Άραγε, η διαδικασία της κάθαρσης, μπήκε σε τροχιά;

 

Η περίπτωση του  Λιγνάδη θα μπορούσε να είναι ένα από τα κορυφαία παραδείγματα νεποτισμού στον ”θεσμικό” καλλιτεχνικό χώρο της Ελλάδας.

Ο Δημήτρης Λιγνάδης μέχρι τα 30 χρόνια του δείχνει ότι δεν χτίζει καμμιά  σημαντική πορεία στην υποκριτική ή την σκηνοθεσία, αλλά συνεχίζει να αντιμετωπίζει τη ”δουλειά του μπαμπά” Τάσου Λιγνάδη, ως ένα χόμπι. 

Ο θάνατος όμως του Τάσου Λιγνάδη το 1989 αλλάζει τα πάντα. 

Ο Δημήτρης γίνεται ο αποκλειστικός φορέας του επωνύμου και μπαίνει με ”μαγικό τρόπο” στα παπούτσια ενός ”ιερού τέρατος”.

Παρά το μέτριο έως ασήμαντο προσωπικό έργο του (θεωρητικό και παραστατικό) γίνεται διδάσκων στη σχολή του Εθνικού, αναλαμβάνει με άνεση τον ρόλο του σκηνοθέτη και αντιμετωπίζεται από τον ”χώρο” ως μία σημαντική καλλιτεχνική προσωπικότητα. 

Παρά τα μέτρια ως κακά αποτελέσματα που σημειώνει, συνεχίζουν να ανοίγουν οι πόρτες του Εθνικού Θεάτρου σα να επρόκειτο για κάποιο ”εξαιρετικό ταλέντο”.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Το 2008 ο Λιγνάδης χρηματοδοτείται αδρά από το Εθνικό θέατρο για να παρουσιάσει στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου τους «Βάτραχους» του Αριστοφάνη ως… frog opera. 

H παράσταση πιάνει πάτο, προσβάλει τον εμβληματικό χώρο του αρχαίου δράματος και για οποιονδήποτε άλλον θα ήταν η αιτία για να μην ξαναπάει στο θέατρο ούτε ως θεατής. 

Η  απαράδεκτη (καλλιτεχνικά) παράσταση περιέργως πως, δεν βρίσκεται στο αναλυτικό ηλεκτρονικό αρχείο του Εθνικού Θεάτρου ούτε ως αναφορά (δεν μπήκε ποτέ ή αφαιρέθηκε προσφάτως;). 

Υπάρχουν όμως στο διαδίκτυο κάποιες από τις συνθλιπτικές κριτικές που γράφτηκαν τότε, οι οποίες δεν αμφισβητούν απλώς το αποτέλεσμα της δουλειάς του Δημήτρη Λιγνάδη, αλλά την επάρκειά του σε γνώσεις και αντίληψη για το αρχαίο δράμα.

Έγραψαν τότε:

ΤΟ ΒΗΜΑ, Κοσμάς Βίδος. «Φτύσε τον βάτραχό σου!»

ΤΑ ΝΕΑ, Κώστας Γεωργουσόπουλος. «Η φτερού στην Επίδαυρο»

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, «Μια αποτυχημένη εγχείρηση,ο διασκευαστής -δηλαδή ο Δημήτρης Λιγνάδης- έκανε ανούσιο πνεύμα λες και αυτοσχεδιάζει κάποια χοντροκομμένα σκετσάκια σε σχολική εκδρομή…»

Ήταν τέτοια η σιγουριά του Λιγνάδη ότι το επώνυμό του και το προστατευτικό -καλλιτεχνικό, δημοσιογραφικό και κοινωνικό- κατεστημένο θα του προσέφερε για πάντα και απλόχερα δίχτυ προστασίας, παρά τις καλλιτεχνικές αποτυχίες του, που στις συνεντεύξεις του, στη δημόσια εικόνα του, έχανε κάθε μέτρο. 

Δηλώσεις σαν κι αυτές που κατά καιρούς έχουν δημοσιοποιηθεί στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο θα είχαν –τουλάχιστον- αμφισβητήσει τη σοβαρότητα οποιουδήποτε άλλου προσώπου:

«Ας μου τύχει η καψούρα και ας πάει στο διάολο η αξιοπρέπεια… Καψουρεύτηκα και θα κοιτάξω την αξιοπρέπεια; Τι λέτε ρε; Δεν με ενδιαφέρει η αξιοπρέπεια. Με ενδιαφέρει να είμαι ερωτευμένος»…

«Αυτός που πάει προς το φως του έρωτα και ας ξέρει ότι θα καεί, αυτός είναι ο αληθινός Τσε Γκεβάρα. Θα ήθελα να είμαι ο Τσε Γκεβάρα του έρωτα»…

«Το σεξ, νομίζω ότι όπως σε όλο τον κόσμο, μου αρέσει πάρα πολύ. Το σεξ είναι ένα από τα ωραιότερα πράγματα στον κόσμο. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να ακούω κάποιον να λέει “έχω εθισμό”»…

«Δεν έχει υπάρξει φάση της ζωής μου που να μην ήθελα καθόλου σεξ. Όταν είμαι πολύ πιεσμένος ίσως, αλλά όχι πάντα»…

«Κυνηγάω την τελειότητα και όταν την προσεγγίζω βαριέμαι… Πλήττω φρικτά. Το τέλειο με κάνει και βαριέμαι! Και στο θέατρο και στη ζωή. Την αντέχεις την τελειότητα στον έρωτα; Βαριέμαι!»…

«Θυμάμαι σε μια παράσταση στο ”Αμόρε” είπα στην σκηνοθέτιδα ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα εκτός από το να κουνήσω τα αφτιά μου. «Tότε βγες και κάνε αυτό», μου είπε. Και βγήκα – κάτι αδιανόητο για μένα. Αλλά από τότε που κούνησα τα αφτιά μου, βγήκαν πολλά πράγματα από μέσα μου. Ένιωσα τρομερή απελευθέρωση. Πιστεύω ότι η ζωή είναι τσίρκο. Και το τσίρκο είναι δελεαστικό, θεαματικό αλλά έχει κι έναν φόβο, ένα δέος»…

«Ο πατέρας μου γάμ…ε τη ζωή και την υγεία του για τον έρωτα. Αυτά τα λίγα λεπτά χαράς, όταν συναντιούνται δύο σώματα ή δύο βλέμματα μπορούν να σου γαμ…ν χρόνια ζωής. Κατά τη γνώμη μου βέβαια, δεν σ’ τα γαμ…ε. Σ’ τα γονιμοποιούν…»…

Λαλίστατος και προβοκάτορας όταν μιλούσε για το σεξ, αδιάφορος όταν μιλούσε για το αρχαίο δράμα (η θέση του μέσα από εκατοντάδες συνεντεύξεις είναι ότι «δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως αντικέρ», χωρίς όμως καμία ουσιαστική πρόταση για το πως πρέπει να το αντιμετωπίζουμε), ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν θέλησε να μιλήσει ποτέ ειλικρινά για μία οριακή κατάσταση της ζωής του: όταν αντιμετώπισε τον θάνατο μετά από επίθεση με μαχαίρι μέσα στο σπίτι του:

«Τότε πράγματι κινδύνευσε η ζωή μου. Ήμουν χύμα στο πάτωμα του σπιτιού μου. Ετοιμοθάνατος. Τελικά γλίτωσα γιατί είχα τεράστια θέληση να ζήσω. Δεν ξέρω άλλες λεπτομέρειες γι’αυτή την ιστορία, δεν ξέρω τις λεπτομέρειες που ίσως κάποιος ήθελε να ακούσει, ξέρω όμως ότι κινδύνευσε χοντρά η ζωή μου»…

Κανείς δεν αναρωτήθηκε ποτέ γιατί ο σκηνοθέτης/ ηθοποιός θέλησε να διαγράψει ένα τέτοιο γεγονός από την ιστορία του. 

Και κανείς δεν έψαξε να βρει τι πραγματικά συνέβη, λόγω του προστατευτικού μύθου του ”ιερού τέρατος”.

Κι όμως. Υπήρξε εγκληματική πράξη. Υπήρξε εμπλοκή της Αστυνομίας.

 Ο Λιγνάδης νοσηλεύτηκε. Κινδύνευσε η ζωή του χοντρά.

Γιατί δεν κατήγγειλε τον / τους δράστες; 

Ποιος άνθρωπος επί γης δεν θέλει την τιμωρία κάποιου / κάποιων που προσπάθησαν να τον σκοτώσουν;

Ιδιωτική υπόθεση; Ίσως ”ναι” για κάποιον που δεν τοποθετείται στην ανώτατη θέση ενός κορυφαίου κρατικού καλλιτεχνικού οργανισμού της χώρας. 

Στις δημόσιες θέσεις όμως, καμία σκιά εγκληματικής φύσης ή συναλλαγής δεν επιτρέπεται να υπάρχει στα πρόσωπα που τις αναλαμβάνουν.

Γιατί επελέγη τελικά όμως ο Λιγνάδης ως επικεφαλής του Εθνικού Θεάτρου;

Είχε τόση άγνοια ο Μητσοτάκης και η Μενδώνη, για τον χώρο του θεάτρου που προσπέρασαν πραγματικούς ΄΄δασκάλους” της τέχνης όπως πχ. ο Μαρμαρινός ,για να μην αναφέρουμε τον κορυφαίο Τερζόπουλο;

Έπεσαν θύματα του κατασκευασμένου ”μύθου” ή απλώς επικράτησε το πολιτικό κριτήριο των δικών μας παιδιών, κι επειδή ο Μαρκουλάκης είχε εκτεθεί με δηλώσεις του υπέρ του Μητσοτάκη προεκλογικά, πήγαν στην δεύτερη κοντινότερη επιλογή ;

Άραγε, η διαδικασία της κάθαρσης, μπήκε σε τροχιά;

Πάντα υπάρχει ο φόβος της παλινόρθωσης του κατεστημένου και των ”εξωδικαστικών” διευθετήσεων.

Αλλά πλέον ίσως γίναμε πιο υποψιασμένοι.

Και λιγότερο ευάλωτοι σε μύθους με ”ιερά τέρατα”…

loading...