«Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι χρυσοφόρων Μήδων ἐστόρεσαν δύναμιν.»

Σὰν σήμερα τὸ 490 π.Χ., βάσει χρονολογήσεως Ἀττικοῦ καὶ Σπαρτιατικοῦ ἡμερολογίου ἔγινε ἡ μεγάλη μάχη τοῦ Μαραθῶνος.
Μετὰ ἀπό ἑπτὰ μὲ ὀκτὼ ἡμέρες ἀναμονῆς, καὶ ἀφοῦ ἔφτασε ἡ σειρὰ τοῦ Μιλτιάδη γιὰ τὴν ἀρχιστρατηγία, ἐννέα μὲ δέκα χιλιάδες Ἀθηναῖοι καὶ χίλιοι Πλαταιεῖς, συνέτριψαν πενήντα πέντε χιλιάδες Πέρσες, ὑπό τοὺς Δάτι καὶ Ἀρταφέρνη. Ἡ μάχη αὐτὴ ἔδειξε τὸ στρατηγικὸ δαιμόνιο τοῦ Μιλτιάδη, χάρις στις ἐπιλογές τοῦ ὁποίου κρίθηκε τὸ ἀποτέλεσμά της.
Στὴν  πεδιάδα τοῦ Μαραθῶνα, μετρήθηκαν 6.400 πτώματα Περσῶν. Ἀπό τοὺς Ἀθηναίους φονεύθηκαν 192, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ στρατηγὸς Στησίλαος καὶ ὁ πολέμαρχος Καλλίμαχος ὁ Ἀφιδναῖος, ποὺ εἶχε διαδραματίσει καθοριστικὸ ρόλο γιὰ τὸ ἄν ἡ μάχη θὰ γινόταν στὸν Μαραθῶνα ἤ ὄχι, καθὼς καὶ ἄγνωστος ἀριθμός Πλαταιῶν καὶ δούλων. Ἀναφέρεται ἐπίσης ἡ χαρακτηριστικὴ περίπτωση τοῦ Κυνεγείρου, ἀδελφοῦ τοῦ ποιητὴ Αἰσχύλου (ποὺ πολέμησε κι αὐτός),  ὁ ὁποῖος εἶχε ἀρπάξει μὲ τὸ χέρι του ἕνα ἐχθρικὸ πλοῖο γιὰ νὰ τὸ ἐμποδίσῃ ν’ ἀποπλεύσῃ· οἱ Πέρσες τοῦ τὸ ἔκοψαν μὲ πέλεκυ καὶ μετὰ τὸν σκότωσαν. Ὅπως καὶ ἡ παράξενη παρουσία τοῦ Ἐχετλαίου. Οἱ νεκροὶ τάφηκαν στὸ πεδίο τῆς μάχης. Στὰ χέρια τῶν νικητῶν περιῆλθαν ὅλες οἱ σκηνὲς τοῦ ἐχθρικοῦ στρατοπέδου καὶ μεγάλος ἀριθμός ἵππων.
Ὁ Πλούταρχος, βασιζόμενος σὲ πηγὲς τῆς ἐποχῆς, ἀναφέρεται στὸν ὁπλίτη Εὐκλῆ ἤ τὸν Θέρσιππο, ἐνῶ ὁ Λουκιανὸς ὁ Σαμοσατεὺς στὸν Φιλιππίδη (ἤ Φειδιππίδη) ὡς τοὺς πρώτους δρομεῖς ἀγγελιαφόρους ποὺ γνωστοποίησαν τὸ ἀποτέλεσμα τῆς μάχης στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν. Συγκεκριμένα ὁ Φιλιππίδης (ἤ Φειδιππίδης) κατὰ τὸν Λουκιανό, ἐξέπνευσε ἀναφωνῶν στοὺς Ἀθηναίους, «Χαίρετε, νικῶμεν». Μεταξὺ τῶν δέκα στρατηγῶν τῶν Ἀθηναίων κατὰ τὴν μάχη, ἦταν ὁ Ἀριστείδης καὶ ὁ Θεμιστοκλῆς.

loading...