Χρέη προς το Δημόσιο: Πότε η Εφορία τα «ξεχνάει» και πότε τα διαγράφει

 Με τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την Εφορία να φθάνουν τα 109 δισ. ευρώ, η ΑΑΔΕ προχωρά σε νέο φιλτράρισμα των οφειλών.

Αυτό γίνεται προκειμένου να ξεχωρίσει τα χρέη που είναι ανεπίδεκτα είσπραξης και αυτά που μπορεί να κυνηγήσει και να τα οδηγήσει στα κρατικά ταμεία.

Στο πλαίσιο αυτό, οι οφειλέτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές θα περάσουν από εξονυχιστικό έλεγχο για να σταματήσει o ελεγκτικός μηχανισμός να τους κυνηγάει και τα χρέη τους να καταχωρηθούν στο ειδικό βιβλίο των ανεπίδεκτων είσπραξης και υπό προϋποθέσεις να διαγραφούν μετά την πάροδο δεκαετίας. Σήμερα από την τεράστια δεξαμενή των 109 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμων οφειλών τα 24,8 δισ. ευρώ έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτα είσπραξης με το πραγματικό ληξιπρόθεσμο χρέος να περιορίζεται στα 84,2 δισ. ευρώ, ποσό και αυτό θεωρείται αδύνατον να εισπραχθεί.

Για να χαρακτηριστούν οι οφειλές ανεπίδεκτες είσπραξης θα πρέπει σύμφωνα με τη νέα απόφαση Πιτσιλή:

Να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της Φορολογικής Διοίκησης και από τις έρευνες αυτές να μην έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνυπόχρεων προσώπων, ή διαπιστώθηκε η καθ’ οιονδήποτε τρόπο εκποίηση των περιουσιακών τους στοιχείων που δεν υπόκεινται σε ακύρωση ή σε διάρρηξη κατά τα άρθρα 939 και επόμενα του Αστικού Κώδικα και ειδικότερα διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων ή απαιτήσεων κατά των ανωτέρω ευθυνόμενων προσώπων με επίσπευση του Δημοσίου ή τρίτων ή από τον εκκαθαριστή στο πλαίσιο της διαδικασίας εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης, εφόσον έχει λάβει χώρα κήρυξη των ευθυνόμενων προσώπων σε πτώχευση, η οποία δεν έχει περατωθεί.

Να έχει υποβληθεί αίτηση ποινικής δίωξης κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’ 43), όπως ισχύει, σε όσες περιπτώσεις συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή να μην είναι δυνατή η υποβολή αυτής.

Να έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο ελεγκτή της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, ο οποίος πιστοποιεί, με βάση ειδικά αιτιολογημένη έκθεση ελέγχου, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων περιπτώσεων και ότι είναι αντικειμενικά αδύνατη η είσπραξη των οφειλών από τον οφειλέτη και τα συνυπόχρεα πρόσωπα.

Από την ημερομηνία καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία των ανεπίδεκτων είσπραξης και για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η καταχώριση, επέρχονται οι ακόλουθες συνέπειες:

αναστέλλεται αυτοδίκαια η παραγραφή της οφειλής

δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα, αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας για οποιαδήποτε αιτία, παρά μόνο εφόσον πρόκειται για είσπραξη χρημάτων που θα διατεθούν για την ικανοποίηση του Δημοσίου

δεν χορηγείται στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα, άλλο πιστοποιητικό για μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων

δεσμεύονται στο σύνολό τους οι τραπεζικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα των παραπάνω προσώπων.

Το Δημόσιο διατηρεί, το δικαίωμα λήψης όλων των προβλεπόμενων αναγκαστικών ή μη μέτρων και διενέργειας συμψηφισμού σε περίπτωση διαπίστωσης ύπαρξης περιουσιακών στοιχείων και μετά την καταχώριση της οφειλής στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, ενώ διαγράφεται από το βιβλίο αυτό και επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει ή αποκτήθηκε από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο περιουσιακό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μερική ή ολική εξόφληση της οφειλής.

Οφειλή που έχει καταχωρισθεί στο ειδικό βιβλίο ανεπίδεκτων είσπραξης, διαγράφεται από το βιβλίο αυτό και επαναχαρακτηρίζεται ως εισπράξιμη, εάν πριν από την παραγραφή της διαπιστωθεί ότι υπάρχει ή αποκτήθηκε από τον οφειλέτη ή συνυπόχρεο πρόσωπο περιουσιακό στοιχείο που καθιστά δυνατή τη μερική ή ολική εξόφληση της οφειλής.

loading...