Κάτι δεν υπολογίσαμε σωστά. Κάποιο λάθος κάναμε.”

 “Κάποτε, τα καλοκαίρια μας μετρούσαμε πόσα παγωτά φάγαμε, πόσα μπάνια κάναμε. ..

Λάμπαμε από χαρά με τα πρώτα καρπούζια.

Τα βραδιά είχαμε κι ένα μακρυμάνικο για τα θερινά σινεμά δίπλα στη θάλασσα….

Οι ντομάτες μοσχομύριζαν, τα ροδάκινα ξεχείλιζαν από γλύκα. Ξεχνιόμασταν στις ατέλειωτες βόλτες και μόνο η πείνα μας καλούσε να γυρίσουμε σπίτι….

Οι γονείς ήταν νέοι και ήσυχοι, ακόμη κι αν σπανίως ήξεραν

πού είμαστε.

Διανύαμε μεγάλες αποστάσεις βολτάροντας, ανακαλύπτοντας μακρινές παραλίες, καινούργια μονοπάτια, δροσερά ρυάκια.. .

Μια μπάλα μπορούσε να μας κρατήσει χαρούμενους όλη μέρα. Νιώθαμε ασφαλείς. Βρίσκαμε τους καλοκαιρινούς φίλους μας μετά από το χειμώνα στην πόλη και ήταν σαν να μην πέρασε μια μέρα, παρόλο που τα σώματά μας άλλαζαν ταχύτατα. .

Κάποτε, στα χρόνια της αθωότητας, ζούσαμε χωρίς φόβο, χωρίς αίσθηση κινδύνου.. .

Πιστεύαμε ότι οι γονείς μας θα ζουν για πάντα, ότι οι θάλασσες θα είναι αμόλυντες για πάντα, ότι τα δέντρα θα πολλαπλασιάζονται

για πάντα, ότι ο πλανήτης είναι ένας ασφαλής τόπος για μας και τα όνειρά μας. . .

Κάτι δεν υπολογίσαμε σωστά. Κάποιο λάθος κάναμε.”

loading...