Το γιγάντιο κύμα καύσωνα της Ινδίας θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια προσφορά τροφίμων

Σύνταξη – Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης *  

Τις τελευταίες ημέρες, ένα κύμα καύσωνα συγκλονιστικής κλίμακας και έντασης έχει κυριεύσει τη Νότια Ασία. Περισσότεροι από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι στην Ινδία και το Πακιστάν έχουν υποστεί υψηλές θερμοκρασίες υψηλότερες των 40 βαθμών Κελσίου κατά τη διάρκεια της ημέρας. Το Δελχί, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στον κόσμο, υποφέρει από συνεχείς μέρες καύσωνα και στο Nawabshah του Πακιστάν – μια πόλη σχεδόν 230.000 κατοίκων στην νότια έρημο της χώρας – η θερμοκρασία έφτασε στους 49,5 βαθμούς Κελσίου, το σημείο στο οποίο το ανθρώπινο σώμα αρχίζει να ψήνεται.

Το κύμα καύσωνα έχει τρομακτικό ανθρώπινο κόστος. Δεκάδες άνθρωποι έχουν πεθάνει από θερμοπληξία, σύμφωνα με αναφορές του National Public Radio (NPR). Αυτή η κατάσταση θα έχει και σοβαρό κλιματικό κόστος. Αν και μόνο οι πλουσιότεροι Ινδοί διαθέτουν κλιματιστικά, η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας είναι τόσο υψηλή που η χώρα σχεδιάζει να εισάγει επιπλέον άνθρακα για να διατηρήσει σε λειτουργία το ηλεκτρικό της δίκτυο.

Το κύμα καύσωνα θα έχει επίσης και οικονομικό κόστος, το οποίο θα γίνει αισθητό πέρα ​​από την υποήπειρο. Όπως έχει αναφερθεί προηγουμένως, ο κόσμος υποφέρει από έλλειψη ζωτικής σημασίας αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των βασικών δημητριακών όπως το σιτάρι. Όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, διατάραξε μια ήδη τεταμένη παγκόσμια αγορά σιτηρών – η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού στον κόσμο και η Ουκρανία, η έκτη μεγαλύτερη στον κόσμο – με αποτέλεσμα την εκτόξευση των τιμών στα ύψη. Η Ινδία, η οποία έχει απολαύσει πέντε συνεχόμενα χρονιές ρεκόρ στην παραγωγή σιταριού, προθυμοποιήθηκε άμεσα να προσφέρει περισσότερες εξαγωγές από ό,τι συνήθως.

Το κύμα καύσωνα όμως έχει, προς το παρόν, θέσει σε αμφισβήτηση αυτά τα σχέδια. Ορισμένοι Ινδοί αγρότες έχουν υπολογίσει ότι το 10 έως 15% της σοδειάς τους έχει χαθεί, σύμφωνα με τη Monika Tothova, οικονομολόγο στον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών. Όμως, είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε πώς ακριβώς θα διαμορφώσει το κύμα καύσωνα την καλλιέργεια σιτηρών.

Οι αυξανόμενες τιμές των σιτηρών και οι ελλείψεις τροφίμων, μπορούν να αλλάξουν την τροχιά της ιστορίας. Μερικοί σχολιαστές υποστηρίζουν ότι έπαιξαν τεράστιο ρόλο στις επαναστάσεις της Αραβικής Άνοιξης, πριν από μια δεκαετία. Άλλοι ειδικοί διαφωνούν.

Η Tothova εξέθεσε πρόσφατα τις απόψεις της πάνω στο θέμα στο Atlantic, από τις οποίες προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

1. Η Ινδία θα εξακολουθήσει – πιθανώς – να έχει περίσσεια σιταριού. Το ερώτημα είναι πόσο.

Η μεγαλύτερη ετήσια σοδειά σιταριού της Ινδίας είναι της ποικιλίας rabi, το οποίο φυτεύεται από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο και συλλέγεται στις αρχές της άνοιξης. Σε καθένα από τα τελευταία πέντε χρόνια, η Ινδία πέτυχε παραγωγή ρεκόρ σιταριού κατά τη διάρκεια της εποχής του rabi. Φέτος ήταν σε καλό δρόμο για άλλη μια εξαιρετική χρονιά, όταν χτύπησε το κύμα καύσωνα.

Η χώρα ήταν λίγο τυχερή στο timing. Στη νότια και κεντρική Ινδία, η συγκομιδή έχει ήδη έχει συντελεστεί ή ολοκληρώνεται αυτή τη στιγμή. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλα ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση στη βόρεια Ινδία, την πιο παραγωγική περιοχή της χώρας, όπου η σοδειά παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανολοκλήρωτη και ως εκ τούτου υφίσταται τον καύσωνα. «Η ίδια η ζέστη δεν θα βλάψει το σιτάρι», λεει η Tothova. Αντίθετα, αυτό για το οποίο ανησυχούν οι γεωπόνοι, είναι ένα φαινόμενο που ονομάζεται «τερματικό θερμικό στρες», όπου η υπερβολική ζέστη επιβαρύνει το φυτό και το εμποδίζει να σχηματίσει κόκκους.

Αν μεγάλο μέρος του σιταριού της βόρειας Ινδίας δεν είχε ακόμη σχηματίσει τους κόκκους του πριν ξεκινήσει το κύμα καύσωνα, τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να είναι σοβαρά. Η Βόρεια Ινδία είναι οδηγός της διακύμανσης της καλλιέργειας σιταριού της Ινδίας. Όταν το rabi έχει ένα καλό έτος, είναι επειδή η βόρεια Ινδία σημείωσε άνθηση. Η κλιματική αλλαγή, στην πραγματικότητα, συνέβαλε σε αυτή την πρόσφατη βελτίωση της απόδοσης με μικρό αλλά θετικό τρόπο. «Υπάρχει περισσότερη άρδευση στα βόρεια χωράφια τώρα από ό,τι παλιά», εξηγεί η Tothova, «επειδή το λιώσιμο των παγετώνων στα Ιμαλάια έχει αυξήσει τη ροή των ποταμών στη χώρα». Φυσικά, τώρα οι αγρότες βιώνουν την άλλη όψη αυτού του νομίσματος.

Ωστόσο η Tothova αρνείται να υιοθετήσει καταστροφικά σενάρια. «Ακόμη και αν το κύμα καύσωνα στην Ινδία οδηγήσει σε ορισμένες τοπικές απώλειες, η συνολική παραγωγή θα είναι αρκετά σημαντική», προσθέτει.

2. Η Ουκρανία εξακολουθεί να παράγει σιτάρι. Το πρόβλημα είναι το πως βγαίνει από τη χώρα.

Όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, περίπου 55,4 εκατομμύρια τόνοι σιταριού – η συνολική παραγωγή σιταριού των δύο χωρών – φαινόταν να κρέμεται από μια κλωστή. Οι δύο χώρες, με τα περίφημα παραγωγικά εδάφη τους, λειτουργούν ως σιτοβολώνας για την Ευρώπη, την Ασία και τη βόρεια Αφρική (η γαλαζοκίτρινη σημαία της Ουκρανίας συμβολίζει ένα χρυσό χωράφι με σιτηρά που κυματίζουν κάτω από τον ουρανό).

Ευτυχώς, ο πόλεμος, μέχρι στιγμής, δεν ήταν τόσο καταστροφικός όσο φοβόταν οι ειδικοί σε αυτό τον τομέα. «Οι αγρότες της Ουκρανίας παράγουν», λεει η Tothova, αν και προφανώς δεν επιτυγχάνουν τις ίδιες αποδόσεις όπως πριν από τον πόλεμο. «Το πρόβλημα στην Ουκρανία πιθανότατα θα είναι με ποιο τρόπο θα φτάσουν τα προϊόντα στην παγκόσμια αγορά», προσθέτει.

Περισσότερο από το 90% του σιταριού της Ουκρανίας διοχετεύεται μέσω των λιμανιών της στη Μαύρη Θάλασσα. Όμως, η Ρωσία έχει αποκλείσει αυτά τα λιμάνια, πράγμα που σημαίνει ότι οι συνολικές εξαγωγές εμπορευμάτων της Ουκρανίας πρέπει να ταξιδεύουν με σιδηρόδρομο, φορτηγίδες ή φορτηγά. Η Ουκρανία έστελνε 5 εκατομμύρια τόνους εμπορευμάτων από τα λιμάνια της κάθε μήνα. Από ξηράς, η χώρα μπορεί να στείλει μόνο περίπου 500.000 τόνους το μήνα. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα για τις χώρες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές της Ουκρανίας ή της Ρωσίας, συμπληρώνει η Tothova.

3. Δεν υπάρχει παγκόσμια έλλειψη σιταριού. Το πρόβλημα είναι ότι βρίσκεται σε λάθος μέρος.

«Σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν υπάρχει έλλειψη στην αγορά σιταριού», συνεχίζει η Tothova. «Υπάρχει πολύ σιτάρι. Απλώς δεν είναι εκεί που πρέπει», συμπληρώνει.

Η κρίση των σιτηρών είναι πιο πιεστική για τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής που εισήγαγαν πολύ ρωσικό και ουκρανικό σιτάρι πριν από τον πόλεμο. Αυτές οι χώρες το προτιμούσαν όχι μόνο επειδή η ίδια η τιμή του ήταν φθηνή, αλλά και επειδή είχε χαμηλό κόστος μεταφοράς. Τώρα όμως είναι ακριβό γιατί οποιοδήποτε προϊόν βγαίνει από την περιοχή, με φορτηγά πλοία που διέρχονται από τη Μαύρη Θάλασσα – ακόμα και αυτά που ταξιδεύουν από τη Ρωσία ή την Τουρκία – πρέπει να πληρώνει ειδικά τέλη ασφάλισης στην εμπόλεμη ζώνη.

Η κρίση θα επηρεάσει, λοιπόν, χώρες που δεν έχουν μεγάλη ικανότητα να αυξήσουν το εισόδημά τους, όπως το Αφγανιστάν, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και οι χώρες στο Κέρας της Αφρικής, που έχει βιώσει τέταρτη συνεχή χρονιά τρομερής ξηρασίας. «Το Ιράκ έχει πετρέλαιο και οι τιμές του πετρελαίου αυξάνονται. Μπορούν να πουλήσουν πετρέλαιο για να πάρουν σιτάρι», λέει η Tothova. «Αλλά οι χώρες που ήταν εξαρχής σε πολύ δύσκολη κατάσταση βρίσκονται τώρα σε χειρότερη μοίρα» συνεχίζει.

Στην κορυφή της λίστας είναι η Υεμένη, που βρίσκεται σε συνθήκες λιμού από το 2016, λόγω του εμφυλίου πολέμου της χώρας. Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα, 17 εκατομμύρια κάτοικοι της αντιμετωπίζουν επισιτιστική ανασφάλεια και ο αριθμός αυτός προβλέπεται να φτάσει τα 19 εκατομμύρια μέχρι το τέλος του έτους.

«Η κεντρική και νότια Ινδία θα εξακολουθήσουν να έχουν πιθανώς αρκετό πλεόνασμα σιταριού για να βοηθήσουν αυτές τις χώρες», συνεχίζει η Tothova. Όμως, δεν υπάρχει καμία υποδομή για να φτάσει αυτό το σιτάρι εκεί που πρέπει. Το ερώτημα στο μέλλον είναι, αν οι υψηλότερες τιμές και η διεθνής βοήθεια καταφέρουν να προωθήσουν την μεταφορά του σιταριού από την Ινδία και αλλού στις χώρες που κάποτε εξαρτώνταν από τις ουκρανικές καλλιέργειες.

Πώς θα μοιάζει αυτή η κρίση από τη σκοπιά των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ευρώπης και άλλων πλούσιων χωρών; Η απάντηση είναι: αύξηση του πληθωρισμού που ήδη βιώνουν αυτές οι χώρες. «Οι άνθρωποι με ρωτούν αν θα είναι άδεια τα ράφια. Μάλλον όχι. Αλλά οι τιμές θα αυξηθούν», σύμφωνα με την Tothova. Τελικά, οι υψηλότερες τιμές των δημητριακών θα αυξήσουν τις τιμές του κρέατος, επειδή τα ζώα που εκτρέφονται στις φάρμες τρώνε τα ίδια βασικά προϊόντα με όλα τα άλλα.

4. Η κρίση σιταριού επιδεινώνεται από μια κρίση λιπασμάτων.

Οι τιμές των λιπασμάτων βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ, έχοντας εκτοξευθεί κατά 30% από την αρχή του έτους. Η αύξηση των τιμών τους συνδέεται, κατά κυκλικό τρόπο, με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την πανδημία: τα λιπάσματα παρασκευάζονται με φυσικό αέριο και τιμές του αυξήθηκαν από τότε που η Κίνα και η Ρωσία έσπασαν την αγορά πέρυσι (η Κίνα σταμάτησε να εισάγει άνθρακα από την Αυστραλία λόγω μιας διαφωνίας που σχετίζεται με την πανδημία, και η Ρωσία μείωσε τις εξαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη εν όψει της εισβολής της στην Ουκρανία). Επίσης, ο περίεργος καιρός κατέστρεψε την αγορά φυσικού αερίου στο Τέξας τον περασμένο χειμώνα.

Οι υψηλές τιμές των λιπασμάτων δεν θα πλήξουν απαραιτήτως τις σοδειές αμέσως, λέει η Tothova. Οι αγρότες μπορούν να παραλείψουν την χρήση λιπάσματος φέτος, χωρίς απαραίτητα να καταστρέψουν τις αποδόσεις τους επειδή κάποιο λίπασμα θα έχει παραμείνει στο έδαφος. Όμως, αυτό το ενσωματωμένο λίπασμα θα εξαντληθεί τελικά. «Αν η κατάσταση δεν βελτιωθεί, μπορεί να δούμε το αποτέλεσμα την επόμενη σεζόν», προσθέτει.

5. Η κλιματική αλλαγή θα κάνει αυτές τις ξαφνικές διακυμάνσεις ακόμη πιο έντονες.

Πολλά από τα προβλήματα στην αγορά σιταριού δεν μπορούν να αποδοθούν στην κλιματική αλλαγή. Ένας πλανήτης που θερμαίνεται και αποσυντονίζεται επιδεινώνει την αναταραχή. Τα κύματα καύσωνα είναι το πιο ξεκάθαρο και πιο εύκολα αναγνωρίσιμο σύμπτωμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη, και ο συνεχιζόμενος καύσωνας της Ινδίας δεν αποτελεί εξαίρεση. Για παράδειγμα, οι υψηλές τιμές λιπασμάτων οφείλονται εν μέρει, στον περίεργο καιρό το 2021 που έσπασε την αγορά φυσικού αερίου.

«Ακόμη και πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η τιμή των γεωργικών προϊόντων ήταν πολύ υψηλή», εξηγεί ο Totova. «Η γεωργία εξαρτάται από τον καιρό. Ακόμη και άνθρωποι που δεν πιστεύουν στην κλιματική αλλαγή παραδέχονται ότι τώρα υπάρχει μεγαλύτερη αστάθεια του καιρού και μεγαλύτερη πιθανότητα ακραίων καιρικών φαινομένων. Αυτά δημιουργούν πρόσθετη αβεβαιότητα στη γεωργική παραγωγή», συμπληρώνει.

Οι κλιματικές επιπτώσεις που είναι πιο ανησυχητικές, σύμφωνα με την Tothova, είναι οι ξηρασίες και οι ξαφνικές, απρόβλεπτες αλλαγές στη διαθεσιμότητα νερού. Η ίδια φέρνει ως παράδειγμα το Μαρόκο. Κατά τη διάρκεια μιας χρονιάς με αρκετή βροχόπτωση, το Μαρόκο παράγει τεράστιες ποσότητες σιταριού, περίπου 7,5 εκατομμύρια τόνους. Σε μια ξηρή χρονιά, η παραγωγή πέφτει στους 2,5 εκατομμύρια τόνους. Μια τέτοια τεράστια διακύμανση καθιστά αδύνατη κάθε στατιστικά προβλέψιμη εξομάλυνση. Η χώρα είτε θα έχει καλή χρονιά είτε όχι. Καθώς ο πλανήτης γίνεται όλο και πιο ζεστός και η Σαχάρα επεκτείνεται, το Μαρόκο είναι πιθανό να έχει ακόμη περισσότερα άσχημα χρόνια.

Η τροφή δεν είναι μόνο τροφή. Όταν μια χώρα αντιμετωπίζει έλλειψη τροφίμων, οι συνέπειες εξοστρακίζονται προς την οικονομία και την κοινωνία της. Ορισμένοι γονείς αποσύρουν τα παιδιά τους από το σχολείο προκειμένου να αποφύγουν τα δίδακτρα, ώστε να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα προσπορισμού τροφίμων. Μια τέτοια απόφαση μπορεί να έχει συνέπειες δεκαετιών. Αυτό είναι ένα μόνο παράδειγμα των αλυσιδωτών αντιδράσεων που θα κάνουν τη ζωή πιο δύσκολη σε έναν κόσμο που θερμαίνεται.

Πηγή: The Atlantic

zougla.gr

loading...