Ο Αλέξανδρος πλησιάζει το φιλόσοφο και του λέει:

 Ο Αλέξανδρος πλησιάζει το φιλόσοφο και του λέει: 

– Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος. 

Ο Διογένης ατάραχος απαντά:

– Και ‘γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων.

Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και τον ρωτάει: 

– Δε με φοβάσαι;

Ο Διογένης απαντάει: 

– Γιατί τι είσαι; Καλό ή κακό; 

Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. Δεν μπορεί ένας βασιλιάς να πει ότι είναι κακό. Κι αν είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό; 

Και αντί να του απαντήσει, τον ρωτά εκ νέου: 

– Τι χάρη θες να σου κάνω; 

Και ο Διογένης, ξανά με λογοπαίγνιο, απαντά:

– Αποσκότισόν με. (Βγάλε με, δηλαδή ,από το σκότος, τη λήθη και δείξε μου την αλήθεια. )

Αυτό το έξυπνο λογοπαίγνιο του Διογένη, ως απάντηση, μπορεί να ερμηνευθεί και ως: 

“Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο”, καθώς οι κυνικοί πίστευαν πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη λιτότητα και τη ζεστασιά του ήλιου. Μη ζητώντας τίποτα από τα υλικά πλούτη.

Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος, είπε το περίφημο: 

– Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης.

loading...