Φόρεσε το αλεξίπτωτο σου. Ο κύκλος ξαναρχίζει…

Ιγγλέσης Τηλέμαχος

Τέσσερα δευτερόλεπτα επίγνωσης..

Το κείμενο απευθύνεται σε όλους τους αλεξιπτωτιστές.

Τους αλεξιπτωτιστές του στρατού αλλά και τους αλεξιπτωτιστές της ζωής!

Σε όλους όσους επάξια φέρουν στο στήθος τους το σύμβολο με τις πτέρυγες, αλλά και σε όλους αυτούς που περήφανα φέρουν το έμβλημα της γέννησης τους στον κόσμο.
Το ένα, ξεχωριστό και μοναδικό τους πρόσωπο.
Αυτό το αληθινό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τα χιλιάδες κοινωνικά προσωπεία.
Οι νεαροί θα με καταλάβουν αργότερα. Οι ώριμοι θα νιώσουν την κάθε μου λέξη.

“Τα τέσσερα δευτερόλεπτα της βαθιάς σου συνείδησης”

Στάσου στην πόρτα, εκατόν ένα, εκατόν δύο, εκατόν τρία, εκατόν τέσσερα, θόλο ελέγχω.
Θυμάμαι λοιπόν αυτά τα λίγα κρίσιμα δευτερόλεπτα στο αεροπλάνο, ανάμεσα στο (στάσου στην πόρτα) και στο (θόλο ελέγχω), που στην υλική περαστική μου ύπαρξη φαντάζουν σαν σχολείο αιωνιότητας!
Αυτά τα τέσσερα δευτερόλεπτα που ο κάθε αλεξιπτωτιστής γνωρίζει τόσο καλά.
Εντάξει κάποιοι θα μου πείτε εγώ έχω κάνει εκατοντάδες πτώσεις κ´ αισθάνθηκα πολλά δευτερόλεπτα ό,τι πέφτω..
Θυμήσου όμως το πρώτο άλμα σου για λίγο.
Άλλωστε από την κάθε πτώση της ζωής σου σημασία είχε πάντα το τι κατάφερες να αποκομίσεις και το πόσες φορές ξανασηκώθηκες, ξεσκονίστηκες και ετοιμάστηκες για την επόμενη πτώση που θα σου στείλει η μοίρα.

Στάσου στην πόρτα λοιπόν.
Ο φόβος του ατρόμητου.

Ο αέρας σε φυσά κατά μέτωπο.
Οι κραδασμοί γαργαλάνε τα νεύρα σου.Όλες σου οι αισθήσεις βρίσκονται σε υπερδιέγερση.
Ο χρόνος μοιάζει να κυλά υπερβολικά αργά.
Αντιλαμβάνεσαι τον παραμικρό ήχο μέσα απ´το βουητό των κινητήρων, την παραμικρή κίνηση, τον πιο ανεπαίσθητο σπασμό στα πρόσωπα των συνοδοιπόρων σου.

Άλλος σκεπτικός, άλλος γαλήνιος, άλλος επαρκής, όλοι περιμένουν με άγνοια.
Και όλοι επιπλέουν σε μιά κοσμική σούπα λήθης.
Χωρίς αγωνία, χωρίς συναίσθηση, χωρίς στόχους.
Στην κοιλιά του κήτους.
Αγγένητοι.
Μέχρι που το πρώτο φως της ζωής, η έξοδος, θα φωτίσει το σκοτάδι που βρίσκονταν και θα ορίσει τον στίβο της μάθησης τους.

Ο κόσμος ολάκερος βρίσκεται κάπου χαμηλά κάτω απ´ τα πόδια σου, περνά και σβήνει στο βάθος της απεραντοσύνης του.
Μικρός και τεράστιος συνάμα. Ζωγραφένιος, με μουντά και λαμπερά χρώματα.
Θαυμάσιος!
Σε περιμένει να γυρίσεις στην αγκαλιά του.
Και σου αποκαλύπτει όλη την ομορφιά του.
Λόφους που τους χαϊδεύει ο ήλιος τις πλαγιές.
Βραχώδεις περήφανες κορφές που γρατζουνούν τον ουρανό.
Καταπράσινες βαθιές χαράδρες που διψούν για τις υγρές στάλες της βροχής.
Σπαρμένα χωράφια με περήφανα χρυσοκίτρινα στάχια και λιβάδια μπιμπικιασμένα από κόκκινες παπαρούνες δίπλα σε καφετιές χτενισμένες αλάνες.
Και ακόμα οι λίμνες, οι ακτογραμμές και το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας που χάνονται κ´ αυτά σ´ έναν μακρινό ορίζοντα.
Ώσπου τέλος παρατηρείς και τα κτήρια.
Αυτές τις τόσο δα μικρές κατασκευές…

Η μοριακή ανθρώπινη αρχιτεκτονική μέσα σε αυτήν την παράξενη συμπαντική δομή, μεταξύ φυσικού και μεταφυσικού.
Από καλύβες με λίγες τάβλες, μέχρι μαρμαρένια στάδια και παλάτια.
Από ταπεινά εκκλησάκια, μέχρι τεράστια κενόδοξα μαυσωλεία.
Και πίσω από όλα.
Ποιός άλλος;
Ο ατρόμητος και φοβισμένος άνθρωπος!
Εσύ!!!

Κ’ οι άνθρωποι του κόσμου σου θιασώτες της πτώσης σου.
Ακόμα πιο μικροσκοπικοί, σε θωρούν κρυφά.
Και βρίσκονται παντού.
Εσύ όμως δεν τους βλέπεις καν.
Μόνο διαισθάνεσαι την ύπαρξη τους κάπου εκεί κάτω, διάσπαρτη μέσα σ´ όλη αυτή την γήϊνη ομορφιά.
Είναι σαν το αλάτι στο φαγητό. Αφανείς αλλά χωρίς αυτούς το κοσμικό παιχνίδι είναι άνοστο.
Γιατί αυτοί είναι οι παρατηρητές του όλου διάκοσμου.
Και χωρίς αυτούς η σημασία του μάλλον θα ήταν αδιάφορη.
Χωρίς τον φόβο τους, που τους σπρώχνει να στήνουν πλουμιστά κελιά και την γνώση, που ξεδιπλώνει την ατρόμητη περιέργεια τους μέσα απ´ τ´ άστρα για να τους σπρώξει στο ρίσκο της εξερεύνησης.

Και να επιτέλους!
Η καρδιά σου χτυπά πιο γρήγορα.
Ζωή το λένε;
Ανάσα;
Έρωτα;
Πέστο όπως θες.
Σημασία έχει ό,τι το νιώθεις τώρα. Πάλλεται μέσα στις φλέβες σου μαζί με το αίμα.
Μιά μικρή υπέρβαση θάρρους για να ξανά-γεννηθείς.

Να χάσεις για λίγο το αιώνιο εγώ σου και να το ξαναβρείς πεπερασμένο, στο αεροβάπτισμα του αιθέρα!
Μόνος σου!
Εσύ και ο λόγος που πρέπει να υπάρξεις.
Υλικός, θνητός κ´ατόφιος.
Δεν περιμένεις πια.
Δημιουργήθηκες.
Με πνεύμα, ψυχή και σάρκα.

Κ´έρχεσαι. Φρέσκος, ανέτοιμος και τόσο δα μικρούλης.
Το βουβό σου κλάμα που θ´ αντηχήσει στα πέρατα της μοναξιάς σου… άνθρωπε!
Κ´ είναι μεγάλη η απόλαυση της αρχής και σοβαρή η αποστολή σου.
Ψάχνεις να βρεις μέσα στην σκλαβιά σου μιά μικρή όαση λευτεριάς.
Όχι ό,τι θά ´σαι ποτέ ελεύθερος, αλλά να ´ έτσι για να ξεγελάς λίγο το μυαλό σου.

Και μην σε στεναχωρεί αυτό που λέω.
Αλλά να, αυτή η ελεύθερη βούληση που σού ´παν, είναι λίγο παραμύθι.
Μιά φράση είναι, παγιδευμένη μέσα στο σάρκιο του κορμιού σου, που πονάει, πεινάει και λέει, δεν μπορώ.
Μα όχι θα μου πεις.
Ο Θεός μου μ´έφτιαξε να μπορώ.
Να μπορώ να επιλέγω.
Μπορώ να πάω από ´δω, μπορώ να πάω από ´κει, μπορώ να κάνω εκείνο ή το άλλο.
Μπορώ, μπορώ, μπορώ!
Εγώ επιλέγω πως θα ζήσω…

Εντάξει έχεις κάποιο δίκιο.
Χμ..
Μπορείς μήπως αν θέλεις να μην πεθάνεις όταν έρθει η ώρα σου;
Μπορείς μήπως να πετάξεις χωρίς φτερά;
Μπορείς να ταξιδέψεις στον Πλούτωνα;
Να ξυπνήσεις ένα πρωΐ και να μην χρειάζεσαι να φας, να πιείς, να μην νυστάζεις, να μην κουράζεσαι, να μην λυπάσαι;
Να ξεχάσεις το παρελθόν, ν´ αδιαφορήσεις για το μέλλον, ν´ αφήσεις το μυαλό σου άδειο, μακρία από τις τιμωρητικές σκέψεις;
Όχι δεν μπορείς!

Δέσμιος λοιπόν είσαι, μαζί με το κορμί και το μυαλό σου σε μιά πορεία με προδιαγεγραμμένο υλικό τέλος, που η ελεύθερη βούληση σου, δεν δίναται να υπερσκελίσει.
Στάσου στην πόρτα λοιπόν μέσα στα βάθη του είναι σου και σκέψου την έξοδο.
Όχι αυτήν απ´το αεροσκάφος, αλλά αυτήν απ´ το σώμα σου.
Και να, η ώρα της πτώσης στο κενό έφτασε..οι Άρπυες θα σ´ αρπάξουν!

Εκατόν ένα. Η γέννηση.

Αέρινο χαστούκι.
Μιά δίνη ανέμων και καυσαερίων που σε στριφογυρνούν.
Κ´ εσύ ένα φύλλο που αποκολλήθηκε απ´ το κλαδί του δέντρου, έρμαιο της φθινοπορινής θύελλας.
Γέννηση και θάνατος το ίδιο πράγμα. Μετάβαση στο νέο.
Τέλος και αρχή μαζί.
Ποιός είμαι;
Έχω όνομα;
Έχω ταυτότητα;
Από που έρχομαι;
Που πάω;
Τι είναι ο άνθρωπος;

Βγήκα απ´ την πόρτα.
Πέφτω!
Το πάνω έρχεται κάτω.
Η γη και ο ουρανός μπερδεύονται, αγκαλιάζονται, ταρακουνούν την ισορροπία του πραγματικού. Ψάχνεις να βρεις που στέκεσαι και βλέπεις ένα κορδόνι στην πλάτη σου.
Ο ομφάλιος λωρός σου, έτοιμος να κοπεί!
Η ζωή σου ολάκερη, που αλλού θέλεις να πάει ´ κ´ αλλού αυτή σε πάει.
Η αλήθεια, που βουτάς μέσα της και σου επιτρέπει να γνωρίσεις μόνο ένα μικρό κομματάκι της.
Θα πάρεις το δικό σου μάθημα σ´ αυτόν τον νέο κόσμο.

Αυτό που σου αντιστοιχεί.
Και τελικά θα μάθεις.
Θα μάθεις πως ουδέν μονιμότερον του προσωρινού στην ζωή σου.
Το ν´ ανεβαίνεις και το να πέφτεις, μοιάζουν πολύ.
Στο σύμπαν σου, δεν υπάρχει πάνω και κάτω.
Το βράδυ ο ήλιος εξακολουθεί να λάμπει, χαμηλά κάτω απ´ τα πόδια σου!
Η πτώση σου είναι ταξίδι μυστικιστικό, που αψηφά την βαρύτητα της λογικής σου.
Σου ζητά να καταλάβεις ό,τι τίποτα δεν στέκεται πουθενά.
Κ´ όλα είναι σταθερά μέσ´ την ρευστότητα τους.
Η κίνηση αέναη.
Η ταχύτητα που αναπτύσεις είναι μιά ουτοπία του χώρου και του χρόνου που σε ξεγελά.
Κ´ εσύ αρπάζεσαι απ´ το μάταιο με όλη την δύναμη της ψυχής σου να στηριχτείς.
Το κρατάς σφιχτά, σαν να είναι ό,τι πιο πολύτιμο μπορείς να βρεις.

Κάθε μέτρο που αφήνεις πίσω σου και μιά εμπειρία, κάθε εικόνα που βλέπεις και μιά ανάμνηση.
Νιώθεις ό,τι κάνεις πολλά.
Η περιπέτεια μου λες, είναι τεράστια, είναι πολύπλοκη, τριγυρνάει σε τόπους.
Ταξιδεύω, περπατώ, κολυμπώ, πέφτω, σηκώνομαι.
Οι πληροφορίες της ζωής σου σε κατακλύζουν.
Φουσκώνεις από περηφάνια για τα κατορθώματα σου.

Κ´ όμως εδώ γύρω ήσουν πάντα.
Δεν απομακρύνθηκες καθόλου.
Όσο η συνείδηση σου θα μεγαλώνει, αυτός ο κόσμος ο μέγας θα γίνεται όλο και μικρότερος.
Ανακαλύπτεις ό,τι μέσα σου βρίσκεται ολάκερη η γνώση του, που κοιμάται σ´ ένα κλειστό βιβλίο.
Κ´ εσύ δεν έχεις παρά να το ανοίξεις. Και να ξεφυλλίσεις τις σελίδες του.
Κ´ αμέσως όλα τα θαυμαστά ξεδιπλώνονται μπροστά σου.
Η φαντασία σου είναι το όπλο.
Τα όνειρα σου γιγαντωμένα ψάχνουν τον δρόμο για την εκπλήρωση τους. Ψηλαφίζεις τα σίγουρα μονοπάτια των περασμένων.
Ορίζεις οίκο, ιδέες και Θεό.
Πιστεύεις και αμφισβητείς! Αμφισβητείς και πιστεύεις!

Και νομίζεις πως η πτώση σου σταμάτησε!
Όμως όχι!
Συνεχίζεται μαζί μ´ αυτά που μάζεψες, που έχτισες και που γέννησε το μυαλό και το κορμί σου.
Η ουτοπία του χρόνου σου λέει πως δεν θα πεθάνεις.
Όχι εσύ. Μόνο οι άλλοι.
Και νομίζεις πως βρήκες την αθανασία. Στα μαλλιά σου θα εμφανιστούν οι πρώτες λευκές τριχούλες.
Και η πτώση σου θα συνεχίζεται.

Εκατόν δύο. Η συνείδηση.

Βαθιά ανάσα μέσα απ´ τα σφιγμένα δόντια.
Η περιστροφή του κύκλου σου φτάνει στο ζενίθ.
Η κορύφωση της τελείωσης και η απότερη δόξα του τώρα.
Οι δείκτες του ρολογιού σταματούν! Το δευτερόλεπτο που δείχνουν είναι η αιωνιότητα της ομορφιάς σου.
Το τέλειον.
Είναι υπέροχο να βρίσκεσαι στην κορφή.
Κ´ας είσαι οριζόντιος ακόμα στη σφαίρα του χρόνου.
Μέσα στις περιορισμένες ανθρώπινες μονάδες της μέτρησης.
Παγιδευμένος ανάμεσα στα απεριόριστα πάθη σου και στα όρια των νόμων.
Των συμπαντικών και των κοινωνικών.
Στο κέντρο ενός πελάγους με επιθυμίες και πρέπει, με θέλω και με μην.

Η βαρύτητα που αρχίζει να σε παρασέρνει προς τα κάτω κ´ας θέλεις εσύ να πας προς τα πάνω.
Ο ομφάλιος λώρος κόβεται.
Ο Γόρδιος δεσμός δένει.
Το τετράπτυχο παιχνίδι, φόβος, χρήμα, έλεγχος κ´ εξουσία, σε βυθίζει σε μιά πλαστή ιεραρχία διαφορετικότητας.
Μπερδεμένος απ´το ξάφνιασμα μετράς τον άλλο για λίγο κ´αυτός σε μετρά για λιγότερο.
Χάνεις την επαφή, την αγάπη, την αδερφοσύνη, τον κοινό σας νου.
Το αγκάλιασμα, η έλξη, το συναίσθημα απαγορεύονται.
Η ενσυναίσθηση θυσιάζεται στον σκοτεινό βωμό του δήθεν υλικού κέρδους.
Οι ομοιότητες φαντάζουν ανύπαρκτες και αυτό που σας ενώνει μακρυνό.
Ο κοινός πατέρας σας, ξεθωριάζει και πέφτει σε ύπνωση στο ασυνείδητο.
Κ´ εσύ έρμαιο της πτώσης σου ακόμα ψάχνεσαι χωρίς να πατάς πουθενά.

Εκατόν τρία. Μιά κάποια πληρότητα.

Το δυνατό τράνταγμα στους ώμους σε ξυπνά απ´τον λήθαργο της αδράνειας.
Έρχεται το παιδί σου και φεύγει ο γονιός σου.
Στην ρότα σου περνούν σύννεφα και πτηνά.
Άνθρωποι, όνειρα και αμφιβολίες.
Η ταχύτητα της πτώσης σου αυξάνεται. Οι κρόταφοι σου γκριζάρισαν για τα καλά τώρα.
Ο ιδρώτας του κόπου και του φόβου σου εξατμίζεται.
Βρίσκεις τις αξίες, στον άνθρωπο σύντροφο, σ´ ένα ποτήρι νερό, σ´ ένα πιάτο φαΐ, στην κλίνη που κοιμάσαι.
Το ενσαρκωμένο φορτίο σου αρχίζει να παίρνει τον δρόμο της φθοράς του.

Υπολογίζεις τα πάντα.
Το ύψος, τον χρόνο, την απόσταση, την δύναμη και την φορά του ανέμου.
Η φύση του κτήνους.
Η επιβίωση και το ζωώδες ένστικτο που πρέπει να υπερβείς.
Να φτάσεις κάτω στο έδαφος, να προσαρμοστείς σε μιά κοινωνία ανθρώπων.
Να γίνεις ο άνθρωπος που πρέπει να είσαι.
Να βάλεις την μικρή ψηφίδα σου στο θεϊκό έργο.
Το ψηφιδωτό δεν θα είναι ποτέ πλήρες, χωρίς την δική σου ελάχιστη συνδρομή.
Θ´αποκτήσεις ταυτότητα, πατρίδα, θρησκεία και ιδέες.
Και θ´ αναγνωρίσεις πως κ´ αυτά δεν επαρκούν στην καλλιέργεια του πνευματικού σου κήπου.
Πρέπει να σμιλέψεις τριγύρω τους την αρετή.
Να κάμεις το δυνατό δυνατότερο, το σοφό σοφότερο, το καλό καλύτερο και τ´ όμορφο ομορφότερο.
Ναι.
Εσύ η ταπεινή μα τόσο σημαντική ψηφίδα, στο ψηφιδωτό του όλου.

Κοιτάς το όπλο που είναι δεμένο πάνω σου.
Είσαι στρατιώτης τώρα.
Προστάτης και καταστροφέας συγχρόνως.
Ακολουθείς εντολές.
Θα προστατεύσεις ή θα καταστρέψεις; Ο στρατιώτης δεν κρίνει ποτέ τις διαταγές, ο άνθρωπος πάντα!
Αυτός έχει την ικανότητα της κρίσης. Το δίλημμα της ελεύθερης βούλησης επανέρχεται.
Τι είναι αυτό που οδηγεί στο σωστό; Πότε είσαι σίγουρος ό,τι γνωρίζεις;
Οι δυό δρόμοι είναι μπροστά σου.
Η αγάπη σου καθορίζει την ορθή πορεία, ο φόβος γεννά την αμφιβολία που διαστρεβλώνει την κίνηση της ύπαρξης.
Κ´ εσύ πρέπει να τα συνδυάσεις.
Πρέπει;

Ο στρατώτης είναι άνθρωπος.
Ο άνθρωπος είναι θείος στρατιώτης. Οι εντολές προέρχονται από τον στρατηγό.
Και αρχιστράτηγος του στρατηγού και όλων, είναι το σύμπαν, ο κοινός νους, ο Θεός.
Οι εντολές αυτές είναι φυσικές, απόλυτα καθορισμένες και απαράβατες.
Ακολουθείς τον στρατηγό νου σου στους μικρούς αντικειμενικούς σκοπούς, μα η επίτευξη του στόχου είναι ουράνια εντολή.
Καθολική, πανανθρώπινη.
Εκεί σταματούν οι επιλογές σου.
Η μόνη κρίση σου είναι αν ο στρατηγός σου συντάσεται με το σωστό στράτευμα.
Αν πολεμά στον σωστό πόλεμο.
Οι μικρές μάχες, τα πιθανά λάθη σου, πρέπει να στοχεύουν πάντα στο να κερδηθεί ο πόλεμος, να γίνει η ανθρώπινη υπέρβαση-παρέμβαση και να τελειώσει η βία στην κοινωνία σου. Να φτάσεις στον σκοπό χωρίς ν´ αγιάσεις τα μέσα.

Και τότε ο πόλεμος ο πατέρας των πάντων, πάντα υπαρκτός δημιουργός θα παραμείνει μόνο εκεί που πρέπει να υπάρχει.
Στα στοιχεία της δημιουργίας.
Αυτός είναι ο διαχωρισμός που πρέπει να ορίσεις.
Αυτός και ο λόγος της ομοιότητας σου με τον κοσμικό δημιουργό.
Η ανθρώπινη ένωση.
Το κλείσιμο του κύκλου του αίματος.

Εκατόν τέσσερα.
Η φθορά του ηγήτορα και η αφθαρσία του ηγέτη.

Πέφτεις.
Έχεις αποκτήσει μιά κάποια γνώση επιτέλους.
Εμπειρία το λεν κάποιοι. Φώτιση κάποιοι άλλοι.
Έμπνευση οι καλλιτέχνες.
Κάποιοι σε αποκαλούν δάσκαλο.
Είσαι ο δάσκαλος…

Ποτέ δεν μ´ άρεσε αυτός ο τίτλος!
Όχι ό,τι δεν μ´αρέσει να μαθαίνουν οι άνθρωποι από μένα.
Κάθε άλλο, το θεωρώ πολύ σπουδαίο.
Αλλά πάντα πίστευα ό,τι οι συμβατικοί ¨δάσκαλοι¨ κάνουν ζημιά στην μοναδική, γνήσια, ξεχωριστή και ατόφια έκφραση, του ανερχόμενου μαθητή.
Κάνουν ζημιά γιατί είναι αυτοί που βάζουν τα πλαίσια και δίνουν κατευθύνσεις, κατά πως αυτοί νομίζουν ορθό, σ´έναν κόσμο που έχει την δική του φορά.

Όχι αυτοί οι δάσκαλοι δεν μ´ αρέσουν.
Μ´ αρέσουν αυτοί που αποποιούνται τον τίτλο.
Που διδάσκουν με τις πράξεις τους, χωρίς να λένε πράξε αυτό ή εκείνο.
Που αναγκάζουν τον μαθητή να κλέψει από αυτούς την γνώση που βρίσκεται μέσα τους, χωρίς να την σπρώχνουν βίαια και με τεχνάσματα στο μυαλό με την μορφή κανόνων.
Που πέφτουν στο χάος μαζί με τούς μαθητές τους χωρίς να ντρέπονται.
Και χαίρομαι γ´ αυτούς τους μαθητές, που κρυφά, μ´έναν εγωϊσμό που τους ωθεί να ξεπεράσουν τον δάσκαλο, έναν εγωϊσμό βέβαια που το αληθινό τους πνεύμα όταν καλλιεργηθεί θα τους καλέσει αργότερα να τον ξεπεράσουν, κλέβουν τους τρόπους του δασκάλου.
Άλλα μόνο αυτόν.
Τον τρόπο του κλεψίματος, αποδέχομαι αποκλειστικά για την μετάδοση της γνώσης.
Που ακριβώς επειδή είναι κλεμένος και άρα κρυφός εντός του κάθε ενός μαθητή, του δίνει αυτήν την δυνατότητα να τον μεταποιήσει, να τον αλλάξει και να τον προσαρμόσει στα νέα δικά του προσωπικά δημιουργικά δεδομένα.
Γιατί κάπως έτσι αυγατίζει η συγκεντρωμένη ανθρώπινη σοφία και γεννιέται η νέα γνώση.
Το καινούργιο, το όμορφο, το πρωτοπορειακό, που θα δείξει κ´ άλλους δρόμους στο ανθρώπινο γένος.
Όπως λέει και μιά άγραφη παράδοση, ο μελισσοκόμος πρέπει να κλέψει το πρώτο μελίσσι του, για να κάνει το λεφούσι του να θεριέψει.
Αλλιώς είναι καταδικασμένος ν´ αποτύχει.

Κ´ ύστερα ποιά θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη τιμή για έναν δάσκαλο που δεν του αρέσει ο τίτλος του;
Ποιά μεγαλύτερη τιμή απ´ το να γεννηθεί μιά ολόκληρη γενιά νέων δημιουργών από την κλεμμένη γνώση του;
Την γνώση που κ´αυτός έκλεψε κάποτε απ´ τους παλαιότερους.
Και τι βαθιά η ικανοποίηση του, που δεν χρειάζεται μέσα του τα εύσημα και τις κολακίες γιατί κατάφερε να νικήσει τον πεινασμένο μικροπρεπή εγωϊσμό του.
Γιατί εκεί μετατρέπεται επιτέλους σε πλάσμα κατ´ομοίωση του θεού και της φύσης του και από ηγήτορας κάποιων αισχρών εξαναγκασμών, καταλήγει να είναι πλέον ηγέτης συντεταγμένος με την εύροη θέληση.
Ένας αληθινός ηγέτης των παθών του, που διδάσκει πλέον χωρίς να χρειάζεται να ομιλεί!
Και τα μαλλιά σου έγιναν πολύ πιο λευκά τώρα.

Θόλο ελέγχω. Η νόηση.

Στρέφεις το βλέμμα σου επάνω.
Από ´κει που προήρθες.
Πάντα θα κάνεις αυτήν την κίνηση όταν ψάχνεις ελπίδα.
Η ομπρέλα απ´ το αλεξίπτωτο σου είναι ολόκληρη ανεπτυγμένη, γεμάτη αέρα.
Ανακούφιση.
Κομμάτια του θόλου σου τρεμοπαίζουν και διακόπτουν κάπου κάπου την ησυχία καθώς ο ήχος που βγάζουν απ´ τις ριπές του αέρα, θυμίζει το τίναγμα των σεντονιών στο μπαλκόνι μετά το ξημέρωμα.
Οι αρτάνες τις πλοήγησης, σου επιτρέπουν μιά κάποια αυτονομία κίνησεων.
Αυτήν την περιορισμένη βούληση που δικαιούσαι.
Τραβάς δυτικά ή ανατολικά.
Μπορείς να επιλέξεις τον βορρά ή τον νότο.
Σαλιώνεις το δάχτυλο σου και το σηκώνεις ψηλά.
Εκεί που νιώθεις την πλευρά του να κρυώνει είναι ο δρόμος σου.
Κόντρα στον άνεμο.
Πάντα η ζωή θα είναι κόντρα στον άνεμο μέχρι αυτός να σε παρασύρει στο τέλος.

Ένα ουράνιο εκκρεμές θα είσαι πάντα. Δεξιά ή αριστερά, ναι ´ πηγαίνεις, η κατεύθυνση σου όμως είναι απαράβατα καθοδική.
Βλέπεις τα χωράφια κάτω σαν μικρά κουτάκια.
Η σκακιέρα του κόσμου, σου αποκαλύπτεται.
Κ´εσύ ένα πιόνι εξ´ ουρανού.
Βασιλιάς με ξύλινο άλογο σε γκρεμισμένους πύργους.
Αξιωματικός ενός αδιάφορου στρατού με άγνωστο αντικειμενικό σκοπό.
Αυτά που ήσαν δύσκολα πρώτα, τώρα δείχνουν απλά.
Κρεμασμένος στο φουσκωμένο αλεξίπτωτο σου, ασφαλής στην ουτοπία σου.
Ό,τι σε τρόμαζε μοιάζει μακρινό.
Η εμπειρία γεμίζει κ´άλλο το άγνωστο κενό.

Τα γένια σου είναι κάτασπρα τώρα. Σοφία σου γίνεται η άγνοια σου.
Νιώθεις την μοναξιά σου.
Ανακαλύπτεις τον Θεό σ´ένα κερί, σ´ ένα πουλί, σε μιά καλή σου πράξη.
Τον ανακαλύπτεις σ´ έναν πεινασμένο που τάϊσες, σ´ έναν άρρωστο που περιέθαλψες, σ´ έναν δυστυχή που του χάρισες το χαμόγελο σου.
Περήφανος με ταπεινότητα.
Δυνατός και έθραυστος συνάμα.

Μετουσίωση.

Πατάς κάτω.
Γειώνεσαι. Το εγώ γίνεται εμείς!
Όλοι χαμογελούν και η αλήθεια της φιλότητας είναι η μόνη πραγματικότητα.
Η λιακάδα δεν θα τελειώσει ποτέ.
Είναι αιώνια, αυθύπαρκτη και πανταχούσα.
Συνείδηση, αγάπη, αδερφότητα, κοινός νους.
Ο κύκλος ολοκληρώνεται.
Το φίδι καρφώνει τα δόντια στην στην ουρά του και σφραγίζει το σύνολο της πανανθρώπινης σφαίρας.
Ο σκοπός επιτεύχθει.
Δεν θα είσαι ποτέ ξανά μόνος!
Οι παρεγκλίσεις των ατόμων γεννούν πια, αδιάσπαστους πνευματικούς δεσμούς.
Ο δρόμος σου τέλειωσε κ´ εσύ στέκεσαι ξανά στην πόρτα.

Απολαμβάνω να κάθομαι σ´ αυτό το μαναχικό παγκάκι κάτω από την χαρουπιά για να σκεφτώ και να γράψω.
Μ´αρέσει να ακούω τα τιτιβίσματα απ´ τις δεκαοχτούρες που κρύβονται στις φυλλωσιές, τα μικρά τριξίματα από τα κλαδάκια που σπάνε στο αεράκι και τα βαριά χαρούπια που πέφτουν γεμάτα καρπό στο μαλακό χώμα κουβαλώντας ζωή.

Φόρεσε το αλεξίπτωτο σου.
Ο κύκλος ξαναρχίζει…

κείμενο : Ιγγλέσης Τηλέμαχος

loading...