Η σκληρή σχολική ζωή στην Ιαπωνία πέρα της βιτρίνας των anime- Ξύλο, έλεγχοι εσωρούχων και ταπεινώσεις

 Τι πραγματικά συμβαίνει στα σχολεία στην Ιαπωνία και πολλοί μαθητές εγκαταλείπουν τα θρανία πριν την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης;

Όμορφες στολές, αγάπη και αφοσίωση στους μεγαλύτερους και διασκεδαστικές εξωσχολικές δραστηριότητες: Αυτή είναι η εικόνα του ιαπωνικού σχολείου στα anime (σ.σ. κινούμενα σχέδια) και τις τηλεοπτικές σειρές. Όσοι όμως έχουν φοιτήσει σε ιαπωνικά σχολεία γνωρίζουν ότι αυτή η ειδυλλιακή εικόνα, μικρή σχέση έχει με την πραγματικότητα. Αντίθετα, αυστηροί κανόνες που καθορίζουν τη συμπεριφορά και την εμφάνιση, τιμωρία για το παραμικρό λάθος και εκφοβισμός από δασκάλους και συμμαθητές συνθέτουν τη σχολική ζωή για πολλούς Ιάπωνες. Όλα αυτά προκαλούν στα παιδιά έναν αξεπέραστο φόβο για το σχολείο. Ως αποτέλεσμα, πολλά παιδιά αποφασίζουν να διακόψουν τα μαθήματα.

Ας δούμε πώς το χρώμα των εσωρούχων επηρεάζει την επιθυμία των παιδιών της Ιαπωνίας να πηγαίνουν στο σχολείο και γιατί το ιαπωνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν λέει να ξεφύγει από τις σκληρές παραδόσεις του παρελθόντος.

Η κοινωνία της Ιαπωνίας ίσως μπορεί να χαρακτηριστεί με μια παροιμία που λέει ότι «ένα καρφί που προεξέχει πρέπει να καρφωθεί». Το κύριο δόγμα της ιαπωνικής καθημερινότητας είναι να μην ξεχωρίζεις, να είσαι όπως όλοι οι άλλοι. Οι Ιάπωνες, μέχρι την ηλικία των περίπου πέντε ετών, αφήνουν τα παιδιά τους ελεύθερα, σχεδόν ποτέ δεν τους απαγορεύουν τίποτα, με τη λογική ότι ένας άνθρωπος πρέπει να έχει τουλάχιστον μερικές φωτεινές αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία. Όμως από το δημοτικό σχολείο μπαίνουν σε εφαρμογή οι κανόνες.

Το εσώρουχο πρέπει να είναι αυστηρά λευκό. Τα μαλλιά πρέπει να είναι μαύρα, ακόμη κι αν έχεις καστανά. Δεν γίνεται να φτιάχνεις τα μαλλιά σου, ούτε να βγάζεις τα φρύδια σου. Ούτε καν να σκεφτείς να χρησιμοποιήσεις αντηλιακό ή λιποζάν για τα χείλη.

Αυτή είναι μόνο μια μικρή λίστα των κανόνων που υπάρχουν σε πολλά ιαπωνικά σχολεία. Ταυτόχρονα, οι εκπαιδευτικοί συχνά επιθεωρούν την εμφάνιση των μαθητών.

Η διαδικασία ουκ ολίγες φορές μετατρέπεται σε μαρτύριο: Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βγάζουν τους ιμάντες του σουτιέν των μαθητριών μέσα από τον γιακά της μπλούζας και να ξεκουμπώνουν τα κάτω κουμπιά του πουκαμίσου των αγοριών και να το βγάζουν έξω από το παντελόνι για να βεβαιωθούν ότι το εσώρουχό τους είναι λευκό. Το χειρότερο είναι ότι κάποιες φορές αυτό μπορεί να το κάνουν εκπαιδευτικοί διαφορετικού φύλου.

Όσοι δεν ακολουθούν τους κανόνες, οι οποίοι συχνά καθορίζουν το χρώμα των καλσόν, των γυαλιών και των αξεσουάρ των μαλλιών, ενδέχεται να τους απαγορευτεί η είσοδος στην τάξη. Μερικές φορές αυτοί οι περιορισμοί φτάνουν σε τέτοιο βαθμό που ορισμένοι έχουν φτάσει να μιλήσουν για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων!

Τα μαθήματα στο σχολείο δεν είναι εύκολη υπόθεση για όλους, ενώ η πίεση, σε συνδυασμό με τον χλευασμό από τους συμμαθητές και τον εκφοβισμό από τους εκπαιδευτικούς, περιορίζει την επιθυμία των παιδιών να πηγαίνουν στο σχολείο και ορισμένα παιδιά στην Ιαπωνία, εν τέλει, το εγκαταλείπουν.

Από το «tokokyokhi» στο «futoko»

Το φαινόμενο της άρνησης των παιδιών να πηγαίνουν στο σχολείο δεν είναι κάτι νέο στην Ιαπωνία. Κατά τη διάρκεια του δεύτερο μισού του 20ού αιώνα, η στάση απέναντι σε αυτό το θέμα, καθώς και η ορολογία που χρησιμοποιήθηκε για να την περιγράψουν, έχει αλλάξει αρκετές φορές.

Στις δεκαετίες 1950-1970, η κοινωνία αντιστοιχούσε την άρνηση ενός παιδιού να πηγαίνει στο σχολείο με μια ψυχική διαταραχή. Μάλιστα υπήρξε και ανάλογη ονομασία: «σύνδρομο φόβου στο σχολείο» (gakko kyofuse). Οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας ήταν σίγουροι ότι η απροθυμία του παιδιού να πηγαίνει στο σχολείο οφείλεται σε μια συγκεκριμένη βιολογική προδιάθεση που δεν επιτρέπει στο παιδί να ενσωματωθεί πλήρως στην κοινωνία. Υπήρχαν περιπτώσεις που για αυτόν τον λόγο έστελναν τα παιδιά σε ψυχιατρικές κλινικές.

Τη δεκαετία του 1970 κέρδισε έδαφος η άποψη ότι για όλα φταίει η χαλάρωση και η ανατροφή των παιδιών σε «γυάλα». Έτσι, κατηγορήθηκαν οι γονείς, από τους οποίους ζητήθηκε να δείξουν σκληρότητα απέναντι στο παιδί. Αυτό αντικατοπτρίζεται στον όρο που χρησιμοποιήθηκε ευρέως: tokokyokhi, δηλαδή «άρνηση να πηγαίνει στο σχολείο».

Η αλλαγή σχετικά με τη στάση απέναντι στο πρόβλημα ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Σταδιακά, έγινε σαφές ότι το tokokyokhi δεν δείχνει καθόλου ότι το παιδί είναι κακομαθημένο. Ιδρύθηκαν κάποιες οργανώσεις που ζητούσαν μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και το σχολικό περιβάλλον να γίνει πιο φιλικό προς τα παιδιά.

Από το 1998, χρησιμοποιείται ένας πιο ουδέτερος όρος, το «futoko», ο οποίος κυριολεκτικά σημαίνει «απουσία από το σχολείο» ή «κοπάνα». Με τα χρόνια, αυτό το φαινόμενο εξελίχθηκε σε ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα: Πρόκειται για την ψυχολογική αδυναμία του παιδιού να πηγαίνει στο σχολείο λόγω διαμορφωμένης φοβίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι εννέα τάξεις του σχολείου (έξι του δημοτικού και τρεις του γυμνασίου) αποτελούν την υποχρεωτική εκπαίδευση για τους Ιάπωνες πολίτες. Ακόμη και τέτοιοι κανόνες δεν βοηθούν: Τα τελευταία επτά χρόνια, ο αριθμός μαθητών που σταμάτησαν να πηγαίνουν στο σχολείο σταθερά αυξάνεται.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Παιδείας της Ιαπωνίας, 181.272 μαθητές δημοτικού και γυμνασίου από τα 9,5 συνολικά εκατομμύρια, αρνήθηκαν να πηγαίνουν σχολείο το 2019.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ιαπωνικού τηλεοπτικού καναλιού NHK, υπάρχουν τρεις κύριες αιτίες: Στην πρώτη θέση βρίσκεται η σχέση με τον εκπαιδευτικό (23%), στη δεύτερη θέση το μπούλινγκ από τους συνομηλίκους και στην τρίτη θέση οι αυστηροί σχολικοί κανόνες και περιορισμοί (21%). Το μπούλινγκ μπορεί να προκύψει για το παραμικρό: Από το να είναι κάποιος πολύ ψηλός μέχρι το να φέρεται ντροπαλά.

Το 2019 το Υπουργείο Παιδείας της Ιαπωνίας κατέγραψε 612.496 περιπτώσεις σχολικού εκφοβισμού.

Και αυτά είναι τα επίσημα στατιστικά στοιχεία. Οργανώσεις προειδοποιούν ότι το πρόβλημα μπορεί να είναι πολύ πιο σοβαρό, επειδή δεν τολμούν όλα τα παιδιά να καταγγείλουν περιστατικά εκφοβισμού.

Λόγω του άγχους που αντιμετωπίζουν οι νέοι, καταγράφονται κι άλλα τρομακτικά στοιχεία. Το 2019 καταγράφηκε στην Ιαπωνία ο χαμηλότερος αριθμός αυτοκτονιών. Ωστόσο, στην ηλικιακή ομάδα 10 έως 19 ετών, ο αριθμός αυτοκτονιών αυξήθηκε κατά 60 άτομα. Για το 2020 δεν υπάρχουν ακόμη τελικά στοιχεία. Τα προκαταρκτικά δεδομένα, όμως, δείχνουν αύξηση στον αριθμό των αυτοκτονιών εν μέσω πανδημίας κορονοϊού. О αριθμός των θανάτων των μαθητών για λιγότερο από έναν χρόνο ήταν υψηλότερος απ’ ό,τι την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η Ιαπωνία είναι η μόνη οικονομικά ανεπτυγμένη χώρα στην οποία η αυτοκτονία είναι η κύρια αιτία θανάτου για νέους ηλικίας 15 έως 34 ετών.

«Για κάποιο λόγο, ο δάσκαλος με ξεχώρισε από τους συμμαθητές μου και είχαμε καλή σχέση. Χτυπούσε όμως τους φίλους μου. Παρόλο που δεν άπλωνε χέρι πάνω μου, με τρόμαζε το γεγονός ότι οι φίλοι μου υπέφεραν πολύ χωρίς λόγο» επισήμαινε ο 33χρονος Σιν Κίτο. Σύμφωνα με τον ίδιο, σταδιακά έχασε την εμπιστοσύνη του στον δάσκαλο: «Άρχισα να αισθάνομαι αηδία για το ίδιο το κτίριο – μόνο και μόνο επειδή (αυτός ο δάσκαλος) εργαζόταν εκεί».

Ο Σιν χρειάστηκε σχεδόν 20 χρόνια για να μπορέσει να μιλήσει για τους λόγους που τον ανάγκαζαν να εγκαταλείψει το σχολείο. Δήλωσε ότι ο δάσκαλος πάντα έβρισκε μικροπράγματα για να βάλει χαμηλό βαθμό, συχνά χτυπούσε τους μαθητές στο κεφάλι με κάποιο εγχειρίδιο για οποιοδήποτε λάθος, χτυπούσε τον μαθητή αν είχε ξεχάσει κάτι στο σπίτι ή όταν σταματούσε να προσέχει στο μάθημα.

Αυτή η μέθοδος διδασκαλίας βέβαια δεν βοηθούσε στην αφομοίωση γνώσεων. Σύμφωνα με τον Σιν, κάπου στα μέσα του δημοτικού, δεν μπορούσε πλέον να καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ύλης.

Ταυτόχρονα, στην τάξη του, όπως συχνά συμβαίνει σε αυτήν την ηλικία, το μπούλινγκ των συμμαθητών έγινε δημοφιλής πρακτική. Κάποιοι από τους φίλους του μετατράπηκαν σε θύματα μακροχρόνιου εκφοβισμού. Ο Σιν ήταν συνέχεια αγχωμένος επειδή φοβόταν ότι σύντομα θα είχε την ίδια μοίρα. Μια μέρα, κάποια παιδιά δεν τον φώναξαν να παίξει. Τελικά αποφάσισε να εγκαταλείψει το σχολείο.

Ο Γιουσούκι (σ.σ. ψευδώνυμο) άφησε το σχολείο λόγω των σχολικών γευμάτων. Το αγόρι είχε κάποια προβλήματα με το στομάχι του και δεν μπορούσε να τρώει ορισμένα φαγητά, ενώ στο σχολείο τον ανάγκαζαν. Αρχικά, τον πρόσβαλε συνέχεια ο δάσκαλος, στη συνέχεια οι συμμαθητές και τελικά ο Γιουσούκι εγκατέλειψε το σχολείο. Στη συνέχεια, δεν έβγαινε καν έξω.

Ωστόσο, τα παιδιά της Ιαπωνίας αρνούνται να πηγαίνουν στο σχολείο όχι μόνο λόγω του εκφοβισμού από την πλευρά των εκπαιδευτικών και του χλευασμού από τους συνομηλίκους τους. Ο 15χρονος Ταΐκι ανέφερε ότι δεν είχε προφανή λόγο να εγκαταλείψει το σχολείο: Έπαιρνε βραβεία ως επιμελής μαθητής, έπαιζε στην ομάδα ποδοσφαίρου και είχε καλές σχέσεις με τους δασκάλους και τους συμμαθητές του.

«Στη συνέχεια οι προσδοκίες των εκπαιδευτικών άρχισαν να με πιέζουν. Λόγω του χαρακτήρα μου, δεν μπορούσα να μοιραστώ τις ανησυχίες μου με κανέναν, έτσι, το άγχος συνέχισε να συσσωρεύεται. Μια μέρα κυριολεκτικά ξέσπασα. Ο φόβος με παράλυσε. Η πρώτη σκέψη το πρωί ήταν “Δεν θέλω να πάω στο σχολείο”».

Όταν πήγε στο γυμνάσιο, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Σύμφωνα με το αγόρι, το σώμα του φαινόταν να γίνεται βαρύ από τον τρόμο που ένιωθε για το σχολείο. Ο Ταΐκι άφησε το σχολείο ύστερα από μισό μήνα.

Το καταφύγιο για τα καταπιεσμένα παιδιά

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι Αρχές της Ιαπωνίας δίνουν περισσότερη προσοχή στο πρόβλημα futoko και προσπαθούν να το λύσουν. Το Υπουργείο Παιδείας αναπτύσσει στρατηγικές για την αντιμετώπιση του εκφοβισμού στα σχολεία, ενώ κάποιοι δήμοι πήραν απόφαση να αναθεωρήσουν τη λίστα των «μαύρων» , όπως αποκαλούνται οι σχολικοί κανόνες λόγω της σκληρότητας τους.

Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει παρατηρηθεί σημαντική βελτίωση της κατάστασης. Ο αριθμός των μαθητών που δεν θέλουν να πηγαίνουν στο σχολείο συνεχίζει να αυξάνεται, παρά την υπογεννητικότητα. Μάλιστα κάποια παιδιά δεν σταματάνε μόνο να πηγαίνουν στο σχολείο, αλλά απομακρύνονται εντελώς από την κοινωνία, μένοντας κλεισμένα στα δωμάτιά τους. Τα άτομα που δεν συμμετέχουν στα κοινωνικά δρώμενα και δεν έχουν καμία επαφή με τους γύρω τους ονομάζονται hikikomori. Μπορούν να παραμείνουν απομονωμένοι και εξαρτημένοι από τους συγγενείς τους για δεκαετίες.

Οι γονείς των παιδιών futoko συχνά κατηγορούν τον εαυτό τους γι’ αυτό που συνέβη. Κάποιοι, αγχωμένοι για το μέλλον του παιδιού, προσπαθούν με σκληρή πίεση και βία να το κάνουν να επιστρέψει στο σχολείο, προκαλώντας έτσι περαιτέρω προβλήματα.

Τα παιδιά futoko ως ενήλικες συχνά στιγματίζονται. Ακόμα κι αν καταφέρουν τελικά να επιστρέψουν στο σχολείο, το χρονικό διάστημα που απουσίαζαν διατηρείται στα σχετικά έγγραφα και στο μέλλον αυτό μπορεί να αποτελέσει σοβαρό εμπόδιο στην εύρεση εργασίας.

Λόγω του σοβαρού αυτού προβλήματος στη χώρα δημιουργήθηκαν ορισμένες Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις για να βοηθούν τα παιδιά futoko και τους γονείς τους. Εκδίδεται, μάλιστα, και μια εξειδικευμένη εφημερίδα. Ως εναλλακτική λύση στο κανονικό σχολείο με τους σκληρούς κανονισμούς του, τα λεγόμενα «ελεύθερα σχολεία» (furi skuru, από το αγγλικό free school) άρχισαν να εμφανίζονται στη χώρα. Δεν είναι δημόσια, είναι ιδιωτικά. Δεν είναι γνωστός ο ακριβής αριθμός τους, ενώ σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, μπορεί να ανέρχονται σε μερικές εκατοντάδες.

Το «ελεύθερο σχολείο» λειτουργεί ως καταφύγιο για τα καταπιεσμένα παιδιά. Δεν υπάρχει καθορισμένο πρόγραμμα σπουδών, τα μαθήματα μπορούν να τα παρακολουθήσουν παιδιά διαφόρων ηλικιών. Οι μαθητές έχουν δικαίωμα να διαχειρίζονται τον χρόνο τους όπως επιθυμούν: Μπορούν, για παράδειγμα, να παρακολουθήσουν ένα μάθημα μαθηματικών ή να διαβάσουν κόμικς. Τα μαθήματα σε τέτοια εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι επίσης διαφορετικά από τα συνηθισμένα.

Αυτά τα σχολεία δημιουργούν ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο είναι πιο εύκολο για ένα παιδί να ξεπεράσει τον φόβο και να κοινωνικοποιηθεί σταδιακά μέσω της δημιουργίας σχέσης με άλλα παιδιά που έχουν παρόμοιες εμπειρίες. Το «ελεύθερο σχολείο» βοήθησε τον Ταΐκι να σταματήσει να αισθάνεται άγχος με τους συνομηλίκους του. Πρόσφατα, μάλιστα σκέφτηκε να επιστρέψει στο κανονικό σχολείο.

Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί φοβούνται ότι αυτός ο τύπος εκπαίδευσης θα μπορούσε να βλάψει τα παιδιά. Συγκεκριμένα, οι αντίπαλοι του «ελεύθερου σχολείου» είναι σίγουροι ότι η ελευθερία δράσης μπορεί να οδηγήσει τα παιδιά να προτιμούν τα παιχνίδια από τα μαθήματα και έτσι να έχουν κερδίσει λιγότερες γνώσεις. Επισημαίνουν επίσης ότι υπάρχουν λίγοι μαθητές στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, επομένως δεν υφίσταται ανταγωνισμός και κίνητρο για να διαπρέψουν ακαδημαϊκά. Επιπλέον, μετά το «ελεύθερο σχολείο», μπορεί να είναι ακόμη πιο δύσκολο να πάει κάποιος στο λύκειο, όπου οι κανονισμοί είναι το ίδιο σκληροί όπως στα δημοτικά και τα γυμνάσια.

Ωστόσο, τα «ελεύθερα σχολεία» δεν λύνουν ουσιαστικά το πρόβλημα των futoko. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, εκεί πηγαίνει μόνο ένα μικρό ποσοστό των παιδιών που έχουν εγκαταλείψει το σχολείο.

Ο Κουνίο Νακαμούρα, επικεφαλής του εξειδικευμένου Μη Κερδοσκοπικού Οργανισμού Tokyo Shure, επισημαίνει: «Η άρνηση να πάει σε κανονικό σχολείο δεν θέτει πάντα τέλος στο μέλλον του παιδιού». Σύμφωνα με τον ίδιο, αρκετοί μαθητές των «ελεύθερων σχολείων» έχουν καλές αποδόσεις και στη συνέχεια σπουδάζουν σε αναγνωρισμένα πανεπιστήμια. Ο Νακαμούρα τονίζει ότι αλλάζοντας την αντίληψη του κόσμου πως ένα παιδί πρέπει να πάει σε κανονικό δημόσιο σχολείο, το μπούλινγκ δεν πρόκειται να εξαλειφθεί, μπορεί όμως να σωθούν αρκετά παιδιά και έφηβοι από την αυτοκτονία.

Ωστόσο, ακόμη και αυτά τα μέτρα δεν αρκούν για να λυθεί πλήρως το πρόβλημα που βασίζεται στην ίδια τη δομή της ιαπωνικής κοινωνίας: Εργαστείτε σκληρά και γίνετε όπως όλοι οι άλλοι.

loading...