Συγκλονίζουν οι απαντήσεις Ελλήνων Αγίων σε δύο αιρετικούς-ανθέλληνες και μας γεμίζουν εθνική υπερηφάνεια.

Ο τρομερός εχθρός του έθνους μετά τους Φοίνικες, οι Γερμανοί, διεκδικούσαν παράνομα όπως και όλοι όσοι επιβουλεύονται τον Ελληνισμό, τους τίτλους πολιτιστικής ανωτερότητας, πολιτικής-στρατιωτικής εξουσίας και εδαφικής ακεραιότητας του Ρωμαϊκού κράτους.


Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Φ. Γιαννόπουλος Γεωστρατηγικός και Γεωπολιτικός αναλυτής (Contact : [email protected]).

Οι παράγοντες της νέας τάξης δεν δεχόταν ότι η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία από νεοταξική-εωσφορική, έγινε Ελληνική και Χριστιανική. Η παγκόσμια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με πρωτεύουσα την αρχαία Ρώμη ήταν δημιούργημα των Ιουδαίων νεοταξιτών-παγανιστών. Οι Ιουδαίοι προσπάθησαν με κάθε τρόπο, να πάρουν πίσω την αυτοκρατορία τους, από την πρώτη ημέρα, που ανέλαβαν, την διοίκηση του Ρωμαϊκού κράτους, οι Έλληνες.

Δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι το κράτος των παγανιστών και του Εωσφόρου, έγινε η Αυτοκρατορία του Χριστού και των Ελλήνων. Οι ίδιοι οι Ρωμαίοι συγκλητικοί, δημοσίως με μεγάλη υπερηφάνεια, έλεγαν ότι η Αρχαία Ρώμη, ήταν η νέα πόρνη Βαβυλώνα (G Beck-Η Bυζαντινή χιλιετία). Για όσους δεν γνωρίζουν, η Βαβυλώνα ήταν πριν από την Ρώμη, το παγκόσμιο κέντρο του Εωσφορισμού. Οι Ιουδαίοι χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα, ειρηνικά και βίαια, όπως πολέμους, με την αποστολή δεκάδων εθνών, ενάντια, στο Ελληνικό-Ρωμαϊκό κράτος, την δημιουργία εμφυλίων, καθώς και απάτες, για να πάρουν πίσω, την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία από τους Έλληνες.

Με την μεταφορά της πρωτεύουσας του Ρωμαϊκού κράτους, από την αρχαία Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη, ξεκινά μια ακόμη θανάσιμη περιπέτεια για το Ελληνικό έθνος. Οι Γερμανοί εγκαταστάθηκαν στον Δούναβη και την σημερινή Βουλγαρία μόνιμα. Με ορμητήριο αυτές τις δύο περιοχές, άρχισαν να προκαλούν τρομερές καταστροφές, με συνεχόμενες φοβερές επιδρομές μέχρι την Πελοπόννησο.

Κυριολεκτικά ήταν έρμαιο οι Έλληνες όλους εκείνους τους αιώνες, στους Γερμανούς, Ούννους, Γότθους, Βησιγότθους, Οστρογότθους, Βανδάλους κλπ. Οι Γερμανοί μέχρι και την εποχή του Ιουστινιανού, προσπάθησαν με τα όπλα, να αφαιρέσουν από τους Έλληνες, την διοίκηση της Ελληνικής-Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Όταν διαπίστωσαν μετά από δύο αιώνες, γενοκτονιών και πολέμων, ότι δεν ήταν εφικτό, να κατακτηθεί το Ελληνικό-Ρωμαϊκό κράτος, τότε αποσύρθηκαν στην δύση και προσπαθούσαν μόνον με διπλωματικά μέσα να κατακτήσουν την αυτοκρατορία, μέχρι και την εποχές των εωσφορικών-γερμανικών σταυροφοριών.

Επίσης παρακινούσαν άλλους λαούς, να κινηθούν ενάντια στο Ελληνικό-Ρωμαϊκό κράτος. Συνεπώς δεν ευσταθούν οι ιστορικές παρατηρήσεις του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ ότι οι αιρετικοί εικονομάχοι αυτοκράτορες και η άρνηση στρατιωτικής βοήθειας, ήταν οι αιτίες για την απομάκρυνση της Ρώμης από την Ελληνική Κωνσταντινούπολη και η προσχώρηση τους στην Γερμανική αυτοκρατορία. Ανέκαθεν τα Γερμανικά φύλα μισούν θανάσιμα το Ελληνικό έθνος, γιατί είναι πιστά εδώ και αιώνες στον Διονυσιακό πολιτισμό. Για αυτό και όλες αυτές οι φοβερές γενοκτονίες και οι πόλεμοι εναντίον μας. Οι ενέργειες των Ισαύρων δεν μπορούν να αποτελούν ούτε μια αφορμή για τις σχέσεις του Ελληνικού έθνους και των Γερμανικών φυλών.

Την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας ο Άγιος Νικηφόρος, ο Γερμανός Όθων είχε υποτάξει σχεδόν ολόκληρη την Ιταλία και ζήτησε διακανονισμό σχετικά με τις περιοχές που δεν είχε ακόμα καταλάβει. Ο απεσταλμένος του στην Κωνσταντινούπολη, επίσκοπος Λιουτπράνδος της Κρεμόνας, διαβίβασε μια πρόταση γάμου ανάμεσα στον γιο του Όθωνα και σε μια κόρη πορφυρογέννητη. Σαν προίκα θα εκχωρούνταν οι κτήσεις των Βυζαντινών στη νότια Ιταλία! Αυτό θεωρήθηκε εμπαιγμός από τους Έλληνες και το απέρριψαν.

Οι ενέργειες του Όθωνα να λάβει το στέμμα από τον Πάπα και ανακηρυχθεί “αυτοκράτορας” του Imperioum Romanoum και η επίθεση ενάντια στο Μπάρι εξαγρίωσαν τον Νικηφόρο Β, ο οποίος είχε πολύ υψηλή ιδέα για το αυτοκρατορικό αξίωμα. Στον Λιουτπράνδο οι ‘Έλληνες-Ρωμαίοι φέρθηκαν σαν αιχμάλωτο και τον ανάγκασαν να μάθει πως ο Γερμανός Όθων δεν ήταν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας αλλά ηγεμόνας βαρβάρων. Συνεπώς ήταν ηθικά, πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά αδύνατον ένας βάρβαρος να νυμφευθεί μια πορφυρογέννητη.

Η αποτυχία των Γερμανών να κατακτήσουν το Μπάρι οδήγησε σε υποχώρηση, και ο Όθων έστειλε νέα πρεσβεία στην Βασιλεύουσα, υπό τον Λιουτπράνδο, τον επίσκοπο της Κρεμόνας. Ο Νικηφόρος όμως ήταν ήδη έξαλλος.

Ο Λιουτπράνδος φθάνοντας στην Βασιλεύουσα δικαίως έτυχε κακής υποδοχής. Όπως καταγγέλλει ο ίδιος σε γράμμα προς τον ‘Οθων, οι Έλληνες αξιωματούχοι τον υπέβαλαν σε κάθε είδους ταπείνωση και δοκιμασία, αφήνοντας τον να περιμένει ώρες στην βροχή, στεγάζοντας τον σε ακατάλληλα καταλύματα όπου πάγωνε τα βράδια και ζεσταινόταν την ημέρα. Επίσης όταν μετά από μήνες έγινε δεκτός στα ανάκτορα, στην αίθουσα δεξιώσεων τον έβαλαν να καθίσει στο τελευταίο τραπέζι. Ο Γερμανός κληρικός αναφέρει με αποτροπιασμό το πώς είχε τοποθετηθεί σε καλύτερη θέση ο πρέσβης της Βουλγαρίας, ο οποίος που ήταν “άπλυτος με κοντά μαλλιά”. Εν τούτοις ο Εωσφοριστής επίσκοπος αναφέρει την διακοπή της Θείας Λειτουργίας στην Αγία Σοφία και την προσφώνηση του Αγίου Νικηφόρου ως Αργαλέου θανάτου των Σαρακηνών.

Όταν τελικά ο καθολικός επίσκοπος επέτυχε να συνομιλήσει με τους βασιλικούς αξιωματούχους επανέφερε την πρόταση του βασιλικού γάμου, ζητώντας ως προίκα την νότια Ιταλία. Η Ελληνική-Ρωμαϊκή πλευρά θεώρησε απαράδεκτο μία πορφυρογέννητη πριγκίπισσα να δοθεί ως νύφη στους βαρβάρους. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η λογομαχία μεταξύ του επισκόπου και του ίδιου του Αγίου Νικηφόρου, ο οποίος έδειξε την περιφρόνηση του προς την στρατιωτική δύναμη των Γερμανών.

Την κατάσταση επιδείνωσε η άφιξη μίας παπικής πρεσβείας στην Πόλη, μεταφέροντας γράμμα για τον αυτοκράτορα. Ο νεοταξίτης πάπας Ιωάννης ΙΓ’ προσφωνούσε τον Νικηφόρο ως βασιλέα των Ελλήνων και όχι των Ρωμαίων !!! Ζητούσε να έρθει σε συμφωνία με το αγαπητό πνευματικό του τέκνο, τον Όθωνα, στον οποίο απένειμε τον τίτλο του “Ρωμαίου αυτοκράτορα”. Οργισμένοι οι Έλληνες-Ρωμαίοι φυλάκισαν τους απεσταλμένους του πάπα και τον επίσκοπο. Εν συνεχεία άφησαν τον Λιουτπράνδο να φύγει μόνον ‘όταν υποσχέθηκε πως σε κάθε μελλοντική αλληλογραφία, ο Νικηφόρος θα αναφερόταν ως Αύγουστος και Αυτοκράτορας Ρωμαίων”.

Δύο Άγιοι της Ορθοδόξου πίστεως απαντούν στους αξιωματούχους της μεσαιωνικής Γερμανικής αυτοκρατορίας.

Ο Κορυφαίος Έλληνας Άγιος της Ορθοδοξίας αναφέρει για τον πάπα της εποχή του και για την Ελληνικότητα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Ενδεικτικός ήταν ο διάλογος του με επίσημο κρατικό αξιωματούχο της Γερμανικής-μεσαιωνικής αυτοκρατορίας, ο οποίος αποτελεί πολύ σημαντικό ιστορικό στοιχείο.

Αναφέρει χαρακτηριστικά :

«Ο Πάπας είναι ανάγωγος. Αγνοεί ότι ο Άγιος-αυτοκράτορας Κωνσταντίνος μετέφερε εδώ το σκήπτρο, την Σύγκλητο και ολόκληρο τον Ρωμαϊκό στρατό, αφήνοντας στη Ρώμη μόνο ευτελείς-υποτελείς».

Ο πρεσβευτής Λιουτπράνδος ανταπαντά: «Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ήρθε εδώ. Όμως αλλάξατε γλώσσα καταργήσατε την Λατινική και μιλάτε Ελληνικά, αλλάξατε ήθη και ενδυμασία, για αυτό ο “παναγιώτατος” Πάπας θεώρησε ότι εξίσου σας απαρέσκει ο όρος Ρωμαίοι».

Ο Άγιος Νικηφόρος Φωκάς δηλώνει ότι ο `Οθων δεν είναι ούτε αυτοκράτορας ούτε Ρωμαίος αλλά ένας βάρβαρος βασιλιάς με τον οποίο θα ήταν αδύνατο να παντρευτεί μια αυτοκρατορική πριγκίπισσα. Ο Λιουτπράνδος συμπλήρωσε:

«Εμείς οι Λομβαρδοί,Σάξονες, Φράγκοι, Λοθαρινοί, Βαυαροί, Σοηβοί, Βουργουνδοί, περιφρονούμε τους Ρωμαίους σε τέτοιο βαθμό που για να προσβάλουμε τους εχθρούς μας τους

Αποκαλούμε Ρωμαίους, καθώς η ονομασία αυτή περικλείει όλα τα ελαττώματα» !!!
Τρεις αιώνες αργότερα ο Πάπας Γρηγόριος, με αλαζονεία-θράσος αποκαλεί “Ρωμαίους” τους Γερμανούς. Ενδεικτική ήταν η επιστολή του Αγίου Ιωάννη Γ Δούκα-Βατάτζη, από το Ελληνικό κρατίδιο της Νίκαιας, προς τον πάπα Γρηγόριο Θ. Στην επιστολή γράφει μεταξύ άλλων ότι εμείς είμαστε Έλληνες στην καταγωγή. Εν τούτοις δεν ονομάσαμε ποτέ την ένδοξη αυτοκρατορία μας Ελληνική, παρά μόνον Ρωμαϊκή, για να τιμήσουμε τον κληροδότη και μεγαλύτερο ευεργέτη του έθνους, τον Άγιο Κωνσταντίνο. Να περάσουμε να δούμε τι αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης :

“Ἰ­ω­άν­νης ἐν Χρι­στῷ τῷ Θε­ῷ Βα­σι­λεὺς καὶ Αὐ­το­κρά­τωρ Ρω­μαί­ων ὁ Δού­κας, τῷ ἁγιωτά­τῳ Πά­πα τῆς πρε­σβυ­τέ­ρας Ρώ­μης Γρη­γο­ρί­ῳ. Ἂς ἔ­χω τὰς σω­τη­ρί­ους εὐ­χάς σου.

Αὐ­τοί, ποὺ ἔ­στει­λε ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ μοῦ ἔ­φε­ραν αὐ­τὴ τὴν ἐ­πι­στο­λή σου, ἐπέμεναν ὅ­τι εἶ­ναι γράμμα τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου. Ὅ­μως ἐ­γώ, ὁ Βα­σι­λιάς, ἀ­φοῦ διάβασα ὅ­σα εἶ­ναι γραμ­μέ­να, ἀρ­νή­θη­κα νὰ πιστέ­ψω ὅ­τι εἶ­ναι δι­κό σου γράμ­μα, ἀλλὰ θεώ­ρη­σα ὅ­τι τὸ ᾿γραψε ἕ­νας ἄν­θρω­πος μὲ χα­μέ­να πέ­ρα γιὰ πέ­ρα τὰ μυα­λά του, ποὺ ὅ­μως ὁ ψυ­χι­κός του κό­σμος εἶ­ναι φου­σκω­μέ­νος ἀ­πὸ ἀ­λα­ζο­νεί­α καὶ αὐθάδεια δι­ό­τι πῶς θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ σχη­μα­τί­σου­με δι­α­φο­ρε­τι­κὴ γνώ­μη γιὰ τὸν γράψαν­τα, τὴ στιγ­μὴ ποὺ ἀπευ­θύ­νε­ται στὴ βα­σι­λι­κή μου δύ­να­μη θε­ω­ρών­τας με σὰν ἕ­να ἀ­νώ­νυ­μο καὶ ἄ­δο­ξο καὶ ἀ­σή­μαν­το ἀνθρω­πά­κι; Δὲν σοῦ μί­λη­σε κα­νεὶς γιὰ τὸ μέ­γε­θος τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τῆς δυ­νά­με­ώς μας;

Δὲ χρει­α­ζό­μα­σταν ἰ­δι­αί­τε­ρη σο­φί­α γιὰ νὰ γνω­ρί­σου­με κα­λὰ ποι­ὸς εἶ­ναι ὁ δι­κός σου θρό­νος. Ἂν βρισκό­ταν πά­νω σὲ σύν­νε­φα ἢ ἂν κά­που ¨με­τέ­ω­ρος¨, ἴ­σως ἔ­πρε­πε νὰ ἔ­χου­με με­τε­ω­ρο­λο­γι­κὲς γνώσεις γιὰ νὰ τὸν βροῦ­με, ἀλλ᾿ ἐ­πει­δὴ στη­ρί­ζε­ται στὴ γῆ καὶ δὲ δι­α­φέ­ρει κα­θό­λου ἀ­πὸ τοὺς ὑ­πο­λοί­πους θρό­νους, ὅ­λος ὁ κό­σμος τὸν ξέ­ρει.

Μᾶς γρά­φεις ὅ­τι ἀ­πὸ τὸ δι­κό μας, τὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Γέ­νος, ἄν­θη­σε ἡ σο­φί­α καὶ τὰ ἀ­γα­θά της καὶ διαδόθηκε στοὺς ἄλ­λους λα­ούς. Αὐ­τὸ σω­στὰ γρά­φεις. Πῶς ὅ­μως ἀ­γνό­η­σες ἢ καὶ ἂν ὑ­πο­τε­θεῖ ὅ­τι δὲν τὸ ἀγνό­η­σες, πῶς ξέ­χα­σες νὰ γρά­ψεις ὅ­τι, μα­ζὶ μὲ τὴ σοφί­α, τὸ Γέ­νος μας κλη­ρο­νό­μη­σε ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο καὶ τὴ βα­σι­λεί­α; Ποιὸς ἀ­γνο­εῖ ὅ­τι τὰ κλη­ρο­νο­μι­κὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­α­δο­χῆς πέρασαν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νον στὸ δι­κό μας Γέ­νος καὶ ὅ­τι ἐ­μεῖς εἴ­μα­στε οἱ νό­μι­μοι κλη­ρο­νό­μοι καὶ δι­ά­δο­χοι;

Ἔ­πει­τα, σὺ ἀ­παι­τεῖς νὰ μὴν ἀ­γνο­ή­σου­με τὸ θρό­νο σου καὶ τὰ προ­νό­μιά του. Ἀλ­λὰ καὶ ἐ­μεῖς ἔ­χου­με νὰ ἀν­τα­παι­τή­σου­με νὰ δεῖς κα­θα­ρὰ καὶ νὰ μά­θεις τὰ δι­και­ώ­μα­τα ποὺ ἔ­χου­με ἐ­μεῖς ἐ­πὶ τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, τὸ ὁποῖ­ο, ἀ­πὸ τὸν Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο, δι­α­τη­ρή­θη­κε γιὰ μί­α χιλι­ε­τί­α καὶ ἔ­φτα­σε σέ μᾶς. Οἱ γε­νάρ­χες της βα­σι­λεῖς μου εἶ­ναι ἀ­πὸ τὸ γέ­νος τῶν Δου­κῶν καὶ τῶν Κομνη­νῶν, γιὰ νὰ μὴν ἀ­να­φέ­ρω ἐ­δῶ καὶ ὅ­λους τούς ἄλ­λους Βα­σι­λεῖς ποὺ εἶ­χαν Ἑλ­λη­νι­κὴ καταγω­γὴ καὶ γιὰ πολ­λὲς ἑ­κα­τον­τά­δες χρό­νια κα­τεῖ­χαν τὴν βα­σι­λι­κὴ ἐ­ξου­σί­α τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης. Αὐ­τοὺς ὅ­λους, καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώ­μης καὶ οἱ ἱ­ε­ράρ­χες της, τοὺς προ­σκυ­νοῦ­σαν ὡς Αὐ­το­κρά­το­ρες τῶν Ρω­μαί­ων. Πῶς λοι­πὸν ἐ­μεῖς φαι­νό­μα­στε στὰ μά­τια σου ὅ­τι δὲν ἐ­ξου­σι­ά­ζου­με καὶ δὲ βα­σι­λεύ­ου­με σὲ κα­νέ­να τό­πο, πα­ρὰ χειρο­τό­νη­σες λὲς κι εἶ­ναι ἐ­πί­σκο­πός σου τὸν ἐκ Βρυ­έν­νης Ἰ­ω­άν­νη βα­σι­λιὰ στὴν Πόλη; Ποι­ὸ δί­και­ο ἐ­πρυ­τά­νευ­σε στὴ συγ­κε­κριμένη αὐ­τὴ πε­ρί­στα­ση; Πῶς κα­τά­φε­ρε ἡ τι­μί­α σου κε­φα­λὴ καὶ ἐ­παι­νεῖ τὸ ἄ­δι­κο τῆς πλε­ο­νε­ξί­ας καὶ βά­ζει στὴ μοί­ρα τοῦ δικαί­ου τὴ λη­στρι­κὴ καὶ αἱ­μο­χα­ρή κα­τά­κτη­ση τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης ἀ­πὸ τοὺς Λα­τί­νους;

Ἐ­μεῖς ἐ­ξα­ναγ­κα­στή­κα­με ἀ­πὸ τὴν πο­λε­μι­κὴ βί­α καὶ φύ­γα­με ἀ­πὸ τὸν τό­πο μας ὅ­μως δὲν πα­ραι­τού­μα­στε ἀ­πὸ τὰ δι­και­ώ­μα­τά μας τῆς ἐ­ξου­σί­ας καὶ τοῦ κρά­τους τῆς Κωνσταν­τι­νού­πο­λης. Καὶ νὰ ξέ­ρεις ὅ­τι αὐ­τὸς ποὺ βα­σι­λεύ­ει εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ κύ­ριος ἔθνους καὶ λα­οῦ καὶ πλή­θους δὲν εἶ­ναι ἄρ­χον­τας καὶ ἀ­φεν­τι­κὸ σὲ πέ­τρες καὶ ξύ­λα, μὲ τὰ ὁ­ποῖ­α χτί­στη­καν τὰ τεί­χη καὶ οἱ πύρ­γοι.

Τὸ γράμ­μα σου πε­ρι­εῖ­χε καὶ τοῦ­το τὸ πα­ρά­ξε­νο ὅ­τι ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου ἔ­στει­λε κή­ρυ­κες ποὺ δι­ήγ­γει­λαν τὸ κή­ρυγ­μα τοῦ Σταυ­ροῦ σὲ ὅ­λο τὸν κό­σμο, καὶ ὅ­τι πλή­θη πολεμιστῶν ἔ­σπευ­σαν γιὰ νὰ διεκδικήσουν τὴν Ἁ­γί­α Γῆ. Σὰν μά­θα­με αὐ­τὴ τὴν εἴδηση, χα­ρή­κα­με καὶ γε­μί­σα­με μὲ ἐλ­πί­δες. Ἐλ­πί­ζα­με δη­λα­δὴ ὅ­τι αὐ­τοὶ οἱ δι­εκ­δι­κη­ταὶ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων θὰ ἄρ­χι­ζαν τὴ δί­και­η δου­λειά τους ἀ­πὸ τὴ δι­κή μας πα­τρί­δα καὶ ὅ­τι θὰ τι­μω­ροῦ­σαν αὐ­τοὺς ποὺ τὴν αἰχ­μα­λώ­τι­σαν, για­τί βε­βή­λω­σαν τὶς ἁ­γί­ες Ἐκκλη­σί­ες, για­τί βε­βή­λω­σαν τὰ ἱ­ε­ρὰ σκεύ­η καὶ δι­έ­πρα­ξαν κά­θε εἶ­δος ἀ­νο­σι­ουρ­γί­ες κα­τὰ τῶν Χρι­στια­νῶν. Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως τὸ γράμ­μα σου ὀ­νό­μα­ζε τὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο ποὺ ἀ­πε­βί­ω­σε ἐ­δῶ καὶ πο­λὺν και­ρὸ βα­σι­λιὰ τῆς Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, καὶ φί­λο καὶ τέ­κνο τῆς τι­μι­ό­τη­τάς σου, καὶ ἐ­πει­δὴ οἱ νέ­οι σταυ­ρο­φό­ροι σου στέλ­νον­ται γιὰ νὰ βο­η­θή­σουν, γε­λού­σα­με ἀ­να­λο­γι­ζό­με­νοι τὴν εἰ­ρω­νεί­α καὶ τὰ παι­χνί­δια ποὺ παίζονται κα­τὰ τῶν Ἁ­γί­ων Τό­πων καὶ τοῦ Σταυ­ροῦ.

Ἐ­πει­δὴ ὅ­μως ἡ τι­μι­ό­τη­τά σου, μὲ τὸ γράμ­μα ποὺ ἔ­στει­λες, μᾶς πα­ρα­κι­νεῖ νὰ μὴν παρε­νο­χλοῦ­με τὸν φί­λο σου καὶ υἱ­ὸν Ἰ­ω­άν­νη Βρυ­έν­νιο, γνω­ρί­ζου­με καὶ ἐ­μεῖς στὴν τιμι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι δὲν ξέ­ρου­με σὲ ποι­ὸ μέ­ρος τῆς γῆς ἢ τῆς θά­λασ­σας βρί­σκε­ται ἡ ἐ­πι­κρά­τεια αὐ­τοῦ τοῦ Ἰ­ω­άν­νη. Ἐ­ὰν ὅ­μως ἐν­νο­εῖς τὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λη, καθιστοῦ­με γνω­στὸ καὶ στὴν ἁ­γι­ό­τη­τά σου καὶ σὲ ὅ­λους τούς Χρι­στια­νοὺς ὅ­τι πο­τὲ δὲ θὰ πά­ψου­με νὰ δί­νου­με μά­χες καὶ νὰ πο­λε­μοῦ­με αὐ­τοὺς ποὺ τὴν κα­τέ­κτη­σαν καὶ τὴν κατέ­χουν για­τί ἀ­λή­θεια, πῶς δὲ θὰ δι­α­πράτ­τα­με ἀ­δι­κί­α ἀ­πέ­ναν­τι στοὺς νόμους τῆς φύ­σης, καὶ στοὺς θε­σμοὺς τῆς Πα­τρί­δας μας, καὶ στοὺς τά­φους τῶν προγό­νων μας, καὶ στὰ θεί­α καὶ ἱ­ε­ρὰ τε­μέ­νη, ἂν δὲν πο­λε­μή­σου­με γι᾿ αὐ­τὰ μὲ ὅ­λη τὴ δύ­να­μή μας;

Ὡ­στό­σο, ἂν εἶ­ναι κα­νεὶς ποὺ ἀ­γα­να­κτεῖ γιὰ τού­τη τὴ θέ­ση μας, καὶ μᾶς δυ­σκο­λεύ­ει, καὶ ἐ­ξο­πλί­ζε­ται ἐ­ναν­τί­ον μας, ἔ­χου­με τὸν τρό­πο νὰ ἀ­μυν­θοῦ­με ἐ­ναν­τί­ον του: Πρῶτα-πρῶ­τα μὲ τὴ βο­ή­θεια τοῦ Θε­οῦ, καὶ με­τά, μὲ τὰ ἅρ­μα­τα καὶ τὸ ἱπ­πι­κὸ ποὺ ἔχου­με, καὶ μὲ πλῆ­θος ἀ­ξι­ό­μα­χων πο­λε­μι­στῶν, οἱ ὁ­ποῖ­οι πολλὲς φο­ρὲς πο­λέ­μη­σαν τοὺς σταυ­ρο­φό­ρους. Τό­τε καὶ σύ, ἀ­πὸ τὴ με­ριά σου, σὰν μι­μη­τής, ποὺ εἶσαι, τοῦ Χρι­στοῦ, καὶ σὰν δι­ά­δο­χος τοῦ κο­ρυ­φαί­ου τῶν Ἀ­πο­στό­λων Πέ­τρου, ἔ­χον­τας μάλιστα τὴ γνώ­ση γιὰ τὸ τί εἶ­ναι θεῖ­ο καὶ νό­μι­μο καὶ γιὰ τὸ τί ἐ­πι­βάλ­λε­ται ἀ­πὸ τοὺς ἀν­θρώ­πι­νους θε­σμούς, τό­τε λέ­ω, θὰ μᾶς ἐ­παι­νέ­σεις, ἀ­φοῦ δί­νου­με τὴ μά­χη γιὰ τὴν Πα­τρί­δα καὶ γιὰ τὴ σύμ­φυ­τη μὲ αὐ­τὴν ἐλευθερί­α.

Καὶ αὐ­τὰ βέ­βαι­α θὰ συμ­βοῦν κα­τὰ τὸ θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ. Ἡ βα­σι­λεί­α μου θέ­λει πο­λὺ καὶ πο­θεῖ νὰ διασώ­σει τὸν σε­βα­σμὸ ποὺ ἁρ­μό­ζει πρὸς τὴν ἁ­γί­α Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ρώμης, καὶ νὰ τι­μᾶ τὸ θρό­νο τοῦ κορυ­φαί­ου Ἀ­πο­στό­λου Πέ­τρου καί, ἀ­πέ­ναν­τι τῆς ἁ­γι­ό­τη­τάς σου, νὰ ἔ­χει τὴ σχέ­ση καὶ τὴν τά­ξη τοῦ υἱ­οῦ, καὶ νὰ ἀ­πο­δί­δει σ᾿ αὐ­τὴ τὴν ἁρ­μό­ζου­σα τι­μὴ καὶ ἀ­φο­σί­ω­ση. Αὐ­τὸ θὰ γί­νει ὅ­μως, μό­νο ἐ­ὰν καὶ ἡ δι­κή σου ἁγιότη­τα δὲν πα­ρα­βλέ­ψει τὰ δι­και­ώ­μα­τα τῆς δι­κῆς μας βα­σι­λεί­ας, καὶ ἂν δὲν γράφει σὲ μᾶς γράμ­μα­τα μὲ τέ­τοι­α ἐ­πι­πο­λαι­ό­τη­τα καὶ ἀ­πα­ξί­ω­ση.

Ὡ­στό­σο νὰ ξέ­ρει ἡ ἁ­γι­ό­τη­τά σου, ὅ­τι ὑ­πο­δε­χτή­κα­με χω­ρὶς λύ­πη τὸ ἀ­γροῖ­κο ὕ­φος τοῦ γράμ­μα­τός σου, καὶ φερ­θή­κα­με μὲ ἠ­πι­ό­τη­τα στοὺς κο­μι­στές του, μό­νο καὶ μόνο γιὰ νὰ δι­α­τη­ρή­σου­με τὴν εἰ­ρή­νη μα­ζί σου.” (1)

Ότι είμαστε ως έθνος το οφείλουμε στον Χριστό, τον Άγιο Κωνσταντίνο, την Αγία Ελένη, τον Μέγα Αριστοκλή, τον Ηρόδοτο και στους τρεις Ιεράρχες. Για την αλλαγή της παγκόσμιας ιστορίας, για όλα τα κοσμοϊστορικά γεγονότα αιτία είναι ο Σωτήρας και Λυτρωτής Ιησούς Χριστός και ο Άγιος Κωνσταντίνος. Στον Άγιο οφείλουμε την ύπαρξη μας ως έθνος. Εκείνος άλλαξε την ιστορία της ανθρωπότητας.

Έμελλε να είναι η αιτία για την δημιουργία της πρώτης και μοναδικής Ορθόδοξης- παγκόσμιας αυτοκρατορίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός ο μεγάλος πολιτικός διέγνωσε άριστα, όλα τα θεϊκά σημάδια, που του έστειλε ο Θεός.
Οι δύο Άγιοι (Κωνσταντίνος και Ελένη) είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες του Ελληνικού έθνους.

Άλλαξαν την Ελληνική και την παγκόσμια ιστορία. Έκαναν τους προγόνους μας από σκλάβους, διοικητές του παγκόσμιου-Ρωμαϊκού κράτους. Στον Αύγουστο Κωνσταντίνο και στην Αυγούστα Ελένη, οφείλουμε την ύπαρξη μας ως έθνος, καθώς και τα τρομερά επιτεύγματα κατά την μεσαιωνική εποχή. Ο Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται ότι ήδη έχουμε μια αλλαγή στην παγκόσμια ιστορία καθώς ο ιουδαϊκός χριστιανισμός άρχισε να εξελληνίζεται μέσα από την χρήση της Ελληνικής γλώσσας. Την αλλαγή αυτή την θεμελίωσαν οριστικά οι τρεις ιεράρχες με την είσοδο της Πλατωνικής διδασκαλίας στον χριστιανισμό.

ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΣΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΕΚΡΙΝΕ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ.

Ο παγανισμός εκτός από τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, συμπαρέσυρε στην καταστροφή και την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Μια από τις βασικές αιτίες παρακμής της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ήταν ο θεσμός της σεξουαλικής διαφθοράς και της δουλείας.

Αυτός ο θεσμός εμπόδισε την εξέλιξη της κοινωνίας και οικονομίας, καθώς λειτούργησε αποτρεπτικά στην ανάπτυξη νέων παραγωγικών σχέσεων. Η πτώση της αυτοκρατορίας ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη. Οι απλοί Ρωμαίοι στην πλειοψηφία τους ήταν άνεργοι. Ήταν μια εξαθλιωμένη μάζα, μία υποταγμένη τάξη, που το μόνον που ζητούσε ήταν σεξ, σεξουαλική διαφθορά, άρτο και θεάματα. Επίσης μεταξύ πολλών άλλων δεινών, η τοκογλυφία είχε γίνει μiα τεράστια κοινωνική μάστιγα.

Η διοικητική παραλυσία, η κοινωνική-σεξουαλική διαφθορά και ο ηθικός ξεπεσμός, υπήρξαν άνευ προηγουμένου στην παγκόσμια ιστορία.

Η ηθική με την πνευματική κατάπτωση επέφεραν την σήψη, την παρακμή, την απελπισία, την αδιαφορία και την αδράνεια. Ο χρόνος πλέον κυλούσε αντίστροφα για την πανίσχυρη-παγκόσμια Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο ηθικός ξεπεσμός, στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, στην αριστοκρατία της Ρωμαϊκής κοινωνίας, ήταν δίχως προηγούμενο. Αρχηγοί στην σεξουαλική διαφθορά, ήταν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες. Ο ένδοξος στρατηγός- αυτοκράτορας Ιούλιος Καίσαρ, και στενός συνεργάτης του Μάρκου Λικίνιου Κράσσου, διατηρούσε χαρέμια γυναικών στο παλάτι του. Πριν να γίνει αυτοκράτορας διατηρούσε ερωτικές σχέσεις, με τον βασιλιά της Βυθινίας Νικόδημο. Η αριστοκρατία ακολουθούσε κατά πόδας τους αυτοκράτορες. Οι ακολασίες τους και τα αχαλίνωτα σεξουαλικά όργια τους, έμειναν στην ιστορία.

Οι πρόστυχες δεν βρίσκονταν μόνον μέσα στα παλάτια των αυτοκρατόρων, αλλά σχεδόν σε όλα τα σπίτια των ευγενών-αξιωματούχων Ρωμαίων.
Η έκφυλη- άρχουσα Ρωμαϊκή τάξη, στις θρησκευτικές τελετές έκανε τρομερά όργια. Εξαντλημένοι οι Ρωμαίοι μετά από τόση σήψη-παρακμή, έπεφταν σε βαριά κατάθλιψη και αδράνεια. Πολλοί Ρωμαίοι αηδιασμένοι από τέτοιου είδους ανήθικες απολαύσεις, και από τον άρρωστο-εωσφορικό τρόπο ζωής αυτοκτονούσαν. Άλλοι ήταν σωματικά-ψυχικά ερείπια, και επιθυμούσαν μία καινούρια ζωή. Φυσικά υπήρχαν ορισμένοι Ρωμαίοι, που ένιωθαν ντροπή για όσα γίνονταν γύρω τους, ακόμη και για τους σκλάβους, αισθάνονταν οίκτο. Εν τούτοις ήταν λίγοι για να αλλάξουν τα δεδομένα.

Ο ηθικός ξεπεσμός δεν περιορίζονταν μόνον στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, καθώς έφτανε ως τα κατώτερα στρώματα της κοινωνίας. Οι κατώτερες τάξεις με την σειρά τους, έκαναν ότι μπορούσαν, προκειμένου και αυτές να ανέβουν στην κλίμακα της ανηθικότητας και του εκφυλισμού. Ο θεσμός του γάμου είχε εξευτελισθεί, οι οικογένειες είχαν διαλυθεί, η κοινογαμία είχε γενικευθεί, οι άνδρες και οι γυναίκες συναγωνιζόταν στην πορνεία, όπως γίνεται και στην εποχή μας. Η πορνεία είχε λάβει ανεξέλεγκτες και φοβερές διαστάσεις. Η ανηθικότητα και τα όργια έχουν και αυτά τα όριά τους. Για αυτό αηδιασμένοι και αυτοί από αυτόν τον αδιέξοδο Ρωμαϊκό τρόπο ζωής, εναπόθεσαν τις ελπίδες τους για μία καλύτερη ζωή στον πραγματικό Σωτήρα – Λυτρωτή, τον Ιησού Χριστό.

Οι αρχαίοι Ρωμαίοι-Σημίτες, ως γνήσιοι συνεχιστές, των παραδόσεων της φυλής τους, ήταν παγανιστές-εωσφοριστές.

Ο σκοπός της δημιουργίας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν η κατάκτηση της Ελλάδος και η δημιουργία του παγκόσμιου κράτους (pax romana). Ακόμη οι εωσφοριστές-νεοταξίτες ήθελαν με την δημιουργία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, να κερδίσουν χρόνο, ώστε να επανασυστήσουν, την ανατολική εωσφορική-Περσική αυτοκρατορία. Στην αυτοκρατορική εποχή ο Ελληνισμός είχε ήδη ολοκληρωθεί στην φιλοσοφική σκέψη, και γεωπολιτικά.

loading...