Πόσο θ’ αντέξει η Ευρώπη τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας; Ο πόλεμος την εποχή της παγκοσμιοποίησης





Μαρία Δεδούση *   

Έχω γράψει μερικά κείμενα τις τελευταίες μέρες για την κρίση στην Ουκρανία και έχω διαβάσει εκατοντάδες σε πολλά διεθνή ΜΜΕ. Βλέποντάς τα εκ των υστέρων, συνειδητοποιώ ότι κάθε ανάλυση που σέβεται τον εαυτό της, επιστρέφει σε ένα πράγμα και μόνο: Τα χρήματα. Την οικονομία.

Αυτά πολεμάνε στην Ουκρανία, οι άνθρωποι είναι απλώς κολάτεραλ. Παράπλευρες απώλειες. Ο πόλεμος αυτός θα μπορουσε να έχει διεξαχθεί χωρίς ν’ ανοίξει ρουθούνι βραχυπρόθεσμα, ενώ οι μακροπρόθεσμες συνέπειές του θα ήταν ακριβώς οι ίδιες.

Αν υπάρχει ένα μάθημα που εξάγεται από τον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία και τον τρόπο που αυτός αντιμετωπίζεται από τον υπόλοιπο κόσμο, αυτό δεν είναι ότι συνεχίζουμε να σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον, το ξέρουμε αυτό, δεν χρειαζόμαστε έναν ακόμη πόλεμο για να το εμπεδώσουμε.

Το μάθημα είναι ότι ένα ήδη πολύ ζορισμένο από πολλές πλευρές παγκόσμιο σύστημα, ο καπιταλισμός, επιτίθεται πλέον στον εαυτό του: Ακόμη κι αν υπάρχουν κάποιοι -λίγοι ελπίζω- που νομίζουν για κάποιον εντελώς ακατανόητο δικό τους λόγο ότι η Ρωσία είναι κομμουνιστικό κράτος, η αλήθεια είναι ότι πουθενά στον πλανήτη δεν υπάρχει κομμουνιστικό κράτος.

Υπάρχουν καπιταλιστικές δημοκρατίες, καπιταλιστικές ολιγαρχίες και καπιταλιστικές δικτατορίες ή μονοκρατορίες αν θέλετε. Και κάτι ψευτο-κομμουνιστικά απομεινάρια που προσποιούνται ότι δεν εξαρτώνται από το παγκόσμιο σύστημα, βλέπε Β. Κορέα. Κάθε πόλεμος, συνεπώς γίνεται ανάμεσα σε καπιταλιστικά κράτη και βασικό όπλο σε αυτούς τους πολέμους είναι ένα: Το χρήμα.

Η περίπτωση της Τουρκίας και των τουρκικών drones είναι υπέροχο παράδειγμα: Σε διαμαρτυρίες της Ρωσίας ότι αυτά χρησιμοποιούνται εναντίον της από την Ουκρανία, η Τουρκία απάντησε πολύ απλά, «δεν τα πουλάμε εμείς, ιδιωτικές εταιρείες τα πουλάνε, άσχετο που είναι δικές μας».

Οι οποίες εταιρείες, φυσικά, με την ίδια ευκολία μπορούν να τα πουλήσουν και σε Ρώσους, δεν τρέχει κάτι. Το χρήμα δεν έχει πατρίδα, δεν πιστεύει σε κάτι και κυρίως δεν έχει ιδεολογία, κυρίαρχη ιδεολογία του είναι ο εαυτός του και αυτοσκοπός είναι η αναπαραγωγή του.

Σε αυτό το τελευταίο δεν διαφέρει και πολύ από το ανθρώπινο είδος, είναι η αλήθεια.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ο πρώτος με διεθνείς διαστάσεις που διεξάγεται μέσα σε ένα απόλυτα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Και ο πρώτος στον οποίο δεν αντιπαρατίθενται εθνικές, πολιτικές, ή θρησκευτικές ιδεολογίες, αυτές είναι μόνο η επίφαση. Ο Σάμιουελ Χάντινκτον στριφογυρίζει στον τάφο του και ξαναγράφει τη «Σύγκρουση των Πολιτισμών».

Δεν υπάρχει τίποτα το πολιτισμένο ή πολιτισμικό σ’ αυτόν τον πόλεμο, υπάρχει μόνο η επιθυμία για επικράτηση, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο. Υπ’ αυτήν την έννοια, αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν κατάφερε να το προβλέψει κανένας από τους σπουδαίους αναλυτές του παρελθόντος. Εντάξει, σχεδόν κανένας. Ακόμη και ο Μαρξ, όμως, που ήξερε (δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο να το δει κανείς) ότι κάποια στιγμή ο καπιταλισμός θα έτρωγε τις σάρκες του, δεν κατάφερε να προβλέψει τον τρόπο με τον οποίο θα γινόταν αυτό.
Η παγίδα της αλληλεξάρτησης

Σε αυτό το οικονομικά παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, οι κυρώσεις που επιβάλλει η δύση στη Μόσχα, γίνεται όλο και πιο φανερό, μέρα με τη μέρα, ότι της γυρίζουν μπούμεραγκ. Όλο και περισσότερο το λένε όλα τα δυτικά ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα οικονομικά.

Το παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στην αλληλεξάρτηση. Για να το πούμε πιο ποιητικά είναι σαν ένα παγκοσμιοποιημένο οικοσύστημα, στο οποίο κανένα φυτό ή ζώο δεν μπορεί να ζήσει χωρίς όλα τα υπόλοιπα. Ακόμη κι αν ζει σε ένα ξεχασμένο νησί του Ειρηνικού.

Για παράδειγμα:

Η Δύση -και κυρίως η Ευρωπαϊκή Ένωση- επιβάλλει χωρίς προηγούμενο οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία και ταυτόχρονα την πληρώνει περίπου μισό δισεκατομμύριο ευρώ κάθε μέρα για το φυσικό αέριο. Από τις κυρώσεις που αφορούν τις διεθνείς τραπεζικές συναλλαγές (χρήση του SWIFT) εξαιρούνται οι ρωσικές τράπεζες που χειρίζονται τις συναλλαγές φυσικού αερίου, ώστε οι πληρωμές προς τη Ρωσία να συνεχίζονται απρόσκοπτα.

Δηλαδή από τη μια τους μπλοκάρουμε, κι από την άλλη τους χρηματοδοτούμε. Τόσο απλό.

Γιατί, όμως, θα γυρίσουν εναντίον μας οι κυρώσεις προς τη Ρωσία; Διότι πέρυσι η τιμή του φυσικού αερίου ήταν στα 18 ευρώ η μεγαβατώρα και σήμερα που μιλάμε είναι στα 300 κι ανεβαίνει. Έχουμε μιλήσει ήδη για τις επιπτώσεις στις τιμές των σιτηρών και τις επιπτώσεις που θα έχει η κατάσταση στον επισιτισμό του πλανήτη, ήδη ζούμε την εκτόξευση του πληθωρισμού και δεν έχουμε δει τίποτε ακόμη, ενώ πάρα πολλές δυτικές εταιρείες που προμηθεύουν τη Ρωσία με διάφορα αγαθά και υπηρεσίες, κάποια στιγμή πιθανώς δεν θ’ αντέξουν και θα χρεοκοπήσουν.

Δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε τι σημαίνει αυτό για τις δυτικές οικονομίες, μπορούμε όμως να φανταστούμε, για παράδειγμα, πώς θα επηρεάσει επί μέρους τομείς επί μέρους χωρών, τον τουρισμό της Ελλάδας, για παράδειγμα…

Ο Economist δημοσίευσε ένα άρθρο μόλις προχθες (5 Μαρτίου) με τον πολύ εύγλωττο τίτλο «γιατί οι δυτικές Τράπεζες έχουν περισσότερα να χάσουν από τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας».

Για να μην το κάνουμε πολύ σύνθετο, να πούμε μόνο το ρεζουμέ:

Τα δάνεια των δυτικών τραπεζών προς ρωσικές εταιρίες παύουν σταδιακά να εξυπηρετούνται. Δεν είναι πολλά, υπολογίζονται σε κάπου 121 δισεκατομμύρια. Θα τις γονατίσει, αλλά δεν θα τις διαλύσει αυτό. Όμως, υπάρχουν κι άλλες συνέπειες. Πολλές μικρότερες ιδιωτικές τράπεζες βασίζονται στις μπίζνες που κάνουν με τους Ρώσους ολιγάρχες. Ενώ και τα κάθε λογής ομόλογα, μετοχές και άλλα αξιόγραφα έναντι ρωσικών δανείων, πιθανώς θα γίνουν κουρέλια.

Πόσο μπορεί να αντέξει, λοιπόν, η Δύση και κυρίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, να επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας; Όπως διαφαίνεται κάθε ώρα που περνάει, όλο και λιγότερο.
Οικονομικές κυρώσεις, μια αρχαία ιστορία

Οι οικονομικές κυρώσεις είναι μια πάρα πολύ παλιά ιστορία, τις πρώτες γνωστές επέβαλαν οι Αθηναίοι στους Μεγαρείς το 432 π.ΚΕ. Ευρέως εφαρμόστηκαν τον 20ο αιώνα, εναντίον σειράς κρατών, από την Ιταλία του Μουσολίνι για την επίθεση στην Ερυθραία, ως το Ιράν.

Σε αρκετές περιπτώσεις οι κυρώσεις αποδείχθηκε ότι ήταν ένα όπλο μαζικής καταστροφής κατά των λαών και όχι των κυβερνήσεων. Πείνα, έλλειψη φαρμάκων και ειδών πρώτης ανάγκης δεν χτυπάνε καμία κυβέρνηση και κανέναν δικτάτορα. Τους λαούς χτυπάνε.

Σε άλλες περιπτώσεις αποδείχθηκαν σχετικώς πιο αποτελεσματικές, όμως πάντα εφαρμόζονταν από τη διεθνή κοινότητα εναντίον κάποιου μικρού κατά κανόνα κράτους.

Η Ρωσία, όμως, δεν είναι μικρό κράτος. Είναι ένα κράτος πολύ αυτάρκες σε είδη πρώτης ανάγκης, που μπορεί να παράξει σχεδον ό,τι χρειάζεται και κυρίως ένα κράτος που έχει σε αυθονία αυτό που χρειαζόμαστε εμείς: Ενέργεια.
Το μεγάλο όπλο: Το φυσικό αέριο

Ο Ρώσος μπορεί θαυμάσια να ζήσει χωρίς Ζάρα και ΜακΝτόναλντς ή και χωρίς Νέτφλιξ και Μάστερκαρντ, ο βορειοευρωπαίος, όμως, που ακόμη και το καλοκαίρι χρειάζεται συχνά θέρμανση, δεν μπορεί να ζήσει χωρίς φυσικό αέριο.

Και η εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο είναι τεράστια, κάτι που ξέρουν και οι δύο πλευρές. Και βέβαια, καθώς μιλάμε για αγαθό πρώτης ανάγκης, η συγκεκριμένη αγορά είναι supplier oriented, κοινώς το πάνω χέρι έχει ανυπερθέτως ο προμηθευτής.

Χωρίς πολλά λόγια, το επίπεδο εξάρτησης των χωρών της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.

Όπως βλέπουμε, περίπου το 40% του φυσικού αερίου της Ευρώπης προέρχεται από τη Ρωσία και όχι, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο, δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Το γιατί δεν υπάρχουν εναλλακτικές είναι μια άλλη, πολύ σοβαρή ιστορία, που φυσικά θα πρέπει να κουβεντιάσουμε κάποια στιγμή, αλλά ας μείνουμε στα γεγονότα.

Κάποιοι αναλυτές πάνε ο θέμα πιο πέρα και κάνουν λογο για ενεργειακή κρίση τέτοιου μεγέθους που η Ευρώπη θα αναγκαστεί να περιορίσει την κατανάλωση ενέργειας σε όλα τα επίπεδα, μέχρι και να επιβάλει πλαφόν στους καταναλωτές. Αυτό, εάν συμβεί, θα βάλει την οικονομία της σε σπιράλ ύφεσης.

Μέχρι τώρα οι ροή αερίου δεν έχει διακοπεί, όπως είπαμε πιο πάνω, δημιουργώντας μια πρωτοφανή κατάσταση στην οποία πληρώνουμε από τη μια πλευρά την ίδια οικονομία που προσπαθούμε να ζορίσουμε από την άλλη.
Το «Φρούριο Ρωσία»

Τις τελευταίες μέρες αποδεικνύεται για ακόμη μια φορά ότι στα 30 χρόνια από την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού οι Ρώσοι και λοιποί ανατολικοευρωπαίοι έκαναν ταχύρρυθμα μαθήματα στον καπιταλισμό, τον παίζουν πλέον στα δάχτυλα, καλύτερα κι από τις χώρες που τον γέννησαν.

Γι αυτό και οι ολιγάρχες αποδεικνύονται εξαιρετικά ανθεκτικοί στις κυρώσεις που έχει επιβάλλει προσωπικά εναντίον τους η Δύση, καθώς ξέρουν όλους τους τρόπους που υπάρχουν για να μανιπουλάρει κανείς το σύστημα, αλλά και μερικούς που δεν υπάρχουν.

Η υπόθεση με τα γιοτ και τις προσωπικές τους περιουσίες, ή τα τουίτ που ανταλλάσσουν ο Μεντβέντεφ με την ΕΕ, ποιος θα πάει στο Γκστάαντ και θ’ αγοράζει Πράντα και ποιος δεν θα πάει, μπορεί να μας φαίνονται κάπως αστεία την ώρα που χάνονται ζωές, όμως η αλήθεια είναι ότι δείχνουν μια πολύ ενδιαφέρουσα πλευρά της πραγματικότητας.

Οι Financial Times τα είχαν πει ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου, πριν ακομη η Ρωσία εισβάλει στην Ουκρανία: Η Ευρώπη πρέπει να προετοιμαστεί για μια πολύ σκληρή μάχη, στην οποία ο απέναντι είναι πάρα πολύ καλά προετοιμασμένος.

Αναλυτές τους οποίους επικαλέστηκε τότε η εφημερίδα εξέφρασαν τους φόβους τους ότι η ΕΕ ήταν πολύ λιγότερο προετοιμασμένη για μια τέτοια κατάσταση απ’ ότι ήταν το «φρούριο Ρωσία» του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Φυσικά και ο Πούτιν ήταν προετοιμασμένος. Μπορούμε να του καταλογίσουμε διάφορα, αλλά ηλίθιος δεν είναι σε καμία περίπτωση. Οι πιέσεις που δέχεται ο πληθωρισμός στην Ευρώπη, η διακοπή των εμπορικών δεσμών ανάμεσα στη Ρωσία και τους δυτικούς προμηθευτές της ή πελάτες σε όλους τους τομείς, η εξάρτηση των δυτικών κατασκευαστών σε πολλές πρώτες ύλες που έρχονται από τη Ρωσία, όλα αυτά ήταν γνωστά και πριν ξεσπάσει ο πόλεμος.

Για παράδειγμα, η Ρωσία εξάγει περίπου το 40% της παγκόσμιας παραγωγής παλλάδιου, το οποίο χρησιμοποιείται στις αυτοκινητοβιομηχανίες για την παραγωγή καταλυτών.

Και το 30% του τιτάνιου, το οποίο είναι απαραίτητο στην αεροναυπηγική. Η Airbus προμηθεύεται το μισό της τιτάνιο από τη Ρωσία, ενώ και η αμερικανική Boeing δεν πάει πίσω.

«Η κρίση που κορυφώνεται θα έχει συνέπειες όχι μόνο στις τιμές της ενέργειας, αλλά και στους γενικότερους δείκτες της οικονομίας, ως αποτέλεσμα του μειωμένου εισοδήματος, της μειωμένης κατανάλωσης και της αναστολής των επενδύσεων», προειδοποιούσε η Κριστίν Λαγκάρντ, πρόεδρος της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου.

Δεν ήταν μια απλή εκτίμηση, αυτή θα μπορούσε να την κάνει και πρωτοετής των οικονομικών. Ήταν μια έκκληση να αποφευχθεί ο πόλεμος.

Ο Γουόρεν Πάτερσον, επικεφαλής της στρατηγικής προϊόντων του ολλανδικού χρηματοοικονομικού κολοσσού ING είπε λίγο αργότερα ότι «οι κυρώσεις που επιβάλλονται στο ρωσικό τραπεζικό σύστημα θα έχουν μακροπρόθεσμες και βαθιές συνέπειες σε όλες τις αγορές οι οποίες προμηθεύονται πρώτες ύλες, όπως αλουμίνιο, χαλκό και πλατίνα, από τη Ρωσία».
Η πίεση στους επενδυτές

Για μας μπορεί να είναι ένα παιχνίδι πέρα από το βεληνεκές μας και συχνά και από την κατανόησή μας, όμως πολύ σημαντικό ρόλο σε όλα αυτά -όπως και στην παγκόσμια οικονομία γενικότερα- παίζουν οι μεγάλοι παίκτες, επενδυτές και δανειστές, τράπεζες, μετοχές και χρηματιστήρια.

Όλοι αυτοί παρακολουθούν με πολλά ζάναξ την εξέλιξη της κρίσης και του πολέμου. Τεράστιες εταιρίες με συμφέροντα στη Ρωσία, όπως για παράδειγμα η δανέζικη Κάρλσμπεργκ, αυτή με τις μπύρες, βλέπουν τις μετοχές τους να κατακρημνίζονται.

Οι ευρωπαϊκές Τράπεζες, με τα κολοσσιαία δάνεια προς τις ρώσικες επιχειρήσεις, δεν αισθάνονται πολύ καλά. Ο δανεισμός της Ευρώπης προς τη Ρωσία είναι τέσσερις φορές μεγαλύτερος από εκείνον της Αμερικής, η οποία έχει κάθε λόγο να κάθεται εκεί που κάθεται και να εκδίδει ανακοινώσεις χωρίς να ανησυχεί ιδιαίτερα σε κανένα επίπεδο.

Επιπροσθέτως, άλλα 23 δισεκατομμύρια χρωστάει η Ουκρανία μέσω των κρατικών ομολόγων της, οι κάτοχοι των οποίων επίσης δεν αισθάνονται πολύ καλά τον τελευταίο καιρό.

Διάφορα εθνικά νομίσματα (κατά συνέπεια και οικονομίες) έχουν ήδη πάθει πρωτοφανές collapsus, όπως για παράδειγμα το πολωνικό ζλότι που έχασε σε λίγες μέρες το ένα πέμπτο της αξίας του.

Υπάρχουν και οι άλλοι αναλυτές, βέβαια, που λένε ότι έτσι κι αλλιώς οι άμεσες συναλλαγές και επενδύσεις στη Ρωσία από την Ευρώπη έχουν μειωθεί από το 2014 και ότι τέλος πάντων οι μεγάλες εταιρείες που κάνουν μπίζνες εκεί είναι αρκετά ισχυρές για ν’ αντέξουν το πλήγμα. Εν μέρει έχουν δίκιο.

Και πάλι έδωσε την απάντηση η Λαγκάρντ: «Η κλιμάκωση της κρίσης θα φέρει αυξημένο κόστος σε όλα τα προϊόντα στην Ευρωζώνη. Από οικονομικής απόψεως η ειρήνη είναι σαφώς προτιμότερη από τον πόλεμο, με κάθε κόστος», προειδοποίησε.

Τι σημαίνει όλο αυτό με λίγα λόγια; Ότι οι μεγάλες εταιρείες πιθανότατα θ’ αντέξουν, αλλά ο γενικός πληθυσμός θα πληρώσει το πάπλωμα. Και το πάπλωμα θα είναι πανάκριβο.

Όπως συνήθως δηλαδή.

loading...