ΣΥΝΕΠΙΜΕΛΕΙΑ- ΜΙΑ ΨΥΧΡΑΙΜΗ ΜΑΤΙΑ-ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΑΛΛΑΓΗ ΣΕ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ι) Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΗΜΕΡΑ 

Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα παρατηρείται ραγδαία αύξηση των διαζυγίων. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής « Το 2017 οι εκδοθείσες αποφάσεις διαζυγίων ανέρχονται σε 19.190 έναντι 11.013 το 2016, αύξηση κατά 74,2% Στην ανάλυση των στοιχείων θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η αποχή των δικηγόρων κατά το Α’ εξάμηνο του 2016, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των αποφάσεων που εκδόθηκαν κατά το συγκεκριμένο έτος και την αύξηση του αντίστοιχου αριθμού κατά το 2017. Η αναλογία γάμων και διαζυγίων ανά 1.000 κατοίκους το έτος 2017 είναι 4,7 και 1,8, αντίστοιχα. Ο μέσος όρος διαζυγίων της περιόδου 2014 – 2017 διαμορφώνεται στα 15.058 διαζύγια, έναντι 51.637 γάμων Ως προς τον τύπο του διαζυγίου, κατά μέσο όρο, επτά στα δέκα διαζύγια που εκδόθηκαν την τελευταία δεκαετία είναι συναινετικά. Αναφορικά δε με τα τέκνα των χωρισμένων γονέων οι ειδικοί της Ε.Ψ.Ε. (Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας) σημειώνουν πως « η σύγχρονη έρευνα συνολικα αναδεικνύει τον χωρισμό των γονεών ως παράγοντα υψηλού κινδύνου για την ψυχική υγεία των παιδιών, ειδικά όταν προηγείται ή έπεται μια συγκρουσιακή σχέση» «Ωστόσο δεν υπάρχουν επιστημονικές έρευνες που να αποδεικνύουν ότι το παιδί θα λάβει την καλύτερη δυνατή ανατροφή αν μεγαλώνει μόνον με τη μητέρα του». Αντίθετα « η διατήρηση και ενίσχυση της σχέσης  και με τους δύο γονείς θεωρείται βασικό κριτήριο για μια ισορροπημένη ανάπτυξη και αναφαίρετο δικαίωμα των παιδιών..»

 Η κατάσταση αυτή πέραν του ότι  εγείρει πολλά και ποικίλα ερωτήματα, καθιστά αναγκαία μια σειρά  αλλαγών και αναπροσαρμογών που πρέπει να γίνουν στο Οικογενειακό Δίκαιο της χώρας μας αλλά και στις σχετικές υποστηρικτικές δημόσιες δομές. Ένας από τους σημαντικότερους  λόγους διένεξης τόσο κατά τη διαδικασία έκδοσης του διαζυγίου όσο και μετά από αυτήν αποτελεί το ζήτημα της ανατροφής των τέκνων. Ειδικότερα, η επιμέλεια και η διατροφή του τέκνου αποτελούν ζητήματα που συχνά δημιουργούν πόλωση ανάμεσα στους γονείς.

Η έννοια της συνεπιμέλειας είναι σήμερα, εν αναμονή του νέου Νόμου, σίγουρα στην επικαιρότητα. Οφείλουμε καταρχήν να ορίσουμε την έννοια της  επιμέλειας και να την διακρίνουμε από αυτή  της γονικής μέριμνας. Η γονική μέριμνα είναι μια ευρύτερη έννοια που περιλαμβάνει την εκπροσώπηση, τη διοίκηση περιουσίας και την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου. Η επιμέλεια ως ειδικότερη έκφανση της γονικής μέριμνας περιλαμβάνει-ενδεικτικά- την ανατροφή, την επίβλεψη και τη μόρφωση του τέκνου. Πρόκειται δηλαδή για ένα δικαίωμα αλλά και υποχρέωση που δίνει μεγάλη εξουσία αλλά και ευθύνη στους γονείς και γι αυτό ασκείται από κοινού. Ωστόσο, ζήτημα ανακύπτει όταν οι γονείς-ως ζευγάρι-αποφασίζουν να χωρίσουν. Τι γίνεται λοιπόν με το ζήτημα της άσκησης της επιμέλειας του τέκνου στις περιπτώσεις που δύο ενήλικες αποφασίζουν ότι για διάφορους λόγους δεν μπορούν να συμβιώσουν; Εν προκειμένω, ανακύπτουν πολλά ζητήματα αναφορικά με το τέκνο αλλά εμείς- στο παρόν άρθρο-θα εστιάσουμε στον πυρήνα, ήτοι στην επιμέλεια του. 

ΙΙ) ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Ξεκινώντας με μία μικρή ιστορική αναδρομή και πιο συγκεκριμένα ταξιδεύοντας 37 χρόνια πίσω στο χρόνο, θα φτάσουμε στο 1983. Η βασικότερη μεταρρύθμιση της αναθεώρησης του Οικογενειακού Δικαίου  αποτέλεσε η κατάργηση του θεσμού της πατρικής εξουσίας και η αντικατάσταση του από τον θεσμό της γονικής μέριμνας

Συνοπτικά οι βασικές νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του  Ν. 1329/1983 ήταν οι ακόλουθες:

• Κατάργηση του αρχηγικού δικαιώματος του συζύγου και της υποχρέωσης του να φέρει τα βάρη του γάμου και θεμελίωση της αρχής της από κοινού συμβολής και των δύο συζύγων.

• Κατάργηση της υποχρέωσης της γυναίκας να παίρνει το επώνυμο του συζύγου της και θεμελίωση της αρχής της διατήρησης του οικογενειακού επωνύμου της μετά το γάμο.

• Κατάργηση του θεσμού της προίκας (ως αποζημίωση του άνδρα για την ανάληψη του συνόλου της οικονομικής στήριξης του οίκου) και θεμελίωση της αρχής της διατήρησης της αρχικής ατομικής περιουσίας των δύο συζύγων ή της συμφωνημένης ενώπιον συμβολαιογράφου κοινοκτημοσύνης. 

• Κατάργηση του θεσμού της πατρικής εξουσίας και αντικατάσταση από το θεσμό της γονικής μέριμνας

• Ανάληψη της φροντίδας του παιδιού από κοινού

• Κατάργηση της υποχρέωσης τα παιδιά να παίρνουν το επώνυμο του πατέρα και καθιέρωση της συναπόφασης των γονέων για το θέμα αυτό.

• Εξομοίωση της νομικής θέσης των τέκνων που γεννήθηκαν εκτός γαμού υπό την προϋπόθεση της αναγνώρισης τους και κατάργηση της δυνατότητας του πατέρα να αναγνωρίσει ένα παιδί που γεννήθηκε εκτός γάμου χωρίς την συναίνεση της μητέρας του. 

• Θεσμοθέτηση δυο τύπων διαζυγίου του συναινετικού και του κατ’ αντιδικία

• Θέσπιση της υποχρέωσης για διατροφή ανεξάρτητα από το φύλλο.

ΙΙΙ) Η ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΑΛΛΑΓΗ

 Με βάση το νέο δίκαιο (που ισχύει έως σήμερα)  και οι δύο γονείς καλούνται να αναλάβουν από κοινού την φροντίδα του παιδιού κάτι που ορίζεται ταυτόχρονα ως υποχρέωση και δικαίωμα του καθενός (1510 Α.Κ.) Η «γονική μέριμνα» που αντικαθιστά την «πατρική εξουσία»  φαίνεται να συνάδει με την μετακίνηση προς την παιδοκεντρική οικογένεια, αλλά και στην κατάργηση του αυστηρού διαχωρισμού των πεδίων δράσης ανδρών και γυναικών.

Πιο συγκεκριμένα, το κείμενο του ΑΚ 1511 ορίζει ότι : “Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου. Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο της άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μη κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας. Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετική με τη γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντα του.”

Σύμφωνα με το ΑΚ 1513 « Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου και εφόσον ζούν και οι δύο γονείς, η άσκηση της γονικής μεριμνας ρυθμίζεται από το Δικαστήριο. Η άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να ανατεθεί στον ένα από τους γονείς ή αν αυτοί συμφωνούν ορίζοντας συγχρόνως τον τόπο διαμονής του τέκνου και στους δύο από κοινού. Το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει διαφορετικά, ιδίως να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων ή να την αναθέσει σε τρίτον.» 

Παρατηρούμε λοιπόν πως παρότι το Δικαστήριο είχε την εξουσία ήδη από την αναθεώρηση του 1983 να προβεί σε χρονικό επιμερισμό της επιμέλειας αυτό δεν επιλεγόταν, σχεδόν ποτέ, διότι προϋπέθετε μια σταθμισμένη και δύσκολη κρίση για τον Δικαστή ο οποίος χωρίς υποστηρικτικό επιστημονικό πλαίσιο αδυνατούσε να αναλάβει την ευθύνη μιας τέτοιας κρίσης προτιμώντας κάθε φορά τον έως πρόσφατα επιτασσόμενα από την κοινωνία κανόνα της προτεραιότητας της μητέρας στην ανατροφή. Οπωσδήποτε βέβαια η σπουδαιότητα μιας κατάλληλης μητέρας είναι αδιαμφισβήτητη (δεν είναι όμως όλες οι μητέρες στις οποίες ανατέθηκε η αποκλειστική επιμέλεια, κατάλληλες ή τουλάχιστον καταλληλότερες των συζύγων τους). Κατάλληλοι είναι όμως και αναγκαίοι και οι πατεράδες που στην συντριπτική πλειοψηφία τους αποκλείστηκαν, λίγο έως πολύ, τα τελευταία 37 χρόνια από την  ενεργό συμμετοχή τους στην ανατροφή των τέκνων τους ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΑΝ ΔΙΑΚΑΩΣ ΤΟ ΕΠΙΘΥΜΟΥΣΑΝ! Η νομική έννοια της επικοινωνίας (αδόκιμος βέβαια όρος κατά τον συγγραφέα της παρούσας) ουδόλως μπορεί να υποκαταστήσει την ουσιαστική και αναντίρρητη πλέον, εκ της ψυχιατρικής επιστήμης, σημασίας της παρουσίας του πατέρα στην ανατροφή του τέκνου. Ο πατέρας πρέπει να είναι, εκτός από φυσικά, και για ικανό χρονικό διάστημα παρών και συμμέτοχος στις ουσιώδεις αποφάσεις στην ζωή του τέκνου. Η συλλογιστική ότι «εάν δεν συμφωνούμε, ας αποφασίζει ένας, είναι απόλυτα ισοπεδωτική και εξαλείφει την οποιαδήποτε πιθανότητα επίτευξης συμμετοχικής συνύπαρξης των γονέων που είναι ωφέλιμη για το τέκνο. 

Η όποια μεταρρύθμιση του ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ για να εφαρμοστεί με επιτυχία, θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη και διασφαλιστική  της εφαρμογής της ΄΄φιλικής δικαιοσύνης΄, χωρίς αντιδικία των γονέων, με προώθηση του θεσμού της διαμεσολάβησης και με τη προέχουσα συμμετοχή των δικηγόρων για την επίτευξη συμφωνίας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι και η συμβολή του Δικηγορικού σώματος θα είναι καθοριστική. Ο εκάστοτε δικηγόρος θα πρέπει να καθοδηγεί τον πελάτη του προς “την συναίνεση” και όχι προς “την αντιδικία”. Εφόσον ο Νέος Νόμος καθιερώσει την ισότητα των γονέων και την υποχρεωτικότητα της συμμετοχικής δράσης, κάθε “όρεξη κατάχρησης” θα έχει ήδη κορεσθεί! Από την διεθνή εμπειρία, όπου υπήρχε αποκλειστική επιμέλεια οι υποθέσεις καταλήγανε στα ακροατήρια. Όπου εισήχθη τον νέο μοντέλο οι περισσότερες υποθέσεις λύνονται συναινετικά έξω από τα δικαστήρια. Υπάρχει βέβαια και το πρώτο επιχείρημα των αρνητών της αλλαγής σύμφωνα με το οποίο “ Δύο άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να συνενοηθούν πως θα συνενοηθούν μετά την διάσταση;” Η απάντηση σ’αυτό είναι απλή. Η συνεννόηση διευκολύνεται από τα όρια. Εφόσον αυτά τεθούν και διασφαλισθεί η έως σήμερα θεωρητική ισότητα των φύλων, τότε ο εκάστοτε γονέας με «εκδικητική διάθεση» ελλείψη του μέσου που θα διευκόλυνε την καταχρηστική/ εκδικητική του συμπεριφορά, θα περιορίσει νομοτελειακά την αντίθεση του με αποτέλεσμα να ενισχύεται η συναίνεση που οδηγεί σε προστασία του συμφέροντος του τέκνου. ΚΑΙ ΣΕ ΤΕΛΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΣΚΟΛΟ ΝΑ ΣΥΝΕΝΟΗΘΟΥΝ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ, ΔΥΟ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΑΝ,  ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΑ ΔΥΣΚΟΛΟΤΕΡΟ ΕΩΣ ΑΝΕΦΙΚΤΟ ΝΑ ΑΝΑΜΕΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΩΡΙΣΜΕΝΟ ΚΑΙ ΓΕΜΑΤΟ ΕΧΘΡΑ ΓΟΝΕΑ ΝΑ ΣΕΒΑΣΤΕΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΤΕΡΟΥ ΟΤΑΝ ΑΠΛΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙ.  

Σαφώς βέβαια υπάρχουν και εξαιρετικές μητέρες που παρά την διάσταση και τον χωρισμό ποτέ δεν διανοήθηκαν, παρότι μπορούσαν, να αποξενώσουν τον πατέρα αναγνωρίζοντας την σημασία του και εστιάζοντας στο συμφέρον του παιδιού τους και όχι στις προσωπικές τους διαφορές. Οι μητέρες αυτές αποτελούν  σίγουρα τον φάρο της αλλαγής! Κάποιες εξ αυτών δε, που υφίστανται ψυχική και σωματική βία στους κόλπους της οικογένειας θα πρέπει να προστατευθούν και τα τέκνα τους. Αυτονόητο δε ότι οποιαδήποτε κακοποιητική συμπεριφορά από πλευράς του πατέρα απέναντι στην μητέρα αλλά ιδίως απέναντι στο τέκνο θα πρέπει να αποτελούν κεφαλαιώδη εξαίρεση στον κανόνα της από κοινού άσκησης της επιμέλειας. Το αυτό βέβαια θα ισχύει και στην περίπτωση της ψυχικής κακοποίησης του άντρα στα πλαίσια της συμβίωσης, φαινόμενο επίσης σύνηθες σήμερα.

IV) Η ΝΟΜΙΚΗ ΙΣΧΥΣ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΣΥΝΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ, ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΡΗΣΕΙΣ

Η ισχύς του συμφώνου συνεπιμέλειας θα είναι όπως αυτή που αναθέτει την επιμέλεια σε ένα γονέα. Το σύμφωνο κοινής  επιμέλειας επίσης είναι ιδιωτικό συμφωνητικό και συνοδεύει την αίτηση συναινετικού διαζυγίου. Οι  γονείς συμφωνούν να ασκούν από κοινού την επιμέλεια του παιδιού, κατανέμουν ανάλογα τον χρόνο τους και τις υποχρεώσεις τους και ρυθμίζουν τον τόπο διαμονής του παιδιού, τον τρόπο άσκησης της επιμέλειας και κοινής φροντίδας και την κατανομή δαπανών των τέκνων, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες τους (διατροφή). Επισημαίνεται ότι το συμφωνητικό κοινής επιμέλειας είναι νόμιμο, στηρίζεται στο άρθρο 1513 του ΑΚ, και είναι απολύτως ισότιμο με το ιδιωτικό συμφωνητικό αναθέσεως της επιμέλειας αποκλειστικά σε ένα γονέα. 

Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία και φθάσει η υπόθεση στο δικαστήριο, κατ’ αρχήν σύμφωνα με το νομοσχέδιο, οι γονείς υποχρεωτικά θα πάρουν ίσα δικαιώματα, χρόνο και φροντίδα του παιδιού, παράγοντας που θα διαμορφώνει ανάλογα το ύψος της διατροφής αλλά και τον υπόχρεο αυτής. Επίσης θα εφαρμόζεται αναλογικά ότι ισχύει για τα παιδιά εντός γάμου και για τα αναγνωρισμένα – με οποιοδήποτε τρόπο – παιδιά εκτός γάμου. 

Τα  άλλα δύο επιχειρήματα των “αρνητών της αλλαγής” έχουν να κάνουν με τις λεγόμενες θεωρίες “της βαλίτσας” και της “βιοκοινωνικής υπεροχής  της μητέρας”.  

Η “θεωρία της βαλίτσας” ως βασικό επιχείρημα έχει την ταλαιπωρία που υφίστανται τα τέκνα στην περίπτωση της εναλλασόμενης κατοικίας με τις συνεχείς μετακινήσεις. Φυσικά το ιδανικό για τα τέκνα είναι να ζουν σε ένα σταθερό περιβάλλον με δύο λειτουργικούς γονείς που θετούν ισχυρά και υγιή πρότυπα. Σε περίπτωση όμως που αυτό δεν είναι εφικτό διότι οι γονείς δεν μπορούν πλέον να συμβιώνουν, νομοτελειακά τα παιδιά προκειμένουν να έχουν επαφή και με τους δύο γονείς θα πρέπει να μετακινούνται. Εφόσον δε ως προυπόθεση για την εναλλασόμενη κατοικία τεθεί η κοντινή και ή δυνατόν γειτνιάζουσα κατοικία των γονέων, χωρίς μεταβολή του εκπαιδευτικού και κοινωνικού πλαισίου των τέκνων η “ταλαιπωρία και διατάραξη της σταθερότητας” των τέκνων περιορίζεται στο ελάχιστο. Σε διαφορετική περίπτωση, καταλήγουμε στο οξύμωρο να είναι προτιμότερο, ιδίως για τέκνα με ικανούς και στοργικούς πατεράδες και διακαή επιθυμία τους για ικανή επαφή μαζί τους, να στερούνται την αναγκαία και ικανή σε χρονικό επίπεδο παρουσία του, για να μην διαταραχθεί η σταθερότητα της ζωής τους. Είναι λοιπόν ζήτημα στάθμισης για τον εκάστοτε από εμάς τι θα προκρίνουμε ως ουσιαστικότερο. Την διαταραχή της σταθερότητας της ζωής των τέκνων (που ως προείπα μπορεί να περιορισθεί στο ελάχιστο) ή την ουσιαστική απουσία η ελλειπή παρουσία του πατέρα που επιστημονικά πλέον λογίζεται ως απαραίτητη στην ζωή των τέκνων μας. Προσωπικά και από την εμπειρία μου ως συνήγορος οικογενειακού Δικαίου επί σειρά ετών, θεωρώ ότι τα παιδιά “ζαλίζονται” όχι από τις μετακινήσεις αλλά από το να διαβάλουν οι γονείς αλλήλους. Αυτό είναι που διχάζει την ψυχή τους και τα καταστρέφει ψυχοσωματικά.

Αναφορικά με την θεωρία της βιοκοινωνικής υπεροχής της μητέρας που επαναλαμβάνεται στην Ελληνική Νομολογία των Οικογενειακών Δικαστηρίων της χώρας παρατηρούμε το εξής:

Στην πρόσφατη παρέμβαση του στην Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή η Ελληνική Εταιρεία Ψυχολόγων επισημαίνει ότι :

1) Η «βιοκοινωνική υπεροχή της μητέρας» συνιστά όρο αόριστο και μη τεκμηριωμένο επιστημονικά.

2) Η ασσύμετρη συμμετοχή των γονέων στην καθημερινή/βιωματική ανατροφή του παιδιού  ή ο αποκλεισμός (σκόπιμος ή μη) του ενός δημιουργεί ρήγμα στον ψυχισμό του παιδιού που το φτωχοποιεί σε πολλά επίπεδα.

3) Το συμφερόν του παιδιού είναι να ανατρέφεται και από τους δύο γονείς και η πολιτεία πρέπει να το  διασφαλίσει.

4) Τα ευεργετικά αποτελέσματα της συνεπιμέλειας είναι εμφανή σε ένα ευρύ φάσμα αξιολογήσεων που αφορούν την ψυχοσωματική λειτουργιά (ευημερία) των παιδιών, που συμπεριλαμβάνουν (α) χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και γενικότερα ψυχικής δυσφορίας, (β) χαμηλότερη επιθετικότητα και προβλήματα συμπεριφοράς, μειωμένη χρήση αλκοόλ και ουσιών, (γ) καλύτερη σχολική απόδοση και καλύτερη γνωστική ανάπτυξη, (δ) καλύτερη σωματική υγειά, ε) χαμηλότερα ποσοστά καπνίσματος και (στ) καλύτερες σχέσεις με πατέρες, μητέρες, γιαγιάδες και παππούδες

5) Η συνθήκη συνεπιμέλειας, στην οποία οι γονείς έχουν κοινή νομική ευθύνη σχετικά με την ιατρική φροντίδα και τις αποφάσεις για την σχολική και θρησκευτική αγωγή του παιδιού, φαίνεται να έχει θετικές επιπτώσεις στην ευημερία των παιδιών.

6) Τα παιδιά ωφελούνται σημαντικά από την κοινή επιμέλεια, ακόμα και όταν οι γονείς έχουν υψηλά επίπεδα συγκρουσιακών σχέσεων

Για τους λόγους αυτούς η Ε.Ψ.Ε. εισηγήθηκε μεταξύ άλλων πως οι γονικές ευθύνες και δικαιώματα για τους γονείς των παιδιών να παραμένουν κοινές και αδιάσπαστες ανεξάρτητα από τη μεταξύ τους νομική σχέση, καθώς και να διασφαλίζεται ίσος χρόνος του παιδιού με κάθε γονέα τόσο στις διακοπές όσο και στην καθημερινότητά του.

Τάδε έφη η Εταιρεία Ελλήνων Ψυχολόγων. Καθένας εξ΄υμών μπορεί να επιλέξει να ακολουθήσει την σύσταση της επιστημονικής  κοινότητας ή την φωνή της προσωπικής του πεποίθησης. Τα αποτελέσματα θα τα δούμε στα παιδιά μας.

V) Η ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

Το ψήφισμα 2079 του 2015 του Συμβουλίου της Ευρώπης: 

Ζητά από τα κράτη μέλη να σέβονται το δικαίωμα των πατεράδων στην κοινή επιμέλεια και να διασφαλίσουν ότι το οικογενειακό δίκαιο προβλέπει σε περίπτωση διάστασης η διαζυγίου την από κοινού άσκηση της επιμέλειας. Ο σεβασμός της οικογενειακής ζωής αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα που κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ( etsNo 5) και πολλά διεθνή νομικά κείμενα. Ο χωρισμός γονέα και παιδιού έχει μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στις σχέσεις τους.

Είναι πεπεισμένο ότι η κοινή επιμέλεια βοηθά να υπερνικηθούν τα στερεότυπα βάσει φύλου τα σχετικά με ρόλους στο πλαίσιο της οικογένειας και αυτό αντανακλά στις κοινωνιολογικές αλλαγές που παρατηρήθηκαν εδώ και μισό αιώνα στο χώρο οργάνωσης της οικογένειας.

Καλεί, για όλους τους ανωτέρω λόγους, τα κράτη-μέλη να υπογράψουν ή να κυρώσουν την σύμβαση για την άσκηση των δικαιωμάτων του παιδιού (etsΝo 160) και της σύμβασης για την επικοινωνία με τα τέκνα (etsΝo 192), για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική ισότητα των γονέων έναντι των παιδιών τους,

Καλεί τα κράτη-μέλη να εξαλείψουν από τις νομοθεσίες τους κάθε διαφορά μεταξύ των γονέων που έχουν αναγνωρίσει το παιδί τους, είτε έχουν τελέσει γάμο είτε όχι. Καλεί τα κράτη-μέλη να εισάγουν στην νομοθεσία τους την αρχή της εναλλασσόμενης κατοικίας των παιδιών μετά τον χωρισμό.

«Η Ελλάδα έχει προσυπογράψει το εν λόγω ευρωπαϊκό ψήφισμα, αποδεχούμενη όλες τις προτεινόμενες οδηγίες που αναφέρονται σε αυτό, από το 2015. Παρ΄όλα αυτά εν έτει 2021 εξακολουθεί να κωλυσιεργεί και να μην έχει προχωρήσει στην εφαρμογή του στο νομικό πλαίσιο του εθνικού Οικογενειακού Δικαίου» καταλήγει η ανακοίνωση.

VI) ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Τονίζεται ότι η πόλωση που παρατηρείται αυτή τη στιγμή και εν αναμονή του νέου Νόμου υπογραμμίζει και επιβεβαιώνει την εσφαλμένη κουλτούρα αντιδικίας της Ελληνικής κοινωνίας. Αυτό που πρέπει να αντιληφθούμε όλοι και κυρίως οι γονείς είναι πως το παρόν Νομοσχέδιο δεν είναι πεδίο μάχης των φύλων αλλά μια μοναδική ευκαιρία απαρχής μιας νέας πιο πολιτισμένης και υγιούς κοινωνίας για την Ελλάδα.  

Δημήτριος Β. Δουλιώτης

Δικηγόρος Αθηνών,

Δημοκρίτου 32 Κολωνάκι

Μέλος της Εταιρείας Οικογενειακού Δικαίου

210-3627672 / 6947155182

[email protected]

loading...