Το δικαίωμα άμυνας σύμφωνα με τον Χάρτη του ΟΗΕ

Γράφει ο Β. Λ. Κωνσταντινόπουλος, Καθηγητής Πανεπιστημίου

Ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ) που υπεγράφη στις 26 Ιουνίου του 1945 στο Σαν Φρανσίσκο σηματοδοτούσε τη βούληση των ελευθέρων κρατών να οδηγηθούν σε μια μακρά ειρηνική περίοδο, όπου οι προστριβές μεταξύ των χωρών θα επιλύνονται με ειρηνικές διαδικασίες. Είναι φανερό ότι η ίδρυση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών υπαγορεύθηκε από τις οδυνηρές εμπειρίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μολονότι όμως έλαβε υπόψη την αποτυχημένη απόπειρα διεθνούς συστήματος ασφαλείας με την Κοινωνία των Εθνών, η οποία ιδρύθηκε στις 28 Ιουνίου του 1919, ύστερα από πρόταση του Προέδρου των ΗΠΑ, Wilson και απόφαση της Διάσκεψης των Βερσαλλιών, δεν μπορεί να ισχυρισθεί κανείς ότι απέφυγε τις αδυναμίες εκείνης για την επιβολή των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Οι λίγες εξαιρέσεις που παρατηρήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες (π.χ. Κοσσυφοπέδιο, Ιράκ, Λιβύη) οφείλονται σε προφανή επίδραση της κυρίαρχης πλανητικής δύναμης των ΗΠΑ, οι οποίες επεδίωξαν, για λόγους γεωστρατηγικών και ενεργειακών συμφερόντων, και επέτυχαν την αλλοίωση του πραγματικού ρόλου του ΟΗΕ ως παγκόσμιου ειρηνευτικού οργανισμού. Το περίεργο είναι ότι, ενώ ενδιαφέρθηκαν για τα δικαιώματα των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου, υποστηρίζοντας χαρακτηρισμένες εγκληματικές οργανώσεις, όπως τον UCK, επέδειξαν εγκληματική αδιαφορία για τους Κύπριους, των οποίων το κράτος υπέστη εισβολή και κατοχή το 1974 από τους Τούρκους με την ανοχή του ΝΑΤΟ.

  Το ευτύχημα πάντως είναι ότι, όχι μόνο εθιμικά ισχύει το δικαίωμα άμυνας κάθε απειλούμενης χώρας, αλλά και θεσμικά, αφού στο άρθρο 51 του Χάρτη των ΗΕ αναγνωρίζεται ρητά ότι κανένα κράτος των ΗΕ δεν μπορεί να παρεμποδίσει το φυσικό δικαίωμα νόμιμης άμυνας κράτους-μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σε περίπτωση που αυτό δεχθεί επίθεση από οποιοδήποτε άλλο κράτος «μέχρις ότου το Συμβούλιο Ασφαλείας λάβει τα αναγκαία μέτρα προς διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας». Στο ίδιο άρθρο επίσης θεσπίζεται η υποχρέωση του κράτους να αναφέρει τα μέτρα άμυνας τα οποία θα λάβει κατά της εχθρικής δύναμης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν υποχρεούται να παρέμβει για διατήρηση και αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφαλείας.

  Σε ακόλουθες διασκέψεις, όπως φαίνεται από το άρθρο 3 του Ψηφίσματος της Γενικής Συνέλευσης 3314, διασαφηνίσθηκε το περιεχόμενο του όρου της Επίθεσης, ο οποίος περιλαμβάνει: εισβολή και κατοχή ή προσάρτηση εδάφους ενός κράτους, βομβαρδισμό ή οποιαδήποτε χρήση ένοπλης βίας και οποιαδήποτε γενικά πράξη κατά των ακτών ή των λιμανιών ενός κράτους.

  Είναι προφανές από τη διατύπωση του άρθρου 51 ότι ο ΟΗΕ αναγνωρίζει βασίμως ως κύρια υποχρέωση του δεχομένου την επίθεση κράτους το δικαίωμα να υπερασπισθεί, πρωτίστως αυτό, την εδαφική του κυριαρχία. Η αναφορά βέβαια των μέτρων, τα οποία η αμυνόμενη χώρα λαμβάνει, στο Συμβούλιο Ασφαλείας προδήλως έχει την έννοια του ελέγχου, της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας που υπαγορεύονται από τη διαμορφωθείσα κατάσταση, καθώς και τη διατήρηση του ειρηνευτικού ρόλου του ΟΗΕ.

  Στην περίπτωση της τουρκικής εισβολής στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ δυστυχώς η απάντηση της Ελλάδος ούτε την αρχή της αναλογικότητας ούτε την αρχή της αμοιβαιότητας διαφύλαξε. Η χώρα, σε καταφανή αδυναμία, παρά τους κυβερνητικούς βερμπαλισμούς, να προβεί σε άμεσο πλήγμα των δυνάμεων εισβολής, ανάλογο προς την απειλή, ανέχεται συνθήκες τετελεσμένων γεγονότων (de facto), τις οποίες δημιουργεί η Τουρκία, και στις οποίες, όπως φαίνεται από την περίπτωση της κυπριακής εισβολής το 1974, έχει με επιδεξιότητα εντρυφήσει. Έτσι, σε περίπτωση διαλόγου θα βρεθεί από θέση ισχύος, αφού, η αδύνατη να υπερασπισθεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα Ελλάδα, δεν προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας για να καταγγείλει την Τουρκία ως επιτιθέμενη χώρα και να ζητήσει την προστασία του Διεθνούς αυτού Οργανισμού, θέτοντάς τον ταυτόχρονα προ των ευθυνών του. Ταυτόχρονα όμως πρέπει η Ελλάδα να διδαχθεί από τα παθήματά της (εισβολή στην Κύπρο το 1974, Ίμια το 1996 και τώρα στην Ανατολική Μεσόγειο) και να αποδυθεί σε έναν εξοπλιστικό μαραθώνιο με κατεπείγουσα, έστω και τώρα (θετικό, αλλά ανεπαρκές το βήμα της προμήθειας των 18 Rafale), προμήθεια αεροπορικού υλικού και επανεκκίνηση της αμυντικής βιομηχανίας, κρατικής και ιδιωτικής, καθώς και συγκρότηση Ταμείου Άμυνας στην Ελλάδα και στην Κύπρο, η οποία έχει και αυτή ευθύνη για την εξοπλιστική απραγία των τελευταίων χρόνων. Είναι εγκληματικό λάθος επίσης η εγκατάλειψη του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (ΕΑΧ), ως αμυντικού δόγματος Ελλάδος και Κύπρου, το οποίο θα διασφάλιζε και σε επίπεδο εξοπλισμών και σε επίπεδο εκπαίδευσης τις αναγκαίες προϋποθέσεις άμυνας. Όσοι, αυτές τις κρίσιμες στιγμές δεν αντιλαμβάνονται τις εθνικές τους ευθύνες, θα λογοδοτήσουν, τουλάχιστον, ενώπιον της Ιστορίας.

https://infognomonpolitics.gr

loading...