Η αντιπαράθεση Δύσης-Ρωσίας σε νέα επικίνδυνη φάση

Ο πόλεμος στην Ουκρανία οδηγείται σε κλιμάκωση. Η Μόσχα προχωρά σε μερική επιστράτευση και στηρίζει τα δημοψηφίσματα των ελεγχόμενων απ΄ αυτή περιοχών για ένταξη στη Ρωσική ομοσπονδία. Αυτή είναι η απάντηση της στην Ουκρανική αντεπίθεση και στην εκδίωξη των δυνάμεων της από την περιοχή του Χαρκόβου.

Γράφει ο

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ

PhD© Διεθνολόγος-Πολιτικός Επιστήμονας

Προηγήθηκε η αναβάθμιση των στρατιωτικών ικανοτήτων της Ουκρανίας. Το Κίεβο συγκέντρωσε σημαντικές δυνάμεις, οι οποίες υποδέχθηκαν ξένους εκπαιδευτές και μισθοφόρους, σύγχρονα οπλικά συστήματα, πληροφορίες, πυρομαχικά, εφόδια. Έτσι κατόρθωσε τη σημειακή διάτρηση των Ρωσικών γραμμών.

Η βοήθεια της Δύσης ήταν καθοριστική σε αυτή την εξέλιξη. Το Ουκρανικό κράτος επιβίωσε και ισχυροποιήθηκε χάριν της στήριξης του από ΗΠΑ-ΕΕ. Αντίστοιχα η ενδυνάμωση του Ουκρανικού στρατού ήταν προϊόν του ΝΑΤΟ. Από την αρχή ο πόλεμος στην Ουκρανία εξελίσσεται ως μέρος του ανταγωνισμού της Δύσης με τη Ρωσία.

Ο τελευταίος οξύνεται επίσης. Τα Νατοϊκά σώματα στην αν. Ευρώπη συναντούν την αύξηση των πάγιων δυνάμεων της Ρωσίας. Οι κυρώσεις ΗΠΑ-ΕΕ στην Ρωσική οικονομία απαντώνται από Ρωσικούς ενεργειακούς εκβιασμούς. Οι πυρηνικές απειλές εκτοξεύονται εκατέρωθεν. Σταθερά η αντιπαράθεση στρατιωτικοποιείται και παγκοσμιοποιείται.

Οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι οι σχέσεις Δύσης-Ρωσίας δε χωρούν στο μεταψυχροπολεμικό τους πλαίσιο. Τα συμφέροντα που εκφράζουν οι δύο πλευρές παραμένουν ίδια, καθιστώντας αδιαφοροποίητα τα κίνητρα τους. Ωστόσο οι διεθνείς σχέσεις ισχύος έχουν μεταβληθεί, αλλάζοντας τις πολιτικές τους.

Η ανάγκη των μονοπωλίων για αγορές, πρώτες ύλες, οδούς μεταφοράς, υποδομές, εργαζόμενους, συντηρεί τη δίψα τους για επιρροή στον πλανήτη και τη διεθνή τάξη. Όμως η πρόκληση της Κίνας στην πρωτοκαθεδρία της ισχύος των ΗΠΑ, η ανάκαμψη της ισχύος της Ρωσίας και η υποχώρηση της ΕΕ, καθιστούν μη αποδεκτό το υπάρχον status quo.

Έτσι η Δύση ασκεί πιο επιθετικές πολιτικές προστασίας της οικουμενικής της επιρροής και του μονοπωλίου της στην παραγωγή τάξης. Η μετάλλαξη των αντιπάλων δυνάμεων μέσω της ενσωμάτωσης τους στη Δυτικά ηγούμενη διεθνή κοινότητα εγκαταλείπεται ως τακτική. Πλέον επιδιώκεται η συντριβή και η υποταγή τους στη Δυτική κοινότητα.

Συνεπώς η Δύση βάλλει την Ευρασιατική συνεννόηση. Στοχοποιεί την Κίνα, τη ναυτιλιακή και τεχνολογική της ανάπτυξη, τη διεθνή της εικόνα. Επιτίθεται στη Ρωσία, στα Ευρωπαϊκά της ερείσματα, στην ενεργειακή και στρατιωτική της ισχύ. Πιέζει το Ιράν, την επιρροή του στη Μ. Ανατολή, την οικονομία του. Συνολικά επιδιώκει τη ληστεία των πρώτων υλών, τον εγκλωβισμό στην εσωτερική Ασία και τον έλεγχο των τριών δυνάμεων.

Γι’ αυτό αποζητά την απομόνωση και την αποδυνάμωση τους. Αυτό αφορά η ώθηση τους σε φθορά σε περιφερειακά ζητήματα και οι κινήσεις αποκλεισμού τους από τη διεθνή οικονομία. Πλήττουν την ικανότητα αλληλοβοήθειας τους και συμβάλλουν στην ένταση του ανταγωνισμού τους για την εσωτερική Ασία.

Σε αυτή την κατεύθυνση η Δύση ασκεί και στρατιωτική ισχύ. Σπρώχνει την Ουκρανία σε μάχη μέχρις εσχάτων με τη Ρωσία. Καλύπτει στρατιωτικά τις αποσχιστικές κινήσεις της Ταϊβάν από την Κίνα. Προστατεύει το Ισραήλ στις ενέργειες του εναντίον του Ιράν, στο φόντο και του «παζαριού» για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Προηγούμενα είχε καταδειχτεί η ανεπάρκεια των Δυτικών πολιτικοοικονομικών μέσων.

Αντίστοιχα η Ρωσία διεκδικεί εντονότερα σφαίρας επιρροής στο μετασοβιετικό χώρο και ισότιμο ρόλο στη διεθνή τάξη. Η τακτική της συμμετοχής στη μονοκεντρική διεθνή κοινότητα για τη μετεξέλιξη της σε πολυκεντρική εγκαταλείπεται. Η τελευταία επιχειρείται πλέον άμεσα, μέσω της συγκρότησης ενός διευθυντηρίου μεγάλων δυνάμεων.

Συνεπώς η Ρωσία πιέζει για τη λήξη της Δυτικής μονοκρατορίας. Εντατικοποιεί την καπιταλιστική ενοποίηση του μετασοβιετικού χώρου. Επιχειρεί να δέσει ενεργειακά την ΕΕ. Εμβαθύνει τις σχέσεις με Κίνα, Ιράν, Ινδία. Προσεγγίζει νέες αναδυόμενες δυνάμεις. Συνολικά θέλει να αναδειχθεί σε ρυθμιστή/εξισορροποιητή των διεθνών σχέσεων ισχύος.

Γι’ αυτό αποζητά την αποδυτικοποίηση του διεθνούς πλαισίου. Αυτό αφορά η εμβάθυνση της EAEU, η οικοδόμηση νέων διεθνών αρχιτεκτονικών, στην οικονομία από τους BRICS και τον OPEC+, στην «ασφάλεια» από τους CSTO και SCO, και η ένωση των Ευρασιατικών project BRI, INSTC, GEP. Αναδεικνύουν τη στρατιωτική/πυρηνική ισχύ, τον ορυκτό πλούτο και την έκταση της Ρωσίας σε πυρήνα μίας «ενωμένης» Ευρασίας.

Σε αυτό το σκοπό η Μόσχα χρησιμοποιεί και στρατιωτική ισχύ. Η εισβολή στην Ουκρανία αφορά την προώθηση της ενοποίησης του μετασοβιετικού χώρου. Το ίδιο εξυπηρέτησε προηγουμένως η διάσωση του καθεστώτος του Καζακστάν. Άλλωστε τα πολιτικοοικονομικά μέσα της μετασοβιετικής Ρωσίας ποτέ δεν ήταν το δυνατό της σημείο.

Παράλληλα Δύση και Ρωσία επιχειρούν το προσεταιρισμό των λαών στις πολιτικές τους. Η Δύση δηλώνει υπερασπιστής της δημοκρατίας και του δικαίου από τον αυταρχισμό και την ισχύ. Η Ρωσία παρουσιάζεται ως προστάτης των εθνών από το ναζισμό και την ολοκληρωτική παγκοσμιοποίηση. Και οι δύο εμφανίζονται εγγυητές της σταθερότητας από την τρομοκρατία. Διακηρύττουν ότι διεξάγουν πολιτική αρχών και αξιών.

Την ίδια στιγμή προσπαθούν να περιορίσουν το εύρος της αναμέτρησης τους. Η Δύση μεταφέρει το βάρος της στρατιωτικής φθοράς της Ρωσίας στην Ουκρανία, ενώ η Ρωσία θέλει την αποφυγή μίας γενικευμένης στρατιωτικής κινητοποίησης. Άλλωστε επιθυμία τους είναι ένα νέο μοίρασμα του κόσμου και όχι η μεταξύ τους αλληλοεξόντωση.

Οι προτεραιότητες στους διεθνοπολιτικούς σχεδιασμούς τους είναι άλλες. Για τη Δύση βασικός ανταγωνιστής είναι η Κίνα, ενώ η Ρωσία ιεραρχεί τη διατήρηση ισόρροπης σχέσης με τις μεγάλες δυνάμεις. Η καταβολή μεγάλου κόστους στη μεταξύ τους αντιπαράθεση δεν ευνοεί την επίτευξη των στόχων τους.

Όμως φοβούνται και τις εσωτερικές επιπτώσεις. Ήδη στην ΕΕ εμφανίζονται κοινωνικοί τριγμοί, εξαιτίας του οικονομικού πολέμου. Παράλληλα η κλήση των λαών στα όπλα ενέχει κινδύνους για τις κυρίαρχες τάξεις, ιδίως στη Ρωσία όπου οι λαϊκές ματαιώσεις έκλεισαν τρεις δεκαετίες. Κανείς τους δε θέλει τη διαταραχή των κοινωνικών ισορροπιών.

Έτσι εξηγούνται οι αντιφάσεις στη σχέση τους. Η όξυνση συνοδεύεται από μυστική διπλωματία, «αλλοπρόσαλλες» ανταλλαγές αιχμαλώτων, «περίεργες» υποχωρήσεις «ανεξήγητες» ολιγωρίες και οικονομικά deal. Το κάθε μέρος ευελπιστεί στη «λογική» του άλλου, ως διαμάχη «κυρίων». Πρόκειται για κανόνα των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων.

Τα πράγματα περιπλέκει ο ρόλος της Ουκρανίας στους στρατηγικούς σχεδιασμούς τους. Είναι απαραίτητη στη Δύση για τη διατήρηση της μονοκρατορίας της. Είναι αναγκαία στη Ρωσία για την εγκαθίδρυση του διευθυντηρίου των μεγάλων δυνάμεων. Αφορά άμεσα τη θέση τους στις διεθνείς σχέσεις ισχύος. Έτσι το μοίρασμα της είναι δύσκολη υπόθεση.

Πιο εύκολο είναι το πάγωμα της σύγκρουσης. Εάν απουσιάζει εκατέρωθεν η στρατιωτική πρόοδος μία ανάπαυλα είναι πιθανή. Ακριβώς γιατί στόχος της Δύσης και της Ρωσίας δεν είναι η αλληλοεξόντωση τους. Ωστόσο η αύξηση διεθνώς των κοινωνικών και διεθνοπολιτικών εντάσεων μειώνουν την αξία αυτού του στόχου.

Το επόμενο διάστημα είναι κρίσιμο. Οι 300.000 έφεδροι πιθανά να διακόψουν την Ουκρανική αντεπίθεση, δύσκολα όμως θα οδηγήσουν σε Ρωσική προέλαση. Παράλληλα τα δημοψηφίσματα ανοίγουν πεδία διαπραγμάτευσης αν υπάρχει διάθεση. Συνεπώς ίσως προκύψουν συνθήκες για τη διακοπή των εχθροπραξιών.

Διαφορετικά δρομολογείται νέα κλιμάκωση. Τα δημοψηφίσματα και ο νόμος της επιστράτευσης διευκολύνουν τη μετατροπή του πολέμου σε ολοκληρωτικό από τη Μόσχα. Έτσι όμως δημιουργούνται συνθήκες για την άμεση ανάμειξη Νατοϊκών κρατών. Και τότε η αντιπαράθεση Δύσης-Ρωσίας θα προσεγγίσει το οριακό της σημείο.

loading...