-Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΕΓΩ

Το «εγώ» μας είναι η ραχοκοκαλιά της προσωπικότητάς μας και αυτό που εκδηλώνουμε. 

Το «είναι» μας είναι το ανεκδήλωτο, αυτό που πραγματικά και ολοκληρωμένα σε όλα τα επίπεδα είμαστε, η συνολική ουσία μας.

Το «εγώ» δεν είναι από μόνο του ούτε «καλό» ούτε «κακό», είναι ουδέτερο.

Το «εγώ» είναι η εκδήλωση της οντότητάς μας σε αυτόν τον κόσμο.Είναι η βασικότερη συνιστώσα της ατομικότητάς μας, που μας ξεχωρίζει και μας οριοθετεί σαν κοινωνικές οντότητες αλλά και μας συνδέει με το σύνολο.

Tο «εγώ» μας είναι η ταυτότητα μας μέσα στον κόσμο και ο εκφραστής των βουλήσεων, των προθέσεων και των δράσεων μας. 

Το «εγώ» είναι η γέφυρα αλλά και η στρόφιγγα, που καθώς ανοιγοκλείνει, συνδέει τον κόσμο των υψηλών διαστάσεων με τον κόσμο της τρίτης διάστασης για να μας βοηθήσει να μεταφέρουμε το ανώτερο στο κατώτερο αλλά και να αποτελέσει τη δικλείδα ασφαλείας ανάμεσα στους Κόσμους. 

Το «εγώ» αποκωδικοποιεί, μετασχηματίζει και γειώνει το «ανεκδήλωτο». Ταυτόχρονα μετασχηματίζει το «εκδηλωμένο» για να το εναρμονίσει με το «ανεκδήλωτο». Το «εγώ» στηρίζει και συναρμολογεί όλες τις εκδηλωμένες ποιότητες της ύπαρξής μας και γίνεται ο συντονιστής της προσωπικότητάς μας με την ψυχή.

Όταν το «εγώ» συνδεθεί με το «είναι» μας και συντονιστεί με αυτό, γίνεται το  μέσον που ανάγει το ον στην ταυτόχρονη δισυπόστατη φύση του, αυτή που ανήκει στον πεδίο της ατομικότητας και αυτή που ανήκει στο πεδίο της ολότητας.

Συχνά όμως συμβαίνει το «εγώ» στη διάσταση αυτή να εγκλωβίζεται μέσα στη δυσαρμονία, να αρρωσταίνει και να γίνεται φορέας «προγραμμάτων αλλοτρίωσης» του ανθρώπου, που τον αποξενώνουν από τον ίδιο του τον εαυτό και από το σκοπό της ύπαρξης. Το «αλλοτριωμένο εγώ» παύει τότε να είναι ο καθαρός καθρέφτης του «ανεκδήλωτου είναι» στον κόσμο των φαινομένων και αρχίζει να υπηρετεί  την προσωπικότητα σε βάρος της ψυχής, την ατομικότητα σε βάρος της ολότητας, τις κατώτερες ποιότητες της ύπαρξης σε βάρος των ανώτερων ποιοτήτων.

Τα «προγράμματα του εγώ» είναι πάντοτε «προγράμματα στρέβλωσης», που ταυτοποιούνται είτε σαν «προγράμματα υπερεκτίμησης», είτε σαν «προγράμματα υποτίμησης». Και τα μεγέθη εδώ είναι αντιστρόφως ανάλογα: υπερεκτίμησης του εαυτού και υποτίμησης των άλλων ή υποτίμησης του εαυτού και υπερεκτίμησης των άλλων.

Πολλά δευτερεύοντα προγράμματα του «εγώ», όπως τα προγράμματα απροσεξίας, λαθών, προχειρότητας, τσαπατσουλιάς, χοντροκοπιάς, αστοχίας, ανικανότητας, ακαταλληλότητας, αναποτελεσματικότητας, έχουν συχνά τις ρίζες τους τόσο στην υποτίμηση όσο και στην υπερτίμηση του εαυτού. 

Στην πρώτη περίπτωση κυριαρχούν το άγχος, ο φόβος, η ανασφάλεια, το αίσθημα κατωτερότητας και μειονεκτικότητας, ο φόβος της κριτικής των άλλων -πρωτεύοντα προγράμματα όλα του «εγώ»- που φέρνουν και τα αντίστοιχα αποτελέσματα, αφού ό,τι πιστεύουμε για τον εαυτό μας αυτό και αποδίδουμε.                             

Στη δεύτερη πάλι περίπτωση, η αλαζονεία, η αμετροέπεια και η προχειρότητα λόγω μεγάλης ιδέας για τον εαυτό, η υποτίμηση των άλλων, η έλλειψη διακριτικότητας ή η λανθασμένη αίσθηση επάρκειας ενός «φουσκωμένου» εγώ, μας οδηγούν στην απρόσεκτη, αδιάφορη και χωρίς σεβασμό δράση, στάση και συμπεριφορά, με συνέπεια να γινόμαστε αναποτελεσματικοί ή και ζημιογόνοι για το περιβάλλον μας.

Πολλές φορές στοιχεία υποτίμησης ή υπερτίμησης του εαυτού και των άλλων εμπλέκονται και συνυπάρχουν ταυτόχρονα. Γι αυτό και οι ισορροπίες είναι πολύ δύσκολο να κατακτηθούν και θα απαιτηθεί επίμονη και κοπιαστική εργασία.

Τα προγράμματα «υπερτίμησης του εγώ» είναι συχνά τα πιο κακοποιητικά για το περιβάλλον, ενώ τα προγράμματα «υποτίμησης του εγώ» είναι τα πιο κακοποιητικά για τον εαυτό, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ισχύουν και τα αντίστροφα, σε έναν ίσως μικρότερο βαθμό.

Τώρα έχετε πλέον εμβαθύνει αρκετά. 

Υπάρχουν δύο τρόποι εργασίας με τον εαυτό:

Α. Ο πρώτος τρόπος είναι η καταγραφή, η ανάλυση και η συστηματική και μεθοδική εργασία, όπως θα κάνατε σαν ερευνητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς και του ίδιου σας του εαυτού, για να καταλήξετε στους τρόπους εξισορρόπησης και στη συνέχεια απενεργοποίησης του κάθε προγράμματος χωριστά αλλά και όλων των προγραμμάτων του εαυτού σας ως ενιαίο σύνολο, και τελικά στην υπέρβασή τους.

Β. Ο δεύτερος τρόπος, που συχνά ακολουθεί τον πρώτο, είναι αυτός της άμεσης σύνδεσης με το «Αγαθό» και της «υπέρβασης» των προγραμμάτων ως σύνολο, χωρίς επιμέρους ανάλυση και μεθοδική εργασία αντιρρόπησης. Ο τρόπος δηλαδή του να προσπεράσει «με απόφαση» κανείς όποια ή όσα προγράμματα φέρει και να στραφεί αποκλειστικά στο να γεμίσει τον εαυτό του με τις «ανώτερες ποιότητες» της ζωής, που θα εξαφανίσουν τις «κατώτερες», ενεργοποιώντας σε μόνιμη βάση τη Σύνδεση με τον Ανώτερο Εαυτό του. Αυτός είναι ο δρόμος της μεγάλης εσωτερικής δύναμης, της διαρκούς εγρήγορσης και της ατσάλινης σταθερότητας εκείνων που έχουν Σύνδεση με το Σκοπό της Ζωής τους και των πνευματικά «μυημένων».

                                     Α’  ΤΡΟΠΟΣ

Ας επιστρέψουμε όμως τώρα για να θυμίσουμε τον πρώτο τρόπο, αυτόν της ανάλυσης: 

Καταγράφετε σε μία λίστα (κατά προτίμηση αρχίζετε με έναν 9λογο) τα «προγράμματα του εγώ» σας και σε κάθε ένα από αυτά, βάζετε απέναντι μία ή περισσότερες από τις «αντί-εγώ» ποιότητες που τα εξισορροπούν, που μπορεί να είναι και οι ίδιες ή κοινές για πολλά είδη ή κατηγορίες προγραμμάτων…                                                                Η «ταπεινότητα» για παράδειγμα, η «γενναιοδωρία», η «αλήθεια» και η «ευγνωμοσύνη», θα δείτε ότι θεραπεύουν ένα πλήθος από «προγράμματα του εγώ». (βλ. και αμέσως προηγούμενη ανάρτηση). Ψάχνοντας θα βρείτε ολοένα και περισσότερες «υψηλές ποιότητες» ικανές να αντιρροπήσουν τα «προγράμματα του εγώ» σας, ακόμη κι αν αυτά είναι πιο ειδικά.

Ας δούμε για παράδειγμα ένα πρόγραμμα στρεβλωμένου «εγώ», που είναι το πρόγραμμα του «αισθήματος κατωτερότητας ή μειονεκτικότητας». Υπάρχουν άλλωστε πολλά προγράμματα που έχουν τις ρίζες τους σε αυτό ή είναι συγγενικά με αυτό. 

Πώς μπορεί λοιπόν να αντιμετωπιστεί το αίσθημα κατωτερότητας; Ποια ή ποιες είναι οι αντίρροπες ποιότητές του; Από που προκύπτει το αίσθημα αυτό, αν όχι από τη σύγκριση με τους άλλους, αφού η ίδια η λέξη «κατωτερότητα» εκφράζει ένα συγκριτικό βαθμό και μέγεθος; «Κατωτερότητα» σε σχέση με τι, αν όχι πάντα με τους άλλους; και συγκεκριμένα αν όχι με υπερτίμηση των άλλων και υποτίμηση εαυτού; Έτσι δεν είναι; Αλλιώς δεν θα μιλούσαμε για «αίσθημα κατωτερότητας», αλλά για μια «πραγματική και ρεαλιστική» κατάσταση μειονεκτικότητας του όντος και θα το συγχαίραμε για την αυτογνωσία του, ενθαρρύνοντάς το ή και βοηθώντας το ταυτόχρονα να ξεπεράσει το πρόβλημά του.

Ποιες είναι οι ποιότητες λοιπόν που θα μπορούσαν να αντιρροπήσουν μια στρέβλωση του «εγώ» προς την κατεύθυνση της «κατωτερότητας»; 

Η «ορθή κρίση» για ανάλυση της κατάστασης και η αναζήτηση της πρωταρχικής της ρίζας, που συνήθως βρίσκεται στο οικογενειακό περιβάλλον και στα πρώτα χρόνια της ζωής, χωρίς αυτό να αποκλείει και  μεταγενέστερες συνθήκες εκδήλωσης ή συνέχισής της, όπως και η «επίγνωση εαυτού» είναι εδώ το κλειδί. 

Η «έλλειψη εγωϊκής υπερηφάνειας», που θα μας απαλλάξει από το φόβο της κριτικής και συνεπώς από το φόβο ότι θα αποδειχτούμε «κατώτεροι», είναι η επόμενη ποιότητα που έρχεται να προστεθεί..                             

Η «ευγνωμοσύνη» για τις αρετές μας, για αυτά που έχουμε και για αυτά που είμαστε, θα κάνει το κλικ της αντίστροφης μέτρησης. 

Η ουσιαστική «ταπεινότητα», με την έννοια της ταπεινής αποδοχής της όποιας κατάστασής μας, ακόμη και των ποιοτήτων που μας κάνουν να νιώθουμε κατώτεροι, είναι μία ακόμη ποιότητα που θα βοηθήσει σημαντικά να ξετυλιχθεί το κουβάρι. 

Δεν θα πρέπει όμως να μείνουμε εκεί.  

Η «εγρήγορση» από εδώ και στο εξής και η «άγρυπνη, φιλότιμη και αισιόδοξη προσπάθειά» μας να βελτιώσουμε τον εαυτό μας είναι οι ποιότητες που βρίσκονται στην καρδιά αυτής της αντιρρόπησης. 

Το ίδιο είναι και η «απερίφραστη αλήθεια» για τον εαυτό. 

Αν η σύγκριση με τους άλλους που τους θεωρούμε ανώτερους από εμάς, μας προκαλεί ζήλεια και κακεντρέχεια για τους άλλους, τότε η «γενναιοδωρία» και ο έπαινος των θετικών ποιοτήτων των άλλων, έρχεται εδώ, σαν αντίδοτο, να προστεθεί. Το ίδιο κι αν επειδή νιώθουμε κατώτεροι, ψάχνουμε να βρούμε λάθη στους άλλους, ώστε να προβληθούμε στα μάτια τους ή τα δικά μας ως ανώτεροι.

Συνεχίζοντας λοιπόν μετά από το παράδειγμα αυτό, πάνω στην πρώτη πρακτική, γίνεται φανερό, ότι το να αναγνωρίσετε, να καταγράψετε και να αντιρροπήσετε τα «προγράμματα του εγώ» σας με τις αντίθετες ή αντιρροπιστικές τους ποιότητες, είναι μία καλή αρχή. 

Το επόμενο στάδιο είναι η υλοποίηση… Κάντε πράξεις και αρχίστε να σβήνετε κάθε ένα πρόγραμμα του «εγώ», αφού πρώτα το αντιρροπήσετε στην πράξη της ζωής σας με κάποια θεραπευτική προς αυτό ποιότητα. 

Όταν ο κατάλογος ολοκληρωθεί, συνεχίστε να τεστάρετε τον εαυτό σας για κάποιο διάστημα.  Όταν βεβαιωθείτε και σας επιβεβαιώσει και η «ομάδα στήριξής» σας, ότι δεν επαναλαμβάνετε πια τις παλιές σας συμπεριφορές του «εγώ», τότε θα ξέρετε ότι είστε πλέον ελεύθεροι και συντονισμένοι με την ψυχή σας.

                                      Β’ ΤΡΟΠΟΣ

Η δεύτερη τώρα οδός, που συνήθως έπεται της προηγούμενης πρακτικής -εφόσον βέβαια με την πρώτη πρακτική τα καταφέρει κανείς να βάλει σε μία τάξη το χάος των προγραμμάτων του- είναι η υπέρβαση των προγραμμάτων του «εγώ» χωρίς την επιμέρους ταξινόμησή τους, ανάλυση, συστηματική επεξεργασία και αντιρρόπηση τους ένα προς ένα, αλλά μόνο με την εσωτερίκευση και τη διαρκή, άγρυπνη σύνδεση με τις «ανώτερες ποιότητες» της ζωής. 

Κυρίως όμως η οδός αυτή αναδεικνύει την υπέρβασή των κάθε λογής προγραμμάτων μέσα από τη Σύνδεση του ανθρώπου με τον Ανώτερο του Εαυτό και με την Εσωτερική του Φωνή, που κάθε στιγμή μπορεί να αποτελέσει τον αλάνθαστο οδηγό του. 

Και δεν εννούμε τη φωνή της προσωπικότητας που ωραιοποιεί το κάθε τι που τον αφορά, ενεργοποιώντας του διαρκώς τα προγράμματα «ευθιξίας» και «αυτοδικαιολόγησης», αλλά τη φωνή της ψυχής, αυτής που πάντα γνωρίζει ποιο είναι το «όντως καλό» και το «αγαθό» για τον ίδιο και τους άλλους, αυτής που δεν θα τον προδώσει ποτέ, αντίθετα με αυτό που κάνουν τα «πονηρά» προγράμματα της προσωπικότητας. 

Ο δρόμος αυτός της «αδιάκοπης και συνεχιζόμενης υπέρβασης» μέσω της διαρκούς Σύνδεσης με τον Ανώτερο Εαυτό και τις ποιότητές του, είναι ό,τι κι αν έχει προηγηθεί, ο τελικός και ο πιο υψηλός. Συμβαίνει όμως στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι προσωπικότητες να έχουν ανάγκη να ξεκινήσουν την κάθαρσή τους ακολουθώντας το δρόμο της εσωτερικής τακτοποίησης των προγραμμάτων του «εγώ» μέσω της ανάλυσης, της αντιρρόπησης, της νοητικής επεξεργασίας, της γνωμοδότησης και της συνεργασίας, ώστε να μη διακινδυνεύσουν τα προγράμματα να ξεφύγουν από τον  έλεγχό τους. 

Και αυτό είναι πολύ θεμιτό και το πλέον ορθό, αν όχι ο απόλυτος μονόδρομος, για την πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού, που μόλις έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται τι είναι τα προγράμματα και μόλις έχει αρχίσει να τα ανιχνεύει… Για την σχεδόν απόλυτη πλειοψηφία των ανθρώπινων όντων στη Διάσταση αυτή, που η όρασή τους είναι ακόμα θολή και η επίγνωσή τους πολύ περιορισμένη, δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να αποκτηθεί η στοιχειώδης επίγνωση..

Και όταν πια κανείς φτάσει με τον καιρό σε ένα ικανοποιητικό σημείο κάθαρσης, διαυγούς όρασης και αυτογνωσίας, μέσα από συστηματική, επίπονη αλλά και αισιόδοξη εργασία με τον εαυτό και όταν πια τα προγράμματα πάψουν να παρεισφρύουν στην κάθε ελπιδοφόρα απόφασή του για Σύνδεση με τον Ανώτερο του Εαυτό, όταν πια πάψουν να τη διακόπτουν και να τη λήγουν άδοξα με τους πιο ύπουλους και απροσδόκητους τρόπους, τότε η εστίαση θα μπορεί πλέον να στραφεί στην πολυπόθητη κατάκτηση της κατά το δυνατό μεγαλύτερης «μονιμότητας» στη Σύνδεση με τον Ανώτερο Εαυτό… 

Γιατί μόνο η Σύνδεση με τον Ανώτερο Εαυτό μας, που είναι Σώμα από το Σώμα της Αγαθής και Ιερής Ολότητας, μπορεί να σαρώσει όλα τα ζιζάνια και όλα τα αγκάθια της ύπαρξης μέσα σε μια μόνο στιγμή. 

Aυτή και μόνο αυτή μπορεί να υπερβεί κάθε «τεχνική», κατακερματισμό, ανάλυση, κάθε «προσπάθεια» και κάθε νοητική επεξεργασία, αυτή και μόνο αυτή μπορεί να Ενεργοποιήσει την ποιότητα της Καθαρής και Ανιδιοτελούς Αγάπης για τον εαυτό, για το συνάνθρωπο και για το κάθε τι που υπάρχει… Tης Αγάπης εκείνης, που μπροστά της κανένα πρόγραμμα «υποτίμησης ή υπερτίμησης» του εαυτού και των άλλων δεν μπορεί να σταθεί… 

Aυτή η Σύνδεση και μόνο μπορεί μέσα σε μια ριπή του οφθαλμού, να ανάγει το ον από το «εγώ» στο «Είναι» και να το ανυψώσει από αυτή τη Διάσταση της ζωής στην Πολυδιαστασιακή και Υπερ-διαστασιακή του φύση, καταγωγή και προορισμό.

Η Σύνδεση του κάθε ανθρώπου με τον Ανώτερο του Εαυτό είναι το «έσχατο όχημα» για την Υπέρβαση και την Απενεργοποίηση όλων των «Προγραμματισμών» του Ανθρώπινου Γένους και για την «Ανάληψη» της Γης.

ELAIA FOR EARTH

loading...