Θολό τοπίο στα ελληνοτουρκικά – Και γίνεται ακόμη πιο θολό από τις δηλώσεις και τις ενέργειες αυτών που κυβερνούν στην Αθήνα

Στέφανος Κωνσταντινίδης  

Το τοπίο παραμένει θολό στα ελληνοτουρκικά. Και γίνεται ακόμη πιο θολό από τις δηλώσεις και τις ενέργειες  αυτών που κυβερνούν στην Αθήνα. Αντίθετα η τουρκική πλευρά ξέρει τι θέλει και πού βαδίζει. Όμως αν και οι ευθύνες της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης είναι μεγάλες για την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αν θέλουμε να είμαστε όσο γίνεται αντικειμενικοί, πολλά από τα σημερινά προβλήματα έχουν προκύψει από διαχρονικές αμέλειες και παθογένειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Σπρώχνοντας για χρόνια τα προβλήματα κάτω από το χαλί, έρχεται μια στιγμή που βγαίνουν στην επιφάνεια, το χαλί δεν μπορεί πια να τα καλύψει.  Από την άλλη η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν απροετοίμαστη για μια τέτοια κρίση στα ελληνοτουρκικά. Ακολούθησε την πεπατημένη της αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων μέσα από τα φοβικά σύνδρομα που κατατρύχουν χρόνια τις πολιτικές ελίτ της Αθήνας και μέσα από κινήσεις  περιστασιακής τακτικής, βεβιασμένες λόγω της ασφυκτικής πίεσης που δεχόταν και χωρίς κανένα στρατηγικό σχεδιασμό. Την πολιτική της Αθήνας χαρακτηρίζουν διαχρονικά δύο πράγματα: Είναι προβλέψιμη και είναι δεδομένη. Αυτά τα γνωρίζει η Τουρκία και οι «προστάτες» και δραστηριοποιούνται αναλόγως.

Το θολό τοπίο του διαλόγου αφορά και την Κύπρο. Μετά την αντίδραση που προκάλεσαν οι δηλώσεις του συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας του Μητσοτάκη, Αλέξανδρου Διακόπουλου, ότι άλλο είναι το «Ορούτς Ρέις» και διαφορετικό το «Μπαρμπαρός», που ασφαλώς εξέφραζαν την πολιτική του Έλληνα Πρωθυπουργού, έγινε μια προσπάθεια σε επικοινωνιακό επίπεδο να σωθούν τα προσχήματα με διορθωτικές δηλώσεις σε κυπριακό μέσο ενημέρωσης. Τα επικοινωνιακά όμως παιχνίδια δεν αλλάζουν την πραγματικότητα. Που παραμένει αυτή του διαχρονικού δόγματος ότι «η Κύπρος κείται μακράν». Αν δεν ήταν έτσι τα πράγματα θα έβγαινε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και θα μιλούσε καθαρά για τη δέσμευσή του να υπερασπιστεί η Αθήνα την Κύπρο, όπως το έκανε κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων. Ο οποίος είχε προειδοποιήσει την Τουρκία, χωρίς περιστροφές, ότι και ένα βήμα να έκανε στην Κύπρο, αυτό θα σήμαινε πόλεμο! Δεν το έκανε και απ’ ό,τι φαίνεται ο διάλογος θα αρχίσει με το «Μπαρμπαρός» στην κυπριακή ΑΟΖ.

Το θολό τοπίο του διαλόγου αφορά επίσης το τουρκολυβικό σύμφωνο. Θα γίνει διάλογος με την Τουρκία να το θεωρεί νόμιμο και ότι ως τέτοιο παράγει έννομα αποτελέσματα και την Ελλάδα να λέει το αντίθετο; Τι διάλογος θα είναι αυτός;

Ακόμη και με την αναμενόμενη μερική οριοθέτηση με την Αίγυπτο που μπορεί να προσφέρει ένα πλεονέκτημα στην Αθήνα, το πρόβλημα δεν θα λυθεί. Η Τουρκία θα επιμένει στη δική της θέση και οι φίλοι της, Αμερικανοί, Εγγλέζοι και Γερμανοί θα μιλούν για «αμφισβητούμενα νερά».

Επιπλέον η ζημιά που θα προκύψει με τον αποκλεισμό του Καστελορίζου από τη συμφωνία καθώς και από τη μειωμένη επήρεια της Κρήτης και άλλων νησιών, θα είναι πολύ μεγαλύτερη από το όποιο κέρδος.

Τη στιγμή που γράφονταν οι γραμμές αυτές ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, αναχωρούσε για το Κάιρο για την υπογραφή απ΄ότι φαίνεται της συμφωνίας με την Αίγυπτο.

Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που θα προκύψει είναι ότι οι Τούρκοι θα βάλουν στο τραπέζι του διαλόγου πολλαπλά θέματα που θα θέτουν υπό αμφισβήτηση την ελληνική εθνική κυριαρχία αλλά και την ίδια τη συνθήκη της Λωζάνης. Υπόψη δε ότι ενώ η Αθήνα μιλά για διάλογο, έναν όρο κάπως ανώδυνο, η Άγκυρα μιλά για διαπραγμάτευση «χωρίς όρους και προϋποθέσεις». Είναι ένας τρόπος να νομιμοποιήσει μέσα από τη διαδικασία του διαλόγου τις μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις που έχει καλλιεργήσει από χρόνια.

Από την πλευρά της η Αθήνα επιμένει ότι η μοναδική διμερής διαφορά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Δεν αναφέρεται καν στον όρο ΑΟΖ επειδή η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν αναγνωρίζει τον όρο ΑΟΖ που αυτή η Σύμβαση εισήγαγε. Εντούτοις το εθιμικό δίκαιο δεσμεύει την Τουρκία στο θέμα αυτό έστω και αν δεν έχει υπογράψει τη σχετική Σύμβαση.

Έτσι ενώ παραμένουν άλυτα ακόμη και διαδικαστικά προβλήματα, οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν απέναντι στους Γερμανούς για διαπραγματεύσεις. Εδώ να υπενθυμίσουμε πάντως ότι ναι μεν η Ελλάδα επιμένει ότι μοναδικό θέμα επίλυσης είναι αυτό της υφαλοκρηπίδας, αλλά στην προηγούμενη διαπραγμάτευση -τότε μιλούσαν για διερευνητικές επαφές- στο συνυποσχετικό για τη Χάγη που τελικά δεν υπογράφτηκε, αναφερόταν ότι οι δύο πλευρές συναινούσαν να επιλυθούν από το Διεθνές Δικαστήριο και όλα τα «παρεμπίπτοντα ζητήματα», με ό,τι αυτό σημαίνει.

Τίθεται επίσης θέμα αντικειμενικότητας του μεσολαβητή, δηλαδή της Γερμανίας. Κάποια γεγονότα εγείρουν αμφιβολίες για την αντικειμενικότητα αυτή. Για παράδειγμα ενώ θα διεξάγεται ο διάλογος το Βερολίνο θα συνεχίζει να παραδίδει όπλα και πολεμικό υλικό στην Τουρκία.

Την ίδια ώρα παραβλέπει την τουρκική NAVTEX και την παρουσία του «Μπαρμπαρός» στην κυπριακή ΑΟΖ και την αποσυνδέει από το μορατόριουμ  αποκλιμάκωσης για την έναρξη του διαλόγου, περιορίζοντάς το μόνο στο Αιγαίο!

Αλλά και στο οικονομικό πεδίο η Γερμανία συνεχίζει αμείωτη τη στήριξή της στην Άγκυρα. Στηρίζει επίσης τη συνέχιση της οικονομικής βοήθειας της ΕΕ στην Τουρκία, σε μια χώρα μη μέλος της Ένωσης,  παρακάμπτοντας τα συμφέροντα δύο χωρών μελών της, της Ελλάδας και της Κύπρου. Είναι αυτό που έγραψε ο Κώστας Βενιζέλος ότι «το Βερολίνο κλείνει το μάτι στην Άγκυρα».

Είναι φανερό ότι η χώρα διέρχεται μια δύσκολη εποχή και ότι το πιθανότερο η Τουρκία θα επανέλθει δριμύτερη με το τέλος του μορατόριουμ αν ο διάλογος δεν αποδώσει. Είναι γι’ αυτό που τα πολιτικά κόμματα και στην Ελλάδα και στην Κύπρο χρειάζεται να χαράξουν μια κοινή πολιτική απέναντι στην Τουρκία και κατά συνέπεια να υπάρξει και μια κοινή πολιτική Αθήνας-Λευκωσίας τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ανάσχεσης-ανατροπής. Δεν είναι δυνατό η Τουρκία να αντιμετωπίζει ενιαία την Ελλάδα και την Κύπρο στην προώθηση των επεκτατικών της σχεδίων και να μην αντιμετωπίζεται ενιαία από την Αθήνα και τη Λευκωσία. Είναι μια αυτοκτονική πολιτική και για τις δύο χώρες που θα έχει τραγικές συνέπειες για τον ελληνισμό.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019.

[email protected]

Φιλελεύθερος

loading...