ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ ΜΑΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ

Απευθυνόμαστε σε εσάς, ως το ύστατο καταφύγιο , σε αυτόν τον κατήφορο που διολισθαίνει ο Υπουργός Δικαιοσύνης και στο πεδίο του δόγματος της νομικής επιστήμης,που την κατακρημνίζει βάναυσα και με εκκωφαντικό θόρυβο.
Από τότε που ακούστηκαν αυτές οι δηλώσεις, όλος ο νομικός κόσμος ανησύχησε για το επίπεδο της κατάρτισης, της πληροφόρησης, της αντιληπτικότητας που δεσπόζει σε ένα σημαντικότατο θεσμό σε ένα κράτος Δικαίου, όπως το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο αποδεικνύει, ανερυθρίαστα , την παντελή έλλειψη επιστημονικής γνώσης και κάνει ξεκάθαρη την ύπαρξη σκοπιμοτήτων.
Είπε στο σχετικό απόσπασμα: «Ζούμε μια νέα κοινωνική πραγματικότητα στην οποία πρέπει να προσαρμοστούμε, για αυτό και θεσπίζουμε για πρώτη φορά την κοινή μέριμνα των δύο γονέων για τα παιδιά. Η φιλοσοφία του νομοσχέδιου είναι να στηρίξουμε τα παιδιά. Προσπαθούμε για πρώτη φορά να προσδιορίσουμε την από κοινού μέριμνα για την ανατροφή του παιδιού των γονιών μετά από το διαζύγιο… Η αποκαλούμενη ως συνεπιμέλεια (σημ: διευκρίνισε ότι η εν λόγω λέξη ως όρος δεν περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο) είναι κάτι που ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά όχι στην Ελλάδα, καθώς δεν έχει υπάρξει επί δεκαετίες εκσυγχρονισμός του νομικού πλαισίου…» (Απόσπασμα: http://bit.ly/3r8tOeF).
Γνωρίζετε, πολύ καλύτερα από εμάς, ότι το οικογενειακό δίκαιο στην Ελλάδα, που ρυθμίστηκε με τον νόμο 1329/83 εκσυγχρόνισε βαθιά συντηρητικές νομοθεσίες, σε μία χώρα με έντονα πατριαρχική οικογένεια. Δεν ήταν η μόνη μεταρρύθμιση. Την περίοδο εκείνη θεσπίστηκαν πολλά από τα δικαιώματα σε εργασιακό και κοινωνικό επίπεδο που διεκδικούσε το κίνημα της μεταπολίτευσης (εργατικό δίκαιο, ΕΣΥ, αποποινικοποίηση της μοιχείας, πολιτικός γάμος, κατάργηση της προίκας, νομιμοποίηση των αμβλώσεων). Ήταν μία επαναστατική αλλαγή για την εποχή της, που ευθυγραμμιζόταν με το γενικότερο προοδευτικό ρεύμα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Και τις αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο τις επεξεργάσθηκε μια λαμπρή επιτροπή που αποτελείτο τότε στο σύνολό της από ογκόλιθους της Νομικής Επιστήμης, μεταξύ τους τον αείμνηστο Γεώργιο Κουμάντο, τις αξέχαστες Αλίκη Γιωτοπούλου Μαραγκοπούλου και Λαΐου Χρυσάνθη και φυσικά τους φωτισμένους δασκάλους μας Μιχάλη Σταθόπουλο και Σπηλιωτοπούλου. Και παρέδωσαν ένα από τα προοδευτικότερα, απολύτως παιδοκεντρικά νομοθετήματα της Ευρώπης, που ισχύει μέχρι σήμερα ως προς την αξία του και το εκσυγχρονιστικό του πνεύμα. Και ο αείμνηστος υπουργός Δικαιοσύνης τότε Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης (και μόνο η σύγκριση με τον σημερινό είναι ιεροσυλία) δεν άλλαξε ούτε τόνο.
Και ερχόμαστε στο σήμερα που μία επίσης νομοπαρασκευαστική επιτροπή, με τους καλύτερους καθηγητές του οικογενειακού δικαίου που διαθέτουμε, παραδίδει ένα πόρισμα, που στη συνέχεια αγνοείται, παραβλέπεται και αλλοιώνεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Τι πιο υποτιμητικό, σκανδαλώδες και εξευτελιστικό για τους επιστήμονες αυτούς! Φέρνει, αυθαίρετα και με τρόπο καταναγκαστικό, ένα προσχέδιο ντροπιαστικό, αντιεπιστημονικό, που δεν μπορεί να συμπεριληφθεί σε ένα νομοθέτημα τέτοιας σημαντικότητας και συστηματικότητας, όπως είναι το Αστικό Δίκαιο. Σε τέτοιο βαθμό ,μάλιστα , που τα μέλη της επιτροπής λένε ότι δεν θέλει να συνδεθεί το όνομά τους με αυτό.
Το ισχύον σύστημα που περιέχεται στο τμήμα (“βιβλίο”) του Οικογενειακού Δικαίου στον Αστικό μας Κώδικα, προβλέπει ότι το δικαστήριο θα αναθέτει την επιμέλεια με ύψιστο κριτήριο το συμφέρον του παιδιού και συνεκτιμώντας τη γνώμη του, ανάλογα με την ωριμότητά του. Το δικαστήριο έχει ευρείες αρμοδιότητες και μπορεί να αναθέσει την επιμέλεια στον έναν από τους δύο γονείς ή και στους δύο ή και σε τρίτο πρόσωπο. Όπως επίσης γίνεται δεκτό, η προσφυγή στο δικαστήριο δεν είναι απαραίτητη, αλλά αυτοί μπορούν να ασκούν μαζί, “από κοινού” την επιμέλεια. Η συγκατοίκηση βεβαίως του ανηλίκου γίνεται με τον ένα γονέα, οπότε υπάρχει δικαίωμα επικοινωνίας του ετέρου με τον ανήλικο. Το σύστημα του Αστικού Κώδικα δεν είναι ούτε ξεπερασμένο, ούτε απηρχαιωμένο. Τονίζει τον ρόλο του δικαστηρίου, αλλά αποδίδει σημασία και στη συμφωνία των γονέων.
Επιπλέον, οι προβλέψεις που έδιναν τη δυνατότητα στις γυναίκες να αποκτούν την επιμέλεια των παιδιών τους και να μπορούν να αποφασίζουν για τα θέματα ανατροφής και φροντίδας, που ούτως ή άλλως επωμίζονταν, καθώς και η υποχρέωση διατροφής, έκαναν εφικτή την απόφαση του διαζυγίου, βήμα που πολύ συχνά ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για να ζήσουν ανεξάρτητα και να προχωρήσουν στη ζωή τους. Αντιθέτως η μεταρρύθμιση που προωθεί η κυβέρνηση σήμερα, όπως και πολλές άλλες που ψηφίζονται τώρα, γίνεται σε μία περίοδο αποδόμησης του θεσμικού πλαισίου που κατοχύρωσε εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα. Δεν είναι τυχαίο ότι τις αντίστοιχες προσπάθειες στην Ισπανία και την Ιταλία υπερασπίστηκαν τα ακροδεξιά κόμματα VOX και Λέγκα του Βορρά αντίστοιχα.
Δεν έχει καλέσει ή δεχτεί να συζητήσει με γυναικείες οργανώσεις, ενώ εντύπωση κάνει η απουσία τοποθέτησης ακόμα και του επίσημου κρατικού φορέα για την οικογένεια και την ισότητα των φύλων, της «Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής και Δημογραφικής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων».
Αντιθέτως στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούν οι σύλλογοι των «μπαμπάδων», που μονοπωλούν μονομερώς τη συζήτηση εστιάζοντας και αναδεικνύοντας ως σημαντικότερο πρόβλημα στη φροντίδα και ανατροφή των παιδιών την «προνομιακή» θέση των γυναικών – μαμάδων οι οποίες χρησιμοποιούν τη μητρότητα ως εργαλείο εκδίκησης και «αποξένωσης» των τέκνων τους από αυτούς.
Η κυβέρνηση, έχοντας αφήσει το θέμα να σέρνεται στη δημοσιότητα, δηλώνει την πρόθεσή της να ψηφίσει το νόμο τον Φεβρουάριο, εν μέσω πανδημίας. Ποιός ο λόγος για όλη αυτή τη μυστικοπάθεια και τη βιασύνη αν πρόκειται για μεταρρύθμιση που έρχεται να λύσει προβλήματα χρόνων προάγοντας την ισότητα και τη δικαιοσύνη; Ειδικά τη στιγμή που στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επίκειται συζήτηση για την αναθεώρηση των πολιτικών για τη συνεπιμέλεια υπό το πρίσμα της έμφυλης βίας;
Η μεταρρύθμιση δεν αφορά το δικαίωμα στη συνεπιμέλεια και στην κατανομή των βαρών μετά από τη σύμφωνη γνώμη και των δύο γονέων, η οποία θεσμοθετείται ήδη από το υπάρχον δίκαιο. Αντίθετα νομιμοποιεί την υποχρεωτική επιβολή συνεπιμέλειας και εναλλασσόμενης κατοικίας απευθείας από το δικαστήριο, χωρίς καμία συναίνεση των γονέων ή των παιδιών.
Πώς, όμως, είναι δυνατόν μια απόφαση που επιβάλλεται οριζόντια σε μια ήδη άνιση συνθήκη, να έχει το ίδιο αντίκτυπο στα δύο μέρη;
Η ρύθμιση αυτή όχι μόνο παραβλέπει τις υπαρκτές κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων αλλά τις ενισχύει, κάνοντας τη ζυγαριά να γέρνει ακόμα περισσότερο προς τη μια πλευρά. Είναι φανερό πως στοχεύει σε περιπτώσεις που τα δύο μέρη έχουν βρεθεί σε αδιέξοδο και η συνεννόηση δεν είναι εφικτή, καθώς για τις υπόλοιπες υπάρχει ήδη η επιλογή της συναινετικής συνεπιμέλειας. Δίνει έτσι το δικαίωμα ελέγχου του τόπου διαμονής του παιδιού και της διαρκούς εμπλοκής του ενός στη ζωή του άλλου, επιβαρύνοντας εκείνες τις πλευρές που επιδιώκουν να ξεφύγουν από έναν καταπιεστικό, ελεγκτικό ή/και κακοποιητικό σύντροφο.Και το πιο εξοργιστικό: Δηλώνει ο Υπουργός ότι δεν θα υπάρχει κανένα προνόμιο για τον γονέα μετά τη τελεσίδικη απόφαση περί κακοποίησης, δηλαδή κατά το μάλλον ή ήττον μετά από 5-8 έτη κατά τα οποία το παιδί θα συγκατοικεί με τον κακοποιητικό γονέα.
Η έννομη τάξη μας το ανέχεται αυτό; Εσείς το ανέχεστε αυτό;
Εδώ η κυβέρνηση φαίνεται να «ξεχνά» τις έρευνες των κρατικών υπηρεσιών για το ποσοστό των θυμάτων που φτάνει στην καταγγελία, τους κοινωνικούς, ταξικούς, φυλετικούς και έμφυλους λόγους που εμποδίζουν τη συντριπτική πλειονότητα των επιζωσών στο να καταγγείλει, το ανεπαρκές και μόνιμα υποχρηματοδοτούμενο κρατικό δίκτυο υποστηρικτικών δομών και υπηρεσιών που το καθιστά σχεδόν αδύνατο, τη δυσκολία να αποδειχθεί η ενδοοικογενειακή βία και τις πολλαπλές μορφές της, λεκτική, ψυχολογική, σωματική, στις αίθουσες των δικαστηρίων. Το νομοσχέδιο, ουσιαστικά καταργεί το δικαίωμα καταπιεσμένων ή/και κακοποιημένων γυναικών και παιδιών να απαλλαγούν από τον κακοποιητή τους.
Εσείς το ανέχεστε αυτό;
Τέλος το νέο νομοσχέδιο δε λαμβάνει υπόψη τις οικονομικές δυνατότητες του κάθε μέρους όσον αφορά τον τόπο διαμονής. Συναρτά την υποχρέωση για διατροφή με το χρόνο διαμονής και φροντίδας και όχι με την οικονομική κατάσταση, απαλλάσσοντας στην πράξη από τη διατροφή τα πιο ισχυρά από οικονομικής άποψης μέρη.
Και ο πρόεδρος της επιτροπής κ. Τέντες και πολλοί νομικοί έχουν πει σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχουν ρυθμίσεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που δεσμεύουν την ελληνική πολιτεία να νομοθετήσει προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, καθιερώνοντας συγκεκριμένο σύστημα επιμέλειας και επικοινωνίας. Στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού δεν επιβάλλεται υποχρεωτική ίση χρονική κατανομή της επιμέλειας, αλλά επιδιώκεται η εξασφάλιση της συνυπευθυνότητας των γονέων για την ανατροφή του παιδιού και των προσωπικών σχέσεων και άμεσης επαφής του παιδιού με τους δύο γονείς. Η μόνη υποχρέωση της χώρας μας με βάση το διεθνές και το ενωσιακό δίκαιο είναι η κατοχύρωση στο νόμο και η διαφύλαξη στην πράξη του συμφέροντος του παιδιού και, κατά δεύτερο λόγο, της οικογενειακής ζωής των γονέων του.
Η προωθούμενη νομοθετική μεταβολή πρέπει να παρέχει στο δικαστήριο την ευχέρεια επιλογής όλων των δυνατών μορφών ρύθμισης της επιμέλειας του παιδιού και της επικοινωνίας με αυτό, έτσι ώστε να μπορεί να υιοθετήσει την προσφορότερη για το συμφέρον κάθε συγκεκριμένου παιδιού, χωρίς μάλιστα να δεσμεύεται από χρονικά όρια και σχετικά νόμιμα τεκμήρια.
Για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι επιτέλους αναγκαία η θεσμοθέτηση οικογενειακών δικαστηρίων, στα οποία ο δικαστής θα συνεπικουρείται από ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς. Η Εταιρία Οικογενειακού Δικαίου έχει υποβάλει από το 2014 σχέδιο νόμου με αιτιολογική έκθεση σε πέντε υπουργούς, χωρίς ανταπόκριση. Όποια νομοθετική ρύθμιση κι αν θεσπισθεί, τίποτε δεν θα αλλάξει ουσιαστικά, αν οι δίκες για την επιμέλεια και την επικοινωνία του παιδιού δεν γίνονται με τέτοια διαδικασία, η οποία θα αποκαλύπτει στο δικαστή την αληθινή προσωπικότητα του κάθε γονέα και το εύρος της καταλληλότητάς του να ασκεί την επιμέλεια.

Και όλα αυτά στη χώρα που η δικαιοσύνη βρίσκεται στην 83η θέση σε σύνολο 141 χωρών στον δείκτη ανεξαρτησίας, η ελευθερία του Τύπου κατατάσσεται τρίτη από το τέλος μεταξύ των χωρών της Ε.Ε, και οι πολιτικοί της θεωρούνται από τους θεσμούς που εμπιστεύονται λιγότερο οι πολίτες της.
Η ΕΕ στρίβει ακροδεξιά, έχει πάρει θέση. Στην Πολωνία καταργήθηκε το δικαίωμα στην άμβλωση και τα απόνερα έρχονται όλο και πιο κοντά μας και μας παρασύρουν σε μία βαθιά συντηρητική, οπισθοδρομική και αντιδραστική κατεύθυνση.
Εσείς οι δάσκαλοί μας θα τους αφήσετε; Η κοινωνία σας καλεί, την ακούτε;
Αποδομούν όσα έχετε κάνει και προσφέρει στο πεδίο σας,ακόμα και σε επίπεδο δογματικής.
Κι όπως λέει ο Έντσο Τραβέρσο: «Σ’ ένα “μετα-ιδεολογικό” κόσμο όπου η πολιτική τρέφεται ολοένα και λιγότερο με ιδέες, ο διανοούμενος αντικαταστάθηκε από τους “εμπειρογνώμονες” στην υπηρεσία της κυβέρνησης και από τους ειδικούς της επικοινωνίας. Ο εμπειρογνώμονας δεν στρατεύεται σε αξίες, χρησιμοποιεί τις δεξιότητές του για να προσφέρει βοήθεια στην υφιστάμενη εξουσία, και παίζει διόλου αμελητέο ιδεολογικό ρόλο. Είναι επίσης η περίπτωση των μιντιακών φιλοσόφων και συγγραφέων, που περνάνε πρόθυμα από τον ένα «ηγεμόνα» στον άλλο, χωρίς διακρίσεις πολιτικού χρώματος.
Σ’ αυτό το νέο τοπίο, τα κοινωνικά κινήματα έχουν μείνει ορφανά, όμως η αντιρρητική σκέψη δεν εξαφανίστηκε. Υπάρχουν τα σημάδια που αναγγέλλουν μια νέου είδους σύνδεση ανάμεσα στην παραγωγή των γνώσεων, την κριτική της εξουσίας και την πολιτική στράτευση. Ένας απολογισμός που, ταυτόχρονα, μας καλεί να επινοήσουμε το διανοούμενο του 21ου αιώνα».
Πώς θα οριστεί, λοιπόν, ο διανοούμενος της εποχής μας ;Ο σιωπών ή αυτός που αφουγκράζεται μια κοινωνία που βράζει και μπαίνει μπροστά και την οδηγεί ;
«Θεσμοθετείται για πρώτη φορά ο θεσμός της Γονικής Μέριμνας, ο οποίος μάλιστα και θα αφαιρείται εύκολα!!!», λέει ο Υπουργός και μας κάνει να αναρωτιόμαστε μέχρι πού θα φθάσει ο εξευτελισμός τους.
Της ξεφτίλας των θεσμών έχουν προηγηθεί, βέβαια, σωρεία γεγονότων με κύρια χαρακτηριστικά τους την αδιαφάνεια στην λήψη αποφάσεων, τον χρηματισμό και την συγκάλυψη παρανόμων πράξεων.
Συνακόλουθα της αδιαφάνειας, του χρηματισμού και της συγκάλυψης είναι η υποκρισία της κοινωνικής έγκρισης από την πλειοψηφία, η ευρεία διασπορά της αναξιοκρατίας και η συνεπαγόμενη εξ αυτής εμφάνιση φαινομένων διοικητικής φαιδρότητας, η επιχειρούμενη χειραγώγηση της μάζας και της αποδοχής καταστάσεων -από την μάζα- ως τετελεσμένες η αναγκαίες, και τέλος η γελοιοποίηση, ως συνισταμένη των αποτελεσμάτων άσκησης της εξουσίας από φαιδρά η ανίκανα άτομα και κωμικής αντίδρασης της κοινωνίας, ως αντίδοτο για την έλλειψη σοβαρότητας των θεσμών.
Ευνόητο είναι ότι για την παραπάνω διαδοχή καταστάσεων βασικό προαπαιτούμενο θεωρείται η χρόνια καλλιέργεια αμοραλισμού, προκειμένου να νομιμοποιηθεί το έλλειμμα ηθικών αξιών και στη συνέχεια να εξισωθεί σε κάθε έκπτωτη ηθική αξία το μέγεθος του ατομικού ελλείματος.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη κοινωνιολογική ανάλυση για να κατανοήσει κάποιος τον σταδιακό εκφυλισμό των κοινωνικών θεσμών στη πατρίδα μας.
Τον βιώνει στην καθημερινότητά του. Οι δικηγορικοί σύλλογοι σιωπούν και δεν υπερασπίζονται τις αρχές του Κράτους Δικαίου, την υπεράσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και την κατάλυση ακόμη και συνταγματικών επιταγών. Εμείς θα σιωπήσουμε;
Εσείς, οι δάσκαλοί μας, που μας διδάξατε ότι πάνω από όλα εμείς υπερασπιζόμαστε το Σύνταγμα και τα ανθρώπινα δικαιώματα θα σιωπήσετε; Σε έναν υπουργό που σας υποτιμά, σας αγνοεί και παραμορφώνει τη νομική γνώση;
Σας παρακολουθούν τα μάτια των φοιτητών σας, της επόμενης γενιάς των δικηγόρων, δικαστών και καθηγητών.

Μίνα Καούνη & Συνεργάτες

loading...