ΑΝΑΛΥΣΗ: Ο στρατηγικός ρεαλισμός της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο και η ανυπαρξία της Ελλάδας

Ήδη από την δεκαετία του 1950 και του 1960 μια από τις νέες ρεαλιστικές προσεγγίσεις στην την εξωτερική πολιτική ήταν ο λεγόμενος «στρατηγικός ρεαλισμός» ο οποίος θεμελιώθηκε και αναπτύχθηκε από τον Thomas Shelling. Ένα από τα βασικά εργαλεία του στρατηγικού ρεαλισμού είναι οι ένοπλες δυνάμεις. Η χρήση δε της στρατιωτικής ισχύος στην εξωτερική πολιτική απασχολεί ιδιαίτερα τον στρατηγικό ρεαλισμό. Ο Shelling εργάστηκε ιδιαίτερα πάνω σε αυτό το ζήτημα παρατηρώντας ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στην ωμή βία και στον εξαναγκασμό δηλαδή «ανάμεσα στο να παίρνεις αυτό που θέλεις και στο να κάνεις κάποιον να σου το δώσει»

Η τουρκία είναι ένα κράτος που συμπεριφέρεται εδώ και χρόνια σαν ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη στην ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου. Ένας γεωγραφικός  χώρος ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει σαφώς αναβαθμιστεί, γεγονός το οποίο διέγνωσε εγκαίρως το επιτελείο του Τούρκου προέδρου.

Πιστή στο δόγμα του στρατηγικού ρεαλισμού η Τουρκία φρόντισε να προμηθευτεί σύγχρονες μονάδες για τις ένοπλες δυνάμεις της, ενώ παράλληλα να ανατάξει την πολεμική της βιομηχανία, συμμετέχοντας σε προγράμματα κατασκευής πολλών σύγχρονων εξοπλιστικών προγραμμάτων. Παράλληλα η πολεμική της βιομηχανία φρόντισε για την κατασκευή οπλικών συστημάτων δικής της παραγωγής, προκειμένου να πλαισιώσει με αυτά τις σύγχρονες μονάδες που προμηθεύτηκε από τις ξένες εταιρίες, δημιουργώντας έτσι αξιόμαχες και σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις. Τα είδη των οπλικών συστημάτων που έχει επιλέξει να προμηθευτεί καταδεικνύουν σαφώς τους επιχειρησιακούς της στόχους, καθώς πρόκειται για μονάδες που μπορούν να επιχειρούν σε μακρινές αποστάσεις και για μεγάλο χρονικό διάστημα (πχ S-400, ελικοπτεροφόρο κτλ). Επίσης έχει φροντίσει να δημιουργήσει βάση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Λιβύη και έναν ακόμα ναύσταθμο στην Αλβανία, δημιουργώντας μια τεράστια μέγγενη γύρω από τον κύριο ανταγωνιστή της στην Αν. Μεσόγειο, την Ελλάδα.

Χρόνο με τον χρόνο η τουρκία του Ερντογάν φρόντισε να ανοικοδομήσει τον πιο σημαντικό βραχίονα ως προς την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού της, δηλαδή τις ένοπλες δυνάμεις της, προκειμένου να εφαρμόσει την τεχνική του εξαναγκασμού στην ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου. Όπως ο ίδιος ο Shelling αναφέρει «Η ωμή βία είναι αποτελεσματική όταν ασκείται ενώ η δυνατότητα ενδεχόμενων πληγμάτων είναι πιο αποτελεσματική ως εφεδρεία.Τελικά είναι η απειλή της βίας που μπορεί να κάνει κάποιον να υποκύψει ή να συναινέσει». Με άλλα λόγια η Τουρκία χρησιμοποιεί τα όπλα της ως μέσον εξαναγκασμού σε μια ιδιότυπη ψυχολογική επιχείρηση εναντίον της Ελλάδος. Δεν αρκούν όμως μόνο αυτά, και δεν αρκούν γιατί το χάσμα ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών δεν είναι τόσο μεγάλο ώστε να επιτρέψει στη Τουρκία να επιβάλλει τα θέλω της στην Ελλάδα. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζει καλά ο Τούρκος πρόεδρος και γι αυτό αντί της ωμής βίας καταφεύγει στην τεχνική του «εκφοβισμού» απέναντι στην Ελλάδα.

Παρά το γεγονός ότι η χώρα μας βιώνει μια βαθιά οικονομική κρίση η οποία δεν της επέτρεψε να εκσυγχρονίσει τα οπλικά της συστήματα οι Ένοπλες Δυνάμεις της παραμένουν σχετικά αξιόμαχες, και είναι δεδομένο ότι αν μη τι άλλο θα προκαλέσουν πολλά και σοβαρά πλήγματα στις τουρκικές ΕΔ. Άλλως τε η κρίση στην Ελλάδα δεν είναι μόνο οικονομική αλλά κυρίως αξιακή, καθώς δημιούργησε έναν λαό απονευρωμένο και αδιάφορο για τα εθνικά θέματα που σταδιακά κατεστήθει ανίκανος υπερασπιστεί  τα δίκαια και τα συμφέροντα του έθνους.

Και εδώ έρχεται ο δεύτερος βραχίονας εφαρμογής αυτού του ψυχολογικού εκβιασμού που υλοποιεί ο Ερντογάν εις βάρος της χώρας μας. Τα ελληνικά ΜΜΕ… Καθημερινά και σχεδόν συστηματικά τα ελληνικά ΜΜΕ προβάλλουν κάθε δήλωση του τούρκου προέδρου, και όχι μόνο, σε βαθμό “κακουργήματος”, με αποτέλεσμα να καλλιεργούν την κατήφεια και την ηττοπάθεια στο ελληνικό «φιλοθεάμων» τηλεοπτικό κοινό εξυπηρετώντας σαφώς τους σκοπούς της τουρκικής προπαγάνδας.

Παράλληλα η Ελλάς έχει την δυστυχία να κυβερνάται τις τελευταίες δεκαετίες από θλιβερά ανδρείκελα τα οποία δείχνουν αδικαιολόγητη υποχωρητικότητα απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις. Ψελλίζοντας ασυναρτησίες και στέλνοντας «αυστηρά μηνύματα» που θα δεν θα τρόμαζαν ούτε γυμνάσιο θηλέων, επικαλούνται το διεθνές δίκαιο και παρουσιάζουν μια θλιβερή εικόνα με αποτέλεσμα να ενισχύουν ακόμα περισσότερο τους σκοπούς της τουρκικής προπαγάνδας εις βάρος των εθνικών μας συμφερόντων.

Χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό, χωρίς σαφή προσανατολισμό, και εντέλει χωρίς ταυτότητα στην εξωτερική πολιτική της, η Ελλάδα κατάντησε ένα θλιβερό προτεκτοράτο που με τις παρούσες συνθήκες δεν έχει άλλη επιλογή από το να υποκύπτει στον εκβιασμό της τουρκίας. Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής:

Δεδομένων των συνθηκών, θα μπορούσε η χώρα μας να αντιδράσει αποτελεσματικά απέναντι στην τουρκική διπλωματική δεινότητα και στην συνεχώς εξελισσόμενη πολεμική μηχανή;

Και η απάντηση είναι σαφής: ΒΕΒΑΙΩΣ ΚΑΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ, εφόσον θα υιοθετούσε μια αντίστοιχη στρατηγική ρεαλιστική πολιτική για τις σχέσεις της με την Τουρκία.

Όπως προείπαμε την δεδομένη χρονική στιγμή η διαφορά δυναμικότητας ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών, δεν είναι απαγορευτική για μια σοβαρή αντίσταση η και αντεπίθεση από μεριάς της πατρίδας μας. Ακόμα και τώρα οι ελληνικές ΕΔ μπορούν να φέρουν καίρια πλήγματα στις αντίστοιχες της τουρκίας εάν και εφόσον απαιτηθεί.  Ένα στιβαρό και εθνικιστικό κράτος θα καθιστούσε σαφές στην απέναντι πλευρά πως κάθε επιθετική ενέργεια θα επιφέρει μια εξίσου επιθετική αν όχι επιθετικότερη αντίδραση από την πλευρά της Ελλάδας. Ενώ παράλληλα θα φρόντιζε να ξεκινήσει…χθές νέα εξοπλιστικά προγράμματα, με σημαντικές και νευραλγικές προσθήκες για τις ένοπλες δυνάμεις μας (προμήθεια νέων τορπιλών βαρέως τύπου για τα υποβρύχια τ.Παπανικολής, συμμετοχή στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των F35 με τις ΗΠΑ κτλ)

«Πρέπει να γνωρίζουμε τι είναι πολύτιμο για τον αντίπαλο και τι τον τρομάζει περισσότερο, επίσης τι θα προκαλέσει την βία που θα εξαπολύσουμε εναντίον του, και τι απαιτείται από μέρους του για να συγκρατηθούμε», έλεγε ο Shelling και μόνο ένα σοβαρό και εθνικιστικό κράτος θα μπορουσε να εφαρμόσει από την μεριά της Ελλάδας μια τετοια πολιτική. Με….Κουληδες και Αλέξηδες όμως στο μέγαρο Μαξίμου κάτι τέτοιο θεωρείται εξαιρετικά απίθανο να συμβεί. Δυστυχώς όπως όλα δείχνουν, βαδίζουμε ολοταχώς για μια νέα εθνική καταστροφή και τίποτα δεν δείχνει να ικανό να την ανατρέψει την δεδομένη χρονική στιγμή. Αυτό γιατί ο ελληνικός λαός επέλεξε την ασφάλεια εις βάρος της ελευθερίας του, και ως γνωστόν «άνθρωπος που θυσιάζει την ελευθερία του για να του περέχουν ασφάλεια δεν είναι άξιος ούτε της ελευθερίας αλλά ούτε και της ασφάλειας»

loading...