Μαμά, τι είναι “ιστορία”;

Όλα όσα θα θέλατε να μάθετε για την ιστορία αλλά ντρεπόσαστε να ρωτήσετε τη μαμά σας

Μετά τα μαθηματικά συνήθως το αντιπαθέστερο μάθημα στα ελληνόφωνα σχολεία, είναι η Ιστορία.
Μάλιστα, η συντριπτική πλειοψηφία μαθητών και γονέων, μπορεί τουλάχιστον να αντιληφθεί τη χρησιμότητα των μαθηματικών [για να μην μας ξεγελάνε στα ρέστα, παραδείγματος χάριν] δυσκολεύεται ωστόσο να αντιληφθεί τι χρησιμότητα του να βγάνει κάλους στον κώλο της μια μαθήτρια, προκειμένου να απομνημονεύσει το πότε έγινε η μάχη του Ματζικέρτ η το ποια αυτοκράτειρα του Βυζαντίου παλινόρθωσε τις εικόνες στις εκκλησίες.

Ευτυχώς, δύο αιώνες διαρκούς στρεβλής, απομνημονευτικης εκπαίδευσης των ελληνόφωνων μαθητών στα σχολεία, έχουν παράγει επιτέλους ευκολοδιαχείριστα κεφαλάκια, που αποδέχονται μοιρολατρικά το ότι την Ιστορία μας τη διδάσκουν οι καθηγητές για να μας βασανίζουν.
Γι αυτό άλλωστε παράγονται γενιές ολόκληρες πολιτογραφημένων Ελλήνων, που μετά το πέρας της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, γνωρίζουν για την ιστορία [ελληνικη και διεθνή], όσα γνωρίζει και ο μέσος Αλβανός.

Εσχάτως [και μέσα απο επίσημες στατιστικές της Ε.Ε.] απεδείχθη ότι, εκτός από την ιστορία, τα ελληνόφωνα μαθητούδια, έχουν προβλήματα ακόμα και στην απλή ανάγνωση.

Οι λεγόμενοι εκπαιδευτικοί της αριστεράς [το 80% περίπου των δασκάλων και καθηγητών ανήκουν στην αριστερά] κατόρθωσαν να φτάσουν από άποψη κουλτούρας την ελληνική κοινωνία, στο επιπεδο της μέσης αλβανοκογκολέζικης οικογένειας.
Έτσι οι καθοδηγητές τους πίστευαν ότι θα ήταν πιο ευκολο να κομμουνιστικοποιηθούμε, άπαντες.

Η ίδια η ζωή όμως απέδειξε, ότι όσο πιο αδαής ξεμένει ένας άνθρωπος, τόσο πιο εύκολο είναι να καταληξει στην ιδιωτεία, παρά στην ΚΝΕ [μαρξιστική ή εθνικιστική, αδιάφορον]
Τα φυλετικά μπάσταρδα και πολιτισμικά μετέωρα προϊόντα της πολυπολιτισμικης παιδείας, που γιομίζουν τα e-cafe, με ένα smart phone καρφωμενο στον εγκεφαλο, το προσυπογράφουν…

Το καίριο λοιπόν ερώτημα, που θα έπρεπε να τίθεται εξαρχής με την έναρξη της μέσης εκπαίδευσης και την υποτιθέμενη συστηματικη διδασκαλία της ιστορίας, είναι το: “τι είναι τελος παντων αυτη η ιστορια, αν όχι ένα ακομα εφηβικο βασανιστήριο”

Ενα ερωτημα που προϋποθέτει την καλλιέργεια της Κριτικης Σκέψεως, πράγμα το οποίο οι εργολάβοι της Πλανητικης Παν-εξουσιας απαγορεύουν να συμβεί σε οποιαδήποτε εκπαιδευτικη βαθμίδα, ακόμα και στην πανεπιστημιακή.
Θα έλεγα μάλιστα ότι ο βασικός ρόλος του συνόλου των κρατικοδίαιτων εκπαιδευτικών, όλων των βαθμίδων, είναι ακριβώς η χειραγώγησις και η εξαφάνισις της Κριτικής Σκέψης…

Και ασφαλώς ένα ερώτημα τέτοιου βεληνεκούς, είναι δύσκολο να απαντηθεί και από τη μαμά μας, εφόσον και αυτή η δύσμοιρη, ως αναγκαστικά εκπαιδευθείσα και παραμορφωθείσα σε ελληνόφωνο σχολείο, δεν έχει ιδέα του τι είναι ιστορία, εξόν φυσικά από το μαρτύριο του “να μας κρατάει το βιβλιο, για να της “πούμε απόξω το μάθημα!”

Ως συμβολή λοιπόν και στους άμοιρους μαθητές και στις δύσμοιρες μαμάδες, θα σας κοτσάρω εδώ από κάτου ολιγες κουβεντούλες, για το τι εν τέλει είναι η ιστορία και του πως διαμορφώθηκε εξελικτικά, από τον καιρό του Ηροδότου, μέχρι σήμερον [όπου ουσιαστικά δεν υπάρχει πλέον ιστορία]

Ακολουθώντας την σπειροειδή ανελικτική μέθοδο του Μαρτιν Χαϊντεγκερ, θα αρχίσουμε από τα πλέον απλά και θα προχωρήσουμε στα πλεον σύνθετα…

Ξεπατικώνω εδώ από την πολύ καλή Μεταπαίδεια το λήμμα περί Ιστορίας, στο οποίο δίδεται απλά και κατανοητά, μια πρώτη κλασική ερμηνεια του τι είναι η ιστορία…

Απο τη Μεταπαίδεια

Ιστορία είναι η συστηματική μελέτη του παρελθόντος εστιασμένη κυρίως στην ανθρώπινη, δραστηριότητα έως την παρούσα εποχή. Μελετά τις γραπτές αλλά και όλες τις άλλες πηγές που δίνουν πληροφορίες για το παρελθόν και αντικείμενο της είναι η ζωή των λαών και της ανθρωπότητος. Η μελέτη των γεγονότων περιλαμβάνει την καταγραφή τους, αλλά και τα αίτια που οδήγησαν σε αυτά, όπως και τους γενικούς νόμους της ιστορικής εξελίξεως. Ως προϊστορία χαρακτηρίζεται η εποχή για την οποία δεν έχουμε γραπτές πηγές ή που αυτές που έχουμε δεν μας είναι κατανοητές.

Η λέξη Ιστορία προέρχεται από το ουσιαστικό Ίστωρ – Γνωστης [με δασεία και οξεία]. Προέρχεται από το ρήμα ίστημι και το ρήμα οίδα, και σηματοδοτεί τη ροή, τη γραφή, την καταγραφή της μαρτυρίας, την αρχειοθέτηση και τη μνήμη. Μούσα της Ιστορίας θεωρείται η Κλειώ που εγγυάται την πιστότητα του αρχικού λόγου, διατηρώντας την ενότητά του στο διηνεκές προφορικά ή γραπτά, εφόσον «η φωνή ομηρεύουσα», αυτή που καθίσταται όμηρος του γραπτού λόγου είναι και λιγότερο επισφαλής σε αλλοιώσεις προϊόντος του χρόνου. Κατά τον Ησίοδο οι μούσες δίδαξαν την αφήγηση και η Κλειώ είναι η πρώτη καθώς τις απαριθμεί στη Θεογονία το όνομα της οποίας αποκαλύπτει σημαντικές πτυχές της επιστήμης την οποία εποπτεύει. «Κλειώ ιστορίαν» αναφέρεται και σύμβολά της είναι το χειρόγραφο το οποίο εκτυλίσσει από τη θήκη του, η σάλπιγγα για να διαλαλεί τις αξιομνημόνευτες παραδειγματικές πράξεις και η κλεψύδρα όσον αφορά τη ροή και τη χρονική τάξη των γεγονότων.

Η ιστορία δεν αποτελεί αφήγηση γεγονότων που συντελέστηκαν, αλλά αποτελεί προσπάθεια αναδομήσεως και ερμηνείας του παρελθόντος, με στόχο συνήθως την ερμηνεία του παρόντος και την πρόβλεψη του μέλλοντος, λόγοι για τους οποίους υφίσταται διαρκείς αλλαγές και μετασχηματισμούς, παράγοντας διαφορετικές ιστοριογραφικές προσεγγίσεις. Ο επιστήμονας ιστορικός ερευνά τις τάσεις της κοινωνίας σε περιόδους και τομείς, τις οικονομικές συνθήκες, την εξέλιξη του πολιτισμού, της επιστήμης, της φιλοσοφίας και της τέχνης. Η Ιστορία ως επιστήμη δαιθέτει επιμέρους τομείς όπως ιστορία των εθνών, ιστορία της μουσικής, ιστορία της ιατρικής, ιστορία της αρχιτεκτονικής…

Μεταπαίδεια

Και πάμε τώρα σε ένα πολυ πιο σύνθετο άρθρο, από το μοδέρνο και κουλτουροποιημένο αναρχοϊστολόγιο “ευτοπικόν”, στο οποίο θα διαβάσουμε μία συνοπτική αλλά καλογραμμένη παρουσίαση της ιστορικής εξέλιξης της “ιστορίας”

Μη σας ξενισει ο όρος: “επιστήμη της Ιστορίας” που χρησιμοποιούν εδώ οι συγγραφείς του άρθρου.
Μετά την περιχαράκωση [και τον ευνουχισμό] της Γνώσης στις πανεπιστημιακές σχολές, κάθε γνωστικός κλάδος μετωνομάστηκε σε “επιστήμη”, ώστε να εξαφανιστεί η όποια ανατρεπτική ή ζωογόνα δυναμική του και να καταντήσει μία γραφειοκρατικά διευθυνόμενη και κατευθυνόμενη διαδικασία ελέγχου του νου και του συλλογικου ασύνειδου των ανθρώπων

Ετσι ομιλούμε σημερα περί της “επιστήμης της Νομικής” ή της “επιστήμης της Φιλολογίας”, λες και οι δικηγόροι ή οι συγγραφείς μπορουν ποτέ να χαρακτηριστούν “επιστήμονες”!
[Αλλα αυτό αποτελεί ζήτημα που θα αναλυθεί σε επόμενο κείμενο]

Η Επιστήμη της Ιστορίας: Ιστοριογραφικές Σχολές και προσεγγίσεις απο το θετικισμό μέχρι το μεταμοντερνισμό

Κάθε εποχή γράφει τη δική της ιστορία, δηλαδή οι ιστορικοί θέτουν τις προτεραιότητες, επιλέγουν τα θέματα που τους ενδιαφέρουν και τον τρόπο προσέγγισής τους ανάλογα με τις αξίες και τις αντιλήψεις κάθε εποχής. Γι’ αυτό και η ιστορία δεν είναι στατική και δεν έχει αιώνια ισχύ: αλλάζει και αναθεωρείται ανάλογα με τις γενικότερες αλλαγές που συμβαίνουν στην κοινωνία, με τις προτεραιότητες της πολιτικής εξουσίας/ακαδημαϊκού κατεστημένου και με το βαθμό πνευματικής ελευθερίας των ιστορικών.

3. 1. Θετικιστική ιστορία-ιστορικισμός

– Μέχρι το 19ο αιώνα η συγγραφή ιστορικών έργων παρουσίαζε μερικές βασικές αδυναμίες:

Μη συστηματική χρήση πρωτογενών πηγών – τάση να βασίζονται σε μαρτυρίες από δεύτερο χέρι – έλλειψη ή μη πρόσβαση σε πρωτογενείς πηγές.

Έλλειψη αίσθησης αλλαγής διαμέσου του χρόνου και των ιδιαίτερων γνωρισμάτων κάθε εποχής. Π.χ. Γίβωνας και ο Βολταίρος υποβάθμιζαν το πνευματικό επίπεδο προηγούμενων αιώνων, κυρίως του Μεσαίωνα, γιατί δεν ανταποκρινόταν στα πρότυπα της υψηλής κοινωνίας του 18ου αιώνα.

Η διδασκαλία της ιστορίας στα πανεπιστήμια δεν ήταν συστηματική και οργανωμένη.

– Στο 19ο αιώνα το καινούριο στη συγγραφή της ιστορίας ήταν ότι οι ιστορικές σπουδές επαγγελματοποιήθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα. Η αυτοαναγόρευση της ιστορίας σε επιστημονικό κλάδο σήμαινε κάθετο διαχωρισμό μεταξύ επιστημονικού και λογοτεχνικού λόγου → επιδίωξη η μεταφορά καθολικών νόμων, αντίστοιχων με εκείνων των θετικών και φυσικών επιστημών στην ιστορία.

– Ο Ranke θα υποστηρίξει ότι αξιόπιστες πηγές ήταν μόνο αυτές της εποχής για την οποία ο ιστορικός γράφει ιστορία. Γι’ αυτό σημαντικό έργο του ιστορικού αποτελεί η κριτική και αντικειμενική αξιολόγηση των πηγών του παρελθόντος και κύριο μέλημα του να αποφύγει να εμφυτεύει σύγχρονες αντιλήψεις στο πνεύμα περασμένων αιώνων. Η προσέγγιση αυτή στην ιστοριογραφία θα ονομαστεί ιστορικισμός και θα κυριαρχήσει στην Γερμανία και τις αγγλοσαξονικές χώρες για περίπου ένα αιώνα – στην Ελλάδα μέχρι και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες.

– Βασικά στοιχεία «ιστορικιστικού» προσανατολισμού:

Ο Ιστορικισμός δίνει μεγάλη βαρύτητα στις πηγές του. Χρησιμοποιεί τα κρατικά αρχεία σαν φορείς της ιστορικής αλήθειας και μέσα από την επεξεργασία τους αναδεικνύει τη Διπλωματική Ιστορία. Τα δρώντα υποκείμενα αντιπροσωπεύονται από την πολιτική και στρατιωτική εξουσία, αποσιωπώντας όμως πλήρως τους καθημερινούς ανθρώπους. Έτσι στον Ιστορικισμό ο ρόλος της προσωπικότητας και της Πολιτικής Ιστορίας ενισχύεται.

Ο περιορισμός στη μελέτη στρατιωτικού και διπλωματικού πεδίου («Μεγάλη Ιστορία» ή «Μεγάλη Αφήγηση») κομβικό ιδεολογικό εργαλείο του εθνικού κράτους, κατάλληλο για υποστήριξη εθνικής ταυτότητας και εδραίωση εθνικής κρατικής εξουσίας και κοινωνικής συνοχής.

Το κράτος και οι πολιτικοί του έχουν κεντρική θέση. Για το γερμανικό ιστορικισμό το κράτος αποτελεί αυτόνομο σύστημα (από τους πολίτες, την κοινωνία, την οικονομία), το οποίο με την πραγμάτωσή του δίνει ηθικό νόημα στην κοινωνία και προωθεί οργανική ανάπτυξη έθνους (επιρροή από Hegel).

Εξοβελισμός ρητορικής από ιστορική αφήγηση και υιοθέτηση νέας μεθοδολογίας, π.χ. η φιλολογική κριτική πηγών, η τήρηση λεπτομερών δελτίων, η αναγωγή του αρχείου σε προνομιακή ιστορική πηγή, έκδοση διπλωματικών εγγράφων, συστηματική παραπομπή για τεκμηρίωση ιστορικού λόγου. Κάθε θεωρητικός συλλογισμός άχρηστος ή και βλαβερός, διότι εισάγει στοιχείο θεωρίας – υποκειμενικότητας – διαχωρισμός από φιλοσοφία ή πολιτισμική ιστορία.

Ο ρόλος του ιστορικού όχι να κρίνει το παρελθόν, αλλά να αντιληφθεί αυτό που πραγματικά συνέβη. Δεν πρέπει να υπάρχει αλληλοεξάρτηση ανάμεσα στον ιστορικό και στο αντικείμενό του. Ranke: Θα ήθελα να εξαλείψω τον εαυτό μου και να αφήσω να μιλήσουν μόνα τους τα πράγματα, «όπως συνέβησαν στην πραγματικότητα»

Ο θετικισμός-ιστορικισμός όχι απλώς μοντέλο ιστορικής σκέψης αλλά και φιλοσοφία για τη ζωή. W. H. Welsh: Ιστορικισμός είναι η άποψη ότι η ιστορία επαρκεί για την ερμηνεία κάθε πράγματος, ότι η φύση κάθε πράγματος γίνεται κατανοητή από την εξέλιξή του.

– Αντιφάσεις:

Αντίληψη για την ιστορία ως διαδοχή δυναστειών και σύγκρουση εθνών και κρατών,

οι πηγές αυτούσιες αντανακλάσεις ιστορικών γεγονότων,

απαξίωση φιλοσοφικού και θεωρητικού πλαισίου,

οι ιστορικιστές ιδεολόγοι του έθνους-κράτους,

αδυναμία εντοπισμού προφανών στοιχείων μεταβολής που χαρακτήρισαν εποχή νεωτερικότητας (βιομηχανική επανάσταση, ραγδαίες κοινωνικές, πολιτισμικές αλλαγές, είσοδος των μαζών στην πολιτική κλπ.), λόγω αγνόησης κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών δεδομένων,

αντίφαση επίσης στο ότι δέχεται αφενός τη σχετικότητα γνωστικών εγχειρημάτων και αξιακών συστημάτων και αφετέρου τη δυνατότητα πιστής, οριακής και τελεσίδικης αποκάλυψης νοήματος της ιστορικής εξέλιξης.

3.2 Κοινωνική-οικονομική ιστορία

– Στις αρχές του 20ού αι. (και κάτω από την επίδραση των κοινωνικών κυρίως επιστημών, αρχικά μέσω του Durkheim και στη συνέχεια του Max Weber κ.ά.) οι ιστορικοί άρχισαν να ασκούν κριτική στη σχολή του Ράνκε και να αναζητούν την ιστορία που θα έδινε σημασία σε κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες, θα εγκατέλειπε έμφαση σε γεγονότα και προσωπικότητες και θα έδινε βάρος σε κοινωνικές συνθήκες: Η εμμονή στα γεγονότα αποκλείει την κατανόηση σημαντικών όψεων της ιστορικής πραγματικότητας, ιδιαίτερα στην οικονομία, τις κοινωνικές δομές, τη ζωή των ανώνυμων ανθρώπινων ομάδων, στις νοοτροπίες κ.λπ. Μετασχηματισμός αφηγηματικής, γεγονοτολογικής ιστορίας στις κοινωνικο-επιστημονικού προσανατολισμού μορφές ιστορικής έρευνας.

– Ποσοτικές κοινωνιολογικές και οικονομικές προσεγγίσεις και στρουκτουραλισμός (Σωσσύρ [Saussure] στη γλωσσολογία, Ντιρκέμ [Durkheim] στην κοινωνιολογία και Λεβί Στρώς [Levi-Strauss] στην ανθρωπολογία.: Απόρριψη της εμπειρικής ανάλυσης χάρη της επιστημολογικής μελέτης της δομής) → Γαλλία, ΗΠΑ, κ.ά.

– Κοινά στοιχεία κοινωνικο-επιστημονικής ιστοριογραφίας:

Έμφαση όχι στα άτομα και τις προθέσεις τους, αλλά στις κοινωνικές δομές και διαδικασίες κοινωνικών αλλαγών.

Κριτική στην παλιά ιστοριογραφία λόγω επικέντρωσής της στα άτομα, τις «μεγάλες προσωπικότητες» και στα γεγονότα, και λόγω αγνόησης ευρύτερου πλαισίου που αυτά λειτουργούσαν.

Πρόκειται για «εκδημοκρατισμό» ιστορίας, στροφή από την ηγεσία στην κοινωνία.

3.3. Μαρξιστική ταξική ανάλυση

– Η υλιστική αντίληψη για την ιστορία στον Μαρξ: η θεμελιακή θέση είναι ότι ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής ρυθμίζει γενικώς το κοινωνικό, πολιτικό και διανοητικό γίγνεσθαι. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει την ύπαρξή τους, αλλά, αντιθέτως, το κοινωνικό τους καθεστώς είναι που καθορίζει τη συνείδησή τους (θεωρία του δίπολου βάση-εποικοδόμημα, τα ιστορικά φαινόμενα ανάγονται στις οικονομικές σχέσεις και τους ταξικούς αγώνες).

– Διαφορετικές αναγνώσεις μαρξισμού, ο ίδιος ο Μαρξ γεμάτος αμφισημίες. Λειτουργούσε με 2 διαφορετικές αντιλήψεις για επιστήμη:

Θετικιστική (η αντικειμενική γνώση είναι δυνατή, η επιστημονική γνώση εκφράζεται με γενικές προτάσεις που αναφέρονται σε μια έννομη συμπεριφορά φαινομένων) → η ιστορία έπρεπε να ανακαλύψει νόμους ιστορικής εξέλιξης → πρωταρχικός παράγοντας αυτών των νόμων οι κοινωνικές συγκρούσεις, κινητήρια δύναμη ιστορίας οι παραγωγικές δυνάμεις. Το ανθρώπινο είδος περνάει από την αναγκαιότητα ενός φυσικού νόμου: πρωτόγονη κομμουνιστική κοινωνία, αρχαία, φεουδαλική, αστική, κομμουνιστική. Η πρόοδος του ανθρώπου κυρίως στο Δυτικό κόσμο.

Διαλεκτική: Η ιστορία μία διαλεκτική διαδικασία που συγκροτείται από την πάλη των τάξεων και κινείται από τις αντιφάσεις που δημιουργούνται ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και στις σχέσεις παραγωγής που πυροδοτούν τις κοινωνικές αλλαγές → στα πρώιμα έργα του ο Μαρξ (π.χ. Η Γερμανική Ιδεολογία) αμφισβητεί παραδοχή πολιτικής οικονομίας ότι ο κόσμος οικονομίας μπορεί να κατανοηθεί αποκλειστικά με βάση οικονομικές δυνάμεις που δρουν μέσα του, και ζητά να μετράται με όρους ανθρώπινων αναγκών → απόρριψη ότι οι υλικές δυνάμεις είναι πάνω από τις ανθρώπινες.

– Ο Μαρξ θεωρούσε ότι η συνολική κατεύθυνση της πορείας της ιστορίας ήταν δεδομένη, αν και οι συγκεκριμένες μορφές που έπαιρνε επηρεάζονταν από την πολιτική πράξη, αφήνοντας έτσι μιας σφαίρα ελευθερίας.

– Σύντομα οι μαρξιστικές μελέτες εγκατέλειψαν απρόσωπες κοινωνικές διαδικασίες, για να στραφούν στις μορφές που έπαιρναν οι αλλαγές αυτές στη συνείδηση των ανθρώπων που τις βίωναν. Ο Ζωρζ Λεφέβρ (Lefebvre) άνοιξε το δρόμο με το έργο του Ο μεγάλος φόβος του 1789: αγροτικός πανικός στην επαναστατική Γαλλία, 1932.

– Η αγγλική μαρξιστική σχολή (Μώρις Ντομπ, Ρόντνεϋ Χίλτον, Κρίστοφερ Χιλ, Έρικ Χόμπσμπαουμ, Έντουαρντ Τόμσον) μετέθεσε το ιστορικό ενδιαφέρον από τις κυρίαρχες ελίτ στις εμπειρίες, τον τρόπο ζωής κλπ. των κατώτερων τάξεων. Σε αντίθεση όμως με ιστορικούς των Annales που επικεντρώθηκαν στην υπερταξική λειτουργία της νοοτροπίας στη μακρά διάρκεια, οι βρετανοί μαρξιστές ιστορικοί ενσωμάτωσαν το πολιτικό στοιχείο στην ιστορία των νοοτροπιών. Οι κοινωνικές τάξεις ενεργά ιστορικά υποκείμενα που συγκροτούνται όχι μόνο με βάση τη θέση τους στις παραγωγικές σχέσεις αλλά και την ιδιαίτερη κουλτούρα που διαμορφώνουν.

– Παραδείγματα:

Maurice Dobb, Christopher Hill → μετάβαση από φεουδαρχία στον καπιταλισμό, 15ος-19ος αι.,

Eric Hobsbawm (PrimitiveRebels, 1963) → μετάβαση στις νεωτερικές κοινωνίες, η θέση κατώτερων στρωμάτων και η αφύπνισή τους, μελέτη εθνικιστικού φαινομένου, ιδεολογίας και πρακτική εθνικών κρατών,

E. P. Thompson (TheMakingoftheEnglishWorkingClass, 1963) → η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης, η διαδικασία σχηματισμού της όχι ως αφηρημένης κατηγορίας, αλλά ως πολιτιστικής πρακτικής που ανασκευάζει συνεχώς την ταξική συνείδηση – κοινές εμπειρίες, παράδοση, κώδικες, ενιαίες κοινωνικές συμπεριφορές.

3.4. Σχολή των Annales

– Κυριότεροι εκπρόσωποι: L. Febvre, Mark Block, Fernard Braudel → διεπιστημονική προσέγγιση, προτεραιότητα σε μακροχρόνια ιστορικά φαινόμενα, στην ιστορική συνέχεια, στις νοοτροπίες, την επίδραση φυσικού περιβάλλοντος και κλίματος, τις οικονομικο-κοινωνικές δομές.

– Οι συγγραφείς των Annales συμμερίζονται την πίστη άλλων κοινωνικο-επιστημονικών ιστορικών ως προς τη δυνατότητα επιστημονικών προσεγγίσεων στην ιστορία, αλλά έχουν επίγνωση ορίων τέτοιων προσεγγίσεων. Στην πραγματικότητα όλοι οι ιστορικοί από τον Ράνκε μέχρι τον Μαρξ και τον Βέμπερ και τους αμερικάνους κοινωνικούς ιστορικούς έβλεπαν την ιστορία σαν μια κίνηση μέσα σε ένα μονοδιάστατο χρόνο, από το παρελθόν προς το μέλλον – οι ιστορικοί των Annalesτόνισαν τη σχετικότητα και τα πολλαπλά στρώματα του χρόνου.

– Ίδρυση του περιοδικού το 1929 με τον τίτλο, Annalesd’histoire économiqueetsociale, το 1946 μετονομάστηκε σε Annales. Économies, Sociétés, Civilizations, για να δοθεί έμφαση στο διεπιστημονικό του χαρακτήρα. Το 1994 Annales. Histoire, ScienceSociales. Υποστήριζαν κατάργηση διακρίσεων μεταξύ «επιστημών του ανθρώπου».

– Κοινά στοιχεία σχολής Annales:

Δεν υπάρχει κάποιος κεντρικός θεσμός που να χρησιμεύει ως άξονας για μια αφήγηση στην οποία οι πράξεις των προσώπων να παίζουν αποφασιστικό ρόλο → περισσότερο παρουσίαση απρόσωπων θεσμών, π.χ. φεουδαλισμός. Τονισμός δομών, επιρροή από ανθρωπολογία.

Νέα αντίληψη ιστορικού χρόνου: π.χ. εξέταση μιας κουλτούρας ή μιας εποχής αποσπασμένης από το ρου της ιστορίας, εγκατάλειψη γραμμικής ιστορίας. Στη θέση του ενός μοναδικού ιστορικού χρόνου βλέπουν τη συνύπαρξη πολλαπλών χρόνων, όχι μόνο στους διάφορους πολιτισμούς αλλά και μέσα στον κάθε έναν πολιτισμό → π.χ. Μπρωντέλ, Η Μεσόγειος και ο μεσογειακός κόσμος την εποχή του Φιλίππου Β΄, όπου η ιστορία χωρίζεται σε 3 διατεταγμένα επίπεδα: γεωγραφικό χρόνο, κοινωνικό χρόνο, ατομικό χρόνο, με το συμβαντολογικό επίπεδο να περιορίζεται στον ατομικό χρόνο.

Εγκατάλειψη εμπιστοσύνης στην πρόοδο και, μαζί μ’ αυτή στην ανωτερότητα της δυτικής κουλτούρας. Δεν υπάρχει η αντίληψη μιας ενιαίας ιστορικής εξέλιξης πάνω στην οποία μπορεί να βασιστεί μια μεγάλη αφήγηση της ιστορίας του ανθρώπου.

Απουσιάζει επίσης το έθνος – στην ιστοριογραφία των Annalesείναι συνήθως είτε τοπική είτε υπερεθνική.

– Κριτική για Annales:

Αδυναμία ανάλυσης και ερμηνείας ιστορικής μεταβολής, διαδοχής κοινωνικών σχηματισμών αλλά και ριζική περιθωριοποίηση της «συνείδησης», της δράσης και της πολιτικής διάστασης ανθρώπινων σχέσεων.

Αδυναμία αντιστοίχησης νοοτροπιών με τις αρθρωμένες κοινωνικές τάξεις που ήταν φορείς τους και θεώρησή τους ως καθολικών συστημάτων συλλογικών αναπαραστάσεων, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα την αποσιώπηση πολιτικής διάστασης πολιτισμικών πρακτικών και την ομογενοποίηση συλλογικού σώματος.

Αναπαραγωγή του μαρξικού σχήματος βάση-εποικοδόμημα καθώς το κοινωνικο-οικονομικό στοιχείο ανάγεται σε καθοριστικό, ενώ το πολιτιστικό προσεγγίζεται είτε ως αντανάκλαση του πρώτου είτε ως εξωτερικό στοιχείο.

Η κυριαρχία γεωγραφικού και περιβαλλοντικού ντετερμινισμού οδηγεί στην αδρανοποίηση ανθρώπινου παράγοντα ως δημιουργικού υποκειμένου ιστορικής εξέλιξης.

Επιμονή στη δυνατότητα συγγραφής ολικής ιστορίας.

Ερευνητική εμμονή στις προβιομηχανικές κοινωνίες.

Υπερβολική και άκριτη ποσοτικοποίηση.

3.5. Σύγχρονες τάσεις: μεταμοντερνισμός και ιστορία

– Η αισιοδοξία ως προς τη φύση και την πορεία σύγχρονου κόσμου πάνω στην οποία βασίστηκε η κοινωνική ιστορία κλονίστηκε εξαιτίας θεμελιωδών αλλαγών του ύστερου βιομηχανικού κόσμου (πριν, αλλά κυρίως μετά τους παγκόσμιους πολέμους) → κριτική στην παραδοχή της εξελικτικής πορείας της ιστορίας ήδη από κοινωνιολόγο Γιάκομπ Μπούρκχαρντ (Burckhardt) και φιλόσοφο Φρήντριχ Νίτσε (Nitzsche). Ωστόσο δεν επηρέασε σημαντικά το έργο των ιστορικών μέχρι το 1960.

– Η δεκαετία 1960 σημείο καμπής:

εκδήλωση συνείδησης της κρίσης της σύγχρονης κοινωνίας και κουλτούρας·

αισθητές οι νέες συνθήκες μετά από Β΄ΠΠ (τέλος αποικιών, αναγνώριση διακριτής ιστορίας μη δυτικών λαών, ανάδειξη ιδιαίτερου ρόλου γυναικών και άλλων επιμέρους ομάδων πληθυσμού)·

οι μαρξιστικές αναλύσεις φάνηκαν ανεπαρκείς σε ένα περιβάλλον που ενδιαφερόταν για νέες κατηγοριοποιήσεις, όπως το φύλο, η φυλή ή η εθνότητα, ο τρόπος ζωής, η καθημερινότητα·

το πέρασμα από τη βιομηχανική κοινωνία στην κοινωνία της πληροφορικής προκάλεσε ακόμα μεγαλύτερες επιπτώσεις στη συνείδηση (επίγνωση αρνητικών συνεπειών οικονομικής ανάπτυξης, καταστρεπτικές δυνατότητες πολιτισμού, οικολογική καταστροφή κλπ.)

– Για πολλούς οι μεταμορφώσεις αυτές της συνείδησης σήμαιναν το τέλος της «Μεγάλης Αφήγησης» → αμφισβήτηση της αξίας ή της δυνατότητας διατύπωσης και σχηματισμού καθολικών και ενοποιητικών σχημάτων σύλληψης του κόσμου. Η εξέλιξη αποτέλεσμα όσμωσης ιστορίας με παράπλευρες επιστήμες – σημειολογία, γλωσσολογία, θεωρία λογοτεχνίας, φιλοσοφίας, ανθρωπολογίας, πολιτισμικών σπουδών → «γλωσσολογική στροφή» ιστορίας:

Αμφισβήτηση δυνατότητας ολιστικής προσέγγισης παρελθόντος ή ακόμα και κάθε δυνατότητας ανασύνθεσης παρελθόντος.

Δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια ή αντικειμενική γνώση αλλά αυτή εξαρτάται από το πλαίσιο και τις συνθήκες παραγωγής της ή από την σκοπιά του καθενός. Σύμφωνα με κοινωνικό κονστρουκτιβισμό,η πραγματικότητα και η γνώση είναι κοινωνικές και πολιτιστικές κατασκευές και για τον λόγο αυτό δεν έχει νόημα η αναζήτηση της αντικειμενικής κοινωνικής πραγματικότητας ή της αντικειμενικής αλήθειας. Η έννοια αυτή αντικαθίσταται από την έννοια της διυποκειμενικότητας(intersubjectivity)δηλαδή των κοινωνικών συμβάσεων και του κοινού νοήματος που μοιράζονται τα κοινωνικά υποκείμενα.

Δυνατότητα ύπαρξης πολλών διαφορετικών ερμηνειών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάθε μία είναι ισοδύναμη από άποψη εγκυρότητας → Φουκώ: «δεν υπάρχει ιστορία αλλά ένα πολλαπλό αλληλοκαλυπτόμενο και αλληλεπιδρών σύνολο νόμιμων και αποκλεισμένων ιστοριών».

Μετάθεση ενδιαφέροντος από οικονομικο-κοινωνική σε πολιτισμική ιστορία-καθημερινή εμπειρία.

Γλωσσολογική προσέγγιση ιστορικών κειμένων και πηγών → οι γλωσσικοί κώδικες μέσο νοηματοδότησης κόσμου. Η «γλωσσολογική στροφή» απέδειξε τον εγγενώς διαμεσολαβημένο χαρακτήρα ιστορικών πηγών και ιστοριογραφικού λόγου, καθώς και τη σχετικότητα κάθε ιστορικής ερμηνείας:

α) ο ιστορικός δεν μελετά την ίδια την πραγματικότητα, αλλά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι του παρελθόντος αντιλαμβάνονταν την ύπαρξή τους·

β) οι ερμηνευτικές στρατηγικές του ιστορικού αποτελούν σχήματα αντίληψης της εποχής του·

γ) επομένως η ίδια η έννοια της ιστορίας εκλαμβάνεται ως μια κατασκευή που συγκροτείται μέσω της γλώσσας.

– Η μεταμοντέρνα κριτική έδειξε ότι η αντίληψη για μια ενιαία ιστορία δεν μπορεί να στηριχτεί, ότι η ιστορία χαρακτηρίζεται όχι μόνο από συνέχεια, αλλά και από ρήξεις, ότι ο ιστορικός λόγος είναι κατασκευασμένος και, συνεπώς, εντελώς υποκειμενικός. Όμως οι επικριτές του ιστορικού ρεαλισμού ή της παραδοσιακής ιστορίας σπανίως προχώρησαν πέρα από θεωρητικές διακηρύξεις στην αντιμετώπιση ιστορικών ζητημάτων. Οι ριζοσπαστικές κριτικές καθιερωμένων μεθόδων ιστορικής έρευνας που κυριάρχησαν στις θεωρητικές συζητήσεις από τη δεκαετία του 1970 ως σήμερα άσκησαν σημαντική, αλλά περιορισμένη επίδραση στον τρόπο που γράφεται η ιστορία.

– «Νέος ιστορικισμός» (από δεκ. 1980):

Προσπάθεια συγκερασμού λογοτεχνικής κριτικής και ιστορικής επιστήμης: Στηρίζεται στην υπόθεση ότι τόσο τα λογοτεχνικά κείμενα όσο και τα μη-λογοτεχνικά διαθέτουν την ίδια βαρύτητα ως τεκμήρια.

Προτεραιότητα στη θεωρία έναντι εμπειρισμού και θετικισμού.

Μετατόπιση ενδιαφέροντος από νόημα του κειμένου στον τρόπο παραγωγής και μετάβασης νοήματος.

Έμφαση στη διακειμενικότητα – σύγκριση διαφορετικού γραμματολογικού είδους και διαφορετικής κοινωνικής λειτουργίας με στόχο την αποκάλυψη πολιτισμικού/ιδεολογικού συστήματος που αποτυπώνουν.

– Κριτική:

Ο νέος ιστορικισμός οδηγεί στη φετιχοποίηση κειμενικής μεθόδου και τείνει να αγνοήσει την αναγκαία αναγωγή στον πραγματικό κόσμο.

Ο μεταμοντερνισμός αντανακλά μία κοινωνία και μια κουλτούρα σε μετασχηματισμό, στην οποία έχουν κλονιστεί οι παλιές βεβαιότητες για την πρόοδο και την ανάπτυξη. Η κριτική από τα αριστερά υποστήριξε ότι ο μεταμοντερνισμός και η άρνηση της «Μεγάλης Αφήγησης» δικαιώνει την αστική δημοκρατία και απορρίπτει οποιαδήποτε δυνατότητα συνολικής κριτικής του καπιταλιστικού συστήματος.

Επίσης αδυνατεί να απαντήσει ικανοποιητικά σε ερωτήματα για την πορεία της ανθρώπινης ιστορίας – να καταδείξει γιατί έγινε κάτι σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή.

3.6. Μικροϊστορία

– Η μικρο-ιστορία συγκροτείται ως ιδιαίτερη ιστοριογραφική τάση στις δεκ. 1970, 1980 → Carlo Ginzburg, Το τυρί και τα σκουλήκια. Ο κόσμος ενός μυλωνά του 16ου αιώνα (1974), Peter Burke, Popular Culture in Early Modern Europe (1978), Jacques Le Goff, Οι διανοούμενοι στο Μεσαίωνα (1985).

– – Κοινωνική ιστορία «από τα κάτω». Ενδιαφέρον για τα άτομα → αναγωγή του ιδιαίτερου και του ατομικού στο γενικό και συλλογικό → η ιστορία μετασχηματίζεται από ενιαία διαδικασία σε πολυκεντρική δυναμική και πολυεστιακή ανάλυση που αναδεικνύει πολλαπλότητα κοινωνικών αναπαραστάσεων.

– Κριτική στη μικρο-ιστορία (Jurgen Kocka): η εστίαση ενδιαφέροντος στο μικρο-επίπεδο ιστορίας και η αποσυσχέτισή του από πλαίσιο αναφοράς του κατακερματίζει ιστορική γνώση και τη μετατρέπει σε σειρά παρατιθέμενων ιστορικών στιγμιότυπων χωρίς αναφορά στη μακροδομή.

3.7. Συμπεράσματα

– Μέχρι το τέλος του Β΄ΠΠ κυριαρχία ιστορικιστικού παραδείγματος:

τυπολατρική προσέγγιση πρωτογενών πηγών,

αντίληψη περί οργανικής εξέλιξης, ιστορικής ιδιαιτερότητας αλλά και συνέχειας κοινωνιών,

πεποίθηση ότι κάθε πολιτικό μόρφωμα ή κοινωνικός οργανισμός πρέπει να αξιολογείται όχι με βάση γενικούς κανόνες αλλά με κριτήριο την ιδιοσυστασία και ιδιαίτερη δυναμική του → αντιστοιχία με ανάδυση εθνικισμού και με τις αντιλήψεις που ανάγουν το κράτος σε αυτόνομη ηθική δύναμη και φορέα της εθνικής βούλησης.

– Από το 1945 ως τα μέσα περίπου δεκ. 1970 επικρατεί η σχολή Annales:

η ιστορία καθολική επιστήμη, κυρίαρχο και διεπιστημονικό διανοητικό εγχείρημα,

συγκερασμός στοιχείων θετικισμού, μαρξισμού, δομισμού με στόχο την ανάδειξη και ανάλυση των δομών που συνδέουν τα ιστορικά φαινόμενα,

από πεδίο διπλωματικο-στρατιωτικών γεγονότων το ενδιαφέρον στη συνολική ιστορία [Histoire totale].

– Μετά το 1960 νέα δομική κρίση και υποχώρηση σχολής Annales λόγω:

αμφισβήτησης δυνατότητας ολιστικής προσέγγισης παρελθόντος,

μετάθεσης ενδιαφέροντος από οικονομικο-κοινωνική σε πολιτισμική ιστορία,

ενδιαφέροντος για επιστημολογία ιστορίας – τις θεωρητικές προϋποθέσεις, τις μεθοδολογικές αρχές και τις αναλυτικές κατηγορίες που επικαλείται ο ιστορικός λόγος,

συνειδητοποίησης της κειμενικής διάστασης της ιστορίας,

επαναφοράς αφηγηματικότητας στην ιστορία,

– Δυσπιστία περισσότερων ιστορικών απέναντι στη φιλοσοφία της ιστορίας που υποκαθιστά τη μελέτη της εξέλιξης κοινωνιών με την ίδια την εξέλιξη, η οποία γίνεται αντιληπτή μέσα από αφαιρέσεις που θεμελιώνονται πάνω σε εκ των προτέρων σχηματισμένες γνώμες. Αλλά όχι απόρριψη θεωρητικής σκέψης που είναι απαραίτητη στην ιστορική εργασία. P. Ricoeur: Η ιστορία είναι αμφίσημη, επειδή είναι δυνάμει συμβαντολογική και δυνάμει δομική.

– Η κρίση σύγχρονης ιστορίας οφείλεται και στην αμφισβήτηση επιστημολογικών της βάθρων αλλά και στις νέες πολιτικο-ιδεολογικές αντιπαραθέσεις της εποχής της παγκοσμιοποίησης.

– Και σήμερα ιδεολογικοποίηση ιστορικών σπουδών, ενίοτε με επιστροφή στα παραδοσιακά ερμηνευτικά σχήματα ενιαίου εθνικού αφηγήματος – γεγονός που εξηγείται και από μεταβατικότητα εποχής μας – η ιστορική επιστήμη επωμίζεται παραδοσιακό ρόλο παρακαταθήκης πολιτικών αξιών και προτύπων δράσης

– Σήμερα ο ιστορικός ασχολείται ολοένα και περισσότερο με μαζικές τάσεις και λιγότερα με έργα ατόμων → έχουμε κατανοήσει ότι ακόμα και οι πιο ιδιαίτεροι άνθρωποι κινούνται μέσα στο πλαίσιο εποχής τους. Επιπλέον, υπάρχει στροφή σε νέα αντικείμενα έρευνας (ιστορία καθημερινής ζωής, κοινοτήτων ή συνηθισμένων ανθρώπων, αντιλήψεων, νοοτροπιών και συμπεριφορών κ.ο.κ.) και νέες μεθοδολογίες-προσεγγίσεις (επικοινωνία με γειτονικές επιστήμες: ανθρωπολογία, ψυχολογία, κοινωνιολογία, πολιτική οικονομία κλπ.). Συχνά πάντως οι ιστορικές εργασίες δεν ακολουθούν πιστά τη μία την άλλη σχολή ιστοριογραφίας, αλλά προσπαθούν να συνθέτουν τις διαφορετικές τάσεις και παραδόσεις. Εξάλλου η αναγνώριση της αξίας και η χρήση διαφορετικών πηγών οδηγεί αναγκαστικά σε νέες προσεγγίσεις και συχνά σε αναθεώρηση της μεθοδολογίας.

Ευτοπικό εργαστήρι

Ιδού λοιπόν πως εξελίχθηκε στον δυτικό κόσμο η ιστορία.
Κοινωνικές και οικονομικές δομές. Συστήματα και υποσυστήματα. Υπόγειες διεργασίες και αφανείς διαδικασίες.
Και θα γυρίσεις φυσικανα με ρωτήσεις, τώρα…
– Και καλα ρε μεγάλε… Ο άνθρωπος όμως που βρίσκεται; Ή μήπως την ιστορία δεν τη γράφουν άνθρωποι;

Λυπαμαι αλλα θα σας απαντησω ακριβως αυτό!
Η μετανεωτερική φενάκη της ιστοριογραφικής ορθότητας [το αντίστοιχο της πολιτικης ορθοτητας] δεν αφήνει κανενα περιθωριο στον άνθρωπο!

Ωστόσο επειδή αυτή η ανάλυση απαιτεί τουλαχιστον αλλο τοσο κειμενο, δεν θα την κανουμε εδω αλλα στο δευτερο μερος: “Μαμα, τι ειναι “ιστορια” Νο 2: Η ιστορία και ο άνθρωπος”

loading...