Το τεκμήριο αθωότητας ή ο νομικός φερετζές που ενδύεται ο φόβος απέναντι στο λαϊκό αίσθημα.

Όπως έχουμε συνηθίσει τον τελευταίο καιρό ,την άγρια χαρά για την απόφαση στη δίκη της χρυσής αυγής και τη συγκίνηση από την κινητοποίηση του κόσμου ήλθαν να τις σκιάσουν οι party poopers ή οι λεγόμενοι λευκοί ιππότες της «αμερόληπτης δικαιοσύνης» και οι νομικοθετικιστές του τεκμηρίου αθωότητος.
Και όλα αυτά στη χώρα που η δικαιοσύνη βρίσκεται στην 83η θέση σε σύνολο 141 χωρών στον δείκτη ανεξαρτησίας, η ελευθερία του Τύπου κατατάσσεται τρίτη από το τέλος μεταξύ των χωρών της Ε.Ε, και οι πολιτικοί της θεωρούνται από τους θεσμούς που εμπιστεύονται λιγότερο οι πολίτες της.

Πρέπει, μάλλον, να συνηθίσουμε στην ιδέα -κι αφορά στους πιο καλοπροαίρετους -ότι όταν υπάρχουν δίκες με μεγάλο διακύβευμα κι ευρύτερες κοινωνικές συνδηλώσεις, όπως και η υπόθεση Τοπαλούδη, θα υπάρχουν κι αυτοί, κυρίως νομικοί, που καμώνονται ότι η έννοια της Δικαιοσύνης μπορεί να καθοριστεί έξω από την ταξική διαστρωμάτωση της κοινωνίας, λες και το δίκαιο είναι ένας αντικειμενικός «διαιτητής» ενός αγώνα που παίζεται σε ένα ουδέτερο γήπεδο. Την ίδια αγωνία, όμως, δεν έχουν όταν η δικαιοσύνη, σε πλείστες όσες υποθέσεις, επηρεάζεται εν κρυπτώ και παραβύστω, προστατεύει τους ισχυρότερους, αποπολιτικοποιεί την υπόθεση και περιορίζει τον κύκλο των ενόχων για τα εγκλήματα, υιοθετώντας μια «εγκληματολογική» αντίληψη του φασισμού, συσκοτίζοντας τα κοινωνικά και πολιτικά του αίτια.
Και, όπως έγινε και με την υπόθεση Τοπαλούδη, επέλεξαν αυτήν την κομβική στιγμή στην ιστορία των ελληνικών δικαστηρίων, όπου η δικαιοσύνη βρέθηκε αντιμέτωπη με την καταδίκη του ναζισμού και των υποστηρικτών της. Μία ιστορική στιγμή που έδωσε, διαγενεαλογικά, στους πολίτες την συγκλονιστική εμπειρία να αισθανθούν μία δικαίωση που την αναζητά από το 1944. Διότι, στην Ελλάδα βιώσαμε μια βασική ιδιαιτερότητα κι αυτή ήταν πως οι ένοπλοι δωσίλογοι ενσωματώθηκαν στον κρατικό μηχανισμό και εισχώρησαν στις πτυχές του καθεστώτος πριν προλάβουν να δικαστούν, από τον Δεκέμβριο του 1944. Η Λευκή Τρομοκρατία μετά τη Βάρκιζα εγκαθίδρυσε ένα κλίμα φόβου που περιόρισε δραματικά την όποιας μορφής τιμωρία μπορούσε να επιβάλλει η δικαιοσύνη. Στην πολιτική δίκη των κυβερνήσεων οι βασικοί κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν, αλλά κανείς δεν εκτελέστηκε, όπως συνέβη π.χ. στη Γαλλία, στην Τσεχοσλοβακία, στη Νορβηγία και αλλού. Οι κάθε λογής ταγματασφαλίτες αντιμετωπίστηκαν με σκανδαλώδη επιείκεια από τα Ειδικά Δικαστήρια, που έφτασαν στο σημείο να τους αθωώνουν στερεοτυπικά «δια λόγους βλακείας», λόγω του νεαρού της ηλικίας τους….
Όσον αφορά δε στον οικονομικό δωσιλογισμό από τους εξέχοντες εκπροσώπους της προπολεμικής αστικής τάξης, που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, στην Ελλάδα δεν καταδικάστηκαν ούτε καν κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως συνέβη π.χ. στη Γαλλία. Αυτό συνιστά το απότοκο αποτέλεσμα ενός κράτους που η μεταπολεμική συγκρότησή του και η ηγέτιδα εκμεταλλευτική τάξη του έλκουν την καταγωγή τους από τον δωσιλογισμό και τον μαυραγοριτισμό.
Όπως σημειώνει ο εξαιρετικός ιστορικός Κουσουρής, στο βιβλίο του «Δίκες των δοσίλογων 1944-1949. Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη» : «Πάνω από το 80% των υποθέσεων δεν έφτασε ποτέ σε δίκη, αλλά μπήκαν στο συρτάρι με βουλεύματα κιόλας από την προανακριτική διαδικασία. Πολλές από αυτές τις περιπτώσεις αφορούν οικονομικούς δωσίλογους , που όπως αποδείχτηκε είχαν τη δυνατότητα να δωροδοκούν δικαστές.
Το γεγονός πως στη χώρα μας η μοίρα των δωσιλόγων συνδέεται με το τραύμα ενός αιματηρού και μακρόχρονου εμφυλίου κι ενός αυταρχικού καθεστώτος που διήρκεσε μέχρι το 1974, έκανε το ταμπού πιο ανθεκτικό και πιο δύσκολο να σπάσει. Σήμερα, η απενεχοποίηση του δωσιλογικού παρελθόντος ασφαλώς συνδέεται με την επιρροή και την αντοχή της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, την αναβίωση αυταρχικών κρατικών πρακτικών επιτήρησης κι ελέγχου των λαϊκών κινητοποιήσεων ή τη συγκρότηση ρατσιστικών και δολοφονικών μηχανισμών αντιμετώπισης της μετανάστευσης, όπως η frontex…»
Ως εκ τούτου, η ιστορική αυτή απόφαση έχει ιδιαίτερη βαρύτητα όχι μόνο από νομολογιακή άποψη, αλλά και το πώς θα αναγνωρίζονται και θα αντιμετωπίζονται έγκαιρα και προληπτικά τόσο από δικαστική έποψη, όσο κι από την κρατική μηχανή αυτά τα μορφώματα, με όποιον μανδύα κι αν ενδύονται.

ΔΕΝ ΜΑΣ ΠΕΙΘΟΥΝ, όμως, ότι ο φόβος τους για τη λαϊκή κινητοποίηση συνίστατο στο θάμπωμα του τεκμηρίου της αθωότητος και των οδυρμών τους για μία δίκαιη δίκη. Τα ναζιστικά μορφώματα είχαν μία πολυτελέστατη δίκη, με πλήθος συνηγόρων (όπως έπρεπε) , με κάθε δικονομική δυνατότητα ανάπτυξης των ισχυρισμών τους, δυνατότητα που πολλές φορές δεν διαθέτουν οι αδύναμοι και καταπιεσμένοι για τους οποίους βέβαια δεν υπάρχει κανένας οδυρμός για την δίκαιη δίκη που αποστερούνται λόγω έλλειψης ταξικών και άλλων προνομίων.
Οι μαζικές κινητοποιήσεις φοβίζουν γιατί κανείς δεν γνωρίζει ή δεν μπορεί να υπολογίσει την χρονική στιγμή μιας εκτόνωσης και την πίεση με την οποία η κοινωνική μάζα εκρήγνυται. Γι αυτό κι έδρασαν, σχεδόν ακαριαία κι εντελώς απρόκλητα τα ΜΑΤ του Χρυσοχοΐδη. Για την αφύπνιση της συλλογικής μνήμης του μπλόκου της Κοκκινιά, της Καισαριανής και τόσων άλλων αρκεί ένα γεγονός, που οι υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα προκαλούσε κανένα κοινωνικό κλυδωνισμό. Γιατί, όσο και να αποβλακώσεις ένα λαό, στο υποσυνείδητο διατηρείται η ιστορική μνήμη σε λανθάνουσα μορφή.
Την θεωρητική αυτή προσέγγιση των κοινωνιολόγων, ο λαός, με απλά λόγια, την περιγράφει σαν τη σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΦΟΒΟΥΝΤΑΙ: ΤΗ ΜΑΖΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ.
Ο φόβος, λένε οι ψυχολόγοι, εξαφανίζεται όταν δεν έχεις τίποτα πια να χάσεις.
Και ο κόσμος, όπως τον ονειρεύονται οι εγκέφαλοι του νεοφιλελευθερισμού, δεν έχει τίποτα πια να χάσει.

ΜΑΣ ΛΕΝΕ ΝΑ ΣΙΩΠΗΣΟΥΜΕ για να μη διαταράξουμε την αντικειμενικότητα των δικαστών και θολώσουμε το τεκμήριο αθωότητας, όπως μας έλεγαν και για τους δολοφόνους και βιαστές της Ελένης, γιατί νοιάζονται, δήθεν, ότι θα ανατραπεί η απόφαση από το ΕΔΔΑ. Τα ίδια μας λένε και τώρα. Η απάντηση είναι η ίδια και τώρα. Όταν η πολιτεία αφήνει ανεξέλεγκτα να δρουν βιαστές, δολοφόνοι και φασίστες, όταν μέχρι και σήμερα ακούγονται φωνές να αλλάξει ο νόμος περί βιασμού που είχε νομοθετηθεί στη βάση της συναίνεσης, η λύση βρίσκεται στην λαϊκή συνείδηση και διαμαρτυρία. Αν και το ζήτημα είναι εξόχως πολιτικό, ας τους κάνουμε την χάρη να τους πληροφορήσουμε για την απόφαση που εξέδωσε το ΕΔΔΑ στην προσφυγή που εξέτασε κατά Γαλλίας, από τρεις οργανώσεις με αντίστοιχα της χρυσής αυγής χαρακτηριστικά, στην οποία διαφαίνονται και τα μέτρα που μπορούν να λαμβάνουν οι αρχές για να αντιμετωπίσουν άμεσα τέτοια φαινόμενα και την απάντηση με όρους ΕΣΔΑ στις επικλήσεις περί δίκαιης δίκης. https://hudoc.echr.coe.int/app/conversion/pdf/?library=ECHR&id=003-6818268-9123074&filename=Judgment%20Ayoub%20and%20Others%20v.%20France%20-%20the%20dissolution%20of%20extreme%20right-wing%20organisations%20did%20not%20breach%20the%20Convention.pdf
Χωρίς να παραβλέπουμε,βέβαια, το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στρίβει ακροδεξιά κι έχει πάρει θέση. Την βλέπουμε να συνεργάζεται παντού με οποιοδήποτε ακροδεξιό καθεστώς για τα συμφέροντά της.

ΜΑΣ ΛΕΝΕ ΝΑ ΣΙΩΠΗΣΟΥΜΕ, γιατί είναι πολύ καλοί μελετητές της ιστορίας και γνωρίζουν τι έγινε με την υπόθεση Ντρέιφους και την οξύτητα των ταξικών αντιθέσεων στη Γαλλία, που εκδηλώθηκε καθαρά στα χρόνια της πολιτικής κρίσης που ξέσπασε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η μαζική κινητοποίηση με μπροστάρη τον Εμίλ Ζολά για την αναθεώρηση της δίκης, κατέληξε σιγά – σιγά σε αγώνα εναντίον ολόκληρου του αστικού καθεστώτος, σε πολιτική κρίση. «Στην αστική γαλλική δημοκρατία» έγραφε αργότερα ο Λένιν, «ήταν αρκετή μια τέτοια “ξαφνική” και τόσο μικρή αφορμή όπως αυτή, μια από τις χιλιάδες άτιμες μηχανορραφίες της αντιδραστικής στρατοκρατίας (η υπόθεση Ντρέιφους) για να φέρει το λαό στα πρόθυρα του εμφυλίου πολέμου!».

13 Ιανουαρίου 1898: Ο Γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος Εμίλ Ζολά (1840-1902), δημοσιεύει στην εφημερίδα «Ορόρ» (Αυγή) ανοιχτή επιστολή καταπέλτη προς τον πρόεδρο της Γαλλίας, το περίφημο «Κατηγορώ…!». Κάθε παράγραφος ξεκινούσε με τη λέξη «Κατηγορώ». Κατηγορούσε τη στρατιωτική δικαιοσύνη ότι αθώωσε «με άνωθεν εντολή» τον ταγματάρχη πεζικού (και πραγματικό ένοχο), κόμη Βασλέν Εστερχάζι, που δικαζόταν με την κατηγορία της πλαστογραφίας εγγράφου. Κατηγορούσε την κυβέρνηση ότι συγκάλυψε τις ανομίες τού γενικού επιτελείου στρατού κι ότι υποδαύλισε τον αντισημιτικό φανατισμό. Κατηγορούσε συνωμότες, εθνικιστές, μοναρχικούς ότι έστειλαν κατάδικο στο νησί του Διαβόλου έναν αθώο, αφήνοντας ατιμώρητους τους πραγματικούς ενόχους. Παράλληλα, δήλωνε την απέχθειά του προς την υποκρισία και τον φανατισμό. Ήταν μια εκρηκτική παρέμβαση στην πολύκροτη «υπόθεση Ντρέιφους» που είχε συγκλονίσει τη Γαλλία και ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που οι διανοούμενοι μιας χώρας έπαιρναν στα χέρια τους την κατάσταση και με δυναμική παρέμβαση απαιτούσαν δικαιοσύνη και σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων ενός πολίτη. Το τεύχος της εφημερίδας τυπώθηκε σε 300.000 αντίτυπα −αντί των 30.000 που ήταν ο συνηθισμένος αριθμός−, και έγινε ανάρπαστο. Η εξέλιξη αυτή πήρε γρήγορα μεγάλες διαστάσεις, δίχασε στα δύο τη χώρα και συντάραξε τα θεμέλια της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας.
Ο Ζολά μηνύθηκε άμεσα από την γαλλική δικαιοσύνη και βρέθηκε κατηγορούμενος. Η δίκη του εξελίχθηκε σε ένα ανελέητο σφυροκόπημα εναντίον της στρατοκρατίας, του εθνικισμού και του αντισημιτισμού. Πολιτικοί και διανοούμενοι προσήλθαν σαν μάρτυρες υπεράσπισης, μεταξύ αυτών οι Κλεμανσό, Ζαν Ζορές και ο διάσημος συγγραφέας Ανατόλ Φρανς (Νόμπελ Λογοτεχνίας 1921). Στις 23 Φεβρουαρίου, μόλις είκοσι μέρες μετά τη δημοσίευση του «Κατηγορώ», ο Ζολά καταδικάζεται σε ενός χρόνου φυλάκιση, επειδή «δεν απεδείχθη η άνωθεν εντολή στην αθώωση του Εστερχάζι». Στην πραγματικότητα, όμως, οι διανοούμενοι είχαν νικήσει αφού είχε πλέον ξεσκεπαστεί η μηχανορραφία. Το κείμενο αυτό του Ζολά αποτέλεσε την κύρια αιτία για την αναψηλάφηση της δίκης του Ντρέιφους. Η υπόθεση επανεξετάστηκε και ο λοχαγός Ντρέιφους αποδείχθηκε αθώος και θύμα δικαστικής πλεκτάνης και αποκαταστάθηκε πλήρως (1906), αλλά ο Ζολά δεν ζούσε πια για να το δει. Έμεινε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που πρώτος κινητοποίησε τους διανοούμενους στην υπεράσπιση μιας δίκαιης υπόθεσης

Δύο πράγματα είναι σίγουρα στην σημερινή εποχή . Ο Ζολά θα κατηγορείτο και πάλι ότι παρενέβαινε στο έργο της δικαιοσύνης και δεν σέβεται το …τεκμήριο ενοχής σε υπόθεση καταστάσα αμετάκλητη (!!!) και δεύτερο ότι έχουν εκλείψει πλέον οι διανοούμενοι τέτοιου βεληνεκούς .
Κι όπως λέει ο Έντσο Τραβέρσο : «Σ’ ένα “μετα-ιδεολογικό” κόσμο όπου η πολιτική τρέφεται ολοένα και λιγότερο με ιδέες, ο διανοούμενος αντικαταστάθηκε από τους “εμπειρογνώμονες” στην υπηρεσία της κυβέρνησης και από τους ειδικούς της επικοινωνίας. Ο εμπειρογνώμονας δεν στρατεύεται σε αξίες, χρησιμοποιεί τις δεξιότητές του για να προσφέρει βοήθεια στην υφιστάμενη εξουσία, και παίζει διόλου αμελητέο ιδεολογικό ρόλο. Είναι η περίπτωση των νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων, που ισχυρίζονται ότι ενσαρκώνουν μια αντικειμενική θέση, αξιολογικά ουδέτερη, ενώ στην πραγματικότητα υπερασπίζουν ταξικά συμφέροντα. Είναι επίσης η περίπτωση των μιντιακών φιλοσόφων και συγγραφέων, που περνάνε πρόθυμα από τον ένα «ηγεμόνα» στον άλλο, χωρίς διακρίσεις πολιτικού χρώματος.
Σ’ αυτό το νέο τοπίο, τα κοινωνικά κινήματα έχουν μείνει ορφανά, όμως η αντιρρητική σκέψη δεν εξαφανίστηκε. Υπάρχουν τα σημάδια που αναγγέλλουν μια νέου είδους σύνδεση ανάμεσα στην παραγωγή των γνώσεων, την κριτική της εξουσίας και την πολιτική στράτευση. Ένας απολογισμός που, ταυτόχρονα, μας καλεί να επινοήσουμε το διανοούμενο του 21ου αιώνα».
Ξέχασα, όμως ,έχουμε τον Μαρκουλάκη και το καθηγητικό κατεστημένο μας που μας βγάζουν από την ένδεια αυτή …

Πρέπει, πάντοτε,να έχουμε στη συλλογική μας μνήμη τον καμβά πάνω στον οποίο κεντήθηκε το το ναζιστικό φαινόμενο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε την απότομη φτωχοποίηση του λαού μας, τα εξοντωτικά μνημόνια, την εσκεμμένη αδυναμία διαχείρισης της πολιτικής κρίσης και τη ξεδιάντροπη ερωτοτροπία της εγχώριας επιχειρηματικής ελίτ με τους ναζιστές.
Το δυστοπικό σενάριο που ζούμε τώρα μπορεί να φαντάζει μικρό μπροστά σε αυτό που θα επακολουθήσει, αν η κατάσταση έκτακτης ανάγκης επεκταθεί και η πανδημία εξαπλωθεί σε ανεξέλεγκτο βαθμό. Εάν οι νεκροί αυξηθούν και η ανεργία, η πείνα, τα χρέη και η αδυναμία κάλυψης βασικών αναγκών καταστήσουν μη βιώσιμη την καθημερινότητα.
Οι ενισχύσεις ρευστότητας από τον κρατικό προϋπολογισμό και οι δανειοδοτήσεις “αλληλεγγύης’’ από την ΕΕ, είναι κεφάλαιο που θα πρέπει να καλυφθεί και να επιστραφεί από μια ήδη χρεοκοπημένη και καθημαγμένη κοινωνία. “Πολεμική οικονομία’’ λοιπόν, σημαίνει ένα νέο γύρο μνημονίων, απολύσεων, μειώσεων μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών και ιδιωτικοποιήσεων. Αυτά που σήμερα δίνει το κράτος για να αναχαιτίσει τη χρεοκοπία του, αύριο θα τα πληρώσουμε με αίμα.
Εάν δηλαδή περάσουμε σε μια κατάσταση γενικευμένης διάλυσης του κοινωνικού ιστού με φαινόμενα έξαρσης της αντικοινωνικής και ενδοοικογενειακής βίας, της κατάθλιψης, των νευρώσεων και των αυτοκτονιών. Γι αυτό ,πρέπει να επαγρυπνούμε όλες και όλοι, γιατί οι ίδιες συνθήκες που εξέθρεψαν το τέρας, προβάλλουν και τώρα πεινασμένες.
Απέναντι σε αυτό το τέρας, ή θα είμαστε ελεύθεροι ή θα είμαστε ήσυχοι, και τα δυο μαζί δεν γίνονται, που έλεγε και ο Καστοριάδης .

Εν αναμονή, λοιπόν, της απόφασης για τα ελαφρυντικά και ,κυρίως,τις αναστολές των ποινών, ας κλείσουμε με τη ρήση του Κ. Παπαϊωάννου, μέλος της συντακτικής επιτροπής του «Golden Dawn Watch» : «Η ελληνική Δικαιοσύνη έχει μια μοναδική ευκαιρία να σώσει την τιμή της, με δεδομένες και τις δικές της ευθύνες για την προηγηθείσα ατιμωρησία των μελών της ΧΑ για πολλά χρόνια».

Πηγή : Η φωτογραφία και τα αποσπάσματα είναι από την συνέντευξη του Έντσο Τραβέρσο στον γαλλικό ιστότοπο Mediapart

loading...