Πόλεμοι για τα ορυκτά καύσιμα, Υδρογόνο για την ενεργειακή ανεξαρτησία, την κοινωνική ισότητα και την αιώνια Ειρήνη





Γράφει ο Κώστας Λάμπος* 

«Μπορεί να ανήκετε σ’ εκείνους τους ανθρώπους που νομίζουν ότι η ενέργεια του υδρογόνου είναι μια φαντασίωση κάποιων μελλοντολόγων ή κάποιων άλλων συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να την θεωρείτε ως μια πολλά υποσχόμενη μελλοντική τεχνολογία που, αν κάποτε εφαρμοστεί, αυτό θα γίνει στο μακρινό μέλλον. Εάν όντως σκέφτεστε μ’ αυτόν τον τρόπο, ξανασκεφτείτε το σοβαρά. Φανταστείτε έναν κόσμο στον οποίο η ανθρωπότητα κέρδισε την ελευθερία της από το πετρέλαιο. Μπορούμε να χτίσουμε αυτόν τον κόσμο μέσα σε δέκα χρόνια με την υπάρχουσα τεχνολογία. Φανταστείτε έναν κόσμο στον οποίο η (ανθρωπότητα) αποφάσισε να ξεπεράσει την ενεργειακή και την κλιματική κρίση που απειλεί την ύπαρξή της. Μπορούμε να χτίσουμε αυτόν τον κόσμο σήμερα με συνειδητές επιλογές και πολιτική βούληση».

Jerry Brown, Rinaldo Brutoco και James Cusumano, Freedom From Mid-East Oil, Edition of World Business Academy, USA 2007.

Φωνές όπως αυτές των Αμερικανών επιστημόνων ακούγονται σε όλον τον πλανήτη, αλλά οι αυταρχικές εξουσίες αρνούνται το δικαίωμα της ανθρωπότητας, του πολιτισμού  και του πλανήτη να επιβιώσουν και να εξελιχθούν προς ένα καλύτερο μέλλον. Η σωτηρία της ανθρωπότητας, του πολιτισμού και του πλανήτη εξαρτώνται τώρα από την μετακίνηση των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, δηλαδή του 99% της ανθρωπότητας, από την θέση του αντικειμένου εκμετάλλευσής τους από το κεφάλαιο, δηλαδή από το 1%, στη θέση του υποκειμένου της ιστορίας που θα αποκαταστήσει την ενότητα και την αρμονική συνεργασία τόσο μεταξύ ανθρώπων και λαών, όσο και μεταξύ  ανθρωπότητας  και ανθρώπινης Βιόσφαιρας. Τώρα είναι η ώρα των κοινωνιών να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στις απάνθρωπες και καταστροφικές εξουσίες.

 

Ενεργειακό σύστημα και διεθνής καταμερισμός της εργασίας

 

“Ναι, φίλοι μου, πιστεύω ότι το νερό θα μπορέσει μια μέρα να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο, το υδρογόνο και το οξυγόνο που το αποτελούν θα χρησιμοποιούνται μεμονωμένα ή από κοινού, θα παράσχει μια ανεξάντλητη πηγή θερμότητας και φωτός, την ένταση των οποίων ο άνθρακας δεν μπορεί να την προσφέρει”.

Ιούλιος Βερν, 1874, Η μυστηριώδης Νήσος, Κεφάλαιο 11.

 

Ενώ είναι γνωστό εδώ και εκατονπενήντα χρόνια, ότι το υδρογόνο μπορεί να απελευθερώσει τον άνθρωπο, την κοινωνία και την ανθρωπότητα από τα σπάνια, τα ρυπογόνα, τα πανάκριβα και τα συγκεντρωτικά ορυκτά καύσιμα και από τον απάνθρωπο και καταστροφικό καπιταλισμό, εν τούτοις τα στενά συμφέροντα μιας ελάχιστης μειονότητας ιδιοκτητών πετρελαιοπαραγωγών, διυλιστηρίων και δικτύων μεταφοράς ενέργειας με την βοήθεια επαγγελματιών πολιτικών και υποταγμένων ‘ειδικών επιστημόνων’, φίμωνε και συνεχίζει ακόμα και σήμερα να φιμώνει ειδικούς για την ενέργεια επιστήμονες για να αποκρύπτουν το γεγονός πως οι επιστήμες και η τεχνολογία έχουν καταστήσει περιττά τα ορυκτά καύσιμα και, ως άλλος Προμηθέας, προσφέρουν στην ανθρωπότητα φτηνή, απεριόριστη, ασφαλή και αποκεντρωμένη σε επίπεδο ταύτισης χρήστη και παραγωγού υδρογονοενέργειας, πράγμα που σημαίνει πως η ενέργεια καθίσταται οιονεί ελεύθερο αγαθό, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται, όπως ενεργειακή ανεξαρτησία και ισότητα αγαθά που συνδέονται με την κατάρρευση κάθε εκμεταλλευτικής και καταπιεστικής εξουσίας. Η μεγάλη τιμή για την ανάδειξη αυτής της νέας πραγματικότητας ανήκει στο Αμερικανό κοινωνιολόγο Τζέρεμυ Ρίφκιν που με το βιβλίο του «Η οικονομία του υδρογόνου. Η δημιουργία του παγκόσμιου ενεργειακού ιστού και η ανακατανομή της εξουσίας στη Γη. Η επόμενη μεγάλη οικονομική επανάσταση» αποκάλυψε σε όλη την ανθρωπότητα τις καινούργιες απεριόριστες ενεργειακές δυνατότητές της. «Εκείνες οι χώρες, εταιρείες και λαοί που πέτυχαν να ελέγξουν τη ροή του πετρελαίου απόλαυσαν επίπεδα ευημερίας που δεν έχουν προηγούμενο, ενώ εκείνοι που δεν κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν ευνοϊκή πρόσβαση στην πλουτοπαραγωγική πηγή αυτού που οι γεωλόγοι ονόμασαν ‘μαύρο χρυσό’ διολίσθησαν ακόμα περισσότερο στη φτώχεια και αποτέλεσαν αντικείμενο όλο και εντονότερης εκμετάλλευσης και περιθωριοποίησης»[1].

 

Η περιορισμένη γεωγραφικά ύπαρξη και ο έλεγχος των ορυκτών καυσίμων σε συνάρτηση με την καθοριστική σημασία τους για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδειξη ενός συγκεντρωτικού ενεργειακού συστήματος που ευνόησε την εμφάνιση συγκεκριμένων κέντρων οικονομικής ανάπτυξης, τα οποία και επέβαλλαν έναν αντίστοιχο στα συμφέροντά τους διεθνή καταμερισμό της εργασίας, καταδικάζοντας το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη σε ρόλο υπανάπτυκτης ενδοχώρας των αποικιοκρατικών και ιμπεριαλιστικών καπιταλιστικών μητροπόλεων[2]. Έτσι, στη βάση του ενεργειακού συγκεντρωτισμού, διαμορφώθηκαν μηχανισμοί επιβολής άνισων όρων εμπορίου, οι οποίοι με τη βοήθεια ενός επίσης κεντρικά ελεγχόμενου συγκεντρωτικού τραπεζικού συστήματος, διευκόλυναν τη μεταφορά, τη συσσώρευση και τη συγκέντρωση του παγκόσμιου πλούτου στις καπιταλιστικές μητροπόλεις και μάλιστα στα ταμεία ελάχιστων γιγαντιαίων υπερεθνικών οικονομικών ομίλων.

Η φυσική κατάληξη αυτών των αλληλοδιαπλεκόμενων συγκεντρωτικών μηχανισμών και λειτουργιών της παγκόσμιας οικονομίας ήταν το σχέδιο της βίαιης νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, η οποία αποσκοπεί στη μετατροπή του σκληρού πυρήνα της σε μια συγκεντρωτική ‘παγκόσμια κυβέρνηση’, με το προσωπείο πότε των ‘G8’ και πότε των ‘G20’, με σιδηρούς βραχίονες τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τη λεγόμενη Παγκόσμια Τράπεζα και φυσικά το ΝΑΤΟ, η οποία θα αποφασίζει για όλα, καταργώντας κάθε μορφή τοπικής και εθνικής κυριαρχίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, ακόμα και την ίδια την αστική δημοκρατία, επιβάλλοντας ένα σύστημα παγκόσμιου φασιστικού ολοκληρωτισμού.

Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, η ανθρωπότητα να βρίσκεται σήμερα εγκλωβισμένη σε ένα συγκεντρωτικό παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο οικονομίας που παράγει πλούτο για λίγους, φτώχεια και εξαθλίωση για τους πολλούς[3], ενώ συντρέχουν όλες οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια οικονομία της ισότητας, της καθολικής οικονομικής ευημερίας, του ελεύθερου χρόνου, της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης και ενός ουμανιστικού οικουμενικού πολιτισμού. Ένα συγκεντρωτικό, απάνθρωπο και καταστροφικό μοντέλο οικονομίας μπορεί να επιβάλλεται πάνω στη δοκιμαζόμενη ανθρωπότητα μόνο χάρη στο συγκεντρωτικό ρυπογόνο και κοστοβόρο, αλλά και γι’ αυτό κερδοφόρο σύστημα ελέγχου των ενεργειακών πηγών και συνεπώς της παραγωγής και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας. Σήμερα, αρχές του 21ου αι., ζούμε ακόμα στην εποχή των ορυκτών καυσίμων, η οποία χαρακτηρίζεται από μια κάθετη και αυστηρά συγκεντρωτική δομή στην οποία «δέκα με δώδεκα, τόσο ιδιωτικοί όσο και κρατικοί, ενεργειακοί κολοσσοί υπαγορεύουν τους όρους με τους οποίους ρέει η ενέργεια σε όλον τον πλανήτη»[4].

 

Σχέσεις εξουσίας και ενεργειακής τεχνολογίας

 

Όμως ο σχεδιασμός και η διατήρηση αυτού του συγκεντρωτικού συστήματος παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας δεν υπαγορεύεται τόσο από την έλλειψη ή τη σπανιότητα των πηγών ενέργειας, και σε κάθε περίπτωση, σήμερα, δεν υπαγορεύεται από την έλλειψη της αναγκαίας επιστημονικής γνώσης και τεχνολογίας που θα μπορούσαν, και σήμερα πράγματι μπορούν, να απαλλάξουν την ανθρωπότητα από τη βρώμικη-ρυπογόνο, καταστροφική και ιδιοτελή ενεργειακή εξάρτηση. Αυτό το σύστημα συγκεντρωτικής παραγωγής και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας υπαγορεύεται από τα στενά ταξικά συμφέροντα των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής όλων των αναγκαίων, για τον άνθρωπο, την κοινωνία του και την ανθρωπότητα γενικά, υλικών και άϋλων αγαθών. Είναι αυτά τα συμφέροντα που εκφράζονται ως απάνθρωπη και καταστροφική εξουσία[5], πάνω στον άνθρωπο, στην κοινωνία του και στην ανθρωπότητα, με τη μορφή της ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στους ζωτικούς πόρους και τις ζωτικές αναπαραγωγικές λειτουργίες της κοινωνίας και τελικά της ζωής και του ίδιου του πλανήτη που σχεδιάζουν τα συγκεντρωτικά ενεργειακά συστήματα με τρόπο και στόχο τη διαιώνιση της εξουσίας τους[6].

Η μελέτη του σχεδιασμού των συγκεντρωτικών ενεργειακών συστημάτων αποκαλύπτει πως «τα συστατικά μέρη των τεχνολογικών συστημάτων είναι τεχνουργήματα κοινωνιολογικά δομημένα. Τα άτομα που σχεδιάζουν συστήματα παραγωγής ηλεκτροφωτισμού και ενέργειας, εφευρίσκουν και αναπτύσσουν όχι μόνο γεννήτριες και γραμμές μεταφοράς, αλλά επίσης τέτοιου είδους μορφές οργανώσεων όπως βιομηχανίες παραγωγής ηλεκτρισμού και κεφαλαιουχικές εταιρίες κοινής εκμετάλλευσης»[7]. Αν για οποιοδήποτε τυχαίο ή συνειδητό και προγραμματισμένο λόγο αλλάξουν τα ‘κοινωνιολογικά’ δεδομένα, όπως λ.χ. ο συσχετισμός των κοινωνικών δυνάμεων, και η κοινωνία αποφασίσει να αλλάξει κάποιο ’τεχνούργημα’ του συστήματος ή/ και θελήσει να απομακρύνει ένα συστατικό μέρος από το σύστημα, τότε «τα χαρακτηριστικά του θα αλλάξουν και θα αλλάξουν αναλόγως τα χαρακτηριστικά  και των άλλων τεχνουργημάτων μέσα στο σύστημα. Σε ένα σύστημα παραγωγής ηλεκτροφωτισμού και ενέργειας, για παράδειγμα, μια αλλαγή στην αντίσταση ή στο φορτίο στο σύστημα, θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές στα συστατικά μέρη μεταβίβασης, διανομής και παραγωγής»[8]. Αν στη θέση του τεχνολογικού συστήματος συγκεντρωτικής παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας βάλουμε το οικονομικοκοινωνικό σύστημα παραγωγής και υποθέσουμε πως τον ρόλο της σχεδιάστριας άρχουσας εκμεταλλευτικής τάξης, η κοινωνία αποφασίζει να τον αναλάβει η ίδια συλλογικά με στόχο τον επανασχεδιασμό του και με κατεύθυνση ένα καλύτερο κόσμο οικοδομημένο πάνω στην καθαρή, αποκεντρωμένη και φτηνή ηλεκτρική ενέργεια, τότε γίνεται προφανές πως θα αλλάξει συθέμελα η φιλοσοφία, η αρχιτεκτονική, η λειτουργία και η χρηστικότητα ολόκληρου του οικοδομήματος και συνακόλουθα και του εποικοδομήματος. Θα αλλάξει, δηλαδή, συθέμελα ολόκληρη η κοινωνία[9].

Αυτό το κοινωνικό όραμα της καθαρής, αποκεντρωμένης και φτηνής ηλεκτρικής ενέργειας, και για πολλούς ανυπότακτους επιστήμονες, με κορυφαίους τον Νίκολα Τέσλα της «ελεύθερης ενέργειας»[10], και τον Βίλχελμ Ράιχ της «παγκόσμιας ενέργειας»[11], που είναι τόσο παλιό όσο και ο καταστροφικός, σπάταλος, συγκεντρωτικός, ρυπογόνος και απάνθρωπος καπιταλισμός, ξαναζωντανεύει σήμερα χάρη στην πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας, με την οποία λύνονται το ένα μετά το άλλο τα τεχνικά προβλήματα που εμπόδιζαν την πραγματοποίησή του. Σήμερα η καθαρή, αποκεντρωμένη και φτηνή ηλεκτρική ενέργεια είναι μια επιστημονικοτεχνική πραγματικότητα, με την οποία μπορούμε να απαλλαγούμε από το σημερινό συγκεντρωτικό εξουσιαστικό ενεργειακό μοντέλο, που είναι πανάκριβο, αναποτελεσματικό και καταστρέφει ανεπανόρθωτα τον πλανήτη μας. Μπορούμε να ζήσουμε σ’ έναν κόσμο με άφθονη, φθηνή και καθαρή ενέργεια, χωρίς πετρέλαιο και βρώμικα καύσιμα. Γίνεται προφανές πως η δυνατότητα να προσφέρει η ανθρωπότητα στον εαυτό της ως αποτέλεσμα των αμέτρητων αγώνων και θυσιών της άφθονη, καθαρή και φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, αποσταθεροποιεί το υφιστάμενο ενεργειακό και κοινωνικοοικονομικό σύστημα και συνεπώς την εξουσία όσων κερδοσκοπούν σε βάρος της. Γι’ αυτό ο σκληρός πυρήνας, το διευθυντήριο του καπιταλισμού, ως η παγκόσμια ταξική συνείδηση του μεγάλου κεφαλαίου, κάνει ότι μπορεί για να ματαιώσει ή τουλάχιστον να καθυστερήσει, μέχρι να μπορέσει να τις ελέγξει, αυτές τις εξελίξεις στον τομέα της ενεργειακής τεχνολογίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από το υδρογόνο. Διαφορετικά πως μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι κορυφαίοι επιστήμονες όπως λ. χ. ο Τζων Χαλντέιν παρουσίασε με σειρά δημοσιεύσεων και ομιλιών στις αρχές του 20ου αιώνα «τις γενικές αρχές της χρήσης του υδρογόνου ως πηγής ενέργειας αλλά και το πώς μπορούσε να παραχθεί, να αποθηκευθεί και να χρησιμοποιηθεί η υδρογονοενέργεια. Η σκέψη του όμως ήταν τόσο επαναστατική για τα δεδομένα της εποχής του ώστε αντιμετωπίστηκε με αμφισβήτηση από τους ακαδημαϊκούς συναδέλφους του»[12]. Ο καπιταλισμός που έχει οικοδομηθεί πάνω στα ορυκτά καύσιμα βρίσκει τον τρόπο να ποδηγετεί τη θεωρητική και την εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα και να εμφανίζει την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, ως, τάχα, τεχνικά αδύνατη και οικονομικά ασύμφορη. Κι όμως, ο Χαλντέιν αποδείκνυε πως η τεχνολογία παραγωγής υδρογονοενέργειας είναι απλούστερη, φθηνότερη και με πολύ χαμηλότερο κόστος λειτουργίας σε σύγκριση με το ενεργειακό σύστημα των ορυκτών καυσίμων και το σπουδαιότερο ότι αυτή θα ήταν το ίδιο φτηνή σε κάθε σημείο του πλανήτη, πράγμα που θα επέτρεπε την ενεργειακή ανεξαρτησία και την ενεργειακή αυτάρκεια και συνεπώς και την ανεξάρτητη και γεωγραφικά αποκεντρωμένη ορθολογική και ισομερή οικονομική ανάπτυξη[13]. Μια τέτοια μορφή ενέργειας, όμως, αχρηστεύει ολόκληρο το καπιταλιστικό οικοδόμημα, που μπορεί να υπάρχει μόνο όσο θα ελέγχει συγκεντρωτικά την παραγωγή και τη ροή της ενέργειας σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, για να υπάρχει η περιφερειακή οικονομική και κοινωνική ανισότητα, χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει καπιταλισμός και κεφάλαιο. Το πανίσχυρο σύμπλεγμα συμφερόντων, που ελέγχει μέσω της μονοπωλιακής δομής της ενέργειας ένα τεράστιο τμήμα της παγκόσμιας οικονομίας, εξουδετερώνει συστηματικά κάθε ανεξάρτητη προσπάθεια για την οργάνωση εναλλακτικών συστημάτων παραγωγής ενέργειας[14]. Στόχος αυτού του πολιτικοοικονομικά πανίσχυρου συμπλέγματος συμφερόντων είναι να κρατηθεί η ανθρωπότητα ‘ενεργειακά σκλαβωμένη’, αιχμάλωτη των παραδοσιακών ενεργειακών μονοπωλίων, άσχετα αν το τίμημα είναι μια βαριά άρρωστη βιόσφαιρα και μια ανθρωπότητα χωρίς μέλλον. Έτσι, όμως, γίνεται σαφέστερο πως η άφθονη καθαρή και φτηνή ενέργεια δεν είναι τεχνολογικό ζήτημα. Δεν είναι ζήτημα ανεύρεσης οικονομικών πόρων και νέων τεχνολογιών. Αυτά ήδη υπάρχουν. Η αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου της ανθρωπότητας είναι πάνω απ’ όλα ζήτημα κοινωνικό και συνεπώς πολιτικό, και ταυτίζεται με την ύπαρξη ή την ανατροπή του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της παραγωγής και συνεπώς της οικονομίας και της κοινωνίας.

Γι’ αυτό δεν πρέπει να έχουμε ψευδαισθήσεις πως το ενεργειακό κατεστημένο θα δεχτεί να θυσιάσει τη βίαιη και απάνθρωπη εξουσία του και τα εύκολα κέρδη του για να αποφευχθεί το περιβαλλοντικό κόστος και για να χορτάσει καθαρή και φτηνή ενέργεια, ‘ψωμί παιδεία και ελευθερία’, η εργαζόμενη κοινωνία και η ανθρωπότητα συνολικά. Γι’ αυτό και οι ιδιοτελείς[15] σχεδιαστές των ‘επιστημονικών’, των τεχνολογικών, των οικονομικών και των κοινωνικών συστημάτων φροντίζουν ώστε οι σημερινές δομές τους «να συμπεριλαμβάνουν την καταστροφή των εναλλακτικών συστημάτων».[16]  Έτσι κατάφεραν ώστε ο σοβαρότερος, ο πιο ύπουλος και γι’ αυτό ο πιο αποτελεσματικός σύμμαχος μηχανισμός του οικονομικού και ενεργειακού κατεστημένου, που απαξιώνει τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα και καταστρέφει τα απελευθερωτικά οράματα της ανθρωπότητας, να είναι η αντίληψη και η στάση του φοβισμένου οπαδού, του απληροφόρητου θρησκόληπτου ή/και παραπληροφορημένου ‘ξερόλα’, του υποταγμένου στη βίαιη εξουσία, στην ‘ιερή’ αγυρτεία και στη στείρα παράδοση του «ανθρωπάκου»[17]. Μια παράδοση με ψεύτικο, φανταχτερό περιτύλιγμα που του την σερβίρουν τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία στα κατηχητικά και στους προσκόπους, αλλά και μέσα από την ‘οικογενειακή εξουσία’ και την ‘αυθεντία’ της γιαγιάς, της μάνας, ή/ και του πατέρα και φυσικά με συστηματικότερο τρόπο μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, με κύριο ιμάντα μεταφοράς της χυδαίας ιδεολογίας της μοιρολατρίας και της ‘θεία βουλήσει’ κοινωνικής ανισότητας, τον επίσης και κατά συρροή καθημαγμένο, υποταγμένο και συνήθως θρησκόληπτο εκπαιδευτικό όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης. Το ιστορικό χρέος των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού είναι να εξουδετερώσουν όλα τα καταστροφικά και αλλοτριωτικά τεχνουργήματα του σκληρού πυρήνα του κεφαλαίου, γιατί μόνο έτσι θα καταφέρουν να απελευθερώσουν τις επιστήμες, την τεχνολογία και την εκπαίδευση, προϋπόθεση ικανή και αναγκαία για την ενεργειακή και συνεπώς την οικονομική και κοινωνική αυτοαπελευθέρωση της ανθρωπότητας.

 

Τα ορυκτά καύσιμα και ο καπιταλισμός φεύγουν, η υδρογονοενέργεια και ένας καλύτερος κόσμος έρχονται

 

Χρειάστηκαν οι αλλεπάλληλες πετρελαϊκές κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αι.[18], αλλά και οι ανάγκες των διαστημικών πτήσεων, που αντιμετώπιζαν πρόβλημα βάρους, υψηλού κόστους, ασφάλειας και χαμηλής ενεργειακής απόδοσης με τα παραδοσιακά καύσιμα, που ανάγκασαν τη Σοβιετική Ένωση και τις Ενωμένες Πολιτείες Αμερικής και κοντά σε αυτές και πολλές άλλες χώρες να αρχίσουν να αναπτύσσουν την τεχνολογία παραγωγής και χρησιμοποίησης της υδρογονοενέργειας. Σήμερα, οι περισσότερες χώρες του κόσμου, αλλά και μεγάλες ενεργοβόρες επιχειρήσεις με πρωταγωνιστές τις αυτοκινητοβιομηχανίες, χρηματοδοτούν ερευνητικά προγράμματα για να μπορέσουν να περάσουν ομαλά και να επιβιώσουν και στη νέα ενεργειακή εποχή που έρχεται[19].

Ο στόχος τους, βέβαια, είναι να μονοπωλήσουν και τη νέα τεχνολογία παραγωγής υδρογονοενέργειας και να ελέγξουν τη ροή της στην οικονομία και στην κοινωνία, πράγμα δύσκολο, αν όχι αδύνατο, εξ αιτίας της ίδιας της φύσης της υδρογονοενέργειας, τα χαρακτηριστικά της οποίας την κατατάσσουν περισσότερο στα ελεύθερα αγαθά παρά στα εμπορεύματα. Γι’ αυτό η προσπάθειά τους αποσκοπεί όχι στην κατάκτηση, αλλά ακόμα και στην καταστροφή, του μέλλοντος, γιατί ξέρουν πως δεν τους ανήκει, με στόχο να κερδίσουν χρόνο για να βρουν άλλους τρόπους με τους οποίους θα αποτρέψουν ή τουλάχιστον θα καθυστερήσουν την ολοκλήρωση της επανάστασης του υδρογόνου, που φέρνει μαζί της τη διάλυση του καπιταλισμού και την ενεργειακή απελευθέρωση της οικονομίας και της κοινωνίας.

Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, το κεφάλαιο θέλει το υδρογόνο το πολύ ως μια «εφεδρική… επιλογή σε σχέση με το υφιστάμενο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας»[20], δηλαδή συμπληρωματική πηγή ενέργειας, με κυρίαρχο βέβαια το ενεργειακό σύστημα ορυκτών καυσίμων, πράγμα που εκφράζεται από πολλούς ‘κορυφαίους’ διανοητές, κομματικούς αξιωματούχους[21], ακόμα και από ειδικούς επιστήμονες και καταγράφεται με διακριτική σαφήνεια από τον Jeremy Rifkin στο κατά τα άλλα πρωτοποριακό και αξιόλογο βιβλίο του για την ‘οικονομία του υδρογόνου’[22].

 

Ελλάδα. Ενεργειακή υποτέλεια και μεγαλοϊδεατικές ψευδαισθήσεις

 

Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στην Ελλάδα. Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα, μηδενός εξαιρουμένου, κάνουν ότι δεν γνωρίζουν τίποτα για το υδρογόνο ως πηγή ενέργειας και ψελλίζουν για λόγους εντυπωσιασμού χιλιοειπωμένες ατάκες για την ‘αναγκαιότητα να στραφούμε προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), εννοώντας την ηλιακή και αιολική ενέργεια, που από μόνες τους δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την αναγκαία ενεργειακή ανεξαρτησία και αυτάρκεια της χώρας. Τα ελληνικά κόμματα, ως παραρτήματα των κομμάτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ως όργανα των Lobbies των μεγάλων συμφερόντων, φτάνουν μέχρι τα όρια της σοσιαλδημοκρατικής προσέγγισης του ενεργειακού προβλήματος, η οποία θεωρεί τα ορυκτά καύσιμα ως βάση του ενεργειακού συστήματος, αφορίζει υποκριτικά την πυρηνική ενέργεια και ψάχνει να βρει κάποιο συμπληρωματικό ρόλο για τις κερδοφόρες ΑΠΕ αλλά για το υδρογόνο δεν γίνεται πουθενά η παραμικρή αναφορά[23].

Οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, που ασκούν κυβερνητική διαχείριση για λογαριασμό του μεγάλου κεφαλαίου, ονειρεύονται μια ‘νέα μεγάλη ιδέα για το έθνος’, με αφορμή τα πιθανά μεγάλα, αλλά ακόμα μη βεβαιωθέντα, κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στον ελλαδικό χερσαίο και θαλάσσιο χώρο και γι’ αυτό μπαινοβγαίνουν σε ‘συμμαχίες’ και υποτίθεται πως διαπραγματεύονται ‘ευνοϊκούς όρους’ εκχώρησης της εκμετάλλευσής τους, ακόμα και με εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, γιατί διαφορετικά δεν εξηγείται η σκόπιμη και προφανώς καθ’ υπαγόρευση καθυστέρηση της εφαρμογής της Διεθνούς Συμφωνίας για το Δίκαιο της θάλασσας για την επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια και στη συνέχεια της ανακήρυξης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Στο μεταξύ, στην προσπάθειά τους να εξορθολογήσουν την αγορά ενέργειας, ‘την άνοιξαν’ προς την κατεύθυνση των κερδοφόρων ανανεώσιμων πηγών, τόσο που δεν μπορούν πια να την ελέγξουν, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ένας εμφύλιος πόλεμος μεταξύ κυβέρνησης[24] από τη μια μεριά και των εισαγωγέων της σχετικής γερμανικής τεχνολογίας και των ‘επενδυτών’ στις ΑΠΕ, δηλαδή στα φωτοβολταϊκά και στις ανεμογεννήτριες, από την άλλη[25]. Τα υποτιθέμενα ‘αντιμνημονιακά’, αλλά όχι αντικαπιταλιστικά ‘προοδευτικά αριστερά’[26] και ‘οικολογικά’[27] κόμματα δεν έχουν να προτείνουν καμιά σοβαρή σύγχρονη ενεργειακή πολιτική και περιορίζονται σε ενδοσυστημικές λύσεις, αγνοώντας πλήρως το υδρογόνο. Αλλά και το υποτίθεται ‘αντικαπιταλιστικό’ Κ.Κ.Ε. δεν έχει κανένα επεξεργασμένο ενεργειακό πρόγραμμα, δείχνει μια ανεξήγητη επιφυλακτικότητα προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αγνοεί παντελώς το υδρογόνο και την ενεργειακή του σημασία, και περιορίζεται στην κριτική της ενεργειακής πολιτικής των άλλων κομμάτων, αντιπροτείνοντας τη ‘σοσιαλιστική πλατφόρμα’, με την οποία υπόσχεται μεταξύ των άλλων και την «‘κοινωνικοποίηση’ των μέσων παραγωγής στην ενέργεια»[28] και τη θέσπιση «Ενιαίου Κρατικού Φορέα Ενέργειας»[29], γιατί «εμείς μιλάμε για κρατική κοινωνική ιδιοκτησία, αλλά όχι μόνο της Δ.Ε.Η., αλλά όλου του τομέα της Ενέργειας»[30], για την καλύτερη αξιοποίηση, και ‘προς το συμφέρον του λαού’, των υφιστάμενων παραδοσιακών πηγών ενέργειας.

 

Το μέλλον της Ευρώπης δεν είναι τα ορυκτά καύσιμα και ο καπιταλισμός, αλλά η υδρογονοενέργεια και η Άμεση Δημοκρατία

 

Και ενώ η εποχή της υδρογονοενέργειας έχει ήδη ανατείλει και κοντεύει, παρά τη συνωμοσία της σιωπής, να μεσουρανήσει, τα ηγετικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών, τα πολιτικά κόμματα του Ευρωκοινοβουλίου και η λεγόμενη “πνευματική ηγεσία” της, έχουν εμπλακεί, ως διαπλεκόμενες δυνάμεις στον πόλεμο των πετρελαιοαγωγών. Άλλοι ως υπάλληλοι-εκφραστές, των αμερικανικών και άλλοι των ρωσικών σχεδίων για την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης και άλλοι ως Dieler των προϊόντων της γερμανικής βιομηχανίας, (πακέτα φωτοβολταϊκής τεχνολογίας και ανεμογεννήτριες), με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Ένωση να χάνει το τραίνο της νέας τεχνολογίας για υδρογονοενέργεια που θα την καθιστούσε ενεργειακά ανεξάρτητη, αυτόνομη και αυτοδύναμη να ακολουθήσει μια νέα πορεία, αντάξια των ουμανιστικών αγωνιστικών παραδόσεών της, για το καλό των Ευρωπαίων και της ανθρωπότητας.

Το γεγονός πως ούτε τα κόμματα του Ευρωκοινοβουλίου δεν  ασχολούνται με το ενεργειακό μέλλον της Ένωσης και ενώ νομοθετούν, μετά από αμερικανικές υποδείξεις και συγκροτούν «Πλατφόρμες Υδρογόνου», δεν αναφέρονται σε ενεργειακό σύστημα υδρογόνου που θα εξασφάλιζε ενεργειακή ανεξαρτησία και θα έβαζε την Ε.Ε. στην πρωτοπορία των παγκόσμιων εξελίξεων, δεν μπορεί να αποδοθεί σε άγνοια, αλλά σε υποταγή στα κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα που διαμορφώνονται γύρω από τα ορυκτά καύσιμα, τις μηχανές εσωτερικής καύσης και γενικά στο ολιγαρχικό οικονομικό μοντέλο της λεγόμενης ελεύθερης αγοράς, τα οποία ουσιαστικά στηρίζει ο θεσμός του αστικού κοινοβουλίου και τα κόμματα που τον απαρτίζουν.

Είτε πρόκειται για συνειδητή αποσιώπηση και παραπλάνηση, είτε για άγνοια σε βαθμό δόλου, η πραγματικότητα της υδρογονοενέργειας αποτελεί ένα πολύ κρίσιμο, για τον ανθρώπινο πολιτισμό, ιστορικό σταυροδρόμι, η κατεύθυνση του οποίου θα εξαρτηθεί από την παθητικότητα ή από την έγκαιρη ανάδειξη της εργαζόμενης κοινωνίας-ανθρωπότητας σε αυτενεργό παράγοντα των εξελίξεων. Αυτή είναι η στιγμή για την οποία χιλιάδες γενιές ανθρώπων αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν, για να ωριμάσει η εργαζόμενη ανθρωπότητα και να γίνει η δύναμη που θα κλείσει τη σελίδα της πολύπαθης και ματωμένης εξουσιαστικής προϊστορίας της και θα αρχίσει να γράφει την πραγματική ιστορία της σε συνθήκες Νέας Ελευθερίας, Αυτοδιεύθυνσης και Ανθρωπισμού[31]. Για να συμβεί αυτό, είναι αναγκαίος ένας Νέος Ριζοσπαστικός Διαφωτισμός που θα αποσπάσει όλα τα κοινωνικά δημιουργήματα, όπως την επιστήμη, τη Γνώση, την Τεχνολογία και τον Πολιτισμό από την ιδιοκτησιακή εξουσία «μερικών πολυεθνικών εταιριών» και θα τα αποδώσει στην εργαζόμενη κοινωνία-ανθρωπότητα στην οποία ανήκουν, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζουν οι υπάλληλοι, οι αχυράνθρωποι και τα χαλκεία του κεφαλαίου[32]. Χωρίς την απελευθέρωση της Επιστήμης, της Τεχνολογίας και του Πολιτισμού δεν είναι εφικτή η απελευθέρωση των ανθρώπων, των Λαών και της Ανθρωπότητας από το κεφάλαιο.

Η δύναμη που κρατάει ολόκληρη την ανθρωπότητα καθηλωμένη σε μια βάρβαρη εξουσία, δεν είναι παρά το αυστηρά συγκεντρωτικό ενεργειακό σύστημα των ορυκτών καυσίμων. Απέναντι σ’ αυτήν την εξουσία η ανθρωπότητα μπορεί να αντιτάξει το υδρογόνο που υπάρχει παντού και δεν ανήκει σε κανένα, επειδή «το υδρογόνο είναι κατ’ εξοχήν… δημοκρατικό καύσιμο, αφού έχουν την ίδια πρόσβαση σ’ αυτό τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Γκάνα. Και μάλιστα δίνει τριπλάσια ενέργεια σε σχέση με το πετρέλαιο»[33].

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, για λόγους που έχουν να κάνουν με την ανίκανη, εξαρτημένη και διεφθαρμένη ηγεσία της, έγινε μέρος του προβλήματος του ανταγωνισμού των πολεμοκάπηλων πετρελαιάδων, αντί να γίνει παράγοντας ειρήνης και η λύση του παγκόσμιου ενεργειακού προβλήματος, λύση που τη χρειάζεται ολόκληρη η ανθρωπότητα για να βγει από την καπιταλιστική βαρβαρότητα και να κάνει το επόμενο βήμα προς ένα καλύτερο κόσμο, προς ένα οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό.

Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, οι διαχρονικοί φύλακες των συμφερόντων και του μέλλοντος των ευρωπαϊκών λαών, δεν μπορούν να συνεχίσουν να είναι θεατές και κομπάρσοι της ζωής τους και είναι τώρα η ώρα να πάρουν την υπόθεση της υδρογονοενέργειας στα χέρια τους, γιατί μόνο έτσι θα απαλλάξουν την Ευρώπη από την παρακμή και την καπιταλιστική βαρβαρότητα και θα διασφαλίσουν το μέλλον τους. Ένα μέλλον ενεργειακής δημοκρατίας και ισότητας, προϋπόθεση ικανή και αναγκαία για κοινωνική ισότητα και άμεση δημοκρατία, για μια Ευρώπη των Λαών και όχι των κεφαλαίων και των ηγεμονιών.

 

ΥΓ. 1. http://www.arxeion-politismou.gr/2017/06/Poios-fovatai-to-ydrogono.html,

ΥΓ. 2. ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ-ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΣΧΟΛΙΑ: Να απελευθερώσουμε το νερό, τον ‘Προμηθέα Δεσμώτη του 21ου αιώνα’* (epithesh.blogspot.com)

ΥΓ. 3. https://www.youtube.com/watch?v=bnZkh9Da3cE,

loading...