Ληξουριώτισσα: Ο Νικολάε Τροκάν, ένας ήρωας από τα χρόνια της ”pax sovietica”

Συλβάνα Δεπουντή*

Όσοι δεν έχουν ακόμη καταλάβει ότι η πράσινη παγκόσμια χούντα που βιώνουμε είναι η προσχεδιασμένη, λογική και επιθυμητή συνέχεια της κόκκινης, σοβιετικής χούντα που, τάχατες, «έπεσε οριστικά» πριν από 30 χρόνια, αποτελούν, είτε το ξέρουν είτε όχι, την ομάδα κρούσης του συστήματος – που δρα μέσα από τον ίδιο τον κοινωνικό ιστό -, ενάντια όλων των ανθρώπινων αξιών.

Για να αφουγκραστούμε καλύτερα την μετάλλαξη που έχουμε ήδη υποστεί ως, θεωρητικά, ένθεο πληθυσμό, προτού ακόμα διαφανεί η τωρινή εκδοχή μιας ενέσιμης, επιτακτικής, αμετάκλητης, οργανικής μετάλλαξης, ας ανατρέξουμε σε παραδείγματα από το πρόσφατο αντιστασιακό παρελθόν της πολυβασανισμένης Βαλκανικής χερσονήσου. Τότε ακόμα υπήρχαν παραδείγματα ανδρών και γυναικών που όμοια τους σήμερα δεν πρόκειται να βρούμε, διότι δεν υπάρχουν πια οι γονείς εκείνοι που να τους γεννήσουν και να τους ανατρέψουν με Χριστιανικές αξίες και θεώρηση.

Αναδύω σήμερα από το άλμπουμ των Ρουμάνων Ορθοδόξων αντικαθεστωτικών, που τα είχαν βάλει, στο διάστημα 1948-1957, με ολόκληρη την κόκκινη [αρκουδιάρα] «αυτοκρατορία» των μπολσεβίκων, τον Νικολάε Τροκάν, που αφού προδόθηκε και συνελήφθη, έγγραψε την εξής δήλωση, καταχωρημένη στο φάκελό 119/1949/F3/F6 που βρίσκεται στο Εθνικό Αρχείο της πόλεως Νρομπέτα-Τούρνου Σεβερίν:

«Ο υποφαινόμενος Νικολάε Μ. Τροκάν, με μόνιμη κατοικία, στο παρελθόν, στην κοινότητα Ζεγκουζάνι, περιφέρεια Μεχεντίντσι και σήμερα χωρίς μόνιμη κατοικία στην περιφέρεια Γκορζ, όντας ενήλικας, σε πλήρη συνείδηση των συνεπειών και με σώας τας φρένας, δηλώνω ότι: είμαι αντικομουνιστής, είμαι υπέρ της Πίστης στον Θεό, στη Πατρίδα και στο Έθνος – μοναρχία – μέχρι το μεδούλι. Δηλώνω ότι ήμουν και είμαι Ρουμάνος και Ρουμάνος θέλω να πεθάνω, ότι είμαι ενάντια όλων των ξένων, ανεξαρτήτως εθνικότητας, που μέσα από καταπιεστικές συνθήκες θέλουν να επιβάλουν τα δικά τους κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά συστήματα εις βάρος του λαού μας, των καταβολών και των εθίμων μας. Κοντολογίς είμαι σώμα τε και ψυχή αναπόσπαστο κομμάτι της πατρίδας μου. Αυτή είναι η δήλωση μου που και υπογράφω (η υπογραφή δισανάγνωστη, Νικολάε Τροκάν, 19/06/1952)…

Σας παρακαλώ να συμπεριλάβετε τόσο την επιστολή μου όσο και τις δηλώσεις μου, σε πρωτότυπο, αν γίνεται, στο φάκελό μου που εξετάζεται στο Στρατοδικείο της Κραϊόβας. Έχω αυτή την ικανοποίηση, κύριε διοικητά, ότι όποια και να είναι η κατάληξη μου, βοήθησα και εγώ, έστω με ένα λιθαράκι, στην οικοδόμηση της Δημοκρατικής Ρουμανίας, με την κυριολεκτική έννοια του, που αφορά την επ’ αύριον. Είθε οι επόμενες γενιές να παραδειγματιστούν από τις δικές μας θυσίες, από τις αγαθοεργίες μας, που με κάνουν ακόμα πιο υπερήφανο.»

Ο Νικολάε Τροκάν εκτελέστηκε από τους κομμουνιστές το 1953, έπειτα από έξι χρόνια ένοπλη αντίσταση στην εγκαθίδρυση της κόκκινης πανούκλας στις κοινότητες του οροπεδίου Μεχεντίντσι. Ο Νικόλαος καταδικάστηκε σε θάνατο στα 32 του χρόνια και, μέχρι και σήμερα, κανείς δεν ξέρει που θάφτηκε.

Ο Νικολάε Τροκάν γεννήθηκε σε χωριό, στις 17 Μαρτίου 1923 και ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά μιας ξακουστής αρχοντικής οικογένειας της Κοιλάδας του Μότρου, που εναντιωνόταν στην επέλαση του κομμουνισμού. Το 1944 ήταν αξιωματικός της αεροπορίας, αλεξιπτωτιστής σε μονάδα του Βουκουρεστίου.

Μεταπολεμικά η οικογένεια του ήρθε σε αντιπαράθεση με τον ιδεολογο-διδάσκαλο του κόμματος. Το 1947 η μητέρα του συλλαμβάνεται για πολιτικούς λόγους. Ο Νικόλαος δεν το ανέχεται αυτό και πηγαίνει να την ελευθερώσει με το ζόρι. Η αρχές τον διατάσουν να σταματήσει όμως εκείνος τους περιφρονεί και φεύγει, οπλισμένος, στα βουνά, μαζί με έναν ξάδελφο. Σύντομα τους ακολουθούν και άλλοι θαρραλέοι νέοι. Για έξι χρόνια λόχους ολόκληρους τους κυνηγούσαν ασταμάτητα, όμως εκείνοι κατάφερναν να διαφεύγουν από τον κλοιό, με τη στηρίξει, πάντα, των κατοίκων, παρόλο τις συλλήψεις, τους βασανισμούς και τον θάνατο που τους περίμενε, ενώ παράλληλα είχε ανακοινωθεί και μια τεράστια αμοιβή για την αιχμαλώτιση του.

Εν τέλει, οι αρχές, προκειμένου να φέρουν αποτέλεσμα, απελευθέρωσαν από τις φυλακές έναν γνωστό εγκληματία, ονόματι Αλιμανέσκου, που κινήθηκε μαζί με ένα λόχο, να συλλάβουν τον κλεφτοαντάρτη τρομοκράτη, ενώ δεν είχαν ούτε καν μια περιγραφή του. Η οικογένεια του είχε καταστρέψει, από το 1948, όλες τις φωτογραφίες του, με αποτέλεσμα ο Νικόλαος να κυκλοφορεί, μεταμφιεσμένο, μέρα-μεσημέρι ακόμα και στην πρωτεύουσα της περιφέρειας, όπου ενίοτε έμπαινε σε φαγάδικα και άφηνε κάτω από το πιάτο του ένα σημείωμα με το: «Από ‘δω πέρασε ο Νικολάε Τροκάν». Κάποια φορά, όμως, έναν παιδικό του φίλο τον προδίδει, δίνοντας μια φωτογραφία στους διώκτες του.

Όταν πια όλοι οι συναγωνιστές του είχαν χάσει τις ζωές τους στις συγκρούσεις με τους διώκτες, ο Νικόλαος αποσύρθηκε στο σπίτι της οικογένειας Ουρσόγιου. Σώματα ασφαλείας και αστυνομία το πήραν είδηση και περικύκλωσαν το σπίτι. Ο Νικόλαος ξεφεύγει αφού πρώτα σκοτώνει τον λοχία. Εικάζεται ότι οι ασφαλίτες κρέμασαν τη κόρη του Ουρσόγιου στο κοντινό δάσος, για παραδειγματισμό και ας υποστήριζαν ότι είχε αυτοκτονήσει για να αποφύγει την ανάκριση.

Ο Νικόλαος συλλαμβάνεται το 1952, στο σπίτι του φίλου του Αουρέλ Άλμπου, κατόπιν προδοσίας ενός Μπουλέσκου, δάσκαλος του χωριού.

Αργότερα, για τον Νικολάε Τροκάν, τον οποίο αναφέρει με ψευδώνυμο, γράφει ο πρώην αρχηγός της Ασφάλειας Μεχεντίντσι, αστυνόμος Ιον Μποντουνέσκου, στο βιβλίο του «Οι πειρατές εν δράση». Ο μεγάλος ήρωας περιγράφεται εδώ ως ληστής και τρομοκράτης, ενώ πλέκονται τα εγκώμια των σωμάτων ασφαλείας που τον πιάσανε` σε απόλυτη συνέπεια με το αφιέρωμα που κάνει ο συγγραφέας: «Επιθυμώ αυτό το βιβλίο να αποτελέσει ένα ταπεινό φόρο τιμής στους εργάτες της Ασφάλειας, που, με την συμβολή των πολιτών, εξάλειψαν προ ετών μια εξαιρετικά επικίνδυνη τρομοκρατική και κατασκοπευτική ομάδα.»

Πηγή: https://www.podul.ro/

Συλβάνα Δεπουντή

loading...