Πέντε ηλίθιοι περπατούν στην πόλη κουβαλώντας στο κεφάλι μια βαριά, ξύλινη βάρκα.

Ο κόσμος τους ρωτάει:

“Γιατί κουβαλάτε αυτή τη βάρκα στο κεφάλι σας; Δεν είναι βαριά; Δεν σας εμποδίζει στο περπάτημα;”

“Φυσικά και είναι μπελάς” λέει ο πρώτος στη σειρά.

“Ασφαλώς και κάνει το δρόμο πιο δύσκολο” παρατηρεί ο δεύτερος.

“Όμως, δεν είμαστε αγνώμονες” λέει ο τρίτος.

“Ούτε απαρνιόμαστε το παρελθόν μας” προσθέτει ο τέταρτος.

“Ερχόμενοι προς τα εδώ” εξηγεί ο πέμπτος, “έπρεπε να περάσουμε από ένα σημείο που οι βροχές είχαν μετατρέψει σε έναν μεγάλο και ορμητικό χείμαρρο. Αν είχαμε προσπαθήσει να τον περάσουμε κολυμπώντας, θα είχαμε πνιγεί. Είχαμε την τύχη να βρούμε τη βάρκα, και χάρη σ’ αυτήν μπορέσαμε να περάσουμε το ποτάμι. Είναι ολοφάνερο ότι σ’ αυτήν χρωστάμε τη ζωή μας… Την κουβαλάμε, λοιπόν, πάντα στο κεφάλι μας, σε ένδειξη αιώνιας ευγνωμοσύνης.”

Οι μέθοδοι που εφαρμόσαμε μια δεδομένη στιγμή μπορεί να μας φάνηκαν πολύ χρήσιμες, όταν όμως έπαψαν να ισχύουν, κατέληξαν φόρτωμα που πολύ σύντομα θα ευθύνεται για τον πνιγμό μας στη θάλασσα της ανικανότητάς μας. Είναι σημαντικό να διαλέγουμε την κατάλληλη μέθοδο, αλλά είναι ίσως ακόμα σημαντικότερο να την εγκαταλείπουμε τη στιγμή που δεν μας προσφέρει πια καμία βοήθεια.

 

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ OPERA

loading...