Η επερχόμενη κατάρρευση της ΕΕ είναι η τιμωρία της για την απομάκρυνσή της από τα ελληνικά ιδεώδη

Του Γιώργου Β. Μιχαήλ

Βαρέθηκα ν’ ακούω, τον τελευταίο καιρό, τις θεατρινίστικες κραυγές των Ευρωπαίων αξιωματούχων για την «υπεράσπιση των κοινών μας αξιών» απέναντι στην ρωσική «βαρβαρότητα».

Και, ως αθεράπευτος Έλλην, αναρωτιέμαι τι κοινό μπορώ να έχω με όλους αυτούς τους καλοταϊσμένους παράφρονες των ευρωπαϊκών ανακτόρων.

Ποιες είναι οι «κοινές μας αξίες» για χάρη των οποίων θα πρέπει να δεχτώ αδιαμαρτύρητα -αν όχι με περηφάνεια- την περαιτέρω υποβάθμιση του ήδη καταβαραθρωμένου βιοτικού μου επιπέδου;

Για ποιαν ενωμένη Ευρώπη μπορούμε να μιλάμε σήμερα; Και τι είδους φρούτο είναι αυτός ο «Ευρωπαίος πολίτης» στον οποίον προσπαθούν να με μετατρέψουν με το στανιό; Ποιος είναι ο (ικανός να συνθέσει κοινή ταυτότητα) συνεκτικός ιστός ανάμεσα σ’ εμένα και τους υπόλοιπους κατοίκους της ΕΕ;

Ας τελειώνουμε πια με αυτά τα παραμύθια. Η Ευρώπη είναι γέννημα της Ελλάδος και οι μόνες αξίες, που θα μπορούσαν στ’ αλήθεια να ενώσουν τους κατοίκους της, είναι οι ελληνικές αξίες.

Αλλά η γηραιά ήπειρος βαρύνεται, εδώ και πολύν καιρό, με το ειδεχθέστερο ίσως αμάρτημα, αυτό της μητροκτονίας. Το έγκλημα δεν είναι άπαξ γενόμενο. Είναι συνεχές και διαχρονικό.

Όπως έγραφε, το 1872, ο παρεξηγημένος ελληνολάτρης Φρειδερίκος Νίτσε (μτφρ. Ζήσης Σαρίκας):

Σχεδόν όλες οι εποχές και όλα τα στάδια της κουλτούρας προσπάθησαν κάποια στιγμή, με βαθιά δυσθυμία, να απελευθερωθούν από τους Έλληνες, επειδή κάθε προσωπική, εμφανώς πρωτότυπη και αξιοθαύμαστη δημιουργία φαινόταν, σε σύγκριση με εκείνους, να χάνει ξαφνικά την ζωή και το χρώμα της, και να γίνεται αποτυχημένο αντίγραφο, ακόμα και καρικατούρα. Κι έτσι, κάθε τόσο ξεσπάει μια βαθιά οργή εναντίον αυτού του αλαζονικού μικρού λαού, που είχε την τόλμη να χαρακτηρίζει «βάρβαρο» ό,τι δεν ήταν δικό του γέννημα θρέμμα. […] Δυστυχώς, κανένας δεν ήταν αρκετά τυχερός να βρει το κώνειο με το οποίο θα κατάφερνε να απαλλαχτεί από αυτό το φαινόμενο: όλο το δηλητήριο, που δημιούργησαν ο φθόνος, η συκοφαντία, και το μίσος, δεν ήταν αρκετό για να καταστρέψει αυτό το αύταρκες μεγαλείο. Κι έτσι, νιώθει κανείς ντροπιασμένος και φοβισμένος μπροστά στους Έλληνες, εκτός κι αν εκτιμά την αλήθεια πάνω απ’ όλα και τολμά να αναγνωρίσει ακόμα και τούτη την αλήθεια: ότι οι Έλληνες κρατούν στα χέρια τους, σαν ηνίοχοι, τα χαλινάρια της δικής μας και κάθε άλλης κουλτούρας, αλλά και ότι σχεδόν πάντα τα άρματα και τα άλογα είναι κατώτερης ποιότητας και δόξας από τους οδηγούς τους, που το έχουν παιχνίδι να γκρεμίσουν αυτό το σύνολο σε μιαν άβυσσο, την οποία εύκολα πηδούν εκείνοι μ’ ένα άλμα όμοιο μ’ εκείνο του Αχιλλέα.

Πράγματι υπήρξαν -και υπάρχουν- άνθρωποι που εκτιμούν πάνω απ’ όλα την αλήθεια και τολμούν να αναγνωρίσουν τους Έλληνες ως γεννήτορες όλων εκείνων των αξιών που θα μπορούσαν (και θα έπρεπε) να γίνουν αποδεκτές ως οι «κοινές αξίες» όχι μόνον των Ευρωπαίων, αλλά ολόκληρου του δυτικού κόσμου.

Άλλωστε, ένας από αυτούς τους φιλαλήθεις και τολμηρούς ανθρώπους ήταν και ο Νίτσε. Και δεν ήταν ο μόνος Γερμανός. Υπήρξε μια μακρόχρονη ιστορική περίοδος κατά την οποίαν το γερμανικό έθνος, σχεδόν στο σύνολό του, έζησε και έδρασε ως συνεχιστής του ελληνισμού. Και αυτό δεν ήταν εύκολο να γίνει αποδεκτό από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, που φρόντισαν ν’ απογαλακτιστούν νωρίτερα από την μαμά Ελλάδα.

Το δόγμα «Butler»

Το 1935, η E. M. Butler, καθηγήτρια Γερμανικών στα πανεπιστήμια του Manchester και του Cambridge, εξέδωσε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η τυραννία της Ελλάδος πάνω στην Γερμανία».

Η συγγραφέας υποστήριξε ότι η υπερβολική έκθεση των Γερμανών στο αρχαιοελληνικό πνεύμα γενικότερα, και στην έννοια του «δαίμονος» ειδικότερα, είχε ως αποτέλεσμα μιαν τρομακτική πνευματική σύγχυση, στην οποίαν οφείλεται και η επιθυμία των Ναζί να αναδημιουργήσουν την Ευρώπη κατ’ εικόνα τους.

Σύμφωνα με την Butler, οι Έλληνες είναι «τύραννοι» και οι Γερμανοί «προορισμένοι σκλάβοι» και δουλικοί μιμητές ξένων προτύπων.

Το βιβλίο αυτό, που θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί ως «Βίβλος» του αντιγερμανισμού και του ανθελληνισμού, εμπεριέχει ορισμένες σημαντικές παρατηρήσεις αναφορικά με τον τρόπο που ο Winckelmann, ο Goethe, ο Herder, ο Schiller, ο Hölderlin, ο Heine, ο Nietzsche, και ο Stefan George προσέλαβαν τα κλασικά ελληνικά ιδεώδη, και κυρίως το Απολλώνειο και το Διονυσιακό στοιχείο της ελληνικής σκέψης και ζωής.

Αλλά την εγκυρότητα των επισημάνσεών της σπεύδει να ακυρώσει η ίδια η Butler, όταν θεωρεί το ναζιστικό μόρφωμα ως το τελικό προϊόν μιας γερμανικού τύπου επεξεργασίας του Έλληνος Διονύσου, που αρχίζει με τον Δαίμονα του Goethe, γιγαντώνεται με τον Υπεράνθρωπο του Nietzsche, και φτάνει μέχρι τον Maximin, έναν θνητό ποιητή (Maximilian Kronberger) τον οποίον θεοποιεί ο Stefan George.

Ο Απόλλων και ο Διόνυσος

Είναι αλήθεια πως το κλασικό ελληνικό ιδεώδες είναι μαζί Απολλώνειο και Διονυσιακό. Οι Έλληνες κατάφεραν, τόσο στην ζωή όσο και στην σκέψη τους, να ταλαντευτούν αρμονικά ανάμεσα στην «ευγενή απλότητα και την γαλήνια μεγαλοσύνη» του Απόλλωνος και στο «ξέφρενο, εκστατικό, οργιαστικό, και άγριο πνεύμα» του Διονύσου.

Κάτι ανάλογο επιχείρησαν και οι Γερμανοί, όχι σαν δουλικοί μιμητές των Ελλήνων (όπως τους θέλει η Butler), αλλά ως συνεχιστές τους. Και μεγαλούργησαν, βάζοντας την δική τους πολιτισμική σφραγίδα στον 18ο, τον 19ο, και τον (μισό σχεδόν) 20ο αιώνα.

Αναμφίβολα, η συνάντηση της γερμανικής ιδιοφυίας με το ελληνικό πνεύμα ήταν γόνιμη.

Αλλά οι Γερμανοί είχαν ένα σημαντικό μειονέκτημα έναντι των Ελλήνων: την ευρωπαϊκή θλίψη για τον κόσμο, απόρροια της ασίγαστης σύγκρουσης ανάμεσα σ’ ένα δαιμονικό παγανιστικό παρελθόν κι ένα χριστιανικό παρόν. Έτσι, σπανίως κατάφερναν να ισορροπήσουν ανάμεσα στον Απόλλωνα και τον Διόνυσο.

Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού

Με το «πας μη Έλλην βάρβαρος», οι Έλληνες αυτοπροσδιορίστηκαν ως οι δημιουργοί και φορείς ενός πνεύματος που αντιτίθεται στην βαρβαρότητα.

Με την σειρά τους, κατά την διάρκεια της φωτεινής κυριαρχίας τους, οι Γερμανοί αυτοπροσδιορίζονται ως το «έθνος της υψηλής κουλτούρας» («Kulturnation»), κρατώντας αποστάσεις από τον πραγματιστικό «πολιτισμό» («Zivilisation») των άλλων Ευρωπαίων, τον οποίον θεωρούν χρήσιμο, πλην όμως δευτερευούσης αξίας, καθώς αφορά την επιφάνεια και όχι την βαθύτατη ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Μολονότι η γερμανική «Kultur» (Φιλοσοφία, Θεολογία, Λογοτεχνία, Ζωγραφική, Θέατρο, Μουσική, Όπερα) διαφοροποιείται από το ελληνικό πνεύμα, ως προς την άρνησή της να συσχετιστεί με την πολιτική, εντούτοις αυτή η ίδια άρνηση είναι που την φέρνει πιο κοντά στο ελληνικό πολιτισμικό ιδεώδες, αφού κατ’ ουσίαν αποτελεί ευθεία απόρριψη της πολιτικής βαρβαρότητας.

Ο κάθε άλλο παρά «ελληνικός» ναζισμός

Όπως ήδη ανέφερα, οι Γερμανοί αγωνίζονταν να αποκοπούν από το δαιμονικό παγανιστικό παρελθόν τους. Αλλά όχι όλοι. Στην γερμανική πολιτική και οικονομική σκηνή κυριαρχούσαν Πρωσσο-Τεύτονες, οι οποίοι, παρά το βολικό χριστιανικό τους περίβλημα, ήταν οπαδοί πανάρχαιων σατανιστικών δογμάτων, λάτρεις των μεσαιωνικών κοινωνικών δομών, και φορείς ακραίας βαρβαρότητας.

Σε αυτήν την πρωσσο-τευτονική κλίκα και στα πιστεύω της οφείλεται η γέννηση και η άνοδος του ναζισμού, και όχι σε μια δήθεν γερμανικού τύπου επεξεργασία του Έλληνος Διονύσου, όπως υποστήριξε η Butler.

Οι αναφορές στην αρχαία Ελλάδα, όπως και αυτές στον Νίτσε, δεν ήταν παρά ιδεολογικά και ιστορικά μπαλώματα στο φανταχτερό ντύμα με το οποίο προσπάθησαν να καλύψουν την γυμνή βαρβαρότητα του ναζιστικού ιδεώδους οι Πρωσσο-Τεύτονες νονοί του Χίτλερ, προκειμένου να το πλασάρουν ευκολότερα.

Στην πραγματικότητα, με εργαλείο τις ορδές των Ναζί, οι σατανιστές προσπάθησαν να εξαφανίσουν κάθε αυθεντική ελληνική αξία και να σύρουν τον κόσμο στην βαρβαρότητα. Αλλά στο θέμα αυτό θα αναφερθώ αναλυτικά με άλλη ευκαιρία.

Το διπλό νεογερμανικό «σύμπλεγμα»

Μεταξύ άλλων, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος κληροδότησε στον νεογερμανικό λαό το «ναζιστικό σύμπλεγμα», από το οποίο ακόμη προσπαθούν να απαλλαγούν και το οποίο φρόντισαν -και εν πολλοίς φροντίζουν- επιμελώς να συντηρούν σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι.

Την περίοδο της χρηματοοικονομικής κρίσης, το «σύμπλεγμα» αυτό έδειξε να γίνεται διπλό. Γερμανοί πολιτικοί και δημοσιογράφοι συμπεριφέρονταν σαν να ήθελαν να εκδικηθούν τους «τυράννους» τους, στο πρόσωπο του δεινοπαθούντος νεοελληνικού λαού.

Έτσι, σε ένα από τα πολλά πορτρέτα της, η σημερινή Γερμανία θυμίζει οργισμένο γίγαντα που προσπαθεί, με τρόπο σπασμωδικό και άγαρμπο, να ξεφορτωθεί τα δύο ενοχλητικά ξωτικά που γαντζώνονται επίμονα πάνω της.

Αλλά αυτή η εικόνα είναι αληθινή κατά το ήμισυ.

Πράγματι, η Γερμανία -και η γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της- συνεχίζει απροκάλυπτα το έγκλημα της μητροκτονίας. Αλλά όσον αφορά τον ναζισμό, μάλλον προσπαθεί να τον αναβιώσει παρά να τον ξεφορτωθεί…

Τι μέλλει γενέσθαι

Προσωπικά, συνυπογράφω την πεποίθηση του Heidegger ότι η χώρα του έχει να εκπληρώσει μια σημαντική αποστολή. Η Γερμανία σημάδεψε, σημαδεύει, και θα συνεχίσει να σημαδεύει την ιστορία της Ευρώπης -και μαζί της ανθρωπότητας- πορευόμενη το δικό της ιδιότυπο μονοπάτι.

Δυστυχώς, στην πολιτική, οικονομική, και τεχνολογική σκηνή της Γερμανίας -αλλά και της ΕΕ, και της Δύσης ολόκληρης- κυριαρχούν και πάλι Πρωσσο-Τεύτονες (της σβάμπειας αυτήν την φορά σχολής), που επιχειρούν να υλοποιήσουν το προγονικό τους όραμα για τον κόσμο.

Γι’ αυτό, μην ψάχνετε την βαρβαρότητα εκεί που σας δείχνουν τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης.

Στρέψτε την προσοχή σας στο «κοινό» ευρωπαϊκό μας σπίτι, που τίποτα κοινό δεν έχει με εμάς τους Έλληνες…

Η ΕΕ θα καταρρεύσει με πάταγο, όπως και ο υπόλοιπος δυτικός κόσμος. Και αυτή η κατάρρευση θα είναι η τιμωρία της για το ειδεχθές έγκλημα της μητροκτονίας.

Ο νέος κόσμος, που θα αναδυθεί από τα συντρίμμια, θα είναι πιο ελληνικός από τον τωρινό -και, γι’ αυτό, καλύτερος.

hellasmag.com

loading...