και αυτό, ΥΠΟ ΟΡΟΥΣ!

Δεν ξέρω αν ο πολύς, ο κόσμος, γνωρίζει ότι για την σημερινή παγκόσμια «παράσταση πείνας», είχαν γίνει πολλές πρόβες, κατά καιρούς και κατά τόπους, με μια από τις τελευταίες να λαμβάνει χώρα στην Ρουμανία της δεκαετίας του ’80.

Για του λόγου το αληθές, θα μεταφράσω αποσπάσματα από ένα ρουμανικό άρθρο που περιγράφει πτυχές της πρόσφατης, επίσης τεχνητής, επισιτιστικής κρίσης η οποία συνέβαλε, τότε, στην πραγματοποίηση… ανώτερων ιδανικών – την εξόφληση του εθνικού χρέους!

(πηγή: https://playtech.ro/stiri/ce-si-cate-alimente-aveam-voie-sa-consumam-pe-vremea-lui-ceausescu-ce-insemnau-adidasi-si-calculatoare-185487)

«Η δεκαετία του ’80 υπήρξε η πιο σκληρή για τους ρουμάνους

Στη διάρκεια του δικτατορικού καθεστώτος του Νικολάε Τσαουσέσκου, η οικονομική ανεξαρτησία των ατόμων είχε κατασταλεί. Αυτό σήμαινε πως οι υπήκοοι δεν είχαν πια την ικανότητα να αποθηκεύουν τρόφιμα, κάτι που – σύμφωνα με την άποψη του καθεστώτος -, θα απέτρεπε τις επαναστάσεις.

80% των μεταπολεμικών ρουμάνων ήταν αγρότες και ως εκ τούτου ήταν συνηθισμένοι να φυλάνε τρόφιμα για τους εαυτούς τους και τα ζώα τους. Όταν το νέο καθεστώς ανέλαβε την εξουσία, το απόθεμα τροφίμων αναιρέθηκε μέσω του περιορισμού της ιδιοκτησίας, δια του θεσμού των «Συνεταιρισμών Αγροτικής Παραγωγής» και δια της εξαναγκαστικής βιομηχανοποίησης, με σκοπό να μεταφερθεί μεγάλος αριθμός ατόμων σε ελεγχόμενα βιομηχανικά περιβάλλοντα.

Αυτό το είδος οικονομικού ελέγχου δημιούργησε μεγάλα κενά στην διακίνηση τροφίμων, όμως οι άνθρωποι προσπάθησαν να αντισταθούν. Οι ρουμάνοι προσπαθούσαν να βάλουν στην άκρη κάποια προϊόντα, για να «τιμήσουν» κάποιες ιδιαίτερες στιγμές, ως μια ευκαιρία να δραπετεύσουν της πραγματικότητας, απολαμβάνοντας κάτι τις από τα παλιά, ακόμα και στις δύσκολες συνθήκες που είχε προκαλέσει ο «κομμουνισμός».

Στην δεκαετία του ’80, ο Τσαουσέσκου είχε αποφασίσει να αναβαθμίσει την τεχνολογική πρόοδο, συνάμα και την εγχώρια παραγωγή αγαθών προς εξαγωγής. Επίσης, ο δικτάτορας και η κλίκα των υπάκουων συμβούλων του, αποφάσισαν την πραγματοποίηση δυο μεγάλων έργων – με καταστροφικές συνέπειες για την ρουμανική οικονομία και για το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού:

Την οικοδόμηση, σε μια κεντρική, ιστορική συνοικία του Βουκουρεστίου, ενός «πολιτικού κέντρου», που θα συμπεριλάμβανε το «Σπίτι του Λαού» – το σημερινό «Παλάτι της Βουλής» -, την Ρουμανική Ακαδημία, τις έδρες πολλών υπουργείων, την πλατύτερη και μακρύτερη λεωφόρος του έθνους (υπερβαίνοντας τις διαστάσεις και της Champs Elysse!) και χιλιάδες «τυποποιημένες» κατοικίες για την εργατική τάξη.

(σ.μτφρ. – Όλα αυτά στήθηκαν πάνω από τα συντρίμμια πολλών και σπουδαίων ιστορικών και αρχιτεκτονικών κειμηλίων που κατεδαφίστηκαν ανηλεώς` στήθηκαν πάνω από τα συντρίμμια μιας ολόκληρης εποχής και των ανθρώπων της. Το αποτέλεσμα δέ, θεωρείται παγκόσμιας κλάσης και αναγνώρισης!

Το εμβληματικότερο κτήριο που κατεδαφίστηκε – 29-31 Μαρτίου 1984 – ήταν το Νοσοκομείο των Μπρανκοβεάνου, οι οποίοι ήταν γόνοι του ιερομάρτυρος Κωνσταντίνου!

Το τίμημα για την βεβήλωση του πολύτιμου συγκροτήματος το πλήρωσαν, ατόφιο, οι Τσαουσέσκου, όπως προκύπτει και από το απόσπασμα ενός σχετικού άρθρου https://www.libertatea.ro/stiri/pietroiul-blestemat-a-anuntat-moartea-lui-ceausescu-429320 :

«Στις 14 Οκτωβρίου 1838, το Νοσοκομείο των Μπρανκοβεάνου άνοιξε για τους ασθενείς. Προκειμένου να σφραγίσει αυτή την οικοδόμηση, η κτήτορας Σάφτα Μπρανκοβεάνου παρήγγειλε μια μαρμάρινη επιγραφή που συμπεριέλαβε στην πρόσοψη του ναού του συγκροτήματος. Μεταξύ άλλων η επιγραφή έφερε και μια κατάρα που αφορούσε οποιονδήποτε θα άγγιζε το κτήριο. Ο Τσαουσέσκου κατεδάφισε το τετράγωνο, το 1984. (σ. μτφρ. – Η κατεδάφιση αυτή δεν ήταν καν αναγκαία για την υλοποίηση των σχεδίων!) Από το κτήριο έμεινε μόνο το μάρμαρο που περιέχει την κατάρα. «Η επιγραφή, η οποία βρίσκεται σήμερα στο Πανεπιστήμιο, στην αυλή του Μουσείου Ιστορίας του Βουκουρεστίου, περιέχει, στο τέλος, μια κατάρα που ζητάει από Τον Θεό να σκοτωθεί χρονιάρα μέρα, από τους ομοεθνείς του, όποιος επιφέρει βλάβη στο νοσοκομειακό οικοδόμημα. Το 1989, ο Τσαουσέσκου εκτελέστηκε ημέρα Χριστουγέννων.»)

Την επιστροφή ολόκληρου του εξωτερικού χρέους (που είχε προκύψει υπέρ της άνω αναφερόμενης τεχνολογικής αναβάθμισης), ενίοτε προ των προθεσμιών, με σκοπό να καθίσταται η Ρουμανία πλήρης και αυτάρκης.

Τοιουτοτρόπως, η εγχώρια έλλειψη τροφίμων αυξήθηκε απότομα, οι ουρές στα καταστήματα τροφοδοσίας μεγάλωσαν υπερβολικά και ο κόσμος βρέθηκε στην ανάγκη να αναζητεί, να διασφαλίζει και να κονσερβοποιεί, όσο το δυνατόν, διατροφικά προϊόντα.

Το χειμώνα, οι αστοί μετέτρεπαν τα μπαλκόνια σε αποθηκευτικούς χώρους, προκειμένου να επιβιώσουν στους πολλούς, δύσκολους και κρύους μήνες, όταν η παραγωγή τροφίμων είχε την χαμηλότερη απόδοση. Σημειωτέον ότι τα προϊόντα για την εγχώρια κατανάλωση ήταν πολύ χαμηλής ποιότητας.

Τη μιζέρια που προκαλούσε η έλλειψη τροφίμων, την αυξάνανε οι τακτικοί περιορισμοί στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, στη θέρμανση, στο ζεστό νερό και στο φυσικό αέριο. Ο σκοπός ήταν να περιοριστεί στο ελάχιστο η εγχώρια κατανάλωση ώστε να μεγιστοποιηθούν οι εξαγωγές.

Εντέλει, η διατροφή δελτιοποιήθηκε και τα κουπόνια τροφίμων έγιναν κανόνας, όπου οι άνθρωποι δικαιούντο να αγοράζουν συγκεκριμένες ποσότητες από τα βασικά είδη διατροφής – αυγά, ψωμί, λάδι μαγειρικής (σπορέλαιο) -, χωρίς αυτό να προεξοφλεί, όμως, ότι τα προϊόντα θα είναι και διαθέσιμα!!!

Τις μόνιμες ουρές μπροστά από τα καταστήματα τροφίμων, τις σχημάτιζαν κυρίως οι συνταξιούχοι και οι έφηβοι ή οι φοιτητές που δεν είχαν εργασιακές υποχρεώσεις. (σ. μτφρ. – Οι ουρές για τα γαλακτοκομικά προϊόντα σχηματιζότανε από νωρίς, τη νύχτα. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες είχαν και από ένα σκαμπό, περιμένοντας, χειμώνα-καλοκαίρι, μπας και το φορτηγό που κατέφτανε τα ξημερώματα, θα έφερνε γάλα και γιαούρτι για όλους… Συνήθως, το φορτίο δεν έφτανε για όσους είχαν αργήσει να πιάσουν σειρά…)

Οι ουρές είχαν μετατραπεί σε κάτι σαν κοινωνικό δρώμενο, εφόσον οι άνθρωποι βρισκόντουσαν για ώρες ολόκληρες, περιμένοντας μαζί, το γάλα ή το κρέας` κάποιες γυναίκες φέρνανε και τα πλεκτά τους, ενώ οι συζητήσεις φούντωναν, χωρίς όμως να υπάρχει ανοικτό παράπονο για την κατάσταση διότι ποτέ δε ήξερες ποια αυτιά παρακολουθούσαν! (σ. μτφρ. – οι ουρές έβριθαν από πράκτορες του καθεστώτος!)

Άπαξ και η νέα επισιτιστική κατάσταση θεσμοποιήθηκε, οι ρουμάνοι υποχρεωνόταν να τρώνε με φειδώ, σύμφωνα με την κοσμοθεωρία της κομμουνιστικής νομενκλατούρας` στον κάθε πολίτη άρμοζαν οι εξής ποσότητες:

300 γραμμάρια ψωμί, ημερησίως (σ. μτφρ. – Ο Μαξίμ Μπεργκιάνου, τέως πρόεδρος της Κρατικής Επιτροπής Σχεδιασμού, ο οποίος είχε περάσει και από άλλα υψηλά κυβερνητικά πόστα, αναπολεί, σε μια συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο Κέντρο Προφορικής Ιστορίας, το 2002, πως είχε πάρει ο Τσεαουσέσκου την πρωτοβουλία για την μείωση κατανάλωσης ψωμιού, στα μέσα της δεκαετίας του ’70:

« […] Εκείνος παρατηρούσε πάντοτε για κακό. Π.χ., τελευταία φορά που τους είδα, είχαν μόλις επιστρέψει από μια επίσκεψη στη Γαλλία. Δεν συγκράτησα ποιος ήταν ο γάλλος πρόεδρος, τότε` ο Πομπιντού ή ο Μιτεράντ… ίσως ο Μιτεράντ. Τι νομίζεις πως παρατήρησε; Ότι στη δεξίωση οι άνθρωποι λάμβαναν μόνο ένα ψωμάκι και όχι 2-3 που δίναμε στις δικές μας δεξιώσεις. Το συμπέρασμα ήταν πως εμείς σπαταλάγαμε τα τρόφιμα, καταναλώναμε πολύ ψωμί, με το οποίο οι αγρότες τάιζαν, εν τέλει, τα πουλερικά και τα γουρούνια τους. Του ήρθε, λοιπόν, η ιδέα να μειώσει την κατανάλωση ψωμιού κατά 20%, ανήμερα Πρωτοχρονιάς.»)`

Μηνιαίως:

500 γραμμάρια τυρί`

10 αυγά`

500 γραμμάρια βοδινού ή χοιρινού κρέατος (σ. μτφρ. – κυρίως χοιρινού κρέατος, εν είδη «αδίδας και υπολογιστές» – όπως «χαϊδευτικά» ονόμαζαν οι πολίτες τα διαθέσιμα πόδια και κεφάλια χοιρινού…) `

1 kg πουλερικού κρέατος (σ. μτφρ. – υποαναπτυγμένα, χλωμά κοτόπουλα, 2 στο κιλό) `

100 γραμμάρια βουτύρου`

1 kg ζάχαρης`

1 λίτρο σπορέλαιου`

1 kg αλεύρι.

Παρόλα αυτά, οι άνω ποσότητες τροφίμων δεν ήταν πάντοτε διαθέσιμες, ενώ η κομμουνιστική προπαγάνδα κάλυπτε αυτή τη πραγματικότητα, στολίζοντας, στις βιτρίνες καταστημάτων, τα 5-6 διαθέσιμα προϊόντα.

Όταν ο Τσεαουσέσκου έμελλε να επισκεφτεί κάποια αγορά ή κάποιο κατάστημα, η εικόνα άλλαζε ριζικά, με τα ράφια και τα ψυγεία να γεμίζουν με ποιοτικά προϊόντα, σε αφθονία. Αυτό το γεγονός έκανε πολλούς πολίτες να αναρωτηθούν αν ο Τσεαουσέσκου γνώριζε καν για τις ελλείψεις…”

***

Στη συνέχεια, θα παραθέσω λίγα στοιχεία σχετικά με τις ελλείψεις καυσίμου που αντιμετώπιζαν οι ρουμάνοι σε εκείνη την κομβική δεκαετία, του ’80…

Η μηνιαία «δόση» καυσίμου/ιδιοκτήτη αυτοκινήτου ήταν, τότε, 40 λίτρα στις πόλεις και 17 λίτρα στην επαρχία…

Η ουρές ήταν ατελείωτες` η αναμονή διαρκούσε από μονοψήφιο αριθμό ορών έως διψήφιο αριθμό ορών…

Η κλεψιά οργίαζε για τον οποίο λόγο, το καύσιμο που αφορούσε τα κρατικά οχήματα βάφτηκε κόκκινο προκειμένου να εντοπιστεί στους ιδιώτες που απευθύνοντο στη μαύρη αγορά…

https://www.4tuning.ro/istorie-auto/amintirea-comunismului-crezi-ca-acum-e-rau-cum-era-sa-fii-sofer-inainte-de-1989-37111.html

Στο βίντεο θα δείτε μια ουρά για καύσιμο, σε πόλη της επαρχίας, στα βόρεια της Ρουμανίας: https://www.youtube.com/watch?v=lCsRmPYwzrA

***

Μπορεί να μην σας έχω κάνει τη καρδιά περιβόλι με τα γραφόμενά μου, ελπίζω πάντως να έχω «φυτέψει» κάποιον επιπλέον προβληματισμό στις διάνοιες ορισμένων. Εξάλλου, το ότι η ύπαιθρός και η επαρχία είναι ποιο φιλικά, προς τον άνθρωπο και τη ζωή, περιβάλλοντα, το γνωρίζει ο καθένας, έστω και από σπόντα! Τουλάχιστον οι… «ψεκασμένοι»!

ληξουριώτισσα

https://www.loulismuseum.gr/i-georgia-synanta-tin-techni/episitistiko-deltio

loading...