“Από όλα όσα διαθέτουμε, η παιδεία είναι το μόνο αθάνατο και θεϊκό” ΠΛΑΤΩΝ





*Γράφει ο Χρήστος Κ. Μακρίδης *

Με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς νιώθω την ανάγκη να παραθέσω τις παρακάτω λιτές σκέψεις. Ο ιδανικός δάσκαλος, λέει ο Νίκος Καζαντζάκης, είναι εκείνος που γίνεται γέφυρα για να περάσει αντίπερα ο μαθητής του. Κι όταν πια του διευκολύνει το πέρασμα, αφήνεται χαρούμενα να γκρεμιστεί, ενθαρρύνοντας το μαθητή του να φτιάξει δικές του γέφυρες. Το ερώτημα είναι αν κάτι τέτοιο υπηρετεί το σύγχρονο ελληνικό σχολείο με την υφιστάμενη ανομοιογένεια του μαθητικού πληθυσμού, αν κάτι τέτοιο δύναται να υποστηρίξει ο σημερινός εκπαιδευτικός; Γιατί την εικόνα του σχολείου, καθημερινά, τη διαμορφώνει ο εκπαιδευτικός λειτουργός, όχι οι προθέσεις των αναλώσιμων υπουργών και οι απρόσωπες εγκύκλιες γραπτές οδηγίες δράσης του σχολείου. Ο εμπνευσμένος δάσκαλος/καθηγητής με την μαιευτική μέθοδο προσέγγισης, την επαγγελματική εμπειρία και τη συγκροτημένη γνωστική ταυτότητα. Ο μύστης ψυχών με τη συνεχή ενθάρρυνση και την επινόηση κινήτρων, την καταλυτική και καθοριστική παρουσία στο μυαλό των παιδιών. Ο εργάτης του πνεύματος με την άοκνη παρουσία, το μεράκι και το φιλότιμο. Ο πολίτης με την παγκόσμια ανθρώπινη γλώσσα, την ξεχωριστή αξιακή υπόσταση και τη διακριτή εθνική αναφορά. Που καταθέτει καθημερινά, σε συνεργασία με τα φυσικά υποκείμενα της εκπαιδευτικής πράξης, τον καλύτερο εαυτό του. Μόνο αν έχεις διδάξει μπορείς να καταλάβεις τη διαφορά μεταξύ ενός άλλου ρόλου και της ευθύνης να διδάσκεις ανθρώπους. Το ιερό προνόμιο να σμιλεύεις ψυχές, να χτίζεις χαρακτήρες, να μιλάς στο μυαλό ενός νέου ανθρώπου. Να πυροδοτείς ένα κύκλο αναζητήσεων, εν μέσω γόνιμων αμφιβολιών, στο μυαλό μικρών παιδιών, που διψούν να μεγαλώσουν και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους…  

 

Είναι προφανές ότι το σύγχρονο σχολικό περιβάλλον, ουδόλως παραπέμπει στην περίοδο των δικών μας σχολικών χρόνων. Ίσως ελλείψει βασικών υποδομών το μόνο που θυμίζει το χθες, είναι (ακόμα) η ύπαρξη του μαυροπίνακα και λοιπών άλλων γραφικών καταστάσεων, που άπτονται της καθημερινότητας της εκπαιδευτικής κοινότητας. Όλα αυτά, φρονώ, σε συνδυασμό με τις κυοφορούμενες αλλαγές (αξιολόγηση μονάδων και προσωπικού στη βάση αντικειμενικών επιστημονικών δεδομένων) επιτείνουν τον προβληματισμό, την αγωνία και την ανησυχία του εκπαιδευτικού κόσμου. Τον ωθούν σε αλλαγές και αναθεωρήσεις επιλογών και συμπεριφοράς, τον υποχρεώνουν να συνειδητοποιήσει τις παραδεκτές αδυναμίες του, να αναζητήσει άμεσα την βελτίωσή του. Γιατί αυτό που προέχει είναι να συμπορευτεί με την εποχή του, να γίνει ιμάντας μεταφοράς της νέας γνώσης για τους μαθητές του. Δίχως, όμως, να πάψει να στοχάζεται, να αυτενεργεί και να αυτοσχεδιάζει, με βάση τα επιστημονικά δεδομένα και τις ανάγκες των μαθητών του, στο πλαίσο ενός καινοτόμου εκπαιδευτικού σχεδιασμού και μιας στοχευμένης παιδαγωγικής προσέγγισης με ανθρωπιστικές αξίες και κοινωνικές ευαισθησίες. Το σχολείο είναι ένας ζωντανός οργανισμός με σαφείς καθορισμένους ρόλους, συγκεκριμένες αυστηρά οριοθετημένες λειτουργίες. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί οργανικό μέρος της κοινωνίας, δεν συνιστά μια ελεύθερη νησίδα, και γι’ αυτό οφείλει να αφουγκράζεται τα σύγχρονα ρεύματα που διαπερνούν καθημερινά την κοινωνία. Λειτουργεί ως μια νοητή γραμμή άμυνας σε οτιδήποτε επιχειρεί να αλλοιώσει τον πυρήνα της ελληνικής ψυχής, να εκτρέψει τον δημοκρατικό προσανατολισμό των νέων και να αμφισβητήσει την εθνική ταυτότητα των ανυποψίαστων μαθητών… 

Γιατί μόνο έτσι, στην εποχή της σύνολης υποβάθμισης και απαξίας του πολιτισμού, μπορεί και πρέπει ο εκπαιδευτικός να λειτουργεί ως φάρος συνείδησης των νέων ανθρώπων. Μια συνθήκη που μετατρέπει τον εκπαιδευτικό, την ψυχή της εκπαιδευτικής λειτουργίας, σε φορέα γόνιμων, ριζοσπαστικών προτάσεων με θετικό πρόσημο. Αρκεί, ασφαλώς, να τον διακρίνει παιδαγωγική και πολιτισμική ευαισθησία, να τον χαρακτηρίζει τεχνολογική και επιστημονική επάρκεια. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να τεθεί στην υπηρεσία του μέλλοντος, διαπλάθοντας, στο επίπεδο της συνείδησης, τη νέα γενιά ανθρώπων και των αυριανών πολιτών. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να απαντά στο διττό του ρόλο (εκπαιδευτικό και παιδευτικό), παραμένοντας άρρηκτα δεμένος με τους μαθητές του, που διψούν για γνώση και αλήθεια, και το σχολικό χώρο. Προϋπόθεση και αναγκαία όμως συνθήκη για μια τέτοια προοπτική ένας μη χειραγωγούμενος εργασιακά, ευτελισμένος μισθολογικά και ψυχοσωματικά εξουθενωμένος εκπαιδευτικός λειτουργός. Απαλλαγμένος από τα βαρίδια του χθες ήτοι ένα σύνολο αντιπαιδαγωγικών, ιδεοληπτικών, αυταρχικών και αντιεκπαιδευτικών αντιλήψεων. Ικανός να προτάσσει την παιδεία και τον πολιτισμό -έχοντας ως άξονα αναφοράς τον άνθρωπο και τις ανάγκες του- προς όφελος των μαθητών του. Να αναγνωρίζει ως πρώτη και ύψιστη προτεραιότητα της διττής αποστολής του τη γνωστική ενδυνάμωση, την καλλιέργεια και την μόρφωση των μαθητών του. Τον ακριβέστερο και αδιαμφισβήτητο δείκτη της πνευματικής στάθμης ενός λαού και την κύρια έκφραση της καθημερινής του πορείας στο σύγχρονο διεθνές γίγνεσθαι. Σε κάθε περίπτωση, το κύριο γνώρισμα, το πλέον ασφαλές, ισχυρό κριτήριο εθνικής αξιολόγησης… 

Μπορεί κανείς να διαφωνεί με τις δρομολογούμενες κυβερνητικές αποφάσεις/πρωτοβουλίες σχετικά με το νέο σχολείο, δικαίωμά του ασφαλώς είτε εκκινεί από ιδεολογικούς ή εκπαιδευτικούς λόγους, και την αυριανή οργανωτική λειτουργία του. Όλοι, όμως, θα συμφωνήσουμε ότι οι αλλαγές αυτές είναι επιβεβλημένες, τις επιτάσσουν οι επικείμενες μεταβολές στο χώρο της οικονομίας και η ανάγκη σύνδεσης των σπουδών με την αγορά. Τις ορίζει το μέλλον και η ανάγκη σύγχρονου βηματισμού της ελληνικής κοινωνίας, τις επιβάλει η ανάγκη εκσυγχρονισμού του εκπαιδευτικού συστήματος. Ποιος αλήθεια θα διαφωνήσει ότι το ελληνικό σχολείο νοσεί, ότι κουβαλάει, πέραν των εγγενών αδυναμιών του, βάρη, ιδεοληψίες και παθογένειες από το παρελθόν; Μία κληρονομιά που υπονομεύει την αποστολή και το σπουδαίο έργο του, στοιχειώνει και επιβαρύνει τις λειτουργίες του. Που βρίθει από εμμονές, φοβίες και ιδεοληψίες. Οι συνέπειες, φρονώ, είναι γνωστές. Αφορούν στη γλωσσική ένδεια και την λεξιπενία των ημερών, την αδυναμία σύνταξης και άρθρωσης προφορικού ή γραπτού λόγου των νεοελλήνων. Ένα τραγικό, θλιβερό και ανησυχητικό φαινόμενο που καθιστά υπόλογες τις πολιτικές ηγεσίες του υπουργείου, που χρήζει αντικειμενικής προσέγγισης και ψύχραιμης ανάλυσης…

Ποιος αλήθεια ειδικός ή σχετικός, επί του χώρου της παιδείας, θα διαφωνήσει με την άποψη ότι το αναχρονιστικό πλαίσιο ανάθεσης μαθημάτων, που διέπει την κατανομή των μαθημάτων, χρήζει ολικής αναθεώρησης; Είναι δυνατόν να κάνει γεωγραφία ο μαθηματικός, έκανε μέχρι πρόσφατα, όταν το μάθημα της γεωγραφίας στο εξωτερικό το κάνει κοινωνικός επιστήμων, λαμβανομένων υπόψη ότι το μάθημα της γεωγραφίας συνιστά ουσία την ιστορία ενός λαού και ενός κράτους στο χωροχρόνο; Ή αλήθεια το μάθημα του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού γυμναστής, το μάθημα της ιστορίας φιλόλογος ξένης γλώσσας και το μάθημα της κοινωνικής και πολιτικής αγωγής θεολόγος; Το γιατί προφανές, το σχολείο παραμένει αιχμάλωτο μιας εσφαλμένης αντίληψης περί της συμπλήρωσης ωραρίου του εκπαιδευτικού. Παραμένει δέσμιο της κοντόθωρης λογικής κάποιων ειδικοτήτων, που αναμασούν ανοήτως το γνωστό αφήγημα περί ψευδοηγεμονίας και βασικών μαθημάτων στην εποχή του ανοιχτού διαθεματικού σχολείου. Ακόμη κι έτσι όμως, από το περίσσευμα της ψυχής μου, εύχομαι σε όλους τους εμπλεκόμενους με την εκπαιδευτική διαδικασία (δασκάλους, καθηγητές και μαθητές), μια δημιουργική σχολική χρονιά. Μια χρονιά πλούσια σε συγκινήσεις και γόνιμο προβληματισμό. Με υγεία, δύναμη, έμπνευση και επιτυχία, συνέπεια, πίστη και αφοσίωση στην αποστολή τους…

*Πολιτικός Επιστήμων – Τ. Γεωπόνος – Παιδαγωγός 

loading...