Υιοθεσία ενήλικου στα πλαίσια συμφώνου συμβίωσης

 Η διάταξη 1462 ΑΚ η οποία αναφέρεται στην αγχιστεία προ της τροποποιήσεώς της, διατυπωνόταν κατά λέξη ως εξής: «Οι συγγενείς εξ αίματος του ενός από τους συζύγους είναι συγγενείς εξ Αγχιστείας του άλλου στην ίδια γραμμή και τον ίδιο βαθμό. Η συγγένεια εξ Αγχιστείας εξακολουθεί να υπάρχει και μετά τη λύση ή την ακύρωση του γάμου από τον οποίο δημιουργήθηκε.». Δυνάμει του άρθρου 14 του Ν. 4356/2015 που τροποποίησε την εν λόγω διάταξη του Αστικού Κώδικα στην σημερινή της μορφή, προστέθηκε το εδάφιο «Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του συμφώνου συμβίωσης ενώ η συγγένεια εξ αγχιστείας εξακολουθεί να υπάρχει και μετά την λύση ή την ακύρωση του συμφώνου συμβίωσης από το οποίο δημιουργήθηκε.» (ΦΕΚ Α΄ 181/24-12-2015).

Όσον αφορά λοιπόν την υιοθεσία ενηλίκου επιτρέπεται μόνο όταν ο υιοθετούμενος είναι συγγενής ως και τον τέταρτο βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας αυτού που υιοθετεί, συνεπώς και αυτού με τον οποίο συμβιώνει στο πλαίσιο συμφώνου συμβίωσης. Στην υιοθεσία ενηλίκου έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις που ισχύουν για την υιοθεσία ανηλίκου, εφόσον δεν θεσπίζεται διαφορετική ρύθμιση από άλλες διατάξεις.

Η υιοθεσία ενηλίκου απαγγέλλεται από το αρμόδιο δικαστήριο, ύστερα από κοινή αίτηση αυτού που υιοθετεί και εκείνου που υιοθετείται, η οποία δέον να κοινοποιηθεί στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας του Δικαστηρίου, και σε οποιονδήποτε τρίτο διατάξει ο αρμόδιος δικαστής να κλητευθεί ως έχον έννομο συμφέρον από την δίκη (748 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Αν, τόσο ο υιοθετούμενος όσο και ο υιοθετών είναι έγγαμοι, απαιτείται και η συναίνεση του συζύγου του καθενός, που παρέχεται με αυτοπρόσωπη δήλωση στο δικαστήριο. Αν ο σύζυγος έχει την συνήθη διαμονή του στην αλλοδαπή, η συναίνεσή του μπορεί να δοθεί και με δήλωση ενώπιον συμβολαιογράφου. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του συμφώνου συμβίωσης. Αν ο υιοθετούμενος είναι ανίκανος για δικαιοπραξία, τη σχετική αίτηση υποβάλλει ο νόμιμος αντιπρόσωπός του.

Εκείνος που υιοθετεί πρέπει να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον το τεσσαρακοστό (40ο) έτος της ηλικίας του και να είναι μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ (18) έτη.

Από την τέλεση της υιοθεσίας, ο υιοθετούμενος και οι κατιόντες του που γεννήθηκαν μετά την υιοθεσία έχουν θέση κοινού τέκνου και κοινών κατιόντων και των δύο συζύγων. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του συμφώνου συμβίωσης. Ο δεσμός του θετού τέκνου με τον άλλο φυσικό γονέα του και τους συγγενείς του διατηρείται. Όμως με την υιοθεσία ενηλίκου κατ’ άρθ. 1579ΑΚ δεν παράγεται καμία σχέση συγγένειας μεταξύ του θετού τέκνου και των συγγενών εκείνου που υιοθέτησε και αντίστροφα.

Το θετό τέκνο παίρνει το επώνυμο του θετού γονέα του, στο οποίο έχει το δικαίωμα να προσθέσει και το πριν από την υιοθεσία επώνυμό του. Αν το τελευταίο αυτό ή το επώνυμο του θετού γονέα αποτελείται από δύο επώνυμα, χρησιμοποιείται για το σχηματισμό του σύνθετου επωνύμου του θετού τέκνου το πρώτο από αυτά.

Στην περίπτωση υποχρέωσης για τη διατροφή του θετού τέκνου, εκείνος που υιοθέτησε προηγείται από τους εξ αίματος συγγενείς του τέκνου.

Η υιοθεσία ενηλίκου λύεται με δικαστική απόφαση, ύστερα από αγωγή του θετού γονέα ή του θετού τέκνου, αν συντρέχει παράπτωμα που δικαιολογεί την αποκλήρωση ή που συνιστά λόγο αχαριστίας του θετού τέκνου απέναντι σε αυτόν που το υιοθέτησε κατά τους όρους του άρθρου 505 ΑΚ.

Από τα ως άνω εκτιθέμενα και συμφώνως με την διάταξη 1579ΑΚ συνάγεται ότι η υιοθεσία ενηλίκου επιτρέπεται μόνο όταν ο υιοθετούμενος είναι συγγενής ως και τον τέταρτο βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας αυτού που υιοθετεί. Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1580, 1581, 1582 και 1542 επ. ΑΚ, συνάγεται ότι προσθέτως απαιτείται η συνδρομή των κάτωθι προϋποθέσεων για την τέλεση της υιοθεσίας ενηλίκου:

ο θετός γονέας πρέπει να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του (άρθρο 1582 ΑΚ),

ο θετός γονέας να είναι μεγαλύτερος από τον υιοθετούμενο τουλάχιστον κατά δεκαοκτώ χρόνια (άρθρο 1582 ΑΚ),

η υιοθεσία πρέπει να είναι προς το συμφέρον του ενηλίκου υιοθετουμένου (άρθρο 1542 εδ. β’ σε συνδυασμό με 1580 ΑΚ).

Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 1580 ΑΚ ορίζει ότι στην υιοθεσία ενηλίκου έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις που ισχύουν για την υιοθεσία ανηλίκου, εφόσον δεν υφίσταται αντίθετη ειδικότερη διάταξη για την υιοθεσία ενηλίκου. Αναλογικά δε, μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις για την υιοθεσία ανηλίκου σε αυτή του ενηλίκου στο μέτρο και στο βαθμό που συνάδουν με τη φύση και τον επιδιωκόμενο σκοπό της τελευταίας, ο οποίος συνίσταται στην ικανοποίηση της ανάγκης του υιοθετούντος για τη συνέχιση του ονόματος και της προσωπικότητας του, καθόσον υπάρχει ήδη μια οικογένεια.

Συγκεκριμένα, η υιοθεσία ενηλίκου διαφοροποιείται από αυτή του ανηλίκου, ως προς το ότι ο υιοθετούμενος είναι πλήρως δικαιοπρακτικά ικανός, καθότι έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του (άρθρο 127 ΑΚ), ως προς το ότι η γονική μέριμνα του φυσικού γονέα έχει παύσει στο σύνολο της για τους φυσικούς γονείς, από την ενηλικίωση του τέκνου (άρθρα 127, 1510, 1538 ΑΚ) και, τέλος, ως προς τα αποτελέσματά της, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1584 εδ. β’ ΑΚ, μετά την τέλεση της υιοθεσίας του ενηλίκου, παραμένει αμετάβλητος ο βιολογικός και ηθικός δεσμός μεταξύ του θετού τέκνου και του άλλου φυσικού γονέα του και των συγγενών του, ως προς το είδος, τη γραμμή και το βαθμό της συγγένειας.

Ενόψει όλων αυτών, δεν είναι εφαρμοστέα στην υιοθεσία ενηλίκου η διάταξη του άρθρου 1550 παρ. 1 ΑΚ, που προβλέπει τη συναίνεση των φυσικών γονέων του υιοθετουμένου, ως προϋπόθεση για τη συντέλεση της υιοθεσίας ανηλίκου. Για τους ίδιους ως άνω λόγους πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 1557 ΑΚ στην υιοθεσία ενηλίκου, που θέτει ως προϋπόθεση για την υιοθεσία ανηλίκου, τη διεξαγωγή επισταμένης κοινωνικής έρευνας από κοινωνική υπηρεσία, καθότι ο ενήλικος υιοθετούμενος διαθέτει πνευματική και ψυχολογική ωριμότητα, προκειμένου να κρίνει το συμφέρον ή μη της τελούμενης υιοθεσίας (ΠΠρΘηβ 32/2009 ΕλλΔνη 50(2009) 627, 1214/2019 ΜΠΑ).

Εκ των ως άνω αναφερόμενων λοιπών προκύπτουν με σαφήνεια οι προϋποθέσεις υιοθεσίας ενηλίκου, οι οποίες συμφώνως με την τροποποίηση του σχετικού άρθρου του ΑΚ για την αγχιστεία, βρίσκουν εφαρμογή τόσο αν ο υιοθετών είναι έγγαμος όσο και στην περίπτωση που συμβιώνει στα πλαίσια συμφώνου συμβίωσης.

Στην περίπτωση δε του συμφώνου συμβίωσης είναι πολύ σημαντική η ημερομηνία υπογραφής του, καθώς όπως προαναφέραμε στην αρχή του παρόντος, ο αναφερόμενος στο σύμφωνο συμβίωσης Ν. 3719/2008 τροποποιήθηκε δυνάμει του Ν. 4356/2015, και ως εκ τούτου όσα σύμφωνα συμβίωσης έχουν υπογραφεί πριν την θέση σε ισχύ του τελευταίου νόμου, υπολείπονται των μεταγενέστερων τροποποιητικών διατάξεων, τις οποίες μπορούν και να συμπεριλάβουν με τις κατάλληλες διαδικαστικές πράξεις.

https://www.mcaounilaw.gr/

loading...