Η αιτία που εμείς οι άνθρωποι εξελιχτήκαμε σε ΜΥΘΟΦΙΛΙΚΌ ΕΙΔΟΣ κινείται ανάμεσα στην, καθ’ όλο το μάκρος της ιστορίας μας και μέχρι πρόσφατα, υπαρκτή άγνοια της νομοτέλειας της φύσης του κόσμου μας, από τη μια, αλλά και στην ΗΘΕΛΗΜΈΝΗ ΑΓΝΌΗΣΗ της όποιας γνώσης μας γι αυτήν, λόγω αδύναμης ψυχολογίας, από την άλλη. Ανάμεσα στο να ξέρουμε ότι αυτό που θέλουμε να συμβεί δεν είναι φυσικά δυνατόν να συμβεί και στην, παρ’ όλ’ αυτά, ΠΊΣΤΗ για ένα “θαύμα” που θα ανατρέπει την φυσική ροή της πραγματικότητας και θα ικανοποιεί την επιθυμία μας. 

Πόσο ο πρωτόγονος πρόγονός μας δεν ήξερε και πόσο ήξερε το αναπόδραστο της φύσης των πραγμάτων αλλά ΤΟΝ ΒΌΛΕΥΕ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΆ να αγνοεί αυτή τη γνώση του; Σε πιο βαθμό συνέβαινε το ένα ή το άλλο; Σε ποιο βαθμό ήταν ειλικρινής και σε ποιο υποσυνείδητα αυτοεξαπατώμενος; Το ερώτημα αυτό ίσχυσε για όλες τις μετέπειτα εποχές και για όλους. ΙΣΧΎΕΙ ΕΞ ΊΣΟΥ ΚΑΙ ΣΉΜΕΡΑ . Σχεδόν κανένα μορφωμένο άτομο δεν θα επιμείνει ότι η θέση κάποιων αστερισμών μπορεί όντως να επηρεάζει την αυριανή του ημέρα, αρκετά όμως από αυτά δεν παραλείπουν να συμβουλεύονται το ωροσκόπιό τους.

Αυτό το “ανάμεσα” στην επίγνωση του δυνατού και του αδύνατου και στην παράβλεψή της, επειδή έτσι μας βολεύει ψυχικά, υπήρξε ο χώρος δράσης και χειραγώγησής μας από τους “παραμυθάδες”. Αυτό που παρήγαγε τους πιστούς των παραμυθάδων.

Οι “παραμυθάδες”, που ήταν οι πιο ταλαντούχοι στο ξεφούρνισμα συναρπαστικών φανταστικών ιστοριών, κι έλεγαν μαγικά ξόρκια, μαντείες και γιατροσόφια, επωφελούνταν από αυτή τους την ικανότητα, κέρδιζαν υπερηφάνεια, ανταμοιβές, σίγουρα σεβασμό και κοινωνική επιβολή, και ίσως επαυξημένη αναπαραγωγή. Έτσι ξεκίνησε η κάστα των ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΏΝ διαμορφωτών των συλλογικών πιστεύω, της συλλογικής ιδεοληψίας. Οι κάθε λογής θαυματοποιοί: Οι μάγοι και οι μάγισσες, οι μάγοι-γιατροί, οι σαμάνοι, οι μάντεις, οι ιερείς, τα ιερατεία.

Όταν άρχισε να στήνεται ο ανθρώπινος κοινωνικός ιστός, και προέκυπτε διαρκώς κι αντικειμενικά η ανάγκη για παγίωση κάποιων κανόνων συμπεριφοράς στις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά και στη σχέση με την κάθε εξουσία, πού ήταν ευκολότερο να στηριχθούν αυτοί οι κανόνες, με τί ήταν πειστικότερο να συνδεθούν ώστε να γίνονται σεβαστοί; Με την νηπιακή, παραπαίουσα “γνώση”, ή με τους ογκόλιθους του μύθου και του φόβου, της πίστης, της μαγείας, και τέλος των θρησκειών; Έτσι κι’ έγινε. Και η ανθρώπινη κοινωνία διαμορφώθηκε κατ’ αρχήν μαγειοκεντρικά και στη συνέχεια ΘΡΗΣΚΙΟΚΕΝΤΡΙΚΆ γύρω από τις κατεστημένες εκκλησίες με τις επίσημες θρησκείες τους. Η εξουσία συνδέθηκε με την θρησκεία, βασίσθηκε στην θρησκεία και τους επαγγελματίες της, διατηρήθηκε με την θρησκεία, με την κατά τόπους και ανά τους αιώνες κάθε τύπου “Ιερά Εξέταση”, μέχρι και τις μέρες μας. Και όπου βέβαια η κοινωνία μας ακολουθούσε τα συμπεράσματα της πρακτικής και της πρώιμης επιστήμης, γιατί όντως αυτά έφερναν τα καλύτερα αποτελέσματα, φρόντιζε να τα επενδύει με το περιτύλιγμα ενός κατά κανόνα θρησκευτικού άλλοθι. Έτσι, μέσα από τις πέντε χιλιάδες γενιές του homo sapiens, με την κάθετη μετάδοση τέτοιων μιμηδίων από γενιά σε γενιά, η κοινωνία ΕΘΊΣΤΗΚΕ στην αποδοχή του μεταφυσικού. Το μεταφυσικό κυριαρχεί στην παράδοση. Το μεταφυσικό υποκαθιστά με περισσή ευκολία το φυσικό, όπου αυτό δεν μπορεί να παρέχει καταλυτικά πειστικές απαντήσεις. Αλλά ακόμα και όταν μπορεί να το κάνει, έχει να τα βάλει με μια βαθιά ριζωμένη μέσα από τις χιλιάδες χρόνια μιμηδιακή κληρονομιά που ρέπει προς το μεταφυσικό. Στη διάδοση των υπερ/παρα/μεταφυσικών μιμηδίων κάποιοι – οι “επαγγελματίες” κατά κανόνα παραγωγοί τους – ΞΈΡΟΥΝ ότι είναι φτιαχτά, αλλά κυρίως τους ενδιαφέρει να τα πουλήσουν, και μέσω αυτών να χειραγωγούν. Και κάποιοι – αυτοί που τα ενστερνίζονται – τα έχουν ανάγκη για ψυχολογικούς λόγους και κατά κανόνα παραβλέπουν το ότι και αυτοί ΞΈΡΟΥΝ ότι είναι φτιαχτά. Και οι δυο πλευρές ΞΈΡΟΥΝ, αλλά συναλλάσσονται συνενοχικά. Αυτή είναι οι σχέση των διαφόρων εκκλησιών με τους πιστούς τους. Αυτή είναι η ψυχολογία των πιστών που εν γνώσει τους – απωθημένη – επιμένουν να βολεύονται με τη σχέση τους με το μυθικό κατασκεύασμα της θρησκείας τους.

Τι είναι αυτό που αποτρέπει τόσο την όποια άγνοια όσο και την ψυχολογική αγνόηση της όποιας γνώσης από το να τρέπουν τη διαμόρφωση του ανθρώπινου νου προς τη μυθοφιλία; Είναι το φίλτρο του αισθητού. Το γνωστικό μας σύστημα που διακρίνει τη διαφορά ανάμεσα στα ερεθίσματα και τις μνήμες που είναι, ή μπορεί να είναι, προϊόν των αισθήσεων και των τεχνικών επεκτάσεών τους, από τη μια, και εκείνων που είναι προϊόν κάθε ασύμβατης προς το αισθητό υπόθεσης/φαντασίας, από την άλλη. Ένας μηχανισμός ΑΠΟΣΎΜΠΛΕΞΗΣ που αποτρέπει την σύγχυση μεταξύ φυσικών γεγονότων και αφύσικων αποκυημάτων της φαντασίας. Τελικά μεταξύ πραγματικότητας και προσποίησης. Αυτός ο νοητικός μηχανισμός αναπτύχθηκε όντως στον ανθρώπινο εγκέφαλό μας και υπάρχει σαν φίλτρο κατά την ανάσυρση στοιχείων από τη μνήμη για επεξεργασία και σχηματισμό αποφάσεων και προβλέψεων. Είναι μηχανισμός επιβίωσης, μας διασώζει. Όμως φαίνεται ότι δεν τα προλαβαίνει όλα, αναπτύσσεται πολύ αργά από τα πιο άμεσα και χειροπιαστά στα πιο αφηρημένα, και παράλληλα με την ανάπτυξη της φυσικής γνώσης στο κάθε άτομο. Είναι η ισχύς της εμπεδωμένης γνώσης που παρεμβάλει και η άγνοια που αφαιρεί αυτό το φίλτρο. Χρειάζονται ισχυρά μιμήδια γνώσης! Εδραιωμένα, αναμφισβήτητα σεβαστά. Ώστε να δημιουργούν και ισχυρή ψυχολογία εμπιστοσύνης κι εμμονής στη γνώση. Και αυτά δεν κατισχύουν, εμποδίζονται σε αυτούς που αγνοούν ή θέλουν να παραβλέπουν την φυσιοκρατία του κόσμου μας.

Μια ισχυρή ψυχολογικά γνώση θα κρατούσε τη φαντασία εντός του πλαισίου της γνώσης. Δεν θα της επέτρεπε την ΠΡΌΦΑΣΗ της άγνοιας. ΙΣΧΥΡΉ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΆ ΓΝΏΣΗ, ισχυρή σαν ένστικτο επιβίωσης, είναι για παράδειγμα αυτή που δεν μας επιτρέπει να πηδήξουμε στο γκρεμό με μια προσευχή για ασφάλειά μας ή αυτή που δεν θα άφηνε αμέριμνο τον πρόγονό μας στη θέα ενός επερχόμενου θηρευτή του. Είναι αυτή που μας πείθει ότι Η ΦΥΣΗ ΔΕΝ ΠΑΡΑΒΙΆΖΕΤΑΙ, ΔΕΝ ΚΟΡΟΪΔΕΎΕΤΑΙ, ΔΕΝ ΠΑΡΑΚΆΜΠΤΕΤΑΙ. Η εμπέδωση και η κυριαρχία αυτής της αλήθειας στον ψυχισμό του ανθρώπου τον κάνει μη επιδεκτικό σε αποπλάνηση από τα μυθεύματα των “παραμυθάδων” του θρησκευτικού σιναφιού.

loading...